Άλλωστε, όπως παρατηρεί στο άρθρο του στους Financial Times o Peter Spiegel, η Ελλάδα δεν ήταν ποτέ «φανατική» των μεταρρυθμίσεων και τώρα έχει ολοένα και λιγότερους λόγους για να υποχωρήσει.
 
«Τί συμβαίνει όταν μία χώρα σε πρόγραμμα διάσωσης επιτέλους αποφασίσει να πει απλώς όχι;». Έτσι ξεκινάει το άρθρο και αφορά στο ερώτημα που απασχολεί την Τρόικα, κατά τους τελευταίους γύρους διαπραγματεύσεων με την ελληνική κυβέρνηση, όπου έρχεται αντιμέτωπη με την άρνηση της κυβερνητικής πλευράς για την επιβολή νέων μέτρων.
 
Η «Financial Times» που παρατηρεί και την έκταση που έχουν λάβει, αυτήν τη φορά, οι διαβουλεύσεις, δεν μένει εκεί, αφού διαπιστώνει μία σημαντική στροφή στην ελληνική νοοτροπία: Η ελληνική κυβέρνηση ποτέ δεν ενθουσιαζόταν με τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές, όμως τώρα έχει λιγότερους λόγους για να συνεργαστεί με την Τρόικα. Πρόκειται για μία «στροφή» που γεννά ανησυχίες πως η Ελλάδα δεν έχει πλέον τα πιο πειστικά κίνητρα για να επιδιώξει έναν συμβιβασμό με τους πιστωτές.
 
Όπως επισημαίνεται στο δημοσίευμα, οι πολιτικές απώλειες έχουν καταστεί εξαιρετικά ισχυρές, αφού ο λόγος της αντιπολίτευσης φαντάζει, πλέον, απειλητικός για τις διαπραγματεύσεις. Άλλωστε, πέρα από την κόπωση που έχουν επιφέρει οι μεταρρυθμίσεις, το ρίσκο είναι και πολιτικό, αφού η κυβέρνηση κατέκτησε, μεν, ψήφο εμπιστοσύνης, βρίσκεται, δε, ακόμη σε ένα είδος συνεχούς δοκιμασίας.
 
«Υπάρχουν μερικοί στην Τρόικα και στα υπουργεία Οικονομικών των χωρών που πάντα πίστευαν πως μία έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι αναπόφευκτη», σημειώνει η εφημερίδα που καταλήγει πως εάν οι δύο πλευρές δεν βρουν τον λόγο να καταλήξουν σε συμφωνία, ο χειρότερος φόβος πολλών για το Grexit μπορεί να γίνει πραγματικότητα.