του Νίκου Βεντούρα
Αν υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων που πέφτει από τα σύvνεφα πιο συχνά και από τους αλεξιπτωτιστές, αυτοί πρέπει να είναι οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί. Το δε ύψος του συννέφου είναι ανάλογο της παλαιότητας τους στο αρχαιότερο επάγγελμα (την πολιτική).
«Σάλος» ξέσπασε, μας ενημερώνουν, με τις αποκαλύψεις του Μπαλτάκου. Παραιτήσεις, έκτακτα παραρτήματα, δηλώσεις επί δηλώσεων, με όλους να είναι, ή να παριστάνουν, τους έκπληκτους ― ακόμα και άνθρωποι που συναγελάζονται καθημερινά με Μπαλτάκους και λοιπούς.
Προσωπικά δεν έπεσα από κανένα σύννεφο. Πολλούς μήνες πριν ― όταν οι αφελείς ακόμα επευφημούσαν το πολιτικό πραξικόπημα με το οποίο η κυβέρνηση έστελνε φυλακή τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής ―, είχα ξαναγράψει εδώ, στο ThePressProject, πως πρόκειται για ένα πολιτικό παιχνίδι χάρη στο οποίο η κυβέρνηση επιδιώκει να «εξαλείψει μια ενοχλητική μαύρη τρύπα ψηφοφόρων στα δεξιά της» , και πως όσοι το ανέχονται «της προσφέρουν ό,τι ακριβώς επιθυμεί περισσότερο: τη νομιμοποίηση μιας σειράς υπερεξουσιών και την κατάργηση κεκτημένων δημοκρατικών δικαιωμάτων».
Πόσο αφελείς ήταν όσοι υποστήριζαν και υπερψήφιζαν τις σχετικές κυβερνητικές πρωτοβουλίες; Για ποιό λόγο δέχτηκαν να γίνουν πιόνια σε ένα πολιτικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ δεξιών και ακροδεξιών συμμοριών, συνυπογράφοντας πολιτικά εκτρώματα (τα οποία αύριο ίσως χρησιμοποιηθούν εναντίον τους);
Φαντάζονταν πράγματι ότι ο κος. Σαμαράς και ο κος. Δένδιας είχαν σαν έγνοια τους την καταστολή του «ναζισμού» και όχι την εξόντωση ενός εκλογικού αντιπάλου;
Κάποιοι μπορεί να το πίστεψαν και αυτό. Ειδικά όσοι μεγάλωσαν στην απολιτίκ θαλπωρή των εκσυγχρονιστικών χρόνων, η οποία άμβλυνε τα πολιτικά τους αντανακλαστικά ― πρωτού η Κρίση τους προσγειώσει απότομα στην «έρημο του πραγματικού» [1].
Κάποιοι άλλοι, όμως, όπως το έξυπνο πουλί που πιάνεται από τη μύτη, παγιδεύτηκαν ποντάροντας στον εύκολο «αντιφασισμό» [2].
Για να το πούμε απλά και ποδοσφαιρικά: ήξεραν ότι χρειάζονται πολλή προπόνηση για να παίζουν μπάλα στην Ευρώπη της Μέρκελ (να προτείνουν, δηλαδή, μια συγκροτημένη λύση για απεξάρτηση από τα Μνημόνια), οπότε αρκέστηκαν σε ματσάκια Αριστεράς-Χρυσής Αυγής για να παθιάσουν τους οπαδούς τους, παίζοντας καθυστέρηση και περιμένοντας να πέσει η κυβέρνηση από μόνη της (η λεγόμενη «τακτική του ώριμου φρούτου» ― που μαζεύει τα μυγάκια).
Παραδεχόμενοι, για λόγους τακτικής, πως η Χρυσή Αυγή είναι δήθεν ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη Δημοκρατία, παρασύρθηκαν στο στρατηγικό λάθος να υπερψηφίσουν την κυβερνητική επίθεση εναντίον της ― με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις. Αν τελικά πετύχαινε η σκευωρία δεν θα χάριζαν στο Σαμαρά μόνο την νομιμοποίηση πρωτοφανών πολιτικών αυθαιρεσιών (για μελλοντική αξιοποίηση ΚΑΙ ενάντια στην αριστερά), αλλά και τους ψηφοφόρους που θα εγκατέλειπαν την υπό απαγόρευση Χρυσή Αυγή.
Δεν είναι τυχαίο πως το ζήτημα της άρσης της ασυλίας των βουλευτών της Χρυσής Αυγής είχε διχάσει (και) τον ΣΥΡΙΖΑ, με αρκετούς να τοποθετούνται εναντίον (Κωνσταντοπούλου, Σακοράφα, Μητρόπουλος, κλπ), και τον ίδιο το Μανώλη Γλέζο να επιμένει, και σωστά, πως «η Χρυσή Αυγή αντιμετωπίζεται με πολιτικά μέσα και μόνο».
Το τελευταίο αφιερώνεται σε όσους υπερψήφισαν την σχετική πρόταση του Δένδια. Άραγε θεωρούν εαυτούς πιο αντιφασίστες από τον άνθρωπο που κατέβασε την ναζιστική σημαία από την Ακρόπολη, πέρασε χρόνια στα ξερονήσια της εξορίας και ακόμα τώρα, στα ενενήντα του, πολεμάει το Μνημόνιο στην πρώτη γραμμή;
Το τότε ψέμμα του τάχα «αντιφασιστικού» αγώνα της κυβέρνησης (στην ουσία απόπειρα εξουδετέρωσης ενός εκλογικού αντιπάλου), έρχεται να συμπληρώσει το νέο δούλεμα της διαστρέβλωσης των αποκαλύψεων του Μπαλτάκου. Καθώς δεν ανέχθηκα το κυβερνητικό δούλεμα τότε, δεν ανέχομαι να με δουλεύουν ούτε τώρα, και μάλιστα με ερμηνείες και δικαιολογίες ακόμη πιο εξωφρενικές.
Για όποιον έχει πολιτική πείρα, το τι αποκαλύπτει το βίντεο είναι πολύ απλό. Ένα κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος, συνομιλεί φιλικά με ένα βουλευτή της Χρυσής Αυγής (όπως καθημερινά κάνουν βουλευτές από αντίπαλα κόμματα). Στη συζήτηση (ανύποπτο ότι καταγράφεται ― αν το γνώριζε δεν θα διέπραττε πολιτική αυτοκονία λέγοντας όσα λέει), το στέλεχος αποκαλύπτει πως η φυλάκιση των βουλευτών της Χρυσής Αυγής έγινε με άνωθεν εντολές και πιέσεις, ώστε να κοπούν ψήφοι και να αυξηθεί η διαφορά της ΝΔ με το ΣΥΡΙΖΑ. Αποκαλύπτει επίσης πως αντιμετωπίζει την πολιτική η κυβέρνηση και τι σχέσεις έχει με την «ανεξάρτητη» δικαιοσύνη.
Πρέπει να κάνει κανείς τη νύχτα μέρα, όπως οι διάφοροι Κλουζώ των φιλοκυβερνητικών εξηγήσεων, για να διαβάσει στο βίντεο στήριξη «ακροδεξιάς φράξιας της ΝΔ» στην Χρυσή Αυγή ― σαν κάποιους που τάχα δεν γνωρίζουν ότι βουλευτές όλων των κομμάτων συνεχώς μιλάνε, κουτσομπολεύουν και χαριεντίζονται μεταξύ τους ανταλλάσσοντας κυνικά παρόμοια «μυστικά» (με τον άγραφο κανόνα της μη καταγραφής και της ομερτά βέβαια, τον οποία η πρωτάρα ΧΑ εδώ έσπασε).
Το ΒΗΜΑ, για παράδειγμα, γράφει ότι ο «ο γενικός γραμματέας της κυβέρνησης συνομιλεί με τον βουλευτή της Χρυσής Αυγής ως σύμβουλός του», αφήνει δηλαδή να εννοηθεί ότι ο Μπαλτάκος, 30 χρόνια συνεργάτης του Σαμαρά και γ.γ. γραμματέας της κυβέρνησης, είναι κάτι σαν διπλός πράκτορας που δουλεύει για τη Χρυσή Αυγή (και, άρα, μπορεί και να είπε όσα είπε για να πλήξει την «αθώα» κυβέρνηση).
Για όσους δεν τρώνε το κουτόχορτο του Συγκροτήματος, ούτε πρωτοφανής είναι μια τέτοια συνομιλία, ούτε δείχνει δήθεν μια βαθύτερη συνεργασία Μπαλτάκου και Κασιδιάρη. Συνομιλούν με τον ίδιο χαλαρό τρόπο με τον οποίο πάμπολλα πολιτικά λαμόγια των αντιπάλων, στη Βουλή και στα πάνελ, κομμάτων, πάνε μετά μαζί για ουίσκια.
To Antinews από την άλλη φροντίζει να καθησυχάσει το ποίμνιο της ΝΔ, αν και πιο χοντροκομμένα: «είναι ανόητο να ισχυρίζεται κανείς ότι η καημένη η Χρυσαυγούλα διώκεται γιατί είχε μεγάλα ποσοστά». Μην πιστεύετε λοιπόν όσα ακούσατε με τα αυτιά σας να ξεφεύγουν του γ.γ. της κυβέρνησης και στενού συνεργάτη του Πρωθυπουργού. Σας διαβεβαιώνει το Antinews πως είναι «ανόητα» και πως η ΝΔ είχε πάντοτε αγαθές προθέσεις. Ξέρουμε άλλωστε πόσο σέβεται τη δημοκρατία μας.
Εκτός από τις πανικόβλητες προσπάθειες επικοινωνιακής διαχείρισης του σκανδάλου, έχουμε και τις σουρεαλιστικές του εκδοχές. Στις τελευταίες ξεχωρίζει ο Άρης Χατζηστεφάνου, που χαρακτηρίζει το βίντεο «σαν δώρο προς το επιτελείο Σαμαρά», γιατί (κρατηθείτε) «επιβεβαιώνει την θέληση της ΝΔ να πατάξει το φαινόμενο του νεοναζισμού».
Καταρχήν, είναι προφανές ότι η επικοινωνιακή ζημιά της κυβέρνησης είναι ανυπολόγιστη. Το βίντεο εξευτέλισε τον πρωθυπουργό, απεκάλυψε πολιτικές πιέσεις στη δικαιοσύνη και οδήγησε στην παραίτηση του γενικού γραμματέα της κυβέρνησης. Ούτε κατά διάνοια δεν αποτελεί «δώρο» ― εκτός αν η λέξη χρησιμοποιείται με την έννοια που οι Βρετανοί χάριζαν στους Ινδιάνους κουβέρτες μολυσμένες με ευλογιά. Το τελευταίο, δε, που απασχολεί την ΝΔ είναι να δείξει πως έχει τη θέληση «να πατάξει το φαινόμενο του νεοναζισμού». Αλλά και αυτό να ήθελε, το βίντεο αποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο: πως έκανε ό,τι έκανε μόνο και μόνο για να κλέψει ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής (επειδή την κόβει «απ’ το να έχει προβάδισμα από το Σύριζα», όπως παραδέχεται ο κος. Μπαλτάκος).
Τη συζήτηση Μπαλτάκου-Κασιδιάρη βολεύει πολλούς να την περάσουν σαν «ακροδεξιά φράξια της ΝΔ που συνεργάζεται με την Χρυσή Αυγή».
Την συμπολίτευση επειδή αποπροσανατολίζει από την κύρια αποκάλυψη (ότι η κυβέρνηση φρόντισε να χτυπηθεί η Χρυσή Αυγή για να την εξουδετερώσει ως εκλογικό αντίπαλο) και χρεώνει το όλο ζήτημα στον Μπαλτάκο (δηλαδή σε αυτόν που αποκαλύπτει την σκευωρία, και όχι στους σκευωρούς).
Και την αντιπολίτευση επειδή έτσι δεν χρειάζεται να παραδεχθεί το λάθος της στην διαχείριση του θέματος (τη σύμπλευση με την κυβέρνηση σε μια κατ' ουσίαν εκλογική απάτη, και μάλιστα εναντίον της Αριστεράς), ενώ βρίσκει και άλλη μια ευκαιρία να συσπειρώσει γύρω από τη Χρυσή Αυγή, την οποία παρουσιάζει ως κυβερνητική «προβοκάτσια», αντί να κατανοήσει και πολεμήσει το φαινόμενο αυτό πολιτικά και κοινωνικά.
Αν θέλουμε να μιλήσουμε σοβαρά, το βίντεο του Μπαλτάκου δεν καταδεικνύει απλά μια πολιτική απάτη ανάμεσα σε πολλές, αλλά καταγράφει το τέλος κάθε έννοιας δημοκρατικής διαχείρισης. Αυτό που όλοι γνωρίζαμε, αποδεικνύεται και επίσημα. Το ότι αντί να παραιτηθεί η κυβέρνηση παραιτήθηκε αυτός που έκανε, εν αγνοία του, την αποκάλυψη, λέει από μόνο του όσα ακόμα χρειάζονταν να ειπωθούν. Από μια τέτοια διακυβέρνηση δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει πλέον απολύτως τίποτα.
Υστερόγραφο: Και για να μην ξαναπέφτουμε από τα σύννεφα, δεν θεωρώ απίθανο να υπάρχουν περισσότερες μαγνητοφωνήσεις, ενδεχομένως με στελέχη και άλλων κομμάτων, οι οποίες θα αξιοποιηθούν στο μέλλον.
[1] Φράση του Γάλλου φιλοσόφου Ζαν Μπρωντιγιάρ, η οποία έγινε ατάκα στο Μάτριξ και βιβλίο του Σλοβένου στοχαστή Σλάβοϊ Ζίζεκ.
[2] Εύκολο γιατί αφενός είμαστε στην Ελλάδα του 2014 και όχι του 1940 (οπότε δεν χρειάζεται καν να ανέβεις στην Πίνδο), και αφετέρου επειδή η Χρυσή Αυγή είναι ένα μάτσο πορτιέρηδες και βασιλοχουντικοί που ψηφίζονται ως κόμμα διαμαρτυρίας και όχι ο πάνοπλος στρατός ενός πανίσχυρου βιομηχανικού κράτους. Άλλο Ρόμελ και άλλο Μπαρμπαρούσης.
Το άρθρο κοσμεί λεπτομέρεια του έργου του Γκόγια «Ο ύπνος της Λογικής γεννά τέρατα».