Το έγγραφο αποκαλύπτει ότι η Μεγάλη Βρετανία προσέρχεται στις συνομιλίες για την Ουκρανία έχοντας τη δική της αθέατη φιλορωσική ατζέντα. Η διαρροή δημοσιεύεται πρώτα στο δημόσιο (και όχι κρατικό) BBC και προκαλεί πραγματικό χαμό… για τους λάθους λόγους.
Εδώ και χρόνια έχει κάπως γίνει αποδεκτό ότι εμείς (φερόμενοι και ως «λαός») είμαστε ντιπ ηλίθιοι και για αυτό -παρόλο που μας αφήνουν κάποιες αρμοδιότητες, όπως το να εκλέγουμε τους εκπροσώπους μας- δεν έχουμε την ικανότητα να χειριστούμε τα λεπτά ζητήματα του κράτους, όπως π.χ. η διπλωματία.
Και όχι μόνο δεν μπορούμε να τα κατανοήσουμε αλλά για καλό και για κακό είναι καλύτερα να μας κρατάνε και στο σκοτάδι γιατί αν εμπλεκόμασταν μπορεί ΄-άθελά μας- να κάναμε κακό στις διαπραγματεύσεις.
Αν π.χ. ο Bρετανός πρωθυπουργός έβγαινε και έλεγε στους Βρετανούς «κοιτάξτε κύριοι, οι Ρώσοι ολιγάρχες έχουν επενδύσει ένα σκασμό λεφτά, έχουν αγοράσει τις πολυτελείς τους κατοικίες εδώ και οι εταιρίες τους βρίσκονται στο χρηματιστήριο του Λονδίνου για αυτό προτείνω να μην συμμετάσχουμε στις κυρώσεις εναντίoν της Ρωσίας» ο λαός που είναι ανώριμος μπορεί να αποφάσιζε ότι η ηθική των πραγμάτων είναι σημαντικότερη από τις οικονομικές συναλλαγές.
Στην πολύπαθη χώρα μας στον καιρό της κρίσης έχουμε κάθε δύο μήνες τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα. Εμείς φυσικά δεν πρέπει να γνωρίζουμε την ατζέντα και την πορεία των συζητήσεων παρά μόνο μέσα από διαρροές. Αναρωτιέμαι, αφού το βασικό διαπραγματευτικό χαρτί της κυβέρνησης -σύμφωνα με την ίδια- είναι ότι ο λαός δεν αντέχει άλλο, γιατί δεν μεταδίδει ζωντανά και τηλεοπτικά όλες τις συνομιλίες με τους «τεχνοκράτες»; Φαντάζομαι ότι θα ήταν δυσκολότερο και για αυτούς να βρουν τις σωστές λέξεις όταν θα ζητάνε αίμα χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων (εκτός βέβαια αν δεν το ζητάνε αυτοί και η επιλογή των «στόχων» γίνεται από τους δικούς μας).
Όταν ο ΓΑΠ προσπάθησε να κάνει τη μοναδική έξυπνη στρατηγική κίνηση στην καριέρα του προαναγγέλλοντας δημοψήφισμα για τις επιταγές της τρόικας (αν και με παραπλανητικό ερώτημα, όπως καταγράφηκε από την Ιστορία) η αντίδραση ήταν κολοσσιαία. Όχι μόνο από την «δημοκρατική» Ευρώπη αλλά κυρίως από την ελληνική «διανόηση» και «δημοσιογραφία». Ο «σχολιαστής» Πρετεντέρης σχεδόν αποκάλεσε on air ηλίθιο τον πρωθυπουργό αναφέροντας ότι το ρίσκο για την χώρα θα ήταν μεγάλο ενώ ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ εμφανίζονταν επιφυλακτικοί.
Εδώ που τα λέμε όμως, το αντεπιχείρημά τους δεν ακούγεται πια και τόσο πειστικό. Δηλαδή πόσο χειρότερα μπορούμε να τα κάνουμε εμείς -ο αφελής λαός- από αυτούς που λειτουργούν επιπλέον και με το πλεονέκτημα της γνώσης;
Ας μας δώσουν τα δεδομένα. «Η τρόικα προτείνει αυτό», «εμείς συμφωνούμε σε αυτό, αλλά διαφωνούμε στο άλλο», «λέμε να τους προτείνουμε το τρίτο και να δούμε πως θα αντιδράσουν». «Στην υπόθεση της Ουκρανίας δυστυχώς αυτός που στηρίζουμε είναι νεοναζί αλλά το προτείνουμε για αυτό και για αυτό το λόγο». Ας αποφασίσουμε εμείς αν είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε με φασίστες επειδή μας συμφέρει.
Άλλωστε οι «άριστοι» δεν θα έπρεπε να αγχώνονται πολύ. Το πιθανότερο είναι να αποφασίσουμε -ως λαός- ότι ένας εναγκαλισμός με τον φασισμό δεν είναι κακός όταν το επιβάλλει το συμφέρον της τσέπης μας. Αλλά αυτό είναι ένα πρόβλημα που θα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε εμείς μετά, αφού πρώτα θα έχουμε αναλάβει και την ευθύνη της εθνικής μας ταυτότητας.