του Θάνου Καμήλαλη
Η Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, γνωστή και ως Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), υπεγράφη στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950 κι έχει υιοθετηθεί από όλα τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Περιλαμβάνει το σύνολο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που θεωρούνται ως βασικά και αναφαίρετα, όπως μεταξύ άλλων, την ελευθερία της σκέψης, το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και την απαγόρευση της δουλειάς και καταναγκαστικής εργασίας. Στη βάση της ιδρύθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η ΕΣΔΑ έγινε επίσημα νόμους του ελληνικού κράτους το 1974 (Ν.Δ. 53/1974)
Στο άρθρο 10 η ΕΣΔΑ διακηρύσσει το δικαίωμα στην ελευθερία της Έκφρασης. Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 τονίζει ότι «αυτό το δικαίωμα περιλαμβάνει την ελευθερία της γνώμης, καθώς και της λήψης και μετάδοσης πληροφοριών και ιδεών χωρίς παρέμβαση από δημόσια αρχή και ασχέτως συνόρων». Μάλιστα, σύμφωνα με την ΕΣΔΑ, η ελευθερία αυτή δεν είναι ανεξέλεγκτη και οι περιορισμοί της διατυπώνονται στη συνέχεια. Η παράγραφος 2 του άρθρου 10 αναφέρει: «Η ενάσκηση αυτών των ελευθεριών, καθώς συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες, μπορεί να υπόκειται σε διατυπώσεις, όρους και περιορισμούς ή κυρώσεις εφόσον αυτές περιγράφονται στον νόμο και είναι αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία για λόγους εθνικής ασφάλειας, εδαφικής ακεραιότητας ή δημόσιας ασφάλειας, για την αποτροπή εκτροπής ή του εγκλήματος, για την προστασία της υγείας και των ηθών, για την προστασία της υπόληψης ή των δικαιωμάτων των άλλων, για την αποτροπή της κοινοποίησης πληροφοριών που συλλέχθησαν με εμπιστευτικότητα, ή για την προστασία του κύρους και της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας.»
Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η απαγόρευση δημοσιογράφων στα hotspots δικαιολογείται με την παράγραφο 2, λόγω κάποιου από τους περιορισμούς που αυτή θέτει. Σε αυτό το σημείο υπάρχουν δύο προβλήματα για την κυβέρνηση. Το πρώτο είναι ότι η ΕΣΔΑ αναφέρεται ρητά σε νομοθετήματα («περιορισμούς ή κυρώσεις εφόσον αυτές περιγράφονται στον νόμο»), ενώ ο κ.Μουζάλας γνωστοποίησε την απόφαση του μέσω ενός απλού δελτίου Τύπου. Οι δημοσιογράφοι δηλαδή, έχουν το δικαίωμα πρόσβασης στα hotspots, όσο δεν υπάρχει κάποιος νόμος που να τους το απαγορεύει. Υποθετικά, αυτό το κενό θα μπορούσε να λυθεί μέσω μιας ψηφοφορίας στη Βουλή, ωστόσο είναι εξαιρετικά αμφίβολο ποιοι και πόσοι βουλευτές θα θελήσουν να τοποθετηθούν υπέρ ενός τέτοιου νομοσχεδίου
Ακόμα όμως και αν η κυβέρνηση είναι πρόθυμη να φέρει ένα τέτοιο νομοθέτημα στη Βουλή και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία πρόθυμη να το υποστηρίξει, παραμένει θολό με ποια αιτιολογία θα μπορούσε να δικαιολογήσει την ενέργεια της. Η επίσημη αιτιολογία είναι ότι η απόφαση πάρθηκε μετά από «αιτήματα των εργαζομένων στα κέντρα» που θέλουν «να παραμείνουν για εύλογο χρονικό διάστημα απερίσπαστοι στο έργο τους». Τέτοια αιτήματα όμως δεν προβλέπονται πουθενά ως αποδεκτοί περιορισμοί της ελευθερίας του Τύπου.
Παρομοίως «θολή» ήταν και η εξήγηση που έδωσε στη χθεσινή του τηλεοπτική συνέντευξη στο Star ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, που δικαιολόγησε την απαγόρευση, κάνοντας λόγο για αρνητικά δημοσιεύματα των ΜΜΕ, τα οποία απειλούν να εμποδίσουν το ρεκόρ που κυνηγάει η Ελλάδα στον τουρισμό το 2016. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο το αν τα ΜΜΕ έχουν λειτουργήσει αρνητικά στο ζήτημα του προσφυγικού, δεδομένου του πόσο ανέδειξαν το μέγεθος του προβλήματος και της αλληλεγγύης στην Ελλάδα. Είναι επίσης αμφίβολο αν οι παραπάνω εξηγήσεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν ζητήματα «εθνικής ή δημόσιας ασφάλειας».
Πιθανόν η απαγόρευση να είναι για ελάχιστες μέρες, μέχρι τα hotspots να φτάσουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Πιθανόν η ανάμειξη των δημοσιογράφων όντως να δυσκολέψει σε περιπτώσεις την προσπάθεια των εργαζομένων στα κέντρα, η ακόμα και η είσοδος συγκεκριμένων ΜΜΕ να παράξει υπερβολικά, συκοφαντικά ακόμη δημοσιεύματα. Με βασικές ανθρώπινες ελευθερίες όμως, όπως αυτές της Έκφρασης και του Τύπου είναι επικίνδυνο να κάνουμε εκπτώσεις…