του Κωνσταντίνου Πουλή
Υπάρχει ένα κεφάλαιο στον Ηγεμόνα του Μακιαβέλι με τίτλο «Πώς πρέπει οι ηγεμόνες να κρατούν τον λόγο τους». Εξηγεί ότι, άμα θέλουν να προκόψουν, καλό είναι να μην έχουν τέτοιες ανησυχίες και συνεχίζει: «Δεν μπορεί λοιπόν, ούτε και πρέπει, ένας γνωστικός ηγεμόνας να κρατάει τον λόγο του. […] κι είναι τόσο αφελείς οι άνθρωποι και τόσο συμμορφώνονται με τις ανάγκες της στιγμής, που όποιος απατά θα βρίσκει πάντα άλλους που θ’ απατιούνται. […] Και πρέπει και αυτό να ξέρεις: πως ένας ηγεμόνας, και προπαντός ένας ηγεμόνας καινούργιος, δεν μπορεί να εφαρμόζει όλα όσα κάνουν τους ανθρώπους να περνιούνται για καλοί, αφού συχνά αναγκάζεται, για να βαστάξει ορθό το κράτος, να ενεργήσει ενάντια στην ανθρωπιά, ενάντια στη θρησκεία. Γι’ αυτό πρέπει να έχει ψυχή έτοιμη να κοιτάζει κατά κει που προστάζουν οι άνεμοι της τύχης και οι αλλαγές των πραγμάτων. […] Ας φροντίζει λοιπόν ένας ηγεμόνας να κερδίζει το κράτος και να το βαστάει ορθό. Και τα μέσα θα κριθούν πάντα τιμημένα κι όλοι θα τα παινέσουν. Γιατί η μάζα πάντα μαγεύεται από τα φαινόμενα κι από την επιτυχία».
«Ο διαχωρισμός της πολιτικής από την ηθική κατέστησε δυνατή για πρώτη φορά την πραγμάτευση των πολιτειολογικών φαινομένων με κάποιες προϋποθέσεις επιστημονικότητας», εξηγεί ο Παναγιώτης Κονδύλης στον πρόλογο της ελληνικής μετάφρασης του Μακιαβέλι. «Οι ηθικοί ενδοιασμοί υπάρχουν μόνο μέσα στην ψυχή του υπηκόου», συμπληρώνει για όποιον δεν κατάλαβε.
Το «κυβιστάν» μπορεί να ακούγεται σαν χώρα, αλλά ήταν παιχνίδι, η γνωστή μας κυβίστηση. Το ενδιαφέρον είναι ότι από τον καιρό του Ομήρου συμμετείχαν λέει ακροβάτιδες στα συμπόσια, οι οποίες μαθαίνουμε στο Συμπόσιο του Ξενοφώντος ότι πραγματοποιούσαν επικίνδυνα νούμερα, όπως κωλοτούμπες πάνω από μαχαίρια. Ήταν ένας κύκλος «περίμεστος ξιφών ορθών» και η ορχηστρίς «εκυβίστα και εξεκυβίστα» πάνω από τα ξίφη.
Αυτό το παιχνίδι δεν έπαψε να παίζεται στον τόπο μας. Είναι μάλιστα το αγαπημένο παιχνίδι της εξουσίας. Και, ενώ δεν είναι πάντοτε ορατά, τα μαχαίρια είναι εκεί. Οι παιδικές κωλοτούμπες είναι αστείες, γιατί γίνονται στο χαλί του σπιτιού. Στις κωλοτούμπες των ενηλίκων ακροβατών όμως, παρά την παιγνιώδη διάθεση, το ρίσκο είναι εντελώς κυριολεκτικό. Από κάτω έχει μαχαίρια.
Είχαμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια να ακούμε επιχειρήματα που μας απαγόρευαν να αναφερθούμε στο παρελθόν. Μιλούσε ο Γιωργάκης και μας απαγόρευε να συζητήσουμε τι γινόταν επί ΠΑΣΟΚ. Μιλούσε ο Σαμαράς, απαγορευόταν να πεις τι έκανε ο Καραμανλής. Το ίδιο με το «λεφτά υπάρχουν» ή τα Ζάππεια. Όλοι καίγονταν να δημιουργήσουν την αίσθηση του επείγοντος, τόσο επείγοντος όπου κάθε αναφορά στο παρελθόν, ακόμη και το περσινό, ήταν αυτό που λένε οι αμερικανοί «ancient history», άκαιροι στοχασμοί για το μακρινό παρελθόν.
Στη μακρά κι όμως σύντομη πορεία προς την εξομοίωση με τα προηγούμενα κόμματα εξουσίας, ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα ισχυρίζεται ότι είναι ανώφελο να αναφερόμαστε στα όσα έλεγε πριν από ένα χρόνο. Είναι ένας χρόνος! Ούτε δύο, ούτε πέντε, ούτε πριν από την κρίση, είναι μόλις πέρσι! Σου εξηγούν ότι μεσολάβησαν εκλογές, συνεπώς η εντολή ανανεώθηκε και είναι πια μνημονιακή, λοιπόν οι κατηγορίες είναι αβάσιμες.
Παρά την αγωνία όλων των διαδοχικών κομμάτων εξουσίας να μας πείσουν ότι αυτή τη φορά ειδικά δεν υπήρχε περιθώριο για διαπραγμάτευση και ότι το παρελθόν είναι άσχετο, ο νοήμων παρατηρητής μπορεί να βγάλει το ίδιο συμπέρασμα: όταν μιλάς για το παρελθόν κάποιου, του υποδεικνύεις τι από όσα έλεγε αθέτησε. Για να είμαστε δίκαιοι, στην περίπτωση των προηγουμένων επρόκειτο «απλώς» για προεκλογικές υποσχέσεις, όχι για καμιά σπουδαία κατρακύλα. Η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ είναι από αυτή την άποψη πιο οδυνηρή για κάποιους.
Ούτε τα εισιτήρια των λεωφορείων, ούτε το «τρυφερό ξύλο» του Μουζάλα, ούτε η απίθανη δήλωση ότι δεν πρόλαβαν να ελέγξουν τον πλούτο των παράκτιων εταιρειών, ούτε η αναστολή της υποχρέωσης δημοσιοποίησης των συμβάσεων, τίποτε από αυτά δεν είναι απαραίτητο να αναφερθεί με λεπτομέρεια εδώ. Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να σταθεί στη θέση των προκατόχων του και να γίνει ο μεταφορέας, το άδειο δοχείο που θα μεταφέρει αυτή την πολιτική στην Ελλάδα. Επέλεξε να στηθεί δηλαδή στη σειρά των απρόσωπων ενδιάμεσων που χρησίμευσαν ως αναλώσιμοι διεκπεραιωτές αυτής της πολιτικής. Αυτό γίνεται μόνο με έναν τρόπο: όπως και πριν. Λέγοντας πως όσοι διαφωνούν είναι ανεύθυνοι και δεν έχουν προτάσεις, εξηγώντας πως έχεις δει τις διαπραγματεύσεις από κοντά και οι άλλοι είναι αφελείς, και σε λίγο κοπανώντας. Ασκώντας δηλαδή φυσική βία σε διαδηλωτές, μόλις υπάρξουν μαζικές διαδηλώσεις. Κι έτσι, επιστρέφουμε σε έννοιες πιο θεμελιώδεις από το τι είπε κάποιος για το ένα ή το άλλο ειδικό ζήτημα. Επιστρέφουμε στο ότι ο ηγεμόνας (σπουδαίος ή περαστικός, δεν έχει σημασία) οφείλει να κρατήσει την εξουσία εξαπατώντας, και ο κόσμος αναγνωρίζει μόνο την ισχύ, δεν κόπτεται για την εξαπάτηση. Και πως οι κωλοτούμπες γίνονται πάνω από μαχαίρια, που θα πει ότι αυτή η ισχύς δεν κρατάει πολύ. Ως γνωστόν, τα μνημόνια καταπίνουν κόμματα και, όσο επιδέξιος και αν είναι ο ακροβάτης, οι τούμπες πάνω από μαχαίρια είναι κακή συνήθεια.