Στην αρχή ήταν ο Ν.Φωτόπουλος, έπειτα ο Γ.Μυλόπουλος, και μετά ο Θ. Μπαλασόπουλος. Εδώ και δύο χρόνια, κάθε φορά που η πολιτική των κυβερνήσεων και της τρόικας βρίσκει εμπόδια, στοχοποιούνται οι άνθρωποι που τα ορθώνουν κι αρχίζει συντονισμένα το «πυρ ομαδόν» απ’ όλα σχεδόν τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ.
Ο Ν. Φωτόπουλος , ως πρόεδρος των συνδικαλιστών της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ και της ΠΑΣΚΕ ήταν από τους πρώτους που «δεν συνεμορφώθη» στα ζητούμενα της εποχής των μνημονίων. Όλα τα προηγούμενα χρόνια που η ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ ασκούσε κυβερνητικό συνδικαλισμό και υπερασπιζόταν αποκλειστικά τη συντεχνία της, για τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ήταν όλα καλά. Ο Ν. Φωτόπουλος, όμως, αντί ν’ ασχολείται, όπως οι προγενέστεροί του, με τα της συντεχνίας του και μόνο, εδώ και δύο χρόνια άρχισε να καταγγέλλει εντόνως την πολιτική των μνημονίων, ν’ αντιδρά στη σχεδιαζόμενη ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ και την αύξηση των τιμολογίων , να αντιτίθεται στην επιβολή χαρατσιού (και εσχάτως ν’ αποκαλύπτει όσους είχαν ειδική μεταχείριση, όπως το συγκρότημα Αλαφούζου που δεν πλήρωνε ούτε το χαράτσι, αλλά ούτε και το τέλος ακίνητης περιουσίας για χρόνια). Επίσης ο Ν.Φωτόπουλος έχει αποκαλύψει σχέδια γνωστών επιχειρηματιών που συνεργάζονται με τη ΔΕΗ σε βάρος της κι είχε σταθεί εμπόδιο στην επιχειρούμενη «απόβαση» των Γερμανών στη ΔΕΗ, πριν από μερικά χρόνια.
Όταν ο Γ.Παπανδρέου, λοιπόν, έβαλε τη χώρα στην περιπέτεια των μηχανισμών της τρόικας και των μνημονίων, ο Ν.Φωτόπουλος έπρεπε να «εξουδετερωθεί» γιατί εκτός των άλλων, αποτελούσε και κακό παράδειγμα. Στην αρχή αυτό επιχειρήθηκε να γίνει με το «καλό». Από το ΠΑΣΟΚ προσπάθησαν να τον εξαγοράσουν προσφέροντάς του θέσεις και κομματικά αξιώματα. Παρότι αυτή η τακτική την περίοδο εκείνη είχε αποδώσει και αρκετά στόματα έκλεισαν, στο Ν. Φωτόπουλο δεν έπιασε. Αφού δεν πείστηκε με το καλό, συνέχισαν με το άγριο. Άρχισαν οι «διαρροές» στον τύπο για κακοδιαχείριση και οικονομικά σκάνδαλα στη ΓΕΝΟΠ και μετά οι έλεγχοι του επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, και όχι μόνο, που τον έκαναν φύλλο και φτερό. Ότι βρέθηκε, αφορούσε τους προγενέστερους ή άλλους συνδικαλιστές και για τον ίδιο -παρά το «ξεσκόνισμα»- δεν μπόρεσαν να βρουν το παραμικρό στοιχείο εναντίον του. Παρόλα αυτά, στήθηκαν δεκάδες δημοσιεύματα γεμάτα υπαινιγμούς και χωρίς αποδείξεις, ικανά όμως για να δημιουργήσουν εντυπώσεις, έστω κι αν δεν υπήρχαν καθόλου στοιχεία. Και βέβαια όλοι αποσιώπησαν ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που –σε αντίθεση με άλλους συνδικαλιστές της ΔΕΗ παλιότερα- ζει με το μισθό του τεχνικού της ΔΕΗ, παρ’ ότι θα μπορούσε να έχει ανταλλάξει τη σιωπή του με χρυσάφι.
Φυσικά κανείς από όσους διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους εναντίον προσωπικών στοχοποιήσεων βουλευτών ή κυβερνητικών στελεχών, ενοχλήθηκε από την προσωπική, καθημερινή στοχοποίηση ενός συνδικαλιστή από τα ΜΜΕ που τον εμφάνιζαν περίπου ως τραμπούκο, και “εχθρό του λαού”.
Μετά τον Ν.Φωτόπουλο ήρθε η σειρά του Γ.Μυλόπουλου, πρύτανη του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, επίσης προερχόμενου από το ΠΑΣΟΚ.
Ο Γ.Μυλόπουλος ανήκε στο λεγόμενο «εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ και είχε πολύ καλή σχέση με την πρώην υπουργό Παιδείας, Άννα Διαμαντοπούλου, μέχρι εκείνη να εμφανίσει το νόμο για την περίφημη «μεταρρύθμιση» για την Παιδεία. Από εκείνη τη στιγμή ο Γ.Μυλόπουλος διαφοροποιήθηκε, υπερασπιζόμενος το δημόσιο πανεπιστήμιο και όχι την κομματική του ταυτότητα.
Ο πρύτανης του ΑΠΘ αντιτάχθηκε στην επιχειρούμενη χειραγώγηση των ΑΕΙ , αλλά κυρίως διαφώνησε με την κατάργηση του δημόσιου χαρακτήρα τους και πρωτοστάτησε στον αγώνα των πανεπιστημιακών ενάντια στο «νόμο Διαμαντοπούλου». Τότε έγινε εχθρός για το υπουργείο Παιδείας (γεγονός που εξακολούθησε να ισχύει και όταν το υπουργείο άλλαξε χέρια, καθώς συνεχίστηκε η ίδια πολιτική). Και τι σύμπτωση! Ακριβώς αυτή την περίοδο που ο Γ.Μυλόπουλος διαφοροποιείται, αρχίζουν να εμφανίζονται δημοσιεύματα για τη «χρυσή τουαλέτα του Πρύτανη” που δήθεν στοίχισε 30.000 ευρώ για να την ανακαινίσει, καθώς και κατηγορίες για σπατάλη και κακοδιαχείριση. Σύμφωνα με τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσίασαν οι πρυτανικές αρχές, απαντώντας στις κατηγορίες, τα δημοσιεύματα αυτά δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα και τα 30.000 ευρώ αφορούσαν στην ανακαίνιση ενός ορόφου και όχι απλώς μιας τουαλέτας. Η απάντηση του Γ. Μυλόπουλου δεν έτυχε, ωστόσο, ούτε της μισής δημοσιότητας που έτυχε η συκοφάντησή του. Το μένος εναντίον του Γ. Μυλόπουλου δεν είναι προσωπικό. Στην πραγματικότητα αφορά όσους επιμένουν να υπερασπίζονται με σθένος τη δημόσια παιδεία.
Εσχάτως ήρθε (και πάλι) η σειρά του συνδικαλιστή Θ.Μπαλασόπουλου, προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΠΟΕ ΟΤΑ). Ο Θ.Μπαλασόπουλος , προερχόμενος κι εκείνος από την ΠΑΣΚΕ, αντιτάχθηκε από την πρώτη στιγμή στην πολιτική των μνημονίων και της τρόικας και σήμερα υπερασπίζεται τους συναδέλφους του που κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς δουλειά και χωρίς μέλλον. Ο Θ.Μπαλασόπουλος όμως, ξέρει καλά και τα κυοφορούμενα deals για τα σκουπίδια, τα διαπλεκόμενα συμφέροντα πίσω από αυτά, καθώς και μερικές λεπτομέρειες για το γερμανικό ενδιαφέρον. Έχει αντιταχθεί στην ιδιωτικοποίηση της συγκομιδής των σκουπιδιών από κοινοπραξία ξένων κι ελληνικών ιδιωτικών συμφερόντων, που θα εκτινάξει το κόστος σε βάρος των πολιτών, όπως ισχυρίζεται, δημιουργώντας εργοστάσια ξεπερασμένης τεχνολογίας. Ο πρόεδρος της ΠΟΕ ΟΤΑ αντιτίθεται και στη διάθεση του ανταποδοτικού τέλους για την καθαριότητα σε ιδιώτες, ισχυριζόμενος ότι αυτό είναι αντισυνταγματικό.
Με αυτές τις θέσεις που υποστηρίζει, δεν είναι ν’ απορεί κανείς λοιπόν, που άρχισε και πάλι ο χορός των δημοσιευμάτων εναντίον του, με πρώτο και καλύτερο συγκεκριμένο διαπλεκόμενο εκδοτικό συγκρότημα που έχει ειδικό ενδιαφέρον για το θέμα. «Άρχοντα των σκουπιδιών» αποκαλούν ήδη το συνδικαλιστή γνωστοί «παπαγάλοι» που αντιμετωπίζουν τη δημοσιογραφία ως δεκανίκι της εκάστοτε εξουσίας, ενώ οι υπαινιγμοί και οι ειρωνείες δίνουν και παίρνουν .
Το παιχνίδι συνεχίζεται. Καμία έκπληξη πλέον. Όλα αναμενόμενα. Έτσι κι αλλιώς δεν είναι ο είναι ο Φωτόπουλος, ο Μπαλασόπουλος κι ο Μυλόπουλος που ενοχλούν, αλλά η υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος. Η γραμμή είναι σαφής: Όποιος υπερασπίζεται το δημόσιο συμφέρον, να συκοφαντείται».