«Μέχρι σήμερα οι μαθητές αυτοί μπορούσαν, με την ολοκλήρωση τριών σχολικών ετών στο εσπερινό Λύκειο, να διεκδικήσουν με ποσόστωση 1% την εισαγωγή τους στην ανώτατη εκπαίδευση. Πρόκειται ούτως ή άλλως για έναν πολύ μικρό αριθμό που δεν επιβαρύνει τα πανεπιστήμια, ωστόσο η πρόνοια για αυτή την ομάδα μαθητών ενέχει ισχυρό κοινωνικό συμβολισμό. Αποδεικνύει ότι η πολιτεία, έστω στοιχειωδώς, δείχνει φροντίδα για μια μερίδα πολιτών, κυρίως νέων ανθρώπων, που φοιτούν ενώ εργάζονται, συχνά υπό άγριες συνθήκες εκμετάλλευσης, που προέρχονται από τα πιο αποστερημένα εισοδηματικά στρώματα» εξηγεί η ΟΙΕΛΕ, ωστόσο αυτό το καθεστώς αλλάζει με το νέο σχέδιο καθώς:

Με το άρθρο 2, παρ. 2 του νομοσχεδίου Κεραμέως, επί της ουσίας εκμηδενίζεται κάθε πιθανότητα των μαθητών των εσπερινών λυκείων για πρόσβαση στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, καθώς ορίζεται ότι η ελάχιστη βάση εισαγωγής (ΕΒΕ) στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα είναι εφεξής κοινή για τους μαθητές των εσπερινών και των ημερησίων λυκείων. Όπως ο καθένας αντιλαμβάνεται, είναι αδύνατον μαθητές που εργάζονται, που παρακολουθούν μαθήματα σε δύσκολες συνθήκες τις βραδινές ώρες, που δεν έχουν χρόνο μελέτης ή προετοιμασίας σε φροντιστήρια, να μπορέσουν να ανταγωνιστούν τους μαθητές των ημερήσιων λυκείων.

Όπως υποστηρίζουν οι εκπαιδευτικοί ιδιωτικής εκπαίδευσης, «Η διάταξη αυτή, προκλητική και άδικη, είναι αρμονικά ενταγμένη σε ένα τερατούργημα μετατροπής του χώρου της εκπαίδευσης σε προνομιακό – και αστυνομικά προστατευμένο – πεδίο δράσης για ολίγους. Η κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας δεν δρουν απλώς υπέρ μιας μικρής μειονότητας της κοινωνίας, ώστε αυτή να διατηρήσει και να αυξήσει την κοινωνική και οικονομική της εξουσία. Δρουν τιμωρητικά και εκδικητικά εναντίον αυτών των κοινωνικών στρωμάτων που τέθηκαν απέναντι στις αποικιοκρατικές πολιτικές των μνημονίων, στην κοινωνική εξαθλίωση και στις ανισότητες. Που τόλμησαν με την ψήφο τους να ορθώσουν ανάστημα απέναντι στην ελίτ που επί δεκαετίες νέμεται τον πλούτο της χώρας. Με τέτοιες διατάξεις δείχνουν σε κάθε πολίτη και ιδίως στους πιο αδύναμους ποιος είναι «το αφεντικό». Κυρίως όμως τους δείχνουν ότι δεν έχουν πλέον το δικαίωμα να ονειρεύονται ένα καλύτερο μέλλον. Ότι η θέση τους είναι στο περιθώριο, στη μιζέρια, στη φτώχεια. Ότι θα επιβιώνουν, όχι χάρη στο κοινωνικό κράτος, στην ύπαρξη δημόσιων αγαθών και στην δυνατότητα κοινωνικής κινητικότητας μέσα από την ισονομία και την αξιοκρατία, αλλά χάρη στην ελεημοσύνη του «δυνάστη».

Είναι στο χέρι μας, στο χέρι κάθε πολίτη, κάθε εργαζόμενου, κάθε νέου, να διεκδικήσουμε τη ζωή μας, το μέλλον μας, το μέλλον της νέας γενιάς και να στείλουμε με τους αγώνες μας αυτές τις πολιτικές στη χωματερή της ιστορίας.»