Σύμφωνα με την Κριστίν Λαγκάρντ ο στόχος που έχει υποσχεθεί η Ελλάδα πέρυσι τον Ιούλιο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018 είναι ανέφικτος, ενώ ακόμα και αν επιτευχθεί αυτό θα γίνει με προσωρινά οριζόντια μέτρα και χωρίς την δυνατότητα να διατηρηθεί. Επιπλέον υποστηρίζει ότι οι Έλληνες θα υποκύψουν στην πίεση της κοινωνίας και θα προσπαθήσουν να ελαφρύνουν το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής με την πρώτη ευκαιρία (κάτι που προφανώς είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο).

Στην επιστολή της η Λαγκάρντ υποστηρίζει ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει προτείνει έναν κόφτη που θα κάνει οριζόντια περικοπή δαπανών και θα φέρνει έκτακτους φόρους σε περίπτωση που δεν θα πιάνονται οι στόχοι αλλά το ΔΝΤ θεωρεί ότι αφενός κάτι τέτοιο θα διαλύσει τις δημόσιες υπηρεσίες και αφετέρου ότι δεν θα λειτουργήσει. Χαρακτηριστικά φέρεται αν λέει «η Ελλάδα έχει νομοθετήσει μια ντουζίνα τέτοιων μηχανισμών στο παρελθόν που εν πολλοίς δεν λειτούργησαν».

Όσον αφορά το χρέος, το ΔΝΤ φαίνεται αποφασισμένο να συμμετάσχει σε ελληνικό πρόγραμμα μόνο αν η ευρωπαίοι ηγέτες (γιατί το ΔΝΤ δεν αναδιαρθρώνει ποτέ το δικό του χρέος) αποφασίσουν να «συμβιβαστούν». Σύμφωνα με την Λαγκάρντ το Ταμείο έχει κάνει όλους τους δικούς της συμβιβασμούς αφήνοντας τις δομικές μεταρρυθμίσεις που ζητάει για το μέλλον.

Η επιστολή δείχνει την πραγματική κατάσταση που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα την Δευτέρα. Προφανώς μετά από αυτό το κείμενο ούτε ο Ολάντ δεν πρόκειται να είναι αισιόδοξος για συμφωνία. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε 3 σημεία γίνεται αναφορά για «επείγουσα ανάγκη» κάτι που δείχνει ότι Ελλάδα και Ευρώπη φαίνεται να καίγονται για το κλείσιμο της αξιολόγησης εξαιτίας είτε της ρευστότητας της Ελλάδας είτε του επερχόμενου δημοψηφίσματος στην Βρετανία για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ακολουθεί ολόκληρη η επιστολή που διέρρευσαν οι FT μεταφρασμένη ανεπίσημα:

Αγαπητέ ΧΧΧΧ

Οι συζητήσεις μεταξύ Ελλάδας και Θεσμών έχουν προοδεύσει τις τελευταίες εβδομάδες αλλά παραμένει σημαντικό κενό να γεφυρωθεί πριν να έρθουμε σε συμφωνία που θα περιλαμβάνει το ΔΝΤ κάτω από ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα. Νομίζω ότι έχει έρθει η ώρα να ξεκαθαρίσω την θέση μας και να εξηγήσω τους λόγους που πιστεύουμε ότι συγκεκριμένα μέτρα, αναδιάρθρωση του χρέους και οικονομικά πρέπει να συζητηθούν ταυτόχρονα. Συγκεκριμένα χρειάζεται διευκρίνηση προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι αβάσιμες κατηγορίες ότι το ΔΝΤ δεν είναι ευέλικτο, ζητάει νέα αχρείαστα δημοσιονομικά μέτρα και -ως αποτέλεσμα- προκαλεί καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις και στην εκταμίευση των κεφαλαίων που απαιτούνται επειγόντως.

Καταρχάς, μαζί με τους άλλους θεσμούς έχουμε διαπραγματευτεί με καλή την πίστη με τους Έλληνες εταίρους για ένα πακέτο δημοσιονομικών μέτρων ύψους 2,5% του ΑΕΠ -που είναι κοντά στο να κλείσει- το οποίο κατά την άποψή μας είναι αρκετό για να επιτευχθεί ο στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος 1,5% του ΑΕΠ το 2018. Η εκτίμησή μας βασίζεται σε ρεαλιστικές υποθέσεις σύμφωνα με τα ελληνικά στοιχεία, το διεθνές οικονομικό περιβάλλον και τα τελευταία δεδομένα της Eurostat.

Κατά δεύτερον, ο στόχος αυτός υπολείπεται της υπόσχεσης που έδωσε η Ελλάδα στους εταίρους της πέρυσι τον Ιούλιο – δηλαδή ότι θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018. Αν οι Ευρωπαίοι αποφασίσουν να κρατήσουν αυτό τον στόχο για την Ελλάδα θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε μια επιπλέον προσπάθεια για να φτάσουμε προσωρινά σε αυτό το στόχο, παρόλο που αυτός είναι υψηλότερος από αυτόν που θεωρούμε οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμο μακροπρόθεσμα (βλέπε παρακάτω).

Ωστόσο, ας μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η επίτευξη αυτού του στόχου δεν θα είναι μόνο πολύ δύσκολη αλλά πιθανώς θα είναι και αντιπαραγωγική. Η δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας έχει αποτύχει στο παρελθόν σε σχέση με αυτό που απαιτούταν εξαιτίας της έλλειψης δομικών μεταρρυθμίσεων που θα υπογράμμιζαν την προσπάθεια προσαρμογής. Δεν πιστεύουμε ότι είναι εφικτό να επιτευχθεί 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα που θα βασίζεται στους ήδη πολύ υψηλούς φόρους που επιβάλλονται σε μικρή βάση, στην περικοπή των υπερβολικών διακριτικών δαπανών και βασιζόμενοι σε εφάπαξ μέτρα όπως έχει προταθεί τις τελευταίες εβδομάδες. Η επιπρόσθετη προσαρμογή για εύρεση 2% επί του ΑΠΕ θα είναι αξιόπιστη μόνο αν βασίζεται σε μακροπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις του δημόσιου τομέα, κυρίως από τι συντάξεις και το φορολογικό σύστημα.

Δυστυχώς, ο μηχανισμός «κόφτη» που προτείνει η Ελλάδα δεν περιλαμβάνει τέτοιες μεταρρυθμίσεις. Αντίθετα οι αρχές έχουν προσφέρει να κάνουν βραχυπρόθεσμες οριζόντιες περικοπές δαπανών που έχουν ήδη συμπιεστεί σε βαθμό που η ίδια η λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών έχει τεθεί σε σοβαρό κίνδυνο – οι παροδικές μειώσεις στις συντάξεις και στους μισθούς δεν έχουν υποστηριχθεί από θεμελιώδεις παραμετρικές μεταρρυθμίσεις, βασισμένες στις παρελθοντικές αποδόσεις, και τέτοια Ad hoc μέτρα δεν είναι αξιόπιστα, αλλά εκτός αυτού είναι και ανεπιθύμητα αφού προσθέτουν αβεβαιότητα και αποτυγχάνουν να επιλύσουν τις υπάρχουσες ανισότητες. Θα προσθέσω επίσης ότι η Ελλάδα έχει νομοθετήσει καμιά δωδεκαριά τέτοιους μηχανισμούς ελέγχου στο παρελθόν τα οποία σε μεγάλο βαθμό δεν έχουν λειτουργήσει.

Τρίτον, κοιτώντας μπροστά, δεν περιμένουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να διατηρήσει ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% για τις επερχόμενες δεκαετίες. Μόνο λίγες ευρωπαϊκές χώρες έχουν καταφέρει κάτι τέτοιο, υποστηριζόμενες από ισχυρή κοινωνική υποστήριξη κάτι που δεν συμβαίνει στην Αθήνα. Θα ήταν μη ρεαλιστικό να περιμένουμε οι μελλοντικές κυβερνήσεις να δέχονται πίεση για ελάφρυνση της δημοσιονομικής πολιτικής με τους πολιτικούς κύκλους που θα εκτείνονται στο μέλλον. Η πρόσφατη εμπειρία – όταν η πρώτη κεντροδεξιά κυβέρνηση και μετά η κεντροαριστερή κυβέρνηση υπέκυψαν γρήγορα στις πιέσεις για χαλάρωση όταν επιτεύχθηκε ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα- μας προειδοποιεί ώστε να μην κάνουμε τέτοιες εξαιρετικές υποθέσεις στην περίπτωση της Ελλάδας. Κατά την άποψή μας η διατήρηση ενός πρωτογενούς πλεονάσματος του 1,5% του ΑΠΕ για το μέλλον μπορεί να επιτευχθεί στο πλαίσιο ενός επιτυχημένου προγράμματος ισχυρής επίβλεψης των προϋπολογισμών από την Ευρώπη για τα επόμενα χρόνια.

Καταλαβαίνω τον επείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης στην Ελλάδα και την Ευρώπη ως σύνολο και ο κοινός μας στόχος είναι να συμφωνήσουμε γρήγορα σε μια λύση. Αυτό απαιτεί συμβιβασμούς από όλες τις πλευρές και έχουμε συνεισφέρει όσον μας αφορά επικεντρωνόμενοι στις προϋποθέσεις που αποτελούν το απόλυτα ελάχιστο, αφήνοντας σημαντικές δομικές μεταρρυθμίσεις για τα επόμενα στάδια. Ωστόσο προκειμένου να στηρίξουμε την Ελλάδα με μια νέα συμφωνία με το ΔΝΤ είναι ουσιώδες να υπάρχει οικονομική ελάφρυνση και ελάφρυνση χρέους για την Ελλάδα από τους ευρωπαίους εταίρους που θα βασίζεται σε ρεαλιστικούς δημοσιονομικούς στόχους και θα υποστηρίζονται από αξιόπιστα μέτρα που μπορούν να επιτευχθούν. Επιμένουμε για αυτές τις διαβεβαιώσεις σε όλα μας τα προγράμματα και δεν μπορούμε να αποκλίνουμε από τις βασικές μας αρχές για την περίπτωση της Ελλάδας. Το ΔΝΤ πρέπει να εφαρμόζει τα ίδια στάνταρτ στην Ελλάδα όπως σε όλα τα μέλη του οργανισμού μας.

Ειλικρινά,