*Μια που η διάκριση μεταξύ πρόσφυγα και μετανάστη ξαναγίνεται κρίσιμη για τη μοίρα πολλών συνανθρώπων μας, επαναφέρουμε το άρθρο του Κωνσταντίνου Πουλή από το 2016
Ένας κρατούμενος που εργάζεται σε ένα κινέζικο εργοστάσιο/στρατόπεδο εργασίας βάζει μέσα σε ένα κουτί από στολίδια για το Χαλοουίν ένα γράμμα όπου περιγράφει τις συνθήκες της ζωής του. Μια γυναίκα από το Όρεγκον ανοίγει το κουτί, που το αγοράζει στα Kmart για να στολίσει το σπίτι της, και έρχεται σε επαφή με μια ιστορία που αμφισβητήθηκε, αλλά είναι αληθινή και είναι συνταρακτική, παρότι είναι ταυτοχρόνως πολύ κοινή. Οι εργαζόμενοι εκεί δουλεύουν 15 ώρες την ημέρα χωρίς ρεπό και αργίες, με ημερομίσθιο 1,61 δολάρια. Ο ετήσιος τζίρος από αυτό το στρατόπεδο εργασίας ήταν 16 εκατομμύρια δολάρια όταν ξέσπασε το σκάνδαλο. Η απάντηση της Kmart ήταν η στερεότυπη, πως δεν γνώριζαν ότι η παραγωγή γίνεται σε αυτές τις συνθήκες. Στην Κίνα φυλακισμένοι ήταν υποχρεωμένοι μετά την καταναγκαστική εργασία, όπου έσπαγαν πέτρες και έσκαβαν όλη μέρα, να παίζουν παιχνίδια στον υπολογιστή για να κερδίζουν όπλα για προχωρημένες πίστες του παιχνιδιού, τα οποία μετά οι φύλακες πωλούσαν στο ίντερνετ. Οι φυλακισμένοι αναγκάζονταν να το κάνουν αυτό μέχρις εξαντλήσεως και κακοποιούνταν αν αποτύγχαναν. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος πιτσιρικάς στο Τέξας παίζει ένα παιχνίδι και θέλει να περάσει στην επόμενη πίστα κάπως άκοπα και αυτή τη δυνατότητα του την παρέχει ένας εξαντλημένος κρατούμενος σε κινεζικές φυλακές. Ή του παρέχει στολίδια για πάρτι μασκέ.
Η εταιρεία Νεστλέ έχει καταδικαστεί γιατί στις φυτείες στα κακαόδεντρα στην Ακτή Ελεφαντοστού και στα ψαράδικα στην Ταϊλάνδη δουλεύουν παιδιά που έχουν υπάρξει θύματα τράφικινγκ και εργάζονται δεκατέσσερις ώρες τη μέρα, στην πράξη σχεδόν χωρίς αμοιβή. Στις φυτείες εργάζονται 2,12 εκατομμύρια παιδιά, δηλαδή διπλάσια από την προηγούμενη χρονιά. Οι εταιρείες βεβαίως γνωρίζουν την κατάσταση, αρχικά δηλώνουν σοκαρισμένες, μετά υπόσχονται ότι θα την αντιμετωπίσουν και μετά δεν κάνουν τίποτα. Α, όχι τίποτα, η Νεστλέ συνεργάζεται με 280 ΜΚΟ σε προγράμματα διατροφής για παιδιά, γιατί υπάρχει και ένα παράλληλο σκάνδαλο με το μητρικό γάλα. Ο πρωθυπουργός στην Ακτή Ελεφαντοστού είχε ενημερώσει τις εταιρείες ότι θα έπρεπε να πληρώνουν δεκαπλάσια χρήματα, αν η παραγωγή δεν γινόταν σε συνθήκες δουλείας. Αυτό είναι το κακάο που πίνουμε και η σοκολάτα που τρώμε.
Θέλουμε επίσης ρούχα που να είναι της μόδας και να είναι φτηνά, αν είναι δυνατόν να είναι μάρκας και να κοστίζουν κάποτε λιγότερο από 5 δολάρια! Ο διευθυντής της H&M είναι ο 28ος πιο πλούσιος άνθρωπος στον κόσμο, της Ζάρα ο τέταρτος, αλλά οι εργαζόμενοι που τα ράβουν είναι σκλάβοι. Ο Τζον Όλιβερ αφιέρωσε μια εκπομπή σε αυτό το θέμα, συγκεντρώνοντας τις πληροφορίες που αναφέρθηκαν παραπάνω και ακόμη την πληροφορία ότι αυτό το ήξεραν οι εταιρείες GAP και Nike, γιατί το σκάνδαλο είχε ξεσπάσει ήδη από το 1990, ξανά το 2000, ξανά το 2007, το 2010, μετά πάλι το 2013, και πάντα η GAP παρίστανε την έκπληκτη. Για την εκπομπή αυτή ένας αρθρογράφος του Forbes εξηγούσε ότι ο Όλιβερ είναι ηλίθιος, γιατί δεν καταλαβαίνει ότι αυτό θα πει να είσαι φτωχός, ότι ζεις σε φτωχή χώρα με χαμηλό μισθό. Φταίει, λέει, απλώς η χαμηλή παραγωγικότητα. (Σας θυμίζει κάτι;) Θα επανέλθω στα λόγια του.
Αυτό βεβαίως δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Κάπως έτσι γεννιέται η βιομηχανική κοινωνία. Οι Αφρικανοί που μεταφέρθηκαν ως σκλάβοι σχετίζονται με την αύξηση της ζήτησης που υπήρχε για πέντε προϊόντα που δεν παράγονταν επαρκώς στη Δύση: καφέ, τσάι, κακάο, ζάχαρη και καπνό. Προϊόντα που ήταν αρχικά απρόσιτα στους φτωχούς και για τα οποία εισήχθησαν 1,5 εκατομμύριο σκλάβοι, που έκαναν τη ζάχαρη προσιτή στα κατώτερα στρώματα. (Th. Crump, A Brief History of How the Industrial Revolution Changed the World, σ. 166-7). Κατά τον Μεσαίωνα, η ζάχαρη ήταν πολυτέλεια. Χρειάστηκαν οι μεγάλες φυτείες ζαχαροκάλαμου στην Αμερική, προκειμένου να ξεκινήσουν οι Ευρωπαίοι να προσθέτουν στο διαιτολόγιό τους τούρτες, μπισκότα, σοκολάτες και καραμέλες. Ο καπιταλισμός γεννήθηκε χέρι χέρι με το δουλεμπόριο. Επειδή δεν υπήρχε μεγάλη προθυμία για τη δουλειά στις φυτείες όπου οι εργαζόμενοι πέθαιναν από ελονοσία, από τον 16ο μέχρι τον 19ο αιώνα μεταφέρθηκαν στην Αμερική δέκα εκατομμύρια σκλάβοι (Y. N. Harari, Sapiens, Μια σύντομη ιστορία του ανθρώπου, σ. 341).
Αυτή είναι η ιστορία της «ελεύθερης αγοράς». Η ουσία της είναι αυτή η καταγωγική ανισότητα. Και αυτή την ανισότητα την ανεχόμαστε ακόμη και σήμερα. Ο μέσος δυτικός θεωρεί ότι αυτή η κατάσταση είναι μια χαρά. θέλει έναν δούλο για το παντελόνι του, έναν για τον καφέ του, έναν για το κινητό και τον υπολογιστή του, και έναν πολύ ψηλό φράχτη για να μην έρχονται οι δούλοι και διεκδικούν καλύτερη ζωή. Με το καλό. Είναι πολύ λογικό. Και να έχεις δούλους, και να θέλεις να μένουν στο κλουβί τους. Αλλά δεν μένουν. Και δεν έχουν κανέναν λόγο να μείνουν. Είναι επίσης πολύ λογικό, να λες σιγά σιγά ότι θέλεις να πυροβολούνται, αν χρειαστεί.
Εκδηλώνεται τον τελευταίο καιρό μεγάλη ανησυχία «αποκλειστικά για πρόσφυγες», λες και ο μετανάστης κινδυνεύει για την πλάκα του. Λες και πρέπει ο άλλος να έχει τρύπες από σφαίρες στην πλάτη του, για να καταλάβουμε γιατί φεύγει. Η ακαταμάχητη αλήθεια της σημερινής συνθήκης είναι πως όταν η ανισότητα είναι τόσο συντριπτική, θα έρθει η στιγμή που όσο ψηλά και αν είναι τα τείχη, ο άλλος θα θελήσει να τα περάσει και να αναζητήσει καλύτερη μοίρα. Μέσα στη συζήτηση των ημερών για τα γεωπολιτικά, έχω αυτόν τον προβληματισμό: είναι τόσο φυσιολογικό ότι ξαφνικά συμμεριζόμαστε κι εμείς, μάλιστα και η παρά λίγο αριστερή κυβέρνησή μας, τη διάκριση μεταξύ προσφύγων και μεταναστών σε ηθικό επίπεδο; Υποτίθεται στο όνομα της νομικής προστασίας των προερχόμενων από εμπόλεμες ζώνες, στην πράξη όμως υποβιβάζοντας τους λόγους για τους οποίους μετακινούνται άνθρωποι από χώρες που δεν δίνουν δικαίωμα διεκδίκησης ασύλου. Δηλαδή σκεφτόμαστε όλους αυτούς τους ανθρώπους και τους λέμε ότι δυστυχώς μας συγκινούν μόνο αυτοί που έχουν θραύσματα από οβίδες στο κεφάλι. Όχι οι υπόλοιποι. Και αυτό είναι φυσιολογικό, είναι μια νέα κανονικότητα.
Δεν πρόκειται για το πόσοι είναι οι μετανάστες στην Ελλάδα από τέτοιες χώρες (π.χ. Μπαγκλαντές, Πακιστάν, Ινδία, Φιλιππίνες), πρόκειται για τη βαθύτερη πηγή του προβλήματος: την ανισότητα. Εις ό,τι με αφορά, θεωρώ εντελώς φυσιολογικό και αναμενόμενο, ότι σε συνθήκες τέτοιας εξωφρενικής, απάνθρωπης ανισότητας, οι κολασμένοι έχουν κάθε δικαίωμα να αναζητήσουν καλύτερη τύχη. Απαντώ, δηλαδή, στον αρθρογράφο του Φορμπς, ότι αυτοί οι φτωχοί άνθρωποι από φτωχές χώρες δεν έχουν κανέναν λόγο να ζουν χειρότερα από τον ίδιο. Υπάρχει μια μακρά δουλοκτητική παράδοση από την οποία εκείνος ωφελείται προκειμένου να φοράει μανικετόκουμπα και να μας εξηγεί ότι του αξίζει ο πλούτος του.
Είναι απολύτως εύλογο να μας συγκινεί το δράμα των προσφύγων. Δεν υπάρχει μόνο πόλεμος, όμως, υπάρχει και ανισότητα. Τόσο αδιανόητη, που κάποια στιγμή το φράγμα σπάζει. Και όσους φράχτες κι αν χτίσει η Δύση, αυτό θα χρειαστεί κάποια στιγμή να το αντιμετωπίσει.