του Κωνσταντίνου Πουλή
Ο αναπληρωτής υπουργός Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων είπε επί λέξει (το βίντεο εδώ, μετά το 40΄): «Ήταν λάθος μας που στις 20 Φλεβάρη δεν σιγουρέψαμε ότι αυτή η συμφωνία θα ήταν το σήμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αρχίσει να δίνει λεφτά. Ήταν λάθος, τακτικό, στρατηγικό. Κάναμε και λάθη, έχουμε και έλλειψη εμπειρίας σε μερικά πράγματα». Και συνεχίζει για να εξηγήσει το λάθος: «Είχαμε δει τον Μάριο Ντράγκι. Ο Ντράγκι άφησε να εννοηθεί ότι αν υπάρχει θετικό κλίμα στο Eurogroup, αυτό θα ήταν το σήμα που χρειαζόταν. Δεν το ’κανε αυτό».
Αυτή δεν είναι μια πολιτική κριτική στην κυβέρνηση. Είναι μια ομολογία αποτυχίας από αρμόδιο υπουργό. Όσοι υπερασπίζονταν τη δημιουργική ασάφεια της συμφωνίας και μας κατηγορούσαν ότι βιαστήκαμε να πούμε ότι η κυβέρνηση κατέθεσε τα όπλα, δεν χρειάζεται τώρα να ερμηνεύσουν αυτή τη δήλωση; Θέλω να πω: ώς πότε μπορεί κανείς να κρατάει την καλή του πίστη σε πείσμα της πραγματικότητας; Η ομολογία «από απειρία δεν διασφαλίσαμε ότι και οι άλλοι θα δώσουν κάτι», αρκεστήκαμε στο ότι ο Ντράγκι «άφησε να εννοηθεί» (!) ότι το θετικό κλίμα θα αρκούσε, είναι κάτι με το οποίο κοιμάται ήσυχος ο αναπληρωτής υπουργός; Και δεν διαχωρίζει τη θέση του λέγοντας πως αυτή ήταν η στρατηγική του Βαρουφάκη. Εξηγεί ότι συμφωνούν στην αυτοκριτική και ότι ήταν και ο ίδιος παρών στη συνάντηση με τον Ντράγκι.
Ο Βαρουφάκης μέχρι αυτή τη στιγμή εξίσου άκριτα εκθειάστηκε και λοιδορήθηκε, πάντα χωρίς μέτρο. Η εντύπωση που μου άφησε ήταν ενός ανθρώπου που παίζει λάθος άθλημα. Τρέχει στο γρασίδι με στολή του σκι. Το κριτήριο με το οποίο μέχρι τώρα εξασφαλιζόταν η επιτυχία του ήταν να γράφει, να γράφει καλά, και μετά να μιλάει καλά. Εδώ για πρώτη φορά δεν έχει σημασία τίποτα από όλα αυτά. Πολιτικά αποτελεσματικός μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε άχαρος και αχώνευτος Σόιμπλε, ενώ για πρώτη φορά η επιτυχία αυτού που λες δεν μπορεί να είναι ότι το είπες! Χρειάζεται κάτι να συμβεί, κάτι να επιτύχεις. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ της συγγραφής και της πολιτικής. Τα έργα του πνεύματος ολοκληρώνονται με την εκφορά. Η πολιτική μετράει ενίοτε και τι απέγιναν τα λόγια σου.
Φοβάμαι ότι στη διαβόητη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου υπήρξε μια σοβαρή διολίσθηση. Θυμάμαι το ποστ του Γιάνη Βαρουφάκη για τον άστεγο που τον πλησίασε και του έπιασε και τα δύο χέρια. «Τα μάτια του κοκκίνισαν πρώτα αρκετά πριν κυλήσει το πρώτο δάκρυ. Η φωνή του έτρεμε καθώς μου εξηγούσε ότι ήταν άστεγος, πρώην καθηγητής ξένων γλωσσών που τα έχασε όλα και που πασχίζει νύχτα-μέρα να μην δείχνει άστεγος. […] Καθώς αργότερα θα μπαίνω στο Υπουργείο Οικονομικών θα σκέφτομαι τα λόγια αυτά. Ούτε τα spreads, ούτε τα έντοκα, ούτε τα προσυμφωνηθέντα. Αυτά τα λόγια θα σκέφτομαι…» Όταν ήρθε η κρίσιμη ώρα, μάλλον σκεφτόταν μια αόριστη διαβεβαίωση του Ντράγκι και πολύ ωμές απειλές, όχι τον άστεγο με τα δακρυσμένα μάτια.
Ο Ηρακλής Λογοθέτης, σε ένα πρόσφατο βιβλίο του για τη ρουλέτα, μας ενημερώνει πως οι εμμονικοί παίχτες, αυτοί που στοιχηματίζουν μονίμως σε ένα ή δύο νούμερα, συνιστούν ιδιαίτερη κατηγορία: οι συστηματικοί αυτού του τύπου έχουν ένα μόνο πλεονέκτημα, χάνουν συστηματικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ από την αρχή της κρίσης έχει ταλαντευτεί σε σχέση με το ευρώ, αλλά εδώ και καιρό η πλάστιγγα έχει γείρει υπέρ της άποψης ότι η μόνη διέξοδος θα ήταν η εντός ευρώ διαπραγμάτευση. Η πίστη στις θετικές προοπτικές μιας τέτοιας λύσης ήταν τόσο ισχυρή, ώστε να δεσμεύσουν τη χώρα με υπογραφές κρατώντας την προφορική διαβεβαίωση του Ντράγκι που «άφησε να εννοηθεί» ότι και η άλλη πλευρά θα έκανε μια κίνηση. Αυτή η ομολογία αποτυχίας μού φάνηκε ηχηρή και απόλυτη. Όσοι είχαν ικανοποιηθεί από τη συμφωνία υποθέτω ότι θα χρειαστεί να το ξανασκεφτούν. Να θέσουν δηλαδή το ερώτημα που ήταν από την αρχή το πιο κρίσιμο: μήπως η θεωρία της εντός του ευρώ διαπραγμάτευσης έχει φτάσει στα όριά της; Αν δεν υπάρχει άλλη λύση, ή αν δεν υπάρχει άλλη λύση για τον ΣΥΡΙΖΑ, μπορούμε να επιχειρήσουμε να κουβεντιάσουμε με αυτό το δεδομένο. Αλλά από όλες τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης ας κρατήσουμε μία: ότι θα εννοούμε αυτά που λέμε.
Δεν ξέρω αν η νέα διαπραγματευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι απλώς το χατίρι των εταίρων που δεν ήθελαν τον Βαρουφάκη. Φοβάμαι όμως ότι το μόνο που απομένει είναι το παλαιό συμπέρασμα ότι η πολιτική είναι βρώμικη, και γι’ αυτό πιο άνετα την απολαμβάνουν τα γουρούνια. Η μόνη στιγμή κατά την οποία μπορούν υγιείς δυνάμεις, τουτέστιν κανονικοί άνθρωποι, να νιώσουν ευτυχείς στον πολιτικό στίβο, είναι σε συνθήκες λίγο πολύ επαναστατικές. Πάει να πει, σε συνθήκες ριζικής αλλαγής του τοπίου με πολιτικά μέσα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υποσχέθηκε και δεν διανοήθηκε κάτι τέτοιο. Σε κανονικές συνθήκες, λοιπόν, τους ανθρώπους καλών προθέσεων τους μασάει το ευρωπαϊκό τέρας και μετά φτύνει τα κουκούτσια τους.