της Νεφέλης Τσιάπου

«Οι ψαράδες αποδέχονται ό,τι προέρχεται από τη θάλασσα. Γι' αυτό το λόγο όλοι θα έπρεπε να γίνουμε ψαράδες», εξομολογήθηκε ο τοπικός γιατρός της Λαμπεντούζα.
 

Μέσα σε 10 χρόνια, η Λαμπεντούζα έχει δεχτεί πάνω από 450.000 πρόσφυγες ενώ χιλιάδες είναι αυτοί που άφησαν τη τελευταία τους πνοή προσπαθώντας να φτάσουν στο νησί. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ΟΗΕ, το τελευταίο χρόνο στην Ιταλία έχουν φτάσει 20.000 πρόσφυγες.
 
Ένα ιδιαίτερα μικρό νησί, με μόλις 4,500 κατοίκους και συνολική έκταση 20,2 τ.χλμ έμελλε να αντιμετωπίσει μεγάλες προσφυγικές ροές. Oι εκατοντάδες νεκροί στη Λαμπεντούζα, τον Οκτώβριο του 2013, ήταν ένα πρώτο σοκ για τις ευρωπαϊκές συνειδήσεις, αφού μέσα σε λίγες μέρες 300 πρόσφυγες έχάσαν τη ζωή τους.
 

Φωτιά στη Θάλασσα
 

Το ντοκιμαντέρ του Τζιαφράνκο Ρόζι, «Φωτιά στη θάλασσα» προσπαθεί να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το δράμα αυτών των προσφύγων αλλά και τη ζωή των κατοίκων της Λαμπεντούζα.
 
«Προτού πάω στη Λαμπεντούζα, το νησί σήμαινε και για μένα μονάχα αριθμούς από τις ειδήσεις: 250 πνιγμένοι σήμερα, εξήντα αγνοούμενοι χθες…», είχε δηλώσει ο Τ. Ρόζι κατά τη συνέντευξη τύπου που παραχώρησε στην Αθήνα.
 
«Δεν πιστεύω ότι μία ταινία ή ένα βιβλίο μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Μπορεί, όμως, να οδηγήσει στη συνειδητοποίηση. Η ταινία δεν είναι πολιτική ταινία, αλλά ενέχει το στοιχείο του πολιτικού», λέει ο ίδιος ο σκηνοθέτης.
 
Από τη μία πλευρά είναι η ζωή των κατοίκων. Είναι οι κάτοικοι που συνεχίζουν κανονικά τη ζωή τους, ατάραχοι. Από την άλλη πλευρά, βρίσκονται οι «αριθμοί» που καταφτάνουν συνεχώς στο νησί.
 
«Το ζήτημα είναι πως όλοι αυτοί είναι άνθρωποι και όχι αριθμοί ή δεδομένα. Βούλησή μου ήταν να περιγράψω τους κατοίκους του νησιού, να δώσω ταυτότητα σε αυτούς τους ανθρώπους», τόνισε ο Τζιανφράνκο  Ρόζι.

Η προσέγγισή του χωρίζει, επί της ουσίας, το φιλμ σε δύο μέρη, τα οποία ωστόσο εξελίσσονται ταυτόχρονα.
 

 Αυτές οι δυο ιστορίες δεν συναντιούνται ποτέ. Εξαίρεση μόνο ο γιατρός του νησιού, ο οποίος φροντίζει τόσο τους πρόσφυγες όσο και τους ντόπιους. Χαρακτηριστικά ο ίδιος δηλώνει ότι κάθε φορά που βλέπει έναν νεκρό πρόσφυγα, υποφέρει σα να είναι η πρώτη φορά.
 
Ο διαχωρισμός αυτός μπορεί να ερμηνευτεί με δύο τρόπους:
 
  • Η θετική στάση των κατοίκων προς τους πρόσφυγες, οι οποίοι δεν  τους αντιμετωπίζουν ρατσιτικά αλλά αντιθέτως συνεχίζουν τη ζωή τους κανονικά. Δεν θεωρούν πως ο ερχομός αυτών των ανθρώπων στο νησί, θα τους εμποδίσει να εργαστούν, να κάνουν τις δουλειές τους, να πάνε στο σχολείο. Δεν υπάρχει μερίδα των κατοίκων που να θέλει αυτοί οι άνθρωποι να φύγουν. 
  • Η αντίθεση μεταξύ των κατοίκων – ρόλων, οι οποίοι βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τους πρόσφυγες – αριθμούς. Οι πρώτοι έχουν προσωπικότητα, νεύρα συναισθήματα ενώ οι δεύτεροι είναι μία μάζα που μεταφέρεται, χωρίς ταυτότητα, χωρίς όνομα.
     
Το ντοκιμαντέρ δείχνει με έντονο και ρεαλιστικό τρόπο το πως ταξιδεύουν οι πρόσφυγες. Το ταξίδι τους είναι μεγάλο, αφού οι ίδιοι παλεύουν με τα κύμματα για περίπου εφτά μέρες. Τα πλοιάρια είναι στενά και τρίπατα.

Ένας πρόσφυγας μιλάει στην κάμερα και εξομολογείται ότι για να ταξιδέψει κάποιος στην πάνω – πρώτη- θέση, πρέπει να πληρώσει 1500 δολάρια. Εάν δεν έχει τόσα, δίνει 1000 δολάρια και ταξιδεύει στο δεύτερο πάτωμα, Τα παράθυρα εκεί είναι λιγοστά. Ωστόσο υπάρχει και το τρίτο πάτωμα, όπου οι συνθήκες είναι άθλιες. Εκεί, ο κόσμος δίνει 700 δολάρια. Το οξυγόνο είναι σχεδόν ανύπαρκτο ενώ μεγάλο ποσοστό των επιβατών παθαίνει ασφυξία και πεθαίνει πριν φτάσει στο νησί.
 

«Βοηθήστε μας, σας εκλιπαρούμε, πνιγόμαστε». Η ταινία δείχνει το λιμενικό να κάνει μεγάλες προσπάθειες να σώσει τον κόσμο από το πλοιάριο. Δυστυχώς όμως, πολλοί εξ αυτών ήταν ήδη νεκροί… Οι ίδιοι μαζεύουν τις σωρούς και τις πηγαίνουν στα αμπάρια του πλοίου.
 

«Τόποι μοναδικοί»

 
Ο ίδιος κατά την ομιλία του εκτίμησε  ότι η Λαμπεντούζα και η Λέσβος βρίσκονται στην ίδια κατάσταση, «αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τις προσφυγικές ροές. Είναι δύο τόποι μοναδικοί».

Εδώ να αναφέρουμε ότι πριν περίπου ένα μήνα, οι δήμαρχοι της Λέσβου, της Λαμπεντούζα και της Βαρκελώνης, υπέγραψαν σύμφωνο συνεργασίας για την υποδοχή και περίθαλψη των προσφύγων, αναγνωρίζοντας την κοινή μοίρα που ενώνει το ανθρωπιστικό πνεύμα και τις κοινωνίες των λαών αυτής της γεωγραφικής περιοχής.
 

Ακόμη ο Ρόζι υπογραμμίζει ότι ενώ  τα τείχη και τα φράγματα πέφτουν, υπάρχουν σύνορα και φράγματα «νοητά». «Μόνη της η κάθε χώρα έπρεπε να αποφασίζει για τόσο σημαντικά πράγματα», συνεχίζει λέγοντας ο σκηνοθέτης.

 

«Στο προσφυγικό ζούμε την ήττα της Ευρώπης»


«Η Ευρώπη δεν συνειδητοποίησε το πρόβλημα. Επέλεξε και πάλι να χρησιμοποιήσει τον όρο “έκτακτη ανάγκη”. Προτείνω να καταργηθεί ο όρος κρίση, γιατί ενθαρρύνει την υιοθέτηση προσωρινών μέτρων, ενώ το ζήτημα θα έπρεπε να εξεταστεί σε μακροπρόθεσμη βάση. Η λύση θα έπρεπε να είναι ευρωπαϊκή. Αυτό δεν συνέβη και έτσι έχουμε μια ήττα της Ευρώπης» είπε μεταξύ άλλων ο σκηνοθέτης της ταινίας «Φωτιά στη Θάλασσα», κάνοντας κριτική στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης από την Ευρώπη.


Η Μέρκελ και το DVD
 

 «Αρχικά ο Ρέντσι με πήρε τηλέφωνο, αμέσως μετά τη Χρυσή Άρκτο, για να με συγχαρεί», είπε χαρακτηριστικά ο Ρόζι. «Το θεώρησα μια φυσική πρωθυπουργική χειρονομία προς έναν καλλιτέχνη που έφερνε στη χώρα ένα μεγάλο βραβείο.
 
«Όταν, όμως, μερικές μέρες αργότερα με πήραν από το γραφείο του και μου ζήτησαν ένα DVD για τη σύνοδο κορυφής, αρνήθηκα. «DVD δεν δίνω, αν θέλετε να οργανώσετε προβολή σε αίθουσα, ευχαρίστως να σας βοηθήσω». Και μετά είδα ξαφνικά σε εφημερίδες φωτογραφίες με τη Μέρκελ να κρατάει την ταινία μου, κατάλαβα ότι είχε δώσει τα DVD η τηλεόραση της RAI, που είναι παραγωγός μου. Τα ’χασα. Ομολογώ ότι δεν μπορώ να φανταστώ τη Μέρκελ μπροστά σε ένα λάπτοπ να βλέπει την ταινία μου. Η “Φωτιά στη θάλασσα” ανήκει, όμως, πια σε όλους, ακόμα και για να χρησιμοποιηθεί για πολιτικούς σκοπούς», κατέληξε ο ίδιος.

Μία πρώτη προβολή του «Φωτιά στη Θάλασσα» πραγματοποιήθηκε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στις 5 Απριλίου (σε συνεργασία με τις Νύχτες Πρεμιέρας). Η ταινία θα κυκλοφορήσει στις κινηματογραφικές αίθουσες την Πέμπτη 14 Απριλίου.