Μπορεί η εξάχρονη θητεία του Γιώργου Προβόπουλου στην ηγεσία της Τραπέζης της Ελλάδος, σε μια από τις πλέον θυελλώδεις οικονομικές περιόδους της ιστορίας της χώρας να τελείωσε αλλά ο δικαστικός έλεγχος για τον ενδεχόμενο ρόλο του σε ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά σκάνδαλα της τελευταίας δεκαετίας μόλις αρχίζει. (Ή μπορεί το ένα γεγονός να εξηγεί το άλλο).
Λόγω της μεγάλης έκτασης του, έχουμε αναπτύξει το ρεπορτάζ σε «Κεφάλαια» στα οποία μπορείτε να μεταβείτε κλικάροντας στο INDEX μενού στο πάνω μέρος της σελίδας.
Στα περισσότερα Kεφάλαια, έχουμε ενσωματώσει σχετικά έγγραφα που λειτουργούν ως τεκμήρια του ρεπορτάζ. Επίσης, μπορείτε να συμβουλευθείτε το χρονολόγιο (timeline) στη δεξιά στήλη με όλες τις ημερομηνίες και τα γεγονότα που αφορούν τον κ. Προβόπουλο από το 2006 ως το 2014.
Τέλος, από το μενού INDEX μπορείτε να μεταφερθείτε σε δύο κείμενα editorial: τον απολογισμό του κ. Προβόπουλου και το πρόβλημα της ομερτά στα ΜΜΕ.
Ο πρώην ιδιοκτήτης της Proton Bank, Λαυρέντης Λαυρεντιάδης, κατηγορείται για υπεξαίρεση, απάτη και συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης, κατηγορίες τις οποίες ο ίδιος αρνείται. Βρισκόταν μέχρι πρόσφατα προφυλακισμένος. Αφέθηκε ελεύθερος για λόγους υγείας καταβάλλοντας 500.000€ εγγύηση και με περιοριστικούς όρους που περιλαμβάνουν την απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και τακτικές επισκέψεις στο αστυνομικό τμήμα.
Επί εποχής Λαυρεντιάδη η Proton Bank φέρεται να ενέκρινε δάνεια αξίας 700 εκατομμυρίων ευρώ σε εταιρείες που ήλεγχε ο ίδιος ή συνεργάτες του. Επιπλέον κατηγορείται ότι υπεξαίρεσε ο ίδιος από την τράπεζα 51 εκατομμύρια ευρώ. Ο Λαυρεντιάδης επέστρεψε τα 51 εκατ. επικαλούμενος διάταξη που προβλέπει την άρση της δίωξης σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος επιστρέψει τα παράνομα κέρδη. Ωστόσο, η αίτηση άρσης της δίωξης απορρίφθηκε και εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπος με κακουργηματικές κατηγορίες.
Τα εκατοντάδες εκατομμύρια που φέρεται να δάνεισε ο Λαυρεντιάδης στις επιχειρήσεις του (τα οποία αποτελούσαν το 40% των συνολικών δανείων της τράπεζας, σύμφωνα με το πόρισμα της ΤτΕ) χορηγήθηκαν ενώ η οικονομική κρίση είχε ήδη ξεσπάσει στην Ελλάδα. Τελικά, τον Οκτώβριο του 2011 η Proton Bank έγινε η πρώτη τράπεζα που διασώθηκε από την ελληνική κυβέρνηση με κόστος που υπολογίζεται στο 1,3 δισεκατομμύριο ευρώ.
Πολλοί ίσως να δοκίμασαν έκπληξη όταν για πρώτη φορά ήρθε στο φως το σκάνδαλο της Proton Bank, όχι όμως ο Γιώργος Προβόπουλος. Και τούτο επειδή όταν η αρμόδια επιτροπή της ΤτΕ -υπό την ηγεσία του- ενέκρινε την αγορά της Proton Bank από τον Λαυρέντη Λαυρεντιάδη τον Μάρτιο του 2010, οι ελεγκτές της ΤτΕ είχαν ήδη εκφράσει σοβαρές επιφυλάξεις για την οικονομική κατάσταση και τις επιχειρηματικές πρακτικές του Λαυρεντιάδη.Αλλά οι επιφυλάξεις αυτές αγνοήθηκαν από τον επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας και την αρμόδια επιτροπή και το ντιλ προχώρησε. Οι εισαγγελείς διερευνούν τώρα αν η έγκριση της αγοραπωλησίας της Proton, κόντρα στην άποψη των ελεκγκτών της Τραπέζης της Ελλάδος, συνιστά ενδεχομένως το κακούργημα της απιστίας.
Ο Λαυρεντιάδης απέκτησε τον έλεγχο της τράπεζας αγοράζοντας το 31% των μετοχών της από την Τράπεζα Πειραιώς έναντι 71 εκατομμυρίων ευρώ. Η μεταφορά των χρημάτων αυτών έγινε στις 30 Δεκεμβρίου 2009 χωρίς την προηγούμενη έγκριση της ΤτΕ. Είχε προηγηθεί, μία μόλις ημέρα πριν, η γνωστοποίηση με ξεχωριστά έγγραφα προς την ΤτΕ από τους Λαυρεντιάδη και Σάλλα της πρόθεσης τους να παραχωρηθεί το 31% της Proton.
Το Μάιο του 2013, ο τότε Αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών Γιώργος Καλούδης συνέταξε το πόρισμα του σχετικά με την αγοραπωλησία της Proton, το οποίο αναφέρεται διεξοδικά στα ευρήματα των ελεγκτών της ΤτΕ. Πιο συγκεκριμένα:
1. Κατά τη διερεύνηση της προέλευσης των κεφαλαίων του κ. Λαυρεντιάδη διαπιστώθηκε ότι η τράπεζα αγοράστηκε με «δανειακά κεφάλαια» που διοχετεύτηκαν μέσω διαφόρων εταιρειών και λογαριασμών, παρά το γεγονός ότι κατά δήλωσή του επιχειρηματία τα χρήματα είχαν προέλθει από την πώληση δύο εταιρειών του και ότι ο ίδιος δεν είχε οφειλές προς τράπεζες.
2. Επιπλέον οι ελεγκτές αναφέρουν ότι «οι λογαριασμοί του κ. Λαυρεντιάδη στις τράπεζες συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με λογαριασμούς των εταιριών Blue Island Properties, Dall, WGR Worldwide, WGR Global, WGR Universal, EFE, Alapis και ΒΦΛ. Μεταξύ των λογαριασμών των εταιρειών αυτών διακινήθηκαν μεγάλα ποσά χωρίς προφανή σκοπό, με σκοπό να καθίσταται δυσχερής η αντιστοίχιση των πραγματικών εκροώνμε τις εισροές… Η μεταφορά των ποσών των δανείων που καταβλήθηκαν για τις εξαγορές έγιναν δια μέσου λογαριασμών, από τους οποίους δεν υπήρχε λόγος να διέλθουν, άρα εκτιμάται ότι έγινε για να μην είναι εύκολα αντιληπτός ο τελικός τους προορισμός».
3. Συμπερασματικά, η εισήγηση της Διεύθυνσης Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της ΤτΕ σημείωνε πως «οι επενδυτικές κινήσεις υψηλού κινδύνου που αναλαμβάνει (αγορά προβληματικών επιχειρήσεων), το μεγάλο ύψος των οφειλών του ομίλου του (31.12.2009, 2,2 δισ.) και η δυσκολία επίτευξης των επιχειρηματικών του σχεδίων λόγω της κρίσης οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο φήμης για την Τράπεζα».
4. Ο Λαυρεντιάδης είχε υποβάλει με επιστολή του δήλωσή προς την ΤτΕ στην οποία ισχυριζόταν πως δεν κατείχε άμεσα ή έμμεσα συμμετοχές σε μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ωστόσο ο ισχυρισμός αυτός «δεν θα μπορούσε να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα» αφού στην εισήγησή της η ΤτΕ αναφέρει πως «μέσω της εταιρείας ΝΕΠ (εταιρεία συμφερόντων των Λαυρεντιάδη και Κυριακίδη) αρχίζει να επιδίδεται σε πραγματοποίηση μιας σειράς συμμετοχών (μικρού ποσοστού, ευρείας διασποράς) στο χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης». (Η εισήγηση της ΤτΕ αναφέρει μάλιστα διεξοδικά αυτές τις συμμετοχές κάνοντας μάλιστα κάτι… θαρραλέο: Δίπλα σε κάθε ΜΜΕ προσθέτει σε παρένθεση το όνομα του πραγματικού ιδιοκτήτη του: Βαρδινογιάννης, Κόκκαλης, Μπόμπολας, Τράγκας, κλπ. Αξίζει φυσικά να σημειωθεί ότι στο απόγειο της δόξας του ο Λαυρεντιάδης ήταν ένας από τους μεγαλύτερους παίχτες στον τομέα των ΜΜΕ με σημαντικές συμμετοχές σε τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, εφημερίδες και περιοδικά. Αυτό του εξασφάλισε ιδιαίτερη μεταχείριση από τον Τύπο, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου αποδείχτηκε εντελώς απρόθυμο να δημοσιεύσει οποιοδήποτε αρνητικό άρθρο για τον ίδιο – όσο φυσικά ο Λαυρεντιάδης ήταν ακόμα ισχυρός. Αργότερα, το πόρισμα της ΤτΕ για την Proton θα διαπίστωνε πως τμήμα του χαρτοφυλακίου δανείων της χρησιμοποιήθηκε για τη γενναιόδωρη χρηματοδότηση των ΜΜΕ που ανήκαν ή επηρεάζονταν από τον Λαυρεντιάδη).
5. Ο Λαυρεντιάδης είχε δηλώσει πως θα υπέβαλλε αίτημα για την αδειοδότηση του «Lamda Partners», ενός επενδυτικού fund ιδιοκτησίας του, με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο. Διαπιστώθηκε όμως ότι το συγκεκριμένο fund λειτουργούσε χωρίς την άδεια της FSA, της αρμόδιας εποπτικής αρχής, από το 2008. Η FSA ενημέρωσε τους ελεγκτές της ΤτΕ ότι ουδέποτε έλαβε αίτημα για αδειοδότηση εκ μέρους του Λαυρεντιάδη.
Με άλλα λόγια, πολλές από τις γραπτές εγγυήσεις που ο Λαυρεντιάδης προσκόμισε στην ΤτΕ για να πετύχει την έγκριση της αγορά της Proton Bank αποδείχτηκαν ψευδείς, κάτι που οι ελεγκτές διατυπώνουν ανοιχτά στο σημείωμά τους. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι μια ανάλογη κίνηση του Λαυρεντιάδη με στόχο την εξαγορά μιας κυπριακής τράπεζας την ίδια περίοδο είχε απορριφθεί από τον επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου λόγω της αμφιβόλου οικονομικής κατάστασης του επιχειρηματία.
Ωστόσο, παρά τα παραπάνω, στις 30 Μαρτίου του 2010, η αρμόδια επιτροπή της ΤτΕ ενέκρινε την αγορά του 31,31% των μετοχών της Proton Bank από τον Λαυρεντιάδη. Μεταξύ όσων υπέγραψαν την απόφαση ήταν και ο Γιώργος Προβόπουλος.
Όπως σημειώνεται στο πόρισμα, ο Λαυρεντιάδης εμφανίζεται να έχει πριμοδοτήσει με ένα ανεξήγητο premium την Τράπεζα Πειραιώς καταβάλλοντας 32 εκατ. ευρώ πάνω από την τιμή της χρηματιστηριακής αξίας της μετοχής της Proton προκειμένου να αγοράσει το μερίδιο του 31%.
Πέρα όμως από το πόρισμα Καλούδη, ο Λαυρεντιάδης στο μεταξύ φέρεται να έχει καταθέσει στα πλαίσια της ανάκρισης ότι ο τότε Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, Μιχάλης Σάλλας (και πρώην «προϊστάμενος» του Προβόπουλου) παρενέβη προσωπικά προκειμένου να διασφαλιστεί η έγκριση της πώλησης της τράπεζας από την κεντρική τράπεζα.
Όπως ανέφεραν τον Οκτώβριο του 2013 οι New York Times«η συμφωνία της Proton γνωστοποιήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου του 2009 και σύμφωνα με την έκθεση του εισαγγελέα την επόμενη ημέρα μεταφέρθηκε το ποσό των 71 εκατ. ευρώ προς την Τράπεζα Πειραιώς, παρόλο που η πώληση δεν είχε ακόμα εγκριθεί από τη ρυθμιστική αρχή της Κεντρικής Τράπεζας.»
Καθώς οι εβδομάδες περνούσαν χωρίς να έρχεται η έγκριση από την ΤτΕ, ο Λαυρεντιάδης άρχισε να ανησυχεί ότι δεν θα καταφέρει να αποκτήσει τον έλεγχο της τράπεζας.
Σύμφωνα με τους New York Times, ο Λαυρεντιάδης ισχυρίζεται στην κατάθεσή πως συναντήθηκε με τον Μιχάλη Σάλλα στα τέλη Μαρτίου και του ανακοίνωσε την απόφασή του να αποχωρήσει από τη συμφωνία.
“Μην το κάνεις αυτό”, απάντησε ο Σάλλας (σύμφωνα πάντα με την κατάθεση Λαυρεντιάδη, όπως τη μεταφέρουν οι Τάιμς), «άσε με να καλέσω τον καλό μου φίλο, Γιώργο Προβόπουλο, και θα κάνει ό,τι χρειάζεται προκειμένου να κλείσει η συμφωνία”.
Και το δημοσίευμα των Τάιμς συνεχίζει: «Λίγες ημέρες μετά η κεντρική τράπεζα ενέκρινε την πώληση.
Η Τράπεζα Πειραιώς έχει κατηγορηματικά αρνηθεί τον ισχυρισμό υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για ψευδή και απεγνωσμένη υπερασπιστική τακτική του Λαυρεντιάδη».
Ερωτηματικά έχουν κατά καιρούς εγερθεί για τη σχέση του Γιώργου Προβόπουλου με την Τράπεζα Πειραιώς (πρώην εργοδότη του μέχρι την ανάληψη της θέσης του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος) και με τον πρόεδρο της, Μιχάλη Σάλλα, με διάφορες αφορμές: Από την εντυπωσιακή (και εκτάκτως αυξημένη) αποζημίωση των 3,4 εκατομμυρίων ευρώ ως τις τοποθετήσεις της ΤτΕ σε μία σειρά από ζητήματα μεσούσης της κρίσης, οι οποίες σύμφωνα με τους επικριτές του ενδέχεται να ευνόησαν την Τράπεζα Πειραιώς.
Συνεχίζοντας την ανάγνωση του άρθρου των NYT: «Οι επικριτές του Προβόπουλου υποστηρίζουν ότι οι χειρισμοί που χρησιμοποιήθηκαν στο ντιλ της Proton – δηλαδή μια σειρά από παρασκηνικούς ελιγμούς προς όφελος του Μιχάλη Γ. Σάλλα, του κυριαρχικού προέδρου της Τράπεζας Πειραιώς – χρησιμοποιήθηκαν κατ’επανάληψη, με πιο πρόσφατη περίπτωση την εξαγορά των ελληνικών τμημάτων τριών κυπριακών τραπεζών τον περασμένο Μάρτιο [του 2013]. Η εξαγορά έγινε με το χαμηλότατο τίμημα των 524 εκατομμυρίων ευρώ ενώ λίγους μήνες μετά απέφερε κέρδος 3,5 δισεκατομμυρίων».
Ο Προβόπουλος δέχτηκε επίσης κριτική το 2012 όταν ελήφθη η απόφαση η ελεγχόμενη από το δημόσιο Αγροτική Τράπεζα να κλείσει και να χωριστεί σε «καλή» και «κακή» τράπεζα, με τα «καλά» περιουσιακά στοιχεία της τράπεζας να πωλούνται στην Τράπεζα Πειραιώς. Βουλευτές της αντιπολίτευσης υποστήριξανπως στην τελευταία «δωρίστηκαν» οι καταθέσεις και το ενεργητικό της κρατικής τράπεζας. Ο Προβόπουλος υπεραμύνθηκε της συμφωνίας στη Βουλή ισχυριζόμενοςότι η λύση που επιλέχθηκε ήταν «μονόδρομος», μια λύση που «συμβάλλει και στην αναδιάταξη και ενδυνάμωση του τραπεζικού συστήματος της χώρας, που έχει ήδη δρομολογηθεί».
Τον Οκτώβριο του 2012, το πρακτορείο Reuters υποστήριξε πως ο κ. Προβόπουλος έτυχε ειδικής μεταχείρισης όταν παραιτήθηκε από την Τράπεζα Πειραιώς προκειμένου να αναλάβει την θέση του διοικητή της ΤτΕ. Το Reuters αποκάλυψεότι «ο διοικητής ΤτΕ έλαβε αποζημίωση 3,4 εκατομμυρίων όταν έφυγε από τον πρώην εργοδότη του, τον οποίο τώρα [Οκτ. 2012] εποπτεύει».
Το πακέτο αποζημίωσης που έλαβε ο Προβόπουλος αναλογεί σε περισσότερο από 2 εκατομμύρια ευρώ για κάθε χρόνο υπηρεσίας, σημαντικά μεγαλύτερο σε σύγκριση με ότι αυτά που έλαβαν στελέχη αντίστοιχης θέσης του ίδιου βαθμού κατά την αποχώρησή τους από την ίδια τράπεζα. Ως μέτρο σύγκρισης, ένας άλλος αντιπρόεδρος έλαβε κατά την αποχώρησή του λιγότερο από 100.000 ευρώ για κάθε έτος υπηρεσίας.
Κατά την περίοδο της αποχώρησής του, όπως προκύπτει από έγγραφα που κατατέθηκαν στη Βουλή από την ΤτΕ και την Τράπεζα Πειραιώς [βλ. πλαίσιο παραπλεύρως], ο κ. Προβόπουλος είχε χρέος προς την Πειραιώς ύψους 5 εκατομμυρίων ευρώ από δάνειο που είχε συνάψει για την αγορά μετοχών και δικαιωμάτων.
Τρεις μήνες μετά την ανάληψη της θέσης του διοικητή της κεντρικής τράπεζας, ο Προβόπουλος πούλησε το χαρτοφυλάκιό του με τις μετοχές της Πειραιώς προκειμένου να μην προκύψουν ζητήματα σύγκρουσης συμφερόντων. Η πώληση των μετοχών δεν κάλυψε όλο το δάνειο με αποτέλεσμα να μείνει ένα υπόλοιπο 2,1 εκατ. ευρώ το οποίο κάλυψε ο ίδιος με προσωπική επιταγή. Όπως, όμως, σημειώνει το Reuters: «Στη δήλωσή του προς τη Βουλή ο Προβόπουλος δεν έκανε καμία αναφορά στο γεγονός ότι είχε εντωμεταξύ λάβει 3,4 εκατομμύρια ευρώ αποζημίωση από την Τράπεζα Πειραιώς ως αποζημίωση».
Το ερώτημα το οποίο θέτει και ο Τάσος Τέλλογλου στο protagon είναι τι άλλαξε από τότε; «Γιατί περίμεναν οι αρχές που καλούν τώρα τον κ. Προβόπουλο 14 μήνες; Τι νέο τους προέκυψε εκτός από το γεγονός ότι ο κ. Προβόπουλος δεν είναι πια στην παλιά του θέση; Και γιατί αυτή την πτυχή της αγοραπωλησίας της αμαρτωλής τράπεζας, δηλαδή τις ευθύνες των εποπτικών αρχών -όσες και αν υπήρχαν- και των πολιτικών προσώπων δεν τις διερευνούσαν οι “αρμόδιες αρχές” μαζί με την κύρια πτυχή της υπόθεσης;»
Στο παρελθόν οι υποστηρικτές του κ. Προβόπουλου είχαν εκφράσει την πεποίθηση πως οι κατηγορίες εναντίον του ήταν πολιτικά υποκινούμενες από αντιπάλους, κυρίως στον πολιτικό χώρο, που θα επιθυμούσαν μεγαλύτερο έλεγχο επί του τραπεζικού συστήματος.
Ωστόσο στην πραγματικότητα φαίνεται ότι ισχύει ακριβώς το αντίθετο καθώς ο κ. Προβόπουλος κλήθηκε από τη δικαιοσύνη μόνο μετά την αποχώρησή του από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Με άλλα λόγια, φαίνεται πως η θεσμική ιδιότητα του πιο ισχυρού θεσμικά τραπεζίτη της χώρας τον προστάτευε από την έρευνα των δικαστικών που δεν έδειχναν ιδιαιτέρως πρόθυμοι να ασκήσουν δίωξη στον εν ενεργεία διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας.
Το φθινόπωρο του 2008 το σκάνδαλο του Βατοπεδίου συγκλόνισε την ελληνική πολιτική σκηνή. Ως γνωστόν, η υπόθεση αφορούσε την αμφιλεγόμενη ανταλλαγή γης μεταξύ της Μονής και του δημοσίου, ανταλλαγή στην οποία φαίνεται ότι υπήρξαν μίζες μεταξύ των εμπλεκομένων. Αλλά το σκάνδαλο έκρυβε μέσα του ένα άλλο σκάνδαλο, που αυτή τη φορά είχε να κάνει με τραπεζίτες και όχι με μοναχούς. Διαπιστώθηκε πως η Marfin Egnatia Bank, θυγατρική της Marfin Popular Bank, μιας κυπριακής τράπεζας υπό ελληνικό έλεγχο, χορήγησε περισσότερα από 150 εκατομμύρια ευρώ στη Μονή Βατοπεδίου. Διερευνώντας την υπόθεση η συσταθείσα επιτροπή της Βουλής διαπίστωσε ότι η τράπεζα ακολουθούσε ενδεχομένως προβληματικές πρακτικές δανεισμού ο οποίος έφτασε το 1,8 δισ. ευρώ προς φυσικά και νομικά πρόσωπα που συνδέονται με την τράπεζα, προκαλώντας έτσι υποψίες περί σοβαρής σύγκρουσης συμφερόντων.
Ο Προβόπουλος κλήθηκε το 2010 από την επιτροπή της Βουλής για να εξηγήσει γιατί η κεντρική τράπεζα δεν παρενέβη νωρίτερα επιβάλλοντας κυρώσεις στη Marfin. Ο κεντρικός τραπεζίτης υπερασπίστηκε ως ένα βαθμό τις τραπεζικές πρακτικές της Marfin, επέμεινε ότι η ρυθμιστική αρχή είχε ενεργήσει εγκαίρως, επιβάλλοντας κυρώσεις σε όλες τις περιπτώσεις που διαπράχθησαν παραβιάσεις των κανόνων, στο μέτρο όμως των αρμοδιοτήτων της ΤτΕ.
Αυτό που ο Προβόπουλος παρέλειψε να πει στους βουλευτές ήταν πως σε ανύποπτο χρόνο πόρισμα ελέγχου που είχε συνταχτεί από κοινού από τις κεντρικές τράπεζες Ελλάδας και Κύπρου κατέληξε σε πολύ σοβαρές κατηγορίες σχετικά με τη λειτουργία της Marfin και τα δάνεια που εκείνη χορηγούσε.
To 50σέλιδo «Πόρισμα Ελέγχου Ομίλου Marfin Egnatia Bank Α.Ε.» που συντάχθηκε το Μάιο του 2009 δεν μασάει τα λόγια του. Στο πρώτο κεφάλαιο υπό τον τίτλο «Βασικές Διαπιστώσεις» οι ελεγκτές αναφέρουν ότι η τράπεζα «αναλαμβάνει κινδύνους, το ύψος και η φύση των οποίων προκαλεί τις ανησυχίες των εποπτικών αρχών αναφορικά με τη σωστή και επαρκή διαχείρισή τους». [βλ. πλαίσιο παραπλεύρως]
Μεταξύ άλλων οι ελεγκτές διαπίστωσαν ότι «Χορηγήσεις, κυρίως προς τον όμιλο MIG, [υπογραμμισμένο στο πόρισμα] όπου κρίνεται ότι σε αρκετές περιπτώσεις υπήρξε ευνοϊκή μεταχείριση και δεν τηρήθηκαν οι διαδικασίες συνετής τραπεζικής (χαμηλή τιμολόγηση, μεγάλο χρονικό διάστημα αποπληρωμής κλπ), με αποτέλεσμα η τράπεζα να είναι εκτεθειμένη σε αυξημένους κινδύνους».
Στην έκθεση του Οκτωβρίου του 2010 οι βουλευτές της επιτροπής δήλωσαν ότι ήταν «ιδιαίτερα προβληματισμένοι» από την «ανεκτικότητα» που επέδειξε η Τράπεζα της Ελλάδος. Ο πρόεδρος της επιτροπής, Δημήτρης Τσιρώνης (τότε βουλευτής ΠΑΣΟΚ) προχώρησε ένα βήμα παραπέρα και έστειλε επιστολή στον πρόεδρο του Άρειου Πάγου ζητώντας την διεξαγωγή έρευνας. Ο ανώτατος δικαστικός προώθησε την επιστολή στην ΤτΕ, στην οποία ο Τσιρώνης ασκούσε κριτική.
Στις 9 Νοεμβρίου του 2010 ο Προβόπουλος απάντησε στον Τσιρώνη λέγοντας ότι τον «εξέπληξε» η επιστολή και κατηγορώντας τον για «τουλάχιστον ανεπαρκή κατανόηση των στοιχείων, πράγμα που μοιραία οδηγεί σε εσφαλμένη συναγωγή συμπερασμάτων».
Ένα από τα σημεία διαφωνίας μεταξύ Τσιρώνη και Προβόπουλου ήταν η σχέση Marfin και MIG, που τότε ήταν ο μεγαλύτερος επενδυτικός όμιλος στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, η Margin είχε δανείσει 700 εκατ. ευρώ για τη χρηματοδότηση της αγοράς των μετοχών της MIG.
Στην επιστολή του ο Τσιρώνης, είχε υποστηρίξει ότι η Marfin και η MIG ήταν στενά συνδεδεμένες, καθώς είχαν τόσο κοινά στελέχη στη διοίκησή τους όσο και πολλούς κοινούς μετόχους, με αποτέλεσμα να δημιουργείται «τεράστια αλληλεξάρτηση και συγκέντρωση κινδύνου».
Ο Προβόπουλος απαντώντας στον Τσιρώνη σχετικά με αυτό το «δανειακό πλέγμα» γράφει: «Επιπροσθέτως, δεν προκύπτει ότι η MIG ασκεί κυρίαρχη επιρροή επί των δυο τραπεζών (Marfin Popular Bank και Marfin Egnatia Bank) ούτε ότι αυτές υπάγονται σε ενιαία διεύθυνση».
Και όμως, αυτό που αρνείτο κατηγορηματικά ο Προβόπουλος, το πόρισμα της ίδιας του της τράπεζας του το θεωρούσε σχεδόν δεδομένο: «Έχοντας υπόψη τη σχέση που υπάρχει μεταξύ MPB και MIG, δημιουργείται η εντύπωση πως οι στενοί δεσμοί που υπάρχουν μεταξύ των δύο ομίλων διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην έγκριση των χορηγήσεων αυτών».
Στο τέλος της απάντησής του ο Προβόπουλος υποστηρίζει ότι οι ισχυρισμοί εναντίον των εποπτικών αρχών για «ανοχή και χαλαρή εποπτεία» είναι «αβάσιμοι», και «εάν με οποιονδήποτε τρόπο ελάμβαναν δημοσιότητα» θα ήταν «ιδιάτερα στη σημερινή συγκυρία, και πολύ επικίνδυνοι».
Οι «επικίνδυνοι» ισχυρισμοί σχετικά με τη Marfin δεν δημοσιεύτηκαν, και το ίδιο ισχύει και για το πόρισμα της ΤτΕ που παρέμεινε μυστικό μέχρι που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο ρεπορτάζ του Reuters (Special Report: How a Greek bank infected Cyprus), τρία χρόνια μετά την κατάρτισή του, το Ιούνιο του 2012. Μεσολάβησε η κυπριακή κρίση το Μάρτιο 2013, και στη συνέχεια δύο ελληνικά μέσα, η Ελευθεροτυπία και το HotDoc, αναφέρθηκαν διεξοδικά στην έκθεση της ΤτΕ για τη Marfin.
Τον Μάρτιο του 2013 το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου κατέρρευσε. Η Marfin Popular Bank (μετονομασμένη πλέον σε Λαϊκή Τράπεζα) έκλεισε ενώ η Τράπεζα Κύπρου, η μεγαλύτερη εμπορική τράπεζα του νησιού, ανακεφαλαιοποιήθηκε σε βάρος των καταθετών της. Χιλιάδες πελάτες της Λαϊκής είδαν τις αποταμιεύσεις τους να εξαερώνονται. Και ενώ η κυρίαρχη ερμηνεία αποδίδει την κατάρρευση στην μεγάλη έκθεση των κυπριακών τραπεζών σε ελληνικά ομόλογα, ορισμένοι αναλυτές διαφωνούν. Σύμφωνα με ραδιοφωνική εκπομπή του BBCγια τη Λαϊκή (πρώην Marfin) «τα δισεκατομμύρια που δόθηκαν σε “κακά” δάνεια δημιούργησαν μια οικονομική ωρολογιακή βόμβα που διέλυσε τις ελπίδες της χώρας».
Τον Μάιο του 2010, μια πολύ σοβαρή κατηγορία διατυπώθηκε εναντίον της Τράπεζας της Ελλάδος, από μερίδα του Τύπου και από μέλη του Κοινοβουλίου: Η κεντρική τράπεζα της χώρας κατηγορήθηκε ότι ενθάρρυνε το «σορτάρισμα»* των ελληνικών ομολόγων μέσω αλλαγών που θεσμοθέτησε στις συναλλαγές χρεογράφων, με αποτέλεσμα (σύμφωνα με τους επικριτές) την έκρηξη των spreads και τη χαρά των κερδοσκόπων. Προηγήθηκαν πρωτοσέλιδα δημοσίευματα στον Ελεύθερο Τύπο από τον Πάνο Θωμάκο – το ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παραπλεύρως πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα. Και στη συνέχεια ομάδα βουλευτών με άτυπη επικεφαλής τη Βάσω Παπανδρέου, τότε βουλευτή ΠΑΣΟΚ και πρώην Επίτροπο στην Κομισιόν, κατέθεσε ερώτηση στη Βουλή υποστηρίζοντας ότι η ΤτΕ είχε εσκεμμένα επιτρέψει το σορτάρισμα των ελληνικών ομολόγων παρατείνοντας την περίοδο διακανονισμού τους (από το Τ+3 στο Τ+10, δηλαδή από τις 3 στις 10 μέρες) και καταργώντας τις κυρώσεις για τις αποτυχημένες συναλλαγές στην πλατφόρμα ηλεκτρονικών συναλλαγών ομολόγων.
Στο ρεπορτάζ του Ε.Τ. αναφέρεται ότι η επέκταση της προθεσμίας έγινε μετά από αίτημα της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών που υποβλήθηκε στην ΤτΕ στις 5 Οκτωβρίου του 2009, μια ημέρα μετά τις εκλογές που έφεραν τον Γιώργο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση.
Η αλλαγή στο καθεστώς δεν έγινε με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΠΔΤΕ) αλλά με απλή εντολή της Διεύθυνσης Οργάνωσης της ΤτΕ. Με την παράταση της περιόδου διακανονισμού από 3 σε 10 ημέρες αλλά κυρίως με την κατάργηση των κυρώσεων σε περίπτωση αποτυχημένης συναλλαγής οι κερδοσκόποι μπορούσαν να παίξουν ανεξέλεγκτα με τα spreads χωρίς να φοβούνται απολύτως τίποτα. Η παρατυπία της ρύθμισης επιχειρείται αν διορθωθεί με ΠΔΤΕ (158/10-2-2010) τέσσερις μήνες μετά την αρχική αλλαγή. Η απόφαση επίσης δεν υπογράφεται από τον Προβόπουλο αλλά από τον υποδιοικητή Ιωάννη Παπαδάκη. Θα χρειαστεί να φτάσουμε τελικά 8 Απριλίου ώστε όλες οι αλλαγές να ανακληθούν με με πράξη που ρυθμίζει την «αυτόματη ανακύκλωση» στη 1 ημέρα. Η κριτική που ασκείται εναντίον της ΤτΕ είναι πως με την πολιτική αυτή έκανε ευκολότερο το παιχνίδι των κερδοσκόπων και συνέτεινε ακόμα περισσότερο στην εκτόξευση των ελληνικών spreads.
Η υπόθεση ανακυκλώθηκε κυρίως στα μπλογκς με τον «σοβαρό» ελληνικό τύπο να απέχει από αυτήν μέχρι που οι… Financial Times έκριναν πως τελικά δεν ήταν και τόσο αδιάφορη. Το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας (“Greek central bank hit by short claims”, 19 Μαίου 2010) προκάλεσε την άμεση απάντηση του κ. Προβόπουλου, ο οποίος με επιστολή του αντέκρουσε τις κατηγορίες. Ο κεντρικός τραπεζίτης υποστήριξε μεταξύ άλλων πως «η ΤτΕ δεν εισήγαγε οποιαδήποτε αλλαγή στο καθεστώς των κυρώσεων», πως «η μέγιστη προθεσμία των 10 ημερών που επιλέχθηκε από την τράπεζα για την αυτόματη ανακύκλωση είναι σχετικά μικρή σε σχέση με τις συνηθισμένες πρακτικές» και πως συμπερασματικά «η συνθήκη T+3 παραμένει σε ισχύ. Τα πρόστιμα για τις αποτυχημένες συναλλαγές ομολόγων δεν έχουν αλλάξει. Η εισαγωγή της αυτόματης ανακύκλωσης μετά από 10 ημέρες είναι σχετικά μικρή και η διεθνής εμπειρία δεν παρέχει αποδείξεις για οποιαδήποτε σχέση μεταξύ των επιθετικών εμπορικών πρακτικών και τη διαδικασία της ανακύκλωσης».
«Λίγοι άνθρωποι [στον κόσμο] κατέχουν τόση δύναμη μέσα στην ίδια τους χώρα όση ο Γιώργος Προβόπουλος» έγραφαν οι New York Times το 2013 όταν ο κ. Προβόπουλος ήταν ακόμα διοικητής της ΤτΕ. Οι δικαστικές έρευνες δεν τον άγγιζαν (και είναι φυσικά νωρίς να προδικάσουμε το αποτέλεσμα της παρούσας έρευνας). Ο κ. Προβόπουλος αφήνει την ΤτΕ με την αύρα του ανθρώπου που «έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της υπό πτώχευσης Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ» (από το ίδιο άρθρο).
Ο ίδιος ο Προβόπουλος έκανε τον δικό του απολογισμό της θητείας του σε ένα άρθρο του που δημοσίευσε η Wall Street Journal, λίγες εβδομάδες πριν την παραίτησή του από την θέση του κεντρικού τραπεζίτη. Ο Προβόπουλος απαριθμεί τις επιτυχίες του (και κάποια από αυτές είναι αδιαφιλονίκητες): «Οι σειρήνες της καταστροφής έχουν σιγήσει» γράφει .«Όλες οι καταθέσεις των ελλήνων είναι πλήρως προστατευμένες» και «οι καταθέσεις [που έφυγαν στο εξωτερικό] επιστρέφουν στις ελληνικές τράπεζες». Αναφέρει επίσης ότι έχει επιτευχθεί «μια ανανέωση της διεθνούς εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα». Τέλος γράφει ότι «σήμερα ο τραπεζικός τομέας αποτελείται από έναν πυλώνα τεσσάρων καλά κεφαλαιοποιημένων, βιώσιμων τραπεζών και από κάποιες μικρότερες».
Φυσικά, άλλοι σχολιαστές κάνουν εντελώς διαφορετικό απολογισμό: Ο Γιάννης Βαρουφάκης υποστηρίζει ότι αυτή «ακριβώς» η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης χρησιμοποιήθηκε ως «κύριος μηχανισμός για τη δημιουργία της Νέας Κλεπτοκρατίας στην Ελλάδα». «Ενώ ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας κατέρρευσαν, οι τραπεζίτες κατάφεραν να αποσπάσουν μια πολύ καλή συμφωνία από τους πολιτικούς που κυβερνούν» […] «Η κεντρική τράπεζα προστάτευσε τους τραπεζίτες κρύβοντας τις αμαρτίες τους από το κοινό και ακόμα και από τη δικαιοσύνη». Μιλώντας για τον ίδιο τον Προβόπουλο ο Βαρουφάκης λέει «Είναι ενδιαφέρον ότι ο διοικητής της ΤτΕ […] ήταν προηγουμένως υπάλληλος του τραπεζίτη που επωφελήθηκε περισσότερο από όλα αυτά».
Ανάλογη άποψη έχει και ο Landom Thomas, ο δημοσιογράφος των New York Times, ο οποίος προχωρά σε μια σύγκριση του κ. Προβόπουλου με τον Henry M. Paulsοn Jr, τον πρώην επικεφαλής της Goldman Cachs που ως υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ διέσωσε με χρήματα των φορολογούμενων μερικές από τις μεγαλύτερες αμερικάνικες τράπεζες μετά το 2008. Ο Thomas Jr σημειώνει στο άρθρο του ότι «στην Ελλάδα ο κύριος Προβόπουλος υιοθέτησε μια σειρά από fast track διαδικασίες που μετέτρεψαν την Πειραιώς, της οποίας προηγουμένως υπήρξε αντιπρόεδρος, στην ισχυρότερη τράπεζα της χώρας».
Αν στεκόμαστε στην υπόθεση της Marfin είναι διότι παρουσιάζει ορισμένες σημαίνουσες ομοιότητες με αυτή της Proton.
Πρώτα μια σημαντική διαφορά: Ενώ η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης Proton οδήγησε σε κακουργηματικές κατηγορίες και την προφυλάκιση του Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, η υπόθεση της Marfin αφού διερευνήθηκε επί χρόνια (!) σε επίπεδο προανάκρισης, τέθηκε τελικά στο αρχείο.
Υπάρχουν όμως και σημαντικές αναλογίες: Και στις δύο τράπεζες (Proton και Marfin), οι ελεγκτές της Τράπεζας της Ελλάδος εντόπισαν σε ανύποπτο χρόνο σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία των τραπεζών, ενημερώνοντας ταυτόχρονα με επίσημα υπομνήματα την ηγεσία της κεντρικής τράπεζας. Είναι μάλιστα πολύ ενδιαφέρουσα η εξής σύμπτωση: Και στις δύο περιπτώσεις, το όργανο της ΤτΕ το οποίο σήμανε συναγερμό ήταν η Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Κινδύνου. Και στις δύο περιπτώσεις, οι επικριτές του κ. Προβόπουλου ισχυρίζονται πως η ηγεσία της κεντρικής τράπεζας αποφάσισε να μην παρέμβει ή να παρέμβει κατόπιν εορτής όταν πλέον ήταν πολύ αργά.
Το ερώτημα είναι φυσικά υποθετικό: Αν η ηγεσία της Τράπεζας της Ελλάδος είχε παρέμβει και στις δύο περιπτώσεις, οι καταρρεύσεις της Proton και της Marfin (και το κόστος δισεκατομμυρίων που αυτές μετακύλισαν σε Ελληνες και Κύπριους πολίτες) θα είχαν αποφευχθεί;
Όσο για την κοινή γνώμη; Μπορεί να τον κρατήσει στη μνήμη της για αυτό εδώ το απόσπασμα, από την «Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική, του 2010». Στη σελίδα 167 ο Γ. Προβόπουλος γράφει επί λέξει: «Επιπλέον, πολλοί φορείς που χρηµατοδοτούνται από τους δήµους, όπως π.χ. τα ΚΑΠΗ (σημ. 12), θα πρέπει να αναστείλουν ορισµένες δραστηριότητες, όπως π.χ. εκδροµές στο εξωτερικό ή δωρεάν διακοπές, για µία πενταετία, έως ότου αποκατασταθεί η δηµοσιονοµική σταθερότητα στη χώρα». [βλ. πλαίσιο παραπλεύρως].
Με άλλα λόγια, στο αποκορύφωμα της κρίσης, με δισεκατομμύρια ευρώ να διοχετεύονται από τις τσέπες των πολιτών στις τράπεζες, προκαλώντας τεράστιο κοινωνικό κόστος, ο Προβόπουλος ζητούσε και άλλες περικοπές, αυτή τη φορά στοχεύοντας στις καλοκαιρινές διακοπές των γερόντων.
H Δέσποινα Μπρούσαλη είναι Ελληνίδα δημοσιογράφος. Εργάστηκε για χρόνια στο Βήμα ως δικαστικός ρεπόρτερ. Σήμερα είναι διαχειρίστρια στο μπλογκ DirectNews .
Ο Λάντον Τόμας Τζούνιορ είναι Αμερικανός δημοσιογράφος των New York Times και καλύπτει τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Η Μπρούσαλη πρώτα (τον Ιούλιο του 2013) και ο Τόμας μετά (τον Οκτώβριο του 2013) προχώρησαν σε δημοσιεύσεις στα ΜΜΕ για τα οποία εργάζονται με κοινό θέμα: Τις ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιώργου Προβόπουλου στην υπόθεση της Proton όπως αυτές περιγράφονται στο πόρισμα του Επίκουρου Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και αντιεισαγγελέα Πρωτοδικών Καλούδη.
Το περίεργο (;) είναι ότι τα περισσότερα ΜΜΕ στη χώρα μας, ιδίως τα λεγόμενα «μέινστριμ», επί ένα χρόνο δεν έγραψαν λέξη για το πόρισμα Καλούδη, κι ας αφορούσε την ενδεχόμενη ποινική ευθύνη του κεντρικού τραπεζίτη της χώρας, δηλαδή από τα πιο σημαίνοντα πρόσωπα της οικονομικής ζωής του τόπου. Ή μήπως ακριβώς γι αυτό σιώπησαν;
Χρειάστηκε να κληθεί ο κ. Προβόπουλος ως ύποπτος ώστε οι πιο έγκυρες εφημερίδες να θυσιάσουν λίγον από τον πολύτιμο (μέσα μάλιστα στο κατακαλόκαιρο) χώρο τους. Η Καθημερινή για παράδειγμα έδωσε στην είδηση 189 λέξεις. Το Βήμα 224 λέξεις. Άλλες εφημερίδες δεν χαράμισαν ούτε μονόστηλο.
Όσες λέξεις δεν βρέθηκαν όμως για το πόρισμα Καλούδη, βρέθηκαν για εκτενή ρεπορτάζ που αφορούσαν όχι τον Λαυρεντιάδη ή τον Προβόπουλο, αλλά τον δημοσιογράφο που έκανε ρεπορτάζ για τον Λαυρεντιάδη ή τον Προβόπολο!
Πολλά ΜΜΕ ανέλαβαν εργολαβικά τη διαπόμπευση του Λάντον Τόμας. Ακόμα και εκδότες που μεταξύ τους είναι ορκισμένοι εχθροί, όπως οι Αναστασιάδης και Ψυχάρης, ενώθηκαν εις σάρκα μίαν: Πρώτο Θέμα και Το Βήμα εξαπέλυσαν ταυτόχρονη επίθεση κατά του δημοσιογράφου των Τάιμς.
Έτσι, στις 26 Οκτωβρίου 2013 το Πρώτο Θέμα αφιέρωσε μια ολόκληρη σελίδα [κλικ αριστερά] στον αμερικανό δημοσιογράφο τον «εμμονικό Λάντον Τόμας», περνώντας τον γενεές δεκατέσσερις: «έχει υπογράψει εκατοντάδες [!] αβάσιμα και επιθετικά δημοσιεύματα κατά της Ελλάδας», «δημοσιεύματα υπονομεύουν την οικονομία», «άνθρωποι που έχουν εντρυφήσει στις αναλύσεις του κ. Λάντον [sic] ξεχωρίζουν τις καταφανείς φιλοτουρκικές του θέσεις»...
Σε άλλο στυλ φυσικά το κυριακάτικο Βήμα μέσω του ανώνυμου Βηματοδότη σε άρθρο του με τίτλο «Η οργή του κ. Προβόπουλου » αναφέρεται στο παρασκήνιο του ρεπορτάζ των NYT και κάνει λόγο για «ιστορία [...] που περιέχει τα πάντα: μυστήριο, ίντριγκες, ύποπτες συναντήσεις». Στη συνέχεια το Βήμα πλέκει το εγκώμιο του κ. Προβόπουλου με φόντο την ανανέωση της θητείας του (βρισκόμαστε ακόμα στα τέλη του 2013 στην ΤτΕ και καταλήγει με το εξής ρητορικό ερώτημα «Ποιος είναι καλύτερος;». (Ο Γιάννης Στουρνάρας;)
Αλλά στη μάχη, πέρα από τα παραδοσιακά μέσα, επιστρατεύθηκε και το ίντερνετ.
Το δημοφιλές σάιτ iefimerida θεωρεί τον Λάντον Τόμας μέλος ομάδας υπό τον Λαυρεντιάδη: «Για αυτόν τον σκοπό οι άνθρωποι του Λαυρεντιάδη διεύρυναν την ομάδα πίεσης χρησιμοποιώντας... καλούς και ανιδιοτελείς δημοσιογράφους στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στο εξωτερικό». Το iefimerida καταλήγει: «Ο στόχος δηλαδή του Thomas Landon είναι η συνολική αποσταθεροποίηση».
Το καλύτερο όμως προήλθε από το μπλογκ fimotro (του δημοσιογράφου Γιάννη Παπαγιάννη) σε ποστ με τίτλο: «Πράκτορας των τούρκων ο δημοσιογράφος των New York Times Λάντον Τόμας; ». (Το Fimotro το έχει κατεβάσει, οπότε το λινκ παρατίθεται από αναδημοσίευση σε άλλο μπλογκ.) Στο post υπάρχει βαθιά ανάλυση του βιογραφικού του δημοσιογράφου σχετικά με το «τι κρύβεται πίσω από τα συνεχή δημοσιεύματα του».
Δεν είναι η πρώτη φορά που το Fimotro παίζει αυτόν το ρόλο στην εκστρατεία σπίλωσης δημοσιογράφων.
Το ίδιο έκανε με τον Στίβεν Γκρέι του Reuters, δημοσιεύοντας φωτογραφίες από παρακολούθησή του στην Αθήνα ή παρουσιάζοντάς τον και αυτόν ως σχεδόν πράκτορα.
Το ίδιο έκανε το 2013 με τη δημοσίευση πλαστής απόδειξης της ΕΥΠ που αποσκοπούσε στο να μπλέξει τον δημοσιογράφο Κώστα Βαξεβάνη με τις μυστικές υπηρεσίες, τον καιρό ακριβώς που ο Βαξεβάνης έγραφε για τις τράπεζες.
(Αυτή δεν ήταν η μόνη κίνηση εκφοβισμού κατά του Βαξεβάνη. Ως γνωστόν, έχουν ασκηθεί διώξεις εναντίον έξι προσώπων, μεταξύ των οποίων και πρώην υπαλλήλων της ΕΥΠ (!), για την υπόθεση απόπειρας δολοφονίας του δημοσιογράφου).
» Financial Times / 19 Μαΐου 2010
Greek central bank hit by short claims
» Reuters / 13 Ιουνίου 2012
Special Report: How a Greek bank infected Cyprus
» Reuters / 11 Οκτωβρίου 2012
Insight: Greek central banker's big pay-off
» New York Times / 17 Οκτωβρίου 2013
In Greece, the Banking Chief Draws Scrutiny