του Θάνου Καμήλαλη
Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση να σημειώσουμε ότι βάσει του άρθρου 4 του πολυνομοσχεδίου με το δεύτερο πακέτο προαπαιτουμένων που αναμένεται να ψηφιστεί σήμερα στη Βουλή, η κυβέρνηση δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένη να δημοσιεύει ηλεκτρονικά τέτοιες συμβάσεις. Μάλιστα το άρθρο έχει αναδρομική ισχύ από 8 Αυγούστου, κάτι που σημαίνει ότι περιλαμβάνει και την ανάλογη σύμβαση των 14 αεροδρομίων. Το χτύπημα για την διαφάνεια της δημόσιας διακυβέρνησης είναι τεράστιο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Γενικά στοιχεία
Σύμφωνα με το τελικό προσχέδιο (Final Draft) της σύμβασης του ΟΛΠ (σελ 41 παρ. 15.1) το ελληνικό Δημόσιο θα λαμβάνει ως τέλος παραχώρησης κάθε χρόνο το 3,5% των συνολικών εσόδων του λιμανιού, ωστόσο διασφαλίζεται ότι το ποσό αυτό δεν θα είναι μικρότερο από 3,5 εκατ. ευρώ. To ποσό αυτό παγιώνεται για τα 18 πρώτα χρόνια της παραχώρησης. Όπως έχει γίνει γνωστό το ελληνικό κράτος παραχωρεί το 51% του λιμανιού σε ιδιώτη, με την προοπτική να ανέβει το ποσοστό στο 67% μετά την πρώτη πενταετία. Καταληκτική ημερομηνία προσφορών είναι η 21 Δεκεμβρίου, ενώ ενδιαφέρον έχουν εκφράσει η κινεζική Cosco, η δανική APM Terminals (Maersk) και η ICTS από τις Φιλιππίνες. Έχουμε δηλαδή μόλις 6 μέρες μπροστά μας μέχρι την ιδιωτικοποίηση.
Δημιουργώντας μία αποικία
Για σήμερα το ThePressProject είχε προγραμματίσει μια συζήτηση για την TTIP, την εμπορική διατλαντική συμφωνία, η οποία αναβλήθηκε εξαιτίας της ψήφισης του πολυνομοσχεδίου για τις 13 Ιανουαρίου. Όσοι έχουν παρακολουθήσει τις διαρροές από το Wikileaks ξέρουν ήδη ότι ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα σημεία της συμφωνίας έχει να κάνει με την δυνατότητα που θα έχουν οι πολυεθνικές να επεμβαίνουν ακόμα και στη νομοθεσία των κρατών που δραστηριοποιούνται προκειμένου να διασφαλίζουν τα συμφέροντά τους. Στην προκειμένη περίπτωση όμως δεν χρειάζεται να περιμένουμε τις μυστικές διαπραγματεύσεις αφού, με αρωγό τους εκπροσώπους του κουαρτέτου, έχουμε κάνει ένα βήμα μπροστά…
Έτσι η διάταξη που κεντρίζει το ενδιαφέρον είναι αυτή που δίνει τη δυνατότητα στην ιδιοκτήτρια του ΟΛΠ να δημιουργήσει ουσιαστικά ένα μικρό «κράτος εν κράτει», αφού θα έχει λόγο ακόμα και στο νομοθετικό έργο της εκάστοτε ελληνικής κυβέρνησης. Στο πλαίσιο αυτό η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να συμβουλεύεται και να λαμβάνει υπόψιν της τα συμφέροντα της Eταιρείας, πριν νομοθετήσει. Σύμφωνα με την παρ.22.5 στη σελ 57 της σύμβασης, αν αλλάξει η ελληνική νομοθεσία και τα συμφέροντα της Εταιρείας πληγούν με οποιονδήποτε τρόπο, τότε αυτή μπορεί να προσφύγει στα δικαστήρια ζητώντας αποζημίωση. Μάλιστα η διάταξη προχωράει και ένα βήμα παραπέρα, ουσιαστικά προεξοφλώντας την απόφαση του δικαστηρίου, που θα πρέπει να επιδικάσει στην Εταιρεία χρηματικό ποσό για να «αποκαταστήσει την ισορροπία», όπως χαρακτηριστικά δηλώνεται.
Ολόκληρη η παράγραφος αναφέρει ότι «αν αλλάξει η ελληνική νομοθεσία και η Εταιρεία μπορεί να αποδείξει ότι η Ελληνική Δημοκρατία έχει ασκήσει τις νομοθετικές της αρμοδιότητες παραβιάζοντας την παράγραφο 22.4, τότε το διαιτητικό δικαστήριο που ενεργεί σύμφωνα με την παρ.22.2 μπορεί να εξετάσει και να επιβάλει στην Ελληνική Δημοκρατία την παροχή χρηματικού ποσού προς την Εταιρεία ως αποζημίωση, αποκλειστικά ή σε συνδυασμό με άλλα μέτρα, απαραίτητα για να αποκατασταθεί η ισορροπία της Σύμβασης στο επίπεδο πριν την αλλαγή της νομοθεσίας». Η παρ.22.4 που αναφέρεται μέσα, απλώς τονίζει ότι το ελληνικό κράτος θα αντιμετωπίζει την Εταιρεία με ίσο και δίκαιο τρόπο ενώ δεν θα προβεί σε «αδικαιολόγητη δικαστική ενέργεια» εναντίον της.
Μπορεί ωστόσο να μην αναφέρεται ποιο θα είναι το διαιτητικό δικαστήριο, πολύ σύντομα όμως η «ρήτρα διαιτησίας», θα είναι νόμος του κράτους, φωτογραφικά για την περίπτωση του ΟΛΠ. Στο αρθρο 36 του πολυνομοσχεδίου με το 2ο πακέτο προαπαιτούμενων που ψηφίζεται σήμερα προστίθεται εδάφιο που αναφέρει ότι σε συμβάσεις «με αντικείμενο την παραχώρηση της χρήσης και εκμετάλλευσης των λιμένων και των τουριστικών λιμένων μπορεί να εγκριθεί και να περιληφθεί ρήτρα διαιτησίας». Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, ο υπουργός Οικονομικών και ο αρμόδιος υπουργός (Ναυτιλίας) πρέπει να εκδώσουν την απόφαση για τη ρήτρα διαιτησίας «15 τουλάχιστον ημέρες πριν την καταληκτική ημερομηνία προσφορών». Μόνο που για τον ΟΛΠ η ημερομηνία αυτή είναι στις 21 Δεκεμβρίου…
Ασαφείς υποχρεώσεις και κρατική ενίσχυση
Η ενότητα 11 αφορά τις Υπηρεσίες Λιμένος (Port Services) και τις υποχρεώσεις των δύο πλευρών για την καλή λειτουργία του λιμανιού του Πειραιά. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με την παρ.11.4, το ελληνικό κράτος υπόσχεται να παρέχει μια σειρά από ποικίλες υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων η «συντήρηση των σχετικών υποδομών εκτός λιμανιού, η αστυνόμευση, η διατήρηση συγκοινωνιών από και προς το λιμάνι» κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ότι μερικές από αυτές τις υποχρεώσεις του Δημοσίου είναι αρκετά γενικές, όπως για παράδειγμα το σημείο που αναφέρει ότι το κράτος θα παρέχει «οποιαδήποτε άλλη λειτουργία ή υπηρεσία σχετική με το λιμάνι μπορεί να προκύψει κατά καιρούς εάν αυτή η λειτουργία ή η υπηρεσία μπορεί να παρασχεθεί μόνο από μία δημόσια αρχή»
Οι υποχρεώσεις αυτές, συγκεκριμένες ή μη, που αναλαμβάνει το ελληνικό κράτος μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα, δεδομένου ότι η σύμβαση δίνει ανά πάσα στιγμή τη δυνατότητα στην εταιρεία, εάν κρίνει ότι οποιαδήποτε κρατική υποχρέωση δεν ικανοποιείται, να ζητήσει διαπραγματεύσεις με το Δημόσιο και να λάβει περαιτέρω ενίσχυση. Αναλυτικά, στη σελίδα 36 (παρ.11.5) διαβάζουμε ότι «αν σε οποιαδήποτε στιγμή η Εταιρεία πιστεύει ότι οι κρατικές Υπηρεσίες Λιμένος δεν παρέχονται από το ελληνικό κράτος σε επίπεδο ανάλογο των απαιτήσεων του ΟΛΠ, η Εταιρεία πρέπει να ειδοποιήσει το κράτος. Μόλις λάβει την προειδοποίηση αυτή, η Ελληνική Δημοκρατία πρέπει, χωρίς καθυστέρηση, να ξεκινήσει συζητήσεις (και να κινητοποιήσει τα ανάλογα κυβερνητικά όργανα) με την Εταιρεία για την εύρεση εναλλακτικών προκειμένου να αυξηθούν οι Υπηρεσίες Λιμένος, καθώς και ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα για την εφαρμογή τους»
Στη Σύμβαση δεν αναφέρεται πουθενά το ποιος θα κρίνει αν οι απαιτήσεις της Εταιρείας είναι δικαιολογημένες, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε συνεχόμενες επιπλέον κρατικές ενισχύσεις, είτε έμμεσες είτε άμεσες, προς την ιδιοκτήτρια του λιμανιού.
Απόλυτη ασυλία (και ατιμωρησία) 5 ετών
Εντύπωση προκαλεί επίσης ότι στη σύμβαση προβλέπεται μια «περίοδος χάριτος» για την Εταιρεία, διάρκειας 5 ετών από την υπογραφή της. Ουσιαστικά ο νέος ιδιοκτήτης του ΟΛΠ θα απολαμβάνει απόλυτης ασυλίας για τα πρώτα 5 χρόνια από την υπογραφή της Σύμβασης, έχοντας τη δυνατότητα να μην υλοποιήσει καμία από τις (ήδη περιορισμένες δεσμεύσεις του).
Βάσει συγκεκριμένων άρθρων της Σύμβασης, σε αυτό το διάστημα η Εταιρεία:
α) Δεν είναι υποχρεωμένη να τηρήσει τα «Ελάχιστα Επίπεδα Υπηρεσιών» (Minimum Service Levels)
β) Δεν υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση για οποιαδήποτε παραβίαση των όρων της Σύμβασης.
Το πρώτο από τα παραπάνω αναφέρεται στο άρθρο 8 της Σύμβασης σχετικά με τη συντήρηση, ενώ το δεύτερο στο άρθρο 16, όπου γίνεται λόγος για πιθανές αποζημιώσεις υπέρ του ελληνικού κράτους, σε περίπτωση παραβίασης από το ιδιοκτήτη του ΟΛΠ. Στην παρ.8.3 (σελ 28) μαθαίνουμε ότι η Εταιρεία «θα κάνει κάθε προσπάθεια προκειμένου να τηρήσει τα Ελάχιστα Επίπεδα Υπηρεσιών. Ωστόσο ενδεχόμενη αποτυχία της να το καταφέρει δεν θα είναι παραβίαση των υποχρεώσεων της από τη Σύμβαση και δεν θα οδηγήσει σε αποζημίωση ή τερματισμό της Σύμβασης». Ενώ στις πρώτες παραγράφους του άρθρου, αφού ορίζεται ότι ως παραβίαση είναι κάθε παράβαση των όρων της Σύμβασης, στη συνέχεια τονίζεται (παρ.16.4) ότι για τα πρώτα 3 χρόνια για οποιαδήποτε παραβίαση δεν απαιτείται αποζημίωση προς το Δημόσιο, ενώ για τα επόμενα δύο ισχύει το ίδιο «αν η Εταιρεία μπορέσει να αποδείξει ότι έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της».
Άρα μπορεί να παραβιαστεί οποιαδήποτε υποχρέωση, από την πληρωμή του ενοικίου των 3,5 εκατατομμυρίων ευρώ, τις υπηρεσίες στα 5 διαφορετικά λιμάνια του ΟΛΠ (ακτοπλοϊα, κοντέινερ, κρουαζιέρα, αυτοκίνητα, γενικό φορτίο), τις συνθήκες εργασίας, την υποχρέωση παροχής στοιχείων για τις δραστηριότητες της στις ελληνικές Αρχές, την ίση πρόσβαση στο λιμάνι και πολλά ακόμα. Να σημειωθεί επίσης ότι δεν αναγράφεται πουθενά η αιτιολογία γι αυτό το πενταετές «δώρο» προς τον επενδυτή, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι ελάχιστο επιχειρηματικό ρίσκο που αυτός αναλαμβάνει σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις και το γεγονός ότι ο ΟΛΠ είναι ήδη κερδοφόρος, με 40,6% αύξηση καθαρών εσόδων στο τελευταίο εννιάμηνο σε σχέση με το 2014.
Θέσεις εργασίας
Ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιος Πιτσιόρλας τόνισε σήμερα ότι στην παραχώρηση των 14 αεροδρομίων στη Fraport προβλέπεται η δημιουργία 1.700 θέσεων εργασίας. Στη σύμβαση πάντως του ΟΛΠ τέτοια δέσμευση δεν υπάρχει.
Το μόνο που υπάρχει σχετικά με τις θέσεις εργασίας είναι oi παρ. 5.11 και 5.12, όπου ο νέος ιδιοκτήτης αναλαμβάνει τις μη συγκεκριμένες δεσμεύσεις για ένα «ασφαλές και σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον». Όσον αφορά τον αριθμό των θέσεων εργασίας δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη. Αυτό που αναφέρεται είναι ότι η Εταιρεία «θα κάνει μέγιστη προσπάθεια να κρατήσει όσο το δυνατόν περισσότερες θέσεις εργασίας».
Ολόκληρο το τελικό προσχέδιο της σύμβασης παραχώρησης ΟΛΠ (με κόκκινο οι αλλαγές σε σχέση με το προηγούμενο)
του Μάνου Φραγκιουδάκη
Το 2008 η εταιρεία Σταθμός Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά ΑΕ, θυγατρική ειδικού σκοπού της Cosco, υπέγραψε σύμβαση παραχώρησης με τον ΟΛΠ, σύμφωνα με την οποία ο ΟΛΠ παραχωρούσε στον ΣΕΠ την εκμετάλλευση και αποκλειστική χρήση του «νέου σταθμού εμπορευματοκιβωτίων(Ν.ΣΕΜΠΟ)» δηλαδή τον υφιστάμενο προβλήτα ΙΙ προς αναβάθμιση και τον νέο προβλήτα ΙΙΙ προς κατασκευή, την παρακείμενη περιοχή τους καθώς και τη χρήση της παρακείμενης θαλάσσιας περιοχής ελιγμών ελλιμενισμού πλοίων. Σύμφωνα με την σύμβαση παραχώρησης, ο ΣΕΠ ανέλαβε την ευθύνη να αναβαθμίσει τον προβλήτα ΙΙ και να κατασκευάσει τον προβλήτα ΙΙΙ με δικά του έξοδα.
Η σύμβαση επικυρώθηκε με νόμο το 2009 και συγκεκριμένα με τον νόμο 3755/2009. Στο άρθρο 1 του νόμου ενσωματώθηκε η σύμβαση παραχώρησης ενώ στο άρθρο 2 του νόμου ορίστηκαν ειδικές φοροαπαλλαγές για τον ΣΕΠ και στο άρθρο 3 του νόμου προβλέφθηκε η δυνατότητα υπαγωγής των επενδύσεων του ΣΕΠ σε ειδικό προστατευτικό καθεστώς των αλλοδαπών επενδύσεων που έχει θεσπιστεί με το νομοθετικό διάταγμα 2687/1953.
Με επιστολές τους προς τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, ο Νομάρχης Πειραιά Γιάννης Μίχας (30/4/2009), η Ομοσπονδία Υπαλλήλων Λιμανιών Ελλάδας (7/5/2009) και το Διεθνές Συμβούλιο Λιμενεργατών (23/9/2009) κατήγγειλαν την χορήγηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων του ελληνικού κράτους προς την εταιρεία ΣΕΠ, υπό τη μορφή φορολογικών απαλλαγών. Με αφορμή τις καταγγελίες, η Επιτροπή ξεκίνησε έρευνα ζητώντας από όλες τις πλευρές να καταθέσουν τις παρατηρήσεις τους για το θέμα. Οι ελληνικές αρχές και η εταιρεία ΣΕΠ υπέβαλαν από κοινού τις παρατηρήσεις τους προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας και μετά από συνεχόμενες συναντήσεις των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ελληνικής πλευράς, η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 15 Οκτωβρίου 2015 (L269, σελ. 93) και υπεγράφη από την Δανή επίτροπο Margrethe Vestager.
Σύμφωνα με την απόφαση « Τα ακόλουθα μέτρα κρατικής ενίσχυσης προς όφελος του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά Α.Ε. και του πιστωτή του, της Cosco, τα οποία παρανόμως εφάρμοσε η Ελλάδα κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά:
1) Απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος επί δεδουλευμένων τόκων μέχρι την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας του προβλήτα III.
2) Δικαίωμα για την επιστροφή του πιστωθέντος ΦΠΑ, ανεξάρτητα από το στάδιο ολοκλήρωσης του αντικειμένου της σύμβασης- ορισμός της έννοιας του «επενδυτικού αγαθού» για τους σκοπούς των κανόνων περί ΦΠΑ- δικαίωμα για τόκους υπερημερίας από την πρώτη ημέρα μετά την 60ή ημέρα από την αίτηση επιστροφής του ΦΠΑ.
3) Μεταφορά ζημιών εις νέον χωρίς χρονικό περιορισμό.
4) Επιλογή μεταξύ τριών μεθόδων απόσβεσης όσον αφορά τις επενδυτικές δαπάνες για την ανακατασκευή του προβλήτα ΙΙ και την κατασκευή του προβλήτα III.
5) Απαλλαγή από τέλη χαρτοσήμου επί των συμφωνιών δανειοδότησης καθώς και οποιασδήποτε συμπληρωματικής συμφωνίας για τη χρηματοδότηση του έργου.
6) Απαλλαγή από φόρους, τέλη χαρτοσήμου, εισφορές και τυχόν δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων για τις συμβάσεις μεταξύ των πιστωτών των δανειακών συμβάσεων βάσει των οποίων μεταβιβάζονται οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτές.
7) Απαλλαγή από τέλη χαρτοσήμου για κάθε οικονομική αντιστάθμιση που καταβάλλεται από τον ΟΛΠ στον ΣΕΠ δυνάμει της σύμβασης παραχώρησης, πράγμα που είναι εκτός του πεδίου εφαρμογής του κώδικα ΦΠΑ.
8) Προστασία στο πλαίσιο του ειδικού προστατευτικού καθεστώτος για τις ξένες επενδύσεις».
Έτσι, σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ, η απόφαση της οποίας περιγράφεται στην εφημερίδα ως «άμεση και εκτελεστέα» , η Ελλάδα «οφείλει να ανακτήσει τη χορηγηθείσα μη συμβατική ενίσχυση από τον ΣΕΠ και τη μητρική του εταιρεία Cosco» με την ενίσχυση να περιλαμβάνει τόκους από τον χρόνο που ξεκίνησε να ισχύει ο νόμος μέχρι τον χρόνο που θα ξεκινήσει η ανάκτηση, ενώ οφείλει ακόμη να καταργήσει όλες τις διατάξεις που επιτρέπουν συνέχιση των μέτρων αυτών και να ακυρώσει όλες τις εκκρεμείς πληρωμές της ενίσχυσης.
Στο άρθρο 5 της απόφασης που δημοσιεύτηκε στις 15 Οκτωβρίου 2015, δίνονται δύο προθεσμίες στην ελληνική πλευρά. Η πρώτη είναι προθεσμία 4 μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης, εντός των οποίων η Ελλάδα πρέπει να διασφαλίσει την εκτέλεση της απόφασης. Η δεύτερη είναι προθεσμία 2 μηνών (έως τις 15 Δεκεμβρίου 2015) εντός της οποίας η Ελλάδα οφείλει να υποβάλλει πληροφορίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το συνολικό ποσό(κεφάλαιο και τόκοι) που πρέπει να ανακτηθεί, λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχει λάβει και σχεδιάζει να λάβει για να συμμορφωθεί με την απόφαση αλλά και έγγραφα που αποδεικνύουν ότι ο ΣΕΠ και η μητρική του εταιρεία Cosco έχουν διαταχθεί να επιστρέψουν την ενίσχυση.
Στις 2 Ιουνίου 2015 αφού η Επιτροπή είχε αποφασίσει ότι οι φοροαπαλλαγές πρέπει να ανακτηθούν από το Ελληνικό Δημόσιο και πριν αυτό δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κυβέρνηση κατέθεσε προσφυγή εναντίον της απόφασης. Παρ'όλα αυτά, τέσσερις μήνες αργότερα η Ευρωπαϊκή Ένωση δημοσίευσε την απόφασή της κάτι που δείχνει πως η προσφυγή προφανώς δεν είχε αποτέλεσμα.
Στην πρόσκληση ενδιαφέροντος για την αγορά του ΟΛΠ που εξέδωσε το ΤΑΙΠΕΔ στις 5/3/2014 υπάρχουν ορισμένα κριτήρια που ορίζουν ποιοι μπορούν να συμμετάσχουν στην διαδικασία αγοράς του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών. Στο άρθρο 7 με τίτλο Κριτήρια Προσωπικής Κατάστασης και συγκεκριμένα στην παράγραφο 7.3 (γ) αναφέρεται ρητά «Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο συμμετέχει στη Διαδικασία, είτε μεμονωμένα είτε ως Μέλος Ένωσης, θα αποκλείεται, εάν δεν έχει εκπληρώσει ούτε και έχει με άλλο τρόπο ρυθμίσει νόμιμα οποιεσδήποτε ουσιώδεις υποχρεώσεις του αναφορικά με την καταβολή φόρων, στο μέτρο που τα ανωτέρω αναφέρονται σε αυτούς» .
Να υπενθυμίσουμε ότι στον τελικό φάκελο που καταθέτουν οι ενδιαφερόμενες εταιρείες, συμπεριλαμβάνονται όλα τα δικαιολογητικά που είναι απαραίτητα για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό. Αν το Δημόσιο έχει προχωρήσει σε βεβαίωση των φορολογικών οφειλών μιας εταιρείας η εταιρεία αυτή δεν μπορεί να συμμετάσχει στον διαγωνισμό. Σε συνεχόμενες προσπάθειες να μάθουμε από το υπουργείο Οικονομικών τις κινήσεις στις οποίες έχει προχωρήσει η κυβέρνηση για την ανάκτηση των οφειλών της ΣΕΠ, θυγατρικής της Cosco, δεν πήραμε καμία απάντηση.
Αν πάλι το ελληνικό Δημόσιο σκοπεύει να προχωρήσει σε νέα προσφυγή κατά της απόφασης, το ερώτημα που τίθεται είναι το πώς θα συμμετάσχει μια εταιρεία στον διαγωνισμό για τον ΟΛΠ, χωρίς να έχει τελεσιδικήσει η υπόθεση με τις φορολογικές οφειλές της προς το Δημόσιο.
Οι αποτιμήσεις του ΟΛΠ που δεν έχουν κοινοποιηθεί
Στις 5/3/2014 το ΤΑΙΠΕΔ ανακοίνωσε την πρόσκληση για την εκδήλωση ενδιαφέροντος σχετικά με την απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών του ΟΛΠ. Στις 5 Οκτωβρίου 2015, το Ταμείο εξέδωσε πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την αποτίμηση του 67% των μετοχών του ΟΛΠ. Το ποσό που προσφερόταν στην εταιρεία που θα αναλάμβανε την αποτίμηση αναφέρεται ως 150.000 ευρώ.
Στη συνέχεια, με νέα πρόσκλησή του, το ΤΑΙΠΕΔ, για την για την «ενίσχυση της διαφάνειας των διαδικασιών του και την προστασία του δημοσίου συμφέροντος» όπως σημείωσε στην ανακοίνωση, απηύθυνε νέα πρόσκληση για λήψη και δεύτερης ανεξάρτητης αποτίμησης αντί του ποσού των 100.000 ευρώ αυτή τη φορά. Την δεύτερη αποτίμηση ανέλαβε να πραγματοποιήσει η εταιρεία American Appraisal Hellas από κοινού με την Επενδυτική Τράπεζα της Ελλάδος.
Τα αποτελέσματα των αποτιμήσεων αυτών οι οποίες σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του Thepressproject έχουν ολοκληρωθεί, δεν είναι δημοσιευμένα, ενώ οι ημερομηνία για την κατάθεση προσφορών, έχει οριστεί για τις 21 Δεκεμβρίου 2015. Μάλιστα, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, οι αποτιμήσεις θα γίνουν γνωστές μαζί με την κατάθεση των προσφορών από τους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό. Σύμφωνα με την διαδικασία αν οι προτάσεις είναι χαμηλότερες από την αποτίμηση, το ΤΑΙΠΕΔ έχει δικαίωμα να ζητήσει βελτιωμένη προσφορά. Ο ΟΛΠ όμως, είναι προς πώληση χωρίς να έχει κοινοποιηθεί ούτε στους επίδοξους αγοραστές ούτε σε κανέναν η τιμή στην οποία αποτιμάται.