του Θάνου Καμήλαλη

Το μεσημέρι της Παρασκευής, η Νέα Δημοκρατία έδωσε στη δημοσιότητα ένα βίντεο στο οποίο ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, μιλώντας στο Λονδίνο, αναφέρεται στη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, που δεν απειλείται αν διατηρηθεί η προσωπική διαφορά για τους παλιούς συνταξιούχους (προ δηλαδή του νόμου Κατρούγκαλου).

Ο Τσακαλώτος λέει συγκεκριμένα:

«δεν υπάρχει κομψός τρόπος για να το διατυπώσω, αλλά αυτοί οι άνθρωποι -οι παλαιοί συνταξιούχοι- θα τεθούν εκτός συστήματος με φυσικό τρόπο. Μέχρι το 2020, το 2030 ή το 2040 δεν θα βρίσκονται πια εδώ. Συνεπώς δεν θα υπάρχει κάποια επίπτωση στην μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συστήματος».

Αυτήν την ομολογούμενως κυνική δήλωση, η «σοβαρή» Νέα Δημοκρατία τη μεταφράζει ως «ευχή», αναφέροντας στην ανακοίνωση – καταγγελία της ότι:

«Τελικά δεν ειπώθηκε κατά λάθος. Την ευχή που έδωσε στη ΔΕΘ ο κ. Τσίπρας να αποδημήσουν το γρηγορότερο οι 1.5 εκατομμύρια συμπολίτες μας που είναι άνω των 70 ετών, την επανέλαβε ως λύση για το ασφαλιστικό και ο υπουργός Οικονομικών.»

Μαζί της και τα ΜΜΕ του δεξιού Τύπου, που άκριτα, μικροπολιτικά και κυνηγώντας τα κλικς, έχουν ήδη κάνει πρώτο θέμα τη «δήλωση ντροπή», με αποκορύφωμα (μέχρι στιγμής) τα «Νέα», που γράφουν ότι ο Τσακαλώτος «πέθανε τους παλιούς συνταξιούχους». 

Το ίδο συνέβη, όπως υπενθυμίζει με τον τρόπο της η ΝΔ, και εξακολουθεί να αναφέρεται εδώ και μέρες, με μία αναφορά του πρωθπουργού Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ, όταν σημείωσε ότι το μέτρο που ζητούν οι δανειστές να εφαρμοστεί «αφορά στην προσωπική διαφορά και αφορά κάποια συγκεκριμένη μερίδα συνταξιούχων, οι οποίοι σήμερα είναι πάνω από 70 ετών οι περισσότεροι. Άρα η όποια περικοπή δαπανών δεν θα είναι μια μόνιμη περικοπή. Θα σβήσει με το πέρασμα του χρόνου. Δεν θα έχει καμία επίπτωση στη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος».

Και τότε η ΝΔ επιτέθηκε στην κυβέρνηση, υποστηρίζοντας ότι ο Τσίπρας «σχεδόν εξέφρασε την ελπίδα του να μην μακροημερεύσουν για πολύ όσοι Έλληνες είναι άνω των 70 ετών.»

Η απόσταση από τις κραυγές της αξιωματικής αντιπολίτευσης (αλλά και τον άλλων κομμάτων που ακολούθησαν) και την πραγματικότητα, μοιάζει μικρή, αλλά σίγουρα ουσιαστική, ενδεικτική της ένδειας πολιτικών επιχειρημάτων, της ασόβαρης αντιπολίτευσης και του χαμηλού δημοσιογραφικού επιπέδου, η καλύτερα μη δημοσιογραφικού. Ας δούμε τα δεδομένα:

Αυτήν τη στιγμή η διαπραγμάτευση κυβέρνησης και τρόικας περιστρέφεται γύρω από το ήδη ψηφισμένο μέτρο της περικοπής των συντάξεων, με την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς. Η προσωπική διαφορά είναι ουσιαστικά ένα μεγαλύτερο ποσό που λαμβάνουν οι παλιοί συνταξιούχοι (προ του νόμου Κατρούγκαλου), αλλά δεν το λαμβάνουν οι νέοι συνταξιούχοι (μετά τον νόμο Κατρούγκαλου). Μερίδα των δανειστών ζητεί να περικοπή (ξανά) η σύνταξη των παλιών συνταξιούχων, για να εξισωθούν με τους νέους. Υπάρχει επίσης, μια διαμάχη για το αν το μέτρο είναι δημοσιονομικό ή διαρθρωτικό. Δημοσιονομικό σημαίνει ότι επηρεάζει τους στόχους για τα πλεονάσματα στα οποία έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Ο διαρθρωτικός χαρακτήρας, αμφισβητεί το αν το ασφαλιστικό σύστημα θα είναι βιώσιμο σε βάθος χρόνου.

Η κυβέρνηση εδώ θέτει δύο βασικά επιχειρήματα. Το πρώτο, για το δημοσιονομικό κομμάτι, είναι προβλέψεις που υποστηρίζουν ότι θα καταφέρνει να πιάνει τον στόχο του 3,5%, κρατόντας την προσωπική διαφορά. Αυτό βέβαια μάλλον σημαίνει και λιγότερα «αντίμετρα», αλλά αυτό είναι μια υπόθεση που έχει αναλυθεί εδώ.

Για το διαρθρωτικό κομμάτι, την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού, Τσίπρας και Τσακαλώτος υποστηρίζουν το εξής απλό, κυνικό αλλά αληθές. Αφού το μέτρο αυτό αφορά μόνο τους παλιούς συνταξιούχους και ήδη το έχουμε περικόψει από τους νέους και κάθε επόμενο συνταξιούχο, δεν επηρεάζει μακροπρόθεσμα τη «βιωσιμότητα του ασφαλιστικού». Δεν «εύχονται να πεθάνουν οι συνταξιούχοι», δεν υπάρχει απαίτηση «να μεθάνουν τόσοι μέχρι τότε« διατυπώνουν μια αντικειμενική, νομοτελειακή πραγματικότητα. Συνταξιούχοι θα μπαίνουν στο ασφαλιστικό χωρίς τη προσωπική διαφορά, συνταξιούχοι, με την προσωπική διαφορά, θα φεύγουν (συγγνώμη αλλά είναι ανθρώπινη φύση).

Για να αφήσουμε όλο το μακάβριο του θέματος και την για μικροπολιτικούς όρους επίκληση στο συναίσθημα στην άκρη, ας θέσουμε το παράδειγμα μιας επιχείρησης, της οποίας οι πιο υψηλά αμοιβόμενοι εργαζόμενοι αποχωρούν σταδιακά και στη θέση τους προσλαμβάνονται νέοι, με χαμηλότερο μισθό. Το μισθολογικό κόστος, μακροπρόθεσμα θα μειωθεί. Το ίδιο επιθυμούν και οι δανειστές στο ασφαλιστικό. Το πραγματικό πρόβλημα φυσικά εδώ,στον νεοφιλελευθερισμό γενικότερα, είναι το ότι κρατικές δαπάνες και στοιχειώδεις παροχές, αντιμετωπίζονται με όρους επιχείρησης. 

Βέβαια η καταγγελία ότι «ο Τσακαλώτος θέλει να πεθάνουν οι συνταξιούχοι» είναι πιο πιασάρικη, όπως οι τίτλοι «ΣΟΚ, ΔΕΙΤΕ, ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ» είναι πιασάρικοι για τα ΜΜΕ. Αλλά δεν συνιστούν σοβαρή αντιπολίτευση, πόσο μάλλον μία δήθεν «υπέυθυνη» αντιπολίτευση, που υποστηρίζει επανειλημμένα ότι «μάχεται τον λαϊκισμό». Η ένδεια είναι έκδηλη, ειδικά όταν υπάρχουν σοβαρά ζητήματα για τα οποία μπορεί να ασκηθεί κριτική στην κυβέρνηση:

  • Το γεγονός ότι οι συνταξιούχοι, παλιοί, νέοι και επόμενοι, βρίσκονται και θα βρίσκονται συνεχώς υπό τη μέγγενη πιθανών περικοπών. Αν , κάποια στιγμή, η ελληνική κυβέρνηση δεν πιάσει τους στόχους που έχουν τεθεί από τους δανειστές στη «μεταμνημονιακή» εποχή, θα της επιβληθεί η νέα περικοπή δαπανών.
  • Οι περικοπές του νόμου Κατρούγκαλου, που ξεπερνούν τα όρια της προσωπικής διαφοράς. Στο μεσοπρόθεσμο, η προβλεπόμενη μείωση στην ασφαλιστική δαπάνη είναι 3 δισ., όχι απλά το 1,8 δισ. της προσωπικής διαφοράς. Περικοπές επίσης, έχουν ήδη γίνει, σε επικουρικές, συντάξεις χηρείας κ.α, ενώ από το 2019 το ΕΚΑΣ εξαφανίζεται οριστικά. 
  • Επίσης, υπάρχει και η επερχόμενη μείωση του αφορολογήτου, μέτρο που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην απώλεια μίας σύνταξης, αν τελικά εφαρμοστεί, το 2020.
  • Οι 180.000 χιλιάδες συντάξεις που βρίσκονται σε εκκρεμότητα, σύμφωνα με το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων, που καταγγέλλει καθυστερήσεις μέχρι και 27 μήνες για κύριες συντάξεις και μέχρι και έξι έτη για επικουρικές. Το αν επίσης, οι εκκρεμότητες αυτές καμουφλάρουν την κατάσταση στον ΕΦΚΑ και διασφαλίζουν το υπερπλεόνασμα του.
  • Ο συνολικός χαρακτήρας του μνημονιακού ασφαλιστικού συστήματος, που έχει στερήσεις από εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους μερίδα των εισφορών μιας ζωής και χαρακτηρίζει τη σύνταξη «παροχή», αντί για θεσμοθετημένο δικαίωμα.

Ο διάλογος για όλα αυτά, θα συνιστούσε υγιή πολιτική αντιπαράθεση, ανεξαρτήτως απόψεων. Οι κραυγές ότι «η κυβέρνηση θέλει να πεθάνετε», είναι πολιτική και δημοσιογραφική κατηφόρα, που δυστυχώς θα συνεχιστεί και θα επιδεινωθεί εν μέσω της πόλωσης των επερχόμενων εκλογών. Ας προσπαθήσουμε, όσο μπορούμε, να απομείνει λίγη σοβαρότητα.