Του Χριστόφορου Κάσδαγλη
Μέσα από μια θεματική προσέγγιση φωτίζονται πολλές διαφορετικές πτυχές της ευρωπαϊκής κρίσης αλλά και της εναλλακτικής διεξόδου που προτείνει η Αριστερά, υπό το πρίσμα διαφορετικών γεωγραφικών χώρων, επαγγελμάτων, ειδικοτήτων, ηλικιών και φύλων.
Μια εξωστρεφής συζήτηση πέρα από τα κλασικά στερεότυπα και τις εμμονές με τις οποίες κατά κανόνα διεξάγεται ο δημόσιος διάλογος.
Είναι κρίμα που η πίεση των ημερών και των καιρών, αλλά και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα των εκλογών, δεν επέτρεψαν περισσότερες τέτοιες επί της ουσίας συζητήσεις.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΑΣΚΟΣ
Κύριε Λάσκο, αυτές τις μέρες κυκλοφόρησε το τέταρτο βιβλίο σας με τίτλο «Κρίση και αριστερή πολιτική». Σ’ αυτό, όπως και στα προηγούμενα, ιδίως στο «Χωρίς επιστροφή» αλλά και στα «22 πράγματα», που γράψατε από κοινού με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, περιγράφετε την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση ως κρίση υπερσυσσώρευσης. Με την ανάλυσή σας βρίσκεστε στον αντίποδα των θεωριών της «κατοχής», όπως και της «ελληνικής εξαίρεσης», ισχυρίζεστε μάλιστα ότι η απάντηση της Αριστεράς οφείλει να είναι συνδυασμένη τόσο στο εθνικό πεδίο όσο και στο ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο ταυτοχρόνως. Αναρωτιέμαι κατά πόσον αυτή η προσέγγιση συναντά αποδοχή στο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, όταν στον ενδοαριστερό διάλογο κυριαρχούν οι αντιλήψεις περί της ασύμμετρης ανάπτυξης των αντικαπιταλιστικών αγώνων, όταν ακόμα και εξελιγμένες -υποτίθεται- θεωρίες μιλούν για τη συμμαχία των λαών του Νότου απέναντι στον Βορρά.
Η προσέγγιση στην οποία αναφέρεστε είναι η επικρατούσα στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμη και η πιο επιφανειακή ανάγνωση των επίσημων κειμένων -συνεδριακών και αποφάσεων της ΚΕ- το δείχνει. Η αλήθεια βέβαια είναι πως συχνά στον δημόσιο λόγο δεν υπάρχει η απαιτούμενη πιστότητα στη «γραμμή». Εμφανίζονται, δηλαδή, «πατριωτικά» γλωσσικά σχήματα, τα οποία είναι εμφανώς ασύμβατα με την ανάλυση της κρίσης ως παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης υπερσυσσώρευσης και με το λεκτικό που ταιριάζει μ’ αυτή την τοποθέτηση.
Η συζήτηση αυτή δεν έχει, όπως καταλαβαίνετε, φιλολογικό ενδιαφέρον. Η ανάλυση, η κατανόηση της «συγκεκριμένης κατάστασης», κατευθύνει καθοριστικά την πολιτική δράση, τη βασική ρητορική και τις στρατηγικές επιλογές.
Ισχυρίζομαι λοιπόν πως η επικράτηση αυτής της ανάλυσης στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας από τους βασικούς λόγους της πολιτικής του εκτόξευσης. Αντίθετα, αν γινόταν αποδεκτό ένα σχήμα «ελληνικής εξαίρεσης», καθεστωτικής ή «αντιιμπεριαλιστικής» κοπής, αδιάφορο, νομίζω πως πιθανότερη θα ήταν η περιθωριοποίηση.
Η ταξική ανάγνωση αυτού που μας συμβαίνει, η νοηματοδότηση της διάζευξης «ή εμείς ή αυτοί», που αντιπαραθέτει εργασία και κεφάλαιο, εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, παρά «εμάς» με τους «ξένους» ή, με εσωτερικούς όρους, μερκελιστές με πατριώτες, είναι η σωστή ανάγνωση, και όπως ήδη σημείωσα η υιοθέτησή της είναι, μεταξύ άλλων, που κάνει την πολιτική μας αποτελεσματική.
Η αποτελεσματικότητά της, μάλιστα, δεν αφορά μόνο το εσωτερικό πεδίο. Η αντίληψη πως οι εργατικές τάξεις της Ευρώπης έχουν κοινά συμφέροντα και κοινά προβλήματα, όπως στοιχειοθετείται μέσα από την ανάλυση της καπιταλιστικής κρίσης, δίνει το σωστό προσανατολισμό σε μια πολιτική διεθνών συμμαχιών, που προτάσσει κατεξοχήν το κοινωνικό έναντι του εθνικού. Αυτοί, οι Έλληνες, Ολλανδοί, Ιταλοί ή Γερμανοί καπιταλιστές επιχειρούν να γυρίσουν τους δείκτες του ρολογιού δύο αιώνες πίσω. Εμείς επιχειρούμε να τους σταματήσουμε και να κάνουμε ξανά επίκαιρη τη σοσιαλιστική προοπτική. Αυτό δεν χωράει σε καμιά εθνική επικράτεια, απαιτεί συντονισμένους αγώνες σε διεθνή κλίμακα.
Κοινώς, η αλφαβήτα του Μανιφέστου: «Οι κομμουνιστές διαφέρουν από τα άλλα προλεταριακά κόμματα γιατί προτάσσουν αυτά που είναι κοινά για τους εργάτες όλων των χωρών». Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σ’ αυτή τη ρότα, όλα θα βαίνουν καλώς.
ΧΑΡΗΣ ΓΟΛΕΜΗΣ
Κύριε Χάρη Γολέμη, ένας μεγάλος αριθμός διανοουμένων και διακεκριμένων προσωπικοτήτων υποστηρίζουν την υποψηφιότητα Τσίπρα για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ορισμένοι εξ αυτών εκφράζουν επίσης, σε πρόσφατο κείμενό τους, την αγωνία τους για το μέλλον της Ευρώπης. Ως διευθυντής του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς (ΙΝΠ) και νόμιμος εκπρόσωπος του ευρωπαϊκού δικτύου transform!, έχετε την ευκαιρία να συνομιλείτε τόσο με τα επιτελεία των κομμάτων της ευρωπαϊκής Αριστεράς όσο και με αριστερούς ευρωπαίους διανοούμενους, πολλοί εκ των οποίων μάλιστα έχουν συμμετάσχει σε εκδηλώσεις που οργανώσατε στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Θυμάμαι ότι πριν από λίγα χρόνια, στη συζήτηση για το ευρωσύνταγμα, υπήρχαν αποκλίνουσες τάσεις και ισχυρό ρεύμα αισιοδοξίας για την προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης, που διαψεύστηκε λίγα χρόνια αργότερα με την κρίση. Με βάση την εμπειρία σας, κρίνετε ότι τείνει να διαμορφωθεί πλέον μια κοινή αντίληψη της ευρωπαϊκής πολιτικής και κοινωνικής Αριστεράς για το μέλλον της Ευρώπης και τα προαπαιτούμενα μιας άλλης πορείας;
Τα ονόματα των διανοουμένων στους οποίους αναφέρεστε είναι ενδεικτικά της μεγάλης δημοτικότητας που απολαμβάνει ο Αλέξης Τσίπρας στην Ευρώπη, αλλά και σε όλο τον κόσμο. Αυτό οφείλεται τόσο στον ίδιο -όπως φάνηκε και από τη συντριπτική υπεροχή του έναντι των συνυποψηφίων του για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατά την πρόσφατη δημόσια συζήτηση που έγινε μεταξύ τους στις Βρυξέλλες- όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ, το διαμάντι στο στέμμα της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Υποστηρίζετε ότι πριν από την έναρξη της κρίσης, υπήρχε ένα ισχυρό ρεύμα αισιοδοξίας για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Προφανώς αναφέρεστε στα συντηρητικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης καθώς και στους οργανικούς διανοουμένους του «υπαρκτού ευρωπαϊσμού», που στηρίζουν «κριτικά» κάθε ευρωπαϊκή συνθήκη και κάθε πολιτική, ακόμα και την πιο νεοφιλελεύθερη και καταστροφική για τις κοινωνίες, με το βαθυστόχαστο επιχείρημα ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι ποδήλατο: αν δεν προχωρά θα πέσει.
Αντίθετα, τα κοινωνικά κινήματα, τα κόμματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ορισμένα συνδικάτα, αλλά και ένας πολύ μεγάλος αριθμός κριτικών διανοουμένων σε όλη την Ευρώπη, έχουν πάψει να συμμερίζονται αυτή την άποψη ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και κυρίως από την υπογραφή της συνθήκης του Μάαστριχτ, το 1992. Έκτοτε, εξελίσσεται μια διαρκής και δύσκολη προσπάθεια συντονισμού των αγώνων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δημιουργίας δικτύων και μόνιμων πολιτικών δομών, όπως το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), καθώς και ανάληψης κοινών ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών και δράσεων. Όπως είναι φυσικό, η προσπάθεια αυτή έχει περιόδους ενθουσιασμού, αλλά και περιόδους απογοήτευσης. Στην παρούσα φάση, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις της πολιτικής και κοινωνικής Αριστεράς διανύουν μια περίοδο αισιοδοξίας κυρίως λόγω του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έβαλε στην ατζέντα του κινήματος και το ζήτημα της εξουσίας.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΟΝΔΡΟΣ
Κύριε Γιώργο Χονδρέ, είσαστε υποψήφιος στην Αυστρία με το ευρωψηφοδέλτιο της «Europa Anderes». Υποψήφια είναι επίσης στην ίδια λίστα και η κυρία Κατερίνα Αναστασίου. Παράλληλα είσαστε μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, δραστήριος πολιτικά στην Ελλάδα και γνώριμος στην Αυστρία, αλλά και στη Γερμανία, μέσα από τη δουλειά σας στις Διεθνείς Σχέσεις. Οι εκτιμήσεις του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, στο οποίο συμμετέχει και η δική σας λίστα, είναι ότι στην Ευρώπη διαμορφώνεται ένα διακριτό πλειοψηφικό ρεύμα υπέρ της Αριστεράς, το οποίο με αιχμή την καπιταλιστική κρίση μπορεί να αλλάξει τους συσχετισμούς σε ολόκληρη την Ευρώπη. Συμμερίζεστε την εκτίμηση; Πείτε μας τους λόγους για τους οποίους σας επέλεξαν προκειμένου να συμμετάσχετε στη λίστα.
Είχα την ευκαιρία την τελευταία περίοδο να συναντηθώ τόσο στην Αυστρία όσο και στην Γερμανία με συνδικάτα, με μέλη και στελέχη της Αριστεράς, κυρίως όμως με πολλές και πολλούς εργαζόμενους/ες, άνεργους, επισφαλώς και μερικώς απασχολούμενους, νέους/ες gastarbeiter της κρίσης. Το μήνυμα είναι ένα και σαφές: Οι πολιτικές λιτότητας και αποδόμησης του κοινωνικού κράτους, καθώς και η περιστολή των εργασιακών και άλλων δικαιωμάτων έφερε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες στα όριά τους. Όχι μόνο στον ευρωπαϊκό νότο, αλλά και στον υπεραναπτυγμένο βορρά.
Η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ, η προγραμματική του πρόταση για την Ελλάδα και την Ευρώπη, σε συνδυασμό με τη μεγάλη απήχηση της υποψηφιότητας του Αλέξη Τσίπρα, συμβάλλουν καθοριστικά στο να μπει ξανά στο προσκήνιο το οραματικό σχέδιο και η πρόταση της Αριστεράς για έξοδο απ’ αυτή την καπιταλιστική κρίση. Είναι η πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες, όπου στις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες και οικονομίες η Αριστερά κερδίζει έδαφος, συμμετέχει ισότιμα στον δημόσιο διάλογο και η πρότασή της συνιστά όχι μόνο μια ελπίδα, αλλά πραγματική διέξοδο.
Όχι μόνο λοιπόν συμμερίζομαι αυτή την εκτίμηση, αλλά βιώνω τη διαδικασία ενίσχυσης της Αριστεράς με τη συμμετοχή μου στη λίστα «Europa Anderes» στην Αυστρία, που είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της νέας ελπιδοφόρας τάσης. Μετά από πολλές δεκαετίες, κομμουνιστές, νέοι/ες ακτιβιστές, ανένταχτοι/ες, με ανοιχτές διαδικασίες βάσης δημιούργησαν αυτό το σχήμα μακράς πνοής, το οποίο ήδη άλλαξε τα δεδομένα στην Αυστρία. Με μαχητική και ευφάνταστη καμπάνια καταφέραμε να βγούμε στο προσκήνιο και για πρώτη φορά στην ιστορία της αυστριακής Αριστεράς είναι εφικτός ο στόχος εκλογής δικού μας Ευρωβουλευτή. Από τα φοιτητικά μου χρόνια (Βιέννη), είχα δραστήρια συμμετοχή στα κινήματα -φοιτητικό, μεταναστευτικό, οικολογικό, αντιπολεμικό, διεθνιστικής αλληλεγγύης- τόσο στην Αυστρία όσο και στην Ευρώπη. Αυτό, μαζί με την απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ, μου έδωσαν την ιδιαίτερα τιμητική συμμετοχή στην λίστα.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΥΡΙΤΣΗΣ
Κύριε Γιώργο Κυρίτση, είστε έμπειρος δημοσιογράφος και έχετε γράψει πολλές φορές κι έχετε μιλήσει άλλες τόσες στο Κόκκινο 105,5 για τον έλεγχο των μεγάλων ΜΜΕ, διεθνώς, από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ, έχετε μάλιστα συσχετίσει την απουσία μιας αχειραγώγητης δημοσιογραφίας με την κρίση της δημοκρατίας, τόσο εδώ όσο και στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Οι αποκαλύψεις των Financial Times σχετικά με τη Σύνοδο Κορυφής το 2009 στις Κάννες, που οδήγησε στην πτώση του Παπανδρέου και στην κυβέρνηση του τεχνοκράτη Παπαδήμου με εντολή Μπαρόζο, όπως και λίγο αργότερα του Μόντι στην Ιταλία, φαίνεται να επαληθεύει τους ισχυρισμούς σας ακόμα και ως εξαίρεση – όσον αφορά τη δημοσιογραφική αποκάλυψη. Μιλήστε μας για το δημοκρατικό έλλειμμα στην Ευρώπη και την απουσία δημόσιου χώρου, δηλαδή την απουσία κοινωνικού ελέγχου στο σύστημα εξουσίας.
Μια πρώτη παρατήρηση, απαραίτητη κατά τη γνώμη μου, είναι πως η μιντιακή πραγματικότητα στην Ευρώπη έχει περισσότερες ομοιότητες παρά διαφορές με τα ισχύοντα στην Ελλάδα. Η συγκέντρωση των ΜΜΕ στα χέρια μεγάλων ομίλων ή και μεμονωμένων επιχειρηματιών απαντάται και στη Γερμανία, την Ιταλία, τη Γαλλία και τη Βρετανία, για να αναφέρω τα πιο τρανταχτά παραδείγματα. Η διαφορά είναι στην ύπαρξη θεσμών ελέγχου, που κρατάνε κάποιες -υποτυπώδεις έστω- ισορροπίες, και στην ύπαρξη δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών φορέων, που ανεβάζουν το πήχη και καθιστούν πιο δύσκολη τη συντονισμένη χειραγώγηση των υποτελών τάξεων. Επίσης, η διαπλοκή συμφερόντων των κυβερνωσών ελίτ και των μιντιαρχών είναι λιγότερο σφικτή από ό,τι στα καθ’ ημάς, όπου δυσκολεύεσαι να καταλάβεις πού τελειώνει η κυβέρνηση και πού αρχίζει το κανάλι. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, όπως διαπιστώσαμε και στο θέμα της Ελλάδας, τα μίντια έπαιξαν οργανικό ρόλο στη διαχείριση της κρίσης, οργανώνοντας και διαχέοντας τα στερεότυπα.
Φυσικά, το δημοκρατικό έλλειμμα δεν αφορά πρωτίστως τα ΜΜΕ, αυτά απλώς φροντίζουν να μην υπάρχει δημόσιος χώρος, ούτε στο πλαίσιο τους ούτε έξω απ’ αυτό. Στην Ευρώπη, όχι μόνον δεν έχουμε θεσμούς δημοκρατικής ενοποίησης, αλλά παρατηρούμε μια διολίσθηση από το διακυβερνητικό, στο ανεπίσημα διμερές, και από εκεί στο… Βερολίνο. Βλέπουμε, δηλαδή, μια αδυναμία των κοινοτικών θεσμών να αντέξουν στις ατζέντες των εθνικών ελίτ. Η ευκολία με την οποία οι ταγοί των θεσμών περνούν πάνω απ’ αυτούς προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι προτεραιότητες -αλληλοσυγκρουόμενες συχνά- των ελίτ είναι ανατριχιαστική. Οι αποκαλύψεις των FT είναι ενδεικτικές. Ακόμα πιο ανατριχιαστική όμως είναι η σιωπηρή ή η ρητή αποδοχή, με κυνικό τρόπο, ότι αυτά τα θέματα ρυθμίζονται με αυτούς τους τρόπους.
ΤΑΣΙΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ
Κυρία Χριστοδουλοπούλου, είσαστε νομικός, και ταυτοχρόνως εμβληματικό πρόσωπο στα ζητήματα των δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών. Είσαστε επίσης γνωστή ακτιβίστρια του αντιρατσιστικού κινήματος, ενώ ως συντονίστρια του Τμήματος Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ έχετε μιλήσει επανειλημμένα για την Ευρώπη-φρούριο, για το Σύμφωνο Μετανάστευσης και για το Δουβλίνο 2. Οι διαδοχικές τραγωδίες στη Λαμπεντούζα, στο Φαρμακονήσι, στη Σάμο, σε κάθε πύλη εισόδου μεταναστών στην Ε.Ε, πώς επηρεάζουν την ατζέντα των κινητοποιήσεων για την αλλαγή των ευρωπαϊκών μεταναστευτικών πολιτικών, που «διασώζουν τράπεζες και αφήνουν παιδιά να χάνονται»;
Η Μεσόγειος ήδη θρηνεί 2900 θύματα προσφύγων και μεταναστών, από το 2011 μέχρι το 2013. Στην Ελλάδα ,το 2014, κατά τη διάρκεια της προεδρίας της Ελλάδας, είχαμε την τραγωδία στο Φαρμακονήσι με 12 νεκρούς και την τραγωδία στη Σάμο με 22 νεκρούς.
Η κατάσταση είναι απελπιστική για να διασκεδαστεί με τις γνωστές ρατσιστικές κορώνες, όταν μάλιστα η πλειοψηφία των θυμάτων είναι πρόσφυγες πολέμου που, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές συμβάσεις, πρέπει να τυγχάνουν υποδοχής και προστασίας, αλλά και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες (ασυνόδευτοι ανήλικοι, έγκυες γυναίκες και άρρωστοι), οι οποίοι δικαιούνται ανθρωπιστικού καθεστώτος διαμονής.
Τόση και τέτοια βαρβαρότητα κανένας δεν περίμενε ότι θα επιδείκνυε η πολιτισμένη Ευρώπη στους κυνηγημένους από τη φρίκη του πολέμου.
Η Ευρώπη-φρούριο, με τη ΦΡΟΝΤΕΞ, που έχει αναλάβει τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρώπης, διέθεσε για το διάστημα 2011-2013 το ποσό των 227,5 εκατ. ευρώ,, έναντι των 4.64 δισ. που έχει προϋπολογίσει μέχρι το 2020. Τόσα κονδύλια για την αναχαίτιση και την αποτροπή. Τόσα κονδύλια για την απώθηση και το θάνατο διαθέτει η ΕΕ του αποκλεισμού και της εξαίρεσης. Ταυτόχρονα, υποκρίνεται ότι σέβεται τις ευρωπαϊκές συνθήκες προστασίας των προσφύγων και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Μετά από κάθε τραγικό περιστατικό στο Αιγαίο, οι αρμόδιοι της ΕΕ σπεύδουν να καταδικάσουν την ελληνική κυβέρνηση και να ζητήσουν σε βάθος διερεύνηση.
Ήδη η Ελλάδα έχει εξαιρεθεί από το Δουβλίνο 3, γιατί δεν ισχύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα μας.
Η μεταναστευτική πολιτική τόσο της ΕΕ, όσο και της Ελλάδας, πρέπει ν’ αλλάξει.
Όσο κι αν δηλητηριάζουν του ευρωπαϊκούς λαούς με το ρατσισμό και το νεοναζισμό, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να εθιστεί στη φρίκη και το θάνατο. Η ατζέντα είτε το θέλουν, είτε όχι, θ’ αλλάξει. Θα φροντίσουμε εμείς γι’ αυτό…
ΑΛΕΞΗΣ ΜΠΕΝΟΣ
Κύριε Μπένο, γιατρός και πανεπιστημιακός, υγεία και παιδεία, οι οποίες μαζί με τις εργασιακές σχέσεις αποτελούν τον πυρήνα των νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων, κατά κοινή ομολογία των ίδιων των κυβερνητικών στελεχών. Με τη διεθνή εμπειρία σας, αφού έχετε διατελέσει πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης για την πολιτική υγείας και συμμετέχετε παράλληλα στο Παγκόσμιο κίνημα των λαών για την υγεία, η εμπορευματοποίηση των δημοσίων αγαθών, ο αποκλεισμός και η εξαίρεση για τα φτωχότερα στρώματα αποτελούν στρατηγική του κεφαλαίου για την υπέρβαση της κρίσης ή πρόκειται για επιμέρους επινόηση των μνημονιακών κυβερνήσεων; Και η συναφής ερώτηση: Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο συνολικά παραμένει αλώβητο;
Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο που αναπτύχθηκε στη μεταπολεμική περίοδο καπιταλιστικής ανάπτυξης αποτέλεσε -στον δυτικό καπιταλιστικό κόσμο- μαζί με την κατοχύρωση δικαιωμάτων και τον πολιτισμό, το χαρακτηριστικό διάκρισης της ευρωπαϊκής κουλτούρας σε αντίθεση με την αντίστοιχη των ΗΠΑ.
Μετά την εμπέδωση, τη δεκαετία του ’80, του νεοφιλελευθερισμού, η αποδιάρθρωση του κοινωνικού μοντέλου άρχισε, με ιδιαίτερο συμβολισμό, από τις κυβερνήσεις Θάτσερ και Μπλερ στη Βρετανία και επεκτάθηκε σε όλη την Ευρώπη, με στόχους την αποδιάρθρωση των δημόσιων συστημάτων υγείας, την εμπορευματοποίησή τους και τελικά την ιδιωτικοποίησή τους.
Στη χώρα μας η επίθεση έχει αρχίσει από το 2000, ενώ σήμερα επιχειρείται το τελικό χτύπημα του κράτους κοινωνικής πρόνοιας, με τη διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων και την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής ασφάλισης.
Τα συγκεκριμένα μέτρα, που εφαρμόζονται με περισσή συνέπεια και συνέχεια, εντάσσονται στις μνημονιακές υποχρεώσεις και είναι λεπτομερώς καταγεγραμμένα στα αντίστοιχα διατάγματα.
Σε όλη την Ευρώπη έχει ανοίξει διάπλατα μια τεράστια αγορά κοινωνικής ασφάλισης και υπηρεσιών υγείας, στην οποία αναπτύσσεται με αδηφαγία ο ιδιωτικός τομέας, του οποίου τα κέρδη διπλασιάστηκαν μέσα σε δυο χρόνια.
Παράλληλα, και με γεωμετρικούς ρυθμούς, παρατηρούμε τη συγκέντρωση κεφαλαίων και λειτουργιών σε μερικούς ομίλους, οι οποίοι αγοράζουν με εντυπωσιακή επιθετικότητα τις μικρές μονάδες αντίστοιχης εξειδίκευσης (πχ κέντρα αποκατάστασης και γηροκομεία).
Τα παραπάνω προφανώς επιβεβαιώνουν ότι τα μέτρα αυτά αποκλεισμού των πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων από τις υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας δεν αποτελούν απλές επινοήσεις και σαχλαμάρες του Άδωνι. Αντιθέτως, είναι πυλώνες της στρατηγικής του κεφαλαίου για την υπέρβαση της κρίσης με το άνοιγμα αυτής της σημαντικής και «ασφαλούς» αγοράς, η οποία βασίζεται στον ανελαστικό χαρακτήρα των αναγκών για φροντίδα υγείας.
ΡΑΝΙΑ ΣΒΙΓΚΟΥ
Κυρία Σβίγκου, εκπροσωπείτε στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ τη νέα γενιά, μια γενιά με πολλά προσόντα και πολλές δεξιότητες, όπως άλλωστε είστε κι εσείς η ίδια: υποψήφια διδάκτορας στην Κοινωνιολογία της Εργασίας, στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ. Η γενιά σας όμως συνειδητοποιεί ότι της επιφυλάσσεται ένα μέλλον χειρότερο από των γονιών τους, με κανόνα την επισφάλεια, την εργασιακή περιπλάνηση, τις δουλειές του ποδαριού. Πολλοί της καταλογίζουν απάθεια και όχι άγνοια, όπως σε παλαιότερες γενιές, αφού γνωρίζετε τι γίνεται παντού, αφού τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πυροδοτούν αναπάντεχες εξελίξεις διεθνώς. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
Σίγουρα μας επιφυλάσσουν ένα μέλλον χειρότερο απ’ αυτό των γονιών μας. Κάτι χαρακτηριστικό είναι το εξής: το Νοέμβριο του 2013, οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνεδρίασαν στο Παρίσι με θέμα την ανεργία των νέων. Η σύνοδος κορυφής είχε διάρκεια μόλις 3 ώρες, και η απόφαση ήταν να δώσουν 6 δισ. για την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων, όταν στις τράπεζες έχουν δώσει πάνω από 1,5 τρισ. Την ίδια στιγμή, η μοναδική πρόταση που έχει εκστομίσει ο Σαμαράς για τους νέους είναι το περίφημο δωρεάν wifi. Αυτά και μόνο είναι αρκετά ενδεικτικά του πόσο πολύ νοιάζονται οι κυρίαρχες δυνάμεις σε Ελλάδα και Ευρώπη για τους νέους και τα προβλήματά τους.
Αναφορικά τώρα με το πώς αντιδρά στην κατάσταση αυτή η νέα γενιά, δεν θα συμμεριζόμουν και τόσο εύκολα το ότι υπάρχει «απάθεια». Θα έλεγα ότι είναι όντως υπαρκτή η αδυναμία να συγκροτηθεί ένα νεολαιίστικο κίνημα συγκρουσιακό, αλλά και αποτελεσματικό, των «αόρατων» σήμερα νέων της επισφάλειας, των vouchers και των δουλειών του ποδαριού. Και αυτό οφείλεται τόσο στην επισφάλεια αυτή καθ' εαυτή, που διασπά την έννοια της συλλογικής ταυτότητας όπως την ξέραμε στις προηγούμενες δεκαετίες, όσο και στην αδυναμία της Αριστεράς μέχρι σήμερα να δώσει άλλη πνοή στους αγώνες των νέων. Αυτή είναι, όμως, η μία όψη του νομίσματος.
Η άλλη όψη είναι αυτό που έδειξε το κίνημα των πλατειών, δηλαδή η νεολαία που βγαίνει στο δρόμο, που αντιστέκεται και προσπαθεί να επανανοηματοδοτήσει την πολιτική και να την κάνει κάτι δικό της. Θυμηθείτε τις μαζικές συνελεύσεις στο Σύνταγμα που κρατούσαν μέχρι το πρωί, τις διαφορετικές ομάδες που πρωτοβουλιακά είχαν στηθεί. Σήμερα βλέπουμε εγχειρήματα συλλογικής δράσης και αυτοοργάνωσης των νέων να ξεπηδούν σε διάφορες γειτονιές της Ελλάδας, από δίκτυα αλληλεγγύης μέχρι πολιτιστικές ομάδες. Ως ΣΥΡΙΖΑ θέλουμε να εκφράσουμε τις αγωνίες, τα όνειρα και τις προσδοκίες αυτής της νεολαίας. Και πιστεύω πραγματικά ότι όσοι θεωρούν ότι έχουν ξεμπερδέψει με τη γενιά μας θα δουν σύντομα πόσο λάθος έχουν κάνει.