Οι τελευταίες εφημερίδες της χρονιάς μοιάζει να βγήκαν από μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας: οι φράσεις «4η Βιομηχανική Επανάσταση» και «κλιματική αλλαγή» επαναλαμβάνονται σχεδόν υποχρεωτικά σε κάθε άρθρο για το 2020. Οι προβλέψεις, λέει μια δανέζικη παροιμία, είναι δύσκολες – ιδίως αν πρόκειται για το μέλλον. Όλες, όμως, προβλέπουν ότι το 2020 θα είναι η χρονιά δύο τουλάχιστον επαναστάσεων: της τεχνητής νοημοσύνης («4η Βιομηχανική») και της «οικολογικής μετάβασης» της παγκόσμιας οικονομίας. Πού στηρίζεται η αισιοδοξία αυτή; Και τι σχέση έχουν μεταξύ τους αυτές οι δύο «επαναστάσεις»;

Ευρωπαϊκή Πράσινη Νέα Συμφωνία  

Οι πολιτικές ηγεσίες στην Ευρώπη είναι έτοιμες: παρά τις διαφωνίες της Πολωνίας και των χωρών της Κεντρικής Ευρώπης που εξαρτώνται από το λιγνίτη, η Κομισιόν έβαλε μπροστά από τον Δεκέμβρη μια Ευρωπαϊκή Πράσινη Nέα Συμφωνία (European Green New Deal)[1]. Στόχος, η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου «ως το 2030, τουλάχιστον στο 50% με 55% σε σύγκριση με το 1990», ώστε μέχρι το 2050 να επιτευχθεί ο εκμηδενισμός των καθαρών εκπομπών («κλιματική ουδετερότητα»).

Πολλοί βιάστηκαν να πανηγυρίσουν: το ευρωπαϊκό Πράσινο New Deal περιλαμβάνει επενδύσεις 1 τρις – το «μεγαλύτερο επενδυτικό πακέτο από τότε που ιδρύθηκε η Κομισιόν». Βασικός πυλώνας του σχεδίου είναι η «Κυκλική Οικονομία» και η επαναχρησιμοποίηση των προϊόντων: ενώ η ανακύκλωση επιδιώκει ένα προϊόν να αποσυντεθεί στις πρώτες ύλες του, ώστε να φτιάξουμε από τις ύλες αυτές ένα καινούριο προϊόν, στην Κυκλική Οικονομία το προϊόν θα σχεδιάζεται από την αρχή με τρόπο που να μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθεί. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, διαβάζουμε, «θα πρέπει επίσης να προωθήσει και να επενδύσει στον αναγκαίο ψηφιακό μετασχηματισμό και σε ψηφιακά εργαλεία, καθώς αποτελούν σημαντικούς μοχλούς αλλαγών». Αλλά παράλληλα με τα νέα εργαλεία, θα αξιοποιηθούν και παλιά: η «επέκταση της ευρωπαϊκής εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών “σε νέους τομείς”». Τι πάει να πει αυτό;

Οι κυβερνήσεις και οι διακυβερνητικοί θεσμοί (όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση) διανέμουν ή πωλούν με πλειστηριασμό «άδειες» εκπομπής άνθρακα στις κυριότερες ρυπογόνες βιομηχανίες. Έτσι, μια βιομηχανία η οποία κατόρθωσε να μειώσει τις εκπομπές της, και έχει «πλεόνασμα» δικαιωμάτων εκπομπής άνθρακα, μπορεί να πωλήσει την άδειά της σε έναν άλλο ρυπαντή, που δεν κατόρθωσε να συμμορφωθεί με τις ποσοστώσεις […] Θεωρητικά, έχουμε στη διάθεσή μας ένα αποτελεσματικό και φτηνό μέσο για να περιορίσουμε τις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου […] Στην πράξη, όμως, αυτό το σύστημα επέτρεψε στις ρυπογόνες βιομηχανίες να αποκομίσουν εντυπωσιακά –και μάλιστα ανέλπιστα– κέρδη. Συνέβαλε επίσης στην υπονόμευση, συχνά με βίαιο τρόπο, των προσπαθειών των τοπικών κοινοτήτων να υπερασπιστούν την περιοχή τους και να απελευθερωθούν από την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα[2]. 

Ο πράσινος καπιταλισμός και η ψηφιακή «επανάσταση» δεν έχουν δώρα για όλους

Ένας από τους λόγους που πολλοί χασμουριούνται με τις συζητήσεις για το περιβάλλον, είναι γιατί αυτές κρύβουν συχνά περισσότερα απ’ όσα λένε. Το «πρασίνισμα», εν προκειμένω, του καπιταλισμού δεν σημαίνει γενικώς τη χρήση «καθαρής» τεχνολογίας στην υπηρεσία της φύσης: δεν είναι μια υπόθεση τεχνοκρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικών επιστημόνων. Όπως η ψηφιακή «4η Βιομηχανική Επανάσταση», έτσι και η τεχνολογική διαχείριση της κλιματικής κρίσης έχει νικητές και ηττημένους. Εδώ, στη θέση δηλαδή ότι δεν κερδίζουν όλοι, συμφωνούμε όλοι: η διαφορά είναι ότι οι σχεδιαστές του «πράσινου» μέλλοντος του καπιταλισμού θεωρούν τις συνέπειες της «μετάβασης» αντικειμενικές: αναπόφευκτες στροφές στο δρομολόγιο του τρένου της προόδου. Πρέπει να είσαι τρελός για να σκεφτείς να αντισταθείς.

Προσέξτε την ουδέτερη, άχρωμη γλώσσα στο παρακάτω απόσπασμα: μιλούν για την οικονομία, την κοινωνία και την πολιτική, και είναι σα να εκφωνούν δελτίο πρόγνωσης του καιρού:

Αισθητές μεταβολές εκτιμάται πως θα προκαλέσει στην παγκόσμια αγορά ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής. Την ερχόμενη δεκαετία αναμένεται πως η θερμοκρασία και οι εκπομπές αέριων ρύπων θα αυξηθούν, ενώ θα ανέβει και η στάθμη της θάλασσας. Αποτέλεσμα των κλιματικών μεταβολών θα είναι η αύξηση της μετανάστευσης και της φτώχειας. Λαμβάνοντας παράλληλα υπ’ όψιν ότι τα έθνη του ΟΟΣΑ έχουν δεσμευτεί να μηδενίσουν τις εκπομπές αέριων ρύπων μέχρι το 2030, οι επενδυτές αναμένεται πως θα «μεταναστεύσουν» στις οικολογικές μορφές ενέργειας. Η Bank of America (BofA) προβλέπει ότι οι μεγάλοι νικητές θα είναι οι αυτοκινητοβιομηχανίες, που κατασκευάζουν ηλεκτρικά οχήματα. Η BofA εκτιμά επίσης ότι η αγορά καθαρών μορφών ενέργειας έχει ήδη τζίρο 300 δισ. δολάρια (Reuters/Καθημερινή 29.12.2019).

Παρά τη γλώσσα του «αυτονόητου», είναι εμφανές: το «πρασίνισμα» του καπιταλισμού και η στροφή στις νέες ψηφιακές τεχνολογίες δεν θα είναι ιστορίες επιτυχίας για όλους. Ήδη από σήμερα θέτουν πολύ κρίσιμα διλήμματα: Τα εργοστάσια λιγνίτη πρέπει να κλείσουν: πού θα δουλέψουν οι απολυμένοι; Η αιολική ενέργεια είναι προτιμότερη από τα ορυκτά καύσιμα: δικαιολογεί αυτό μια περιβαλλοντική κρίση από αιολικά πάρκα; Τα ορυκτά καύσιμα πρέπει να μειωθούν: να καίμε σκουπίδια RDF, κι ας δημιουργούμε καρκίνους; Το φυσικό αέριο είναι «καθαρότερο» από το πετρέλαιο: πρέπει να επιλέξουμε ανάμεσα σε πολέμους για το πετρέλαιο και πολέμους για το αέριο; Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου πρέπει να περιοριστούν: να επιτρέψουμε στις χώρες και στις βιομηχανίες που ρυπαίνουν να αγοράζουν και να εμπορεύονται «δικαιώματα ρύπων», ώστε να εγγυόμαστε τα κέρδη των ρυπαντών; Τα Πράσινα κόμματα ανεβαίνουν στις εκλογές: τι λένε τα κόμματα αυτά για τις χαμένες θέσεις εργασίας κατά την οικολογική μετάβαση; Η κλιματική κρίση δημιουργεί πρόσφυγες: θα υπάρξει κοινωνική πολιτική για την υποδοχή των προσφύγων από το κράτος – ή θα αναλάβει τους πιο «ευάλωτους» ένας φιλάνθρωπος καπιταλισμός μέσω πιστοποιημένων ΜΚΟ;

Οι τεχνολογικές (μη) απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα κάνουν ακόμα και τους συστημικούς αναλυτές να ανησυχούν. Παράδειγμα, ο νομπελίστας οικονομολόγος Χριστόφορος Πισσαρίδης, που θυμίζει τι σήμαινε η κατάργηση του άνθρακα στον Μεσοπόλεμο:

Τρία ερωτήματα εγείρονται για τις επιπτώσεις των σημερινών ψηφιακών τεχνολογιών στην αγορά εργασίας. Θα υπάρχουν αρκετές δουλειές για τους εργαζόμενους; Πού θα βρίσκονται οι δουλειές του μέλλοντος; Θα είναι οι αμοιβές αρκετά υψηλές για να αποφύγουμε την έκρηξη της φτώχειας και των ανισοτήτων; […] Ο Κέινς μίλησε για «τεχνολογική ανεργία» και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τη δεκαετία του 1920 και τη Μεγάλη Ύφεση που ακολούθησε μια από τις βασικές αιτίες ανεργίας στη Βρετανία ήταν η κατάργηση του άνθρακα. Ο φόβος της τεχνολογικής ανεργίας παραμένει επειδή ουδείς είναι βέβαιος ότι θα συνεχίσουν να δημιουργούνται νέες δουλειές σε άλλους τομείς της οικονομίας (Project Syndicate & Οικονομικός Ταχυδρόμος/Το Βήμα, 29.12.2019).

Ο Πισσαρίδης πιστεύει ότι για την ανεργία ευθύνονται οι άνεργοι: «Το πρόβλημα», λέει, «δεν είναι ότι οι νέες τεχνολογίες δημιουργούν λίγες νέες θέσεις εργασίας, αλλά το ότι ελάχιστοι εργαζόμενοι έχουν τις δεξιότητες να καλύψουν τις θέσεις αυτές». Όμως, η υποκατάσταση εργαζομένων από μηχανές έχει τη δική της λογική. Η λογική αυτή δεν είναι «λιγότερη δουλειά, δουλειά για όλους»: είναι «υψηλή παραγωγικότητα των ρομπότ, που “δεν αυθαδιάζουν, δεν αργούν, δεν απεργούν, δεν παίρνουν άδεια, δεν θέτουν ζητήματα διάκρισης φύλου, φυλής ή ηλικίας…” («Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση είναι εδώ», Καθημερινή, 19.2.2018).

 

«Αύξηση του πληθυσμού»: η νεκρανάσταση του Μάλθους

Έχει σημασία τι πιστεύουν αυτοί που σχεδιάζουν το μέλλον της πράσινης ψηφιακής επανάστασης. Τη μετάβαση στην κυκλική οικονομία, διαβάζουμε σε ένα έντυπο του κυρίαρχου ρεύματος, επιβάλλει

η αύξηση του πληθυσμού αλλά και του πλούτου [που] καθιστά τη ζήτηση για σπάνιες πρώτες ύλες μεγαλύτερη από ποτέ, εξαντλεί τους πόρους του πλανήτη με ταχύτερους ρυθμούς από ό,τι αναπληρώνονται, και η εντεινόμενη ανεπάρκεια οδηγεί αφενός σε υποβάθμιση του περιβάλλοντος, αφετέρου στην αύξηση των τιμών των πόρων» (Καινοτομία, Έρευνα και Τεχνολογία, Μάρτιος-Μάιος 2019).

Ας σταθούμε εδώ παραπάνω: η «αύξηση του πληθυσμού» καθόλου δεν αφορά την Ευρώπη – αλλιώς η ίδια δεν θα γκρίνιαζε χρόνια τώρα για τη «γήρανση» του πληθυσμού της και την «υπογεννητικότητα». Ας ξανασκεφτούμε: η «αύξηση του πληθυσμού» είναι «επιχείρημα» τόσο για να υποστηριχθεί η λήψη οικολογικών μέτρων (βλ. παραπάνω), όσο όμως …και για να μην υποστηριχθεί. Τον Αύγουστο του 2019, όταν ο Αμαζόνιος γινόταν στάχτη, ο Μπολσονάρο άφηνε τους ανήσυχους με το στόμα ανοιχτό: Φοβάστε για το περιβάλλον; «Τότε να τρώτε λιγότερο. Μιλάτε για περιβαλλοντική μόλυνση. Τότε να χέζετε μέρα παρά μέρα».

Εκεί όπου τάχα φταίει «ο πληθυσμός, που αυξάνεται», και που τρώει (και αφοδεύει…) υπερβολικά, στριφογυρνά δικαιωμένος στον τάφο του ο Άγγλος αιδεσιμότατος Τόμας Μάλθους. Στο μακρινό 1798, ήταν αυτός που υποστήριζε ότι, αν δεν ελεγχθεί ο πληθυσμός, έχει την τάση να αυξάνεται φυσικά με ρυθμό 1, 2, 4, 8, 16…, ενώ τα τρόφιμα με αριθμητική πρόοδο (1, 2, 3, 4, 5…). Το 1803 επανερχόταν: «ο πληθυσμός θα υπερβαίνει τα μέσα συντήρησης σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι σήμερα». Κι ενώ ήδη από το 1803 η διδασκαλία αυτή είχε αποδειχθεί αστήρικτη και άνευ αξίας, η ιδεολογική αξία της ήταν μεγαλύτερη από την επιστημονική, ώστε να μην εγκαταλειφθεί.

«Όλα τα κρίσιμα προβλήματα της αστικής κοινωνίας και του κόσμου οφείλονται στην υπεραναπαραγωγή των φτωχών – κάτι που σημαίνει ότι η προσπάθεια αρωγής τους θα επιδείνωνε άμεσα την κατάσταση, δεδομένης της εγγενούς τάσης τους προς τη φαυλότητα και τη δυστυχία»: αυτός είναι ο πυρήνας της θεωρίας του Μάλθους. Και η θεωρία αυτή δεν αξιοποιήθηκε μόνο τον 19ο αιώνα, με την εμφάνιση των ρατσιστικών θεωριών του κοινωνικού δαρβινισμού (Χέρμπερτ Σπένσερ κ.ά)[3]. Οι απόψεις του Μάλθους αποδείχτηκαν χρήσιμες ιδιαίτερα στον εικοστό αιώνα και την «Πράσινη Επανάσταση» (ή «Τρίτη Αγροτική Επανάσταση»), για να αντιμετωπιστεί ένα κοινωνικό πρόβλημα: ο υποσιτισμός.

«Πράσινη Επανάσταση» στον 20ό αιώνα, «πράσινη μετάβαση» στον 21ο

Ο όρος «Πράσινη Επανάσταση» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1968, από τον διοικητή της Αμερικανικής Υπηρεσίας Διεθνούς Ανάπτυξης (USAID) William S. Gaud: «Δεν είναι μια βίαιη Κόκκινη Επανάσταση, όπως αυτή των Σοβιετικών, ούτε μια Λευκή Επανάσταση, όπως του Σάχη στο Ιράν. Την ονομάζω Πράσινη Επανάσταση». Ο λόγος για μια «επανάσταση» που ξεκίνησε το 1942 στο Μεξικό – με τη στήριξη των ΗΠΑ, του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων και του φιλανθρωπο-καπιταλιστικού Ιδρύματος Rockefeller. Για καμιά επανάσταση δεν επρόκειτο στην πραγματικότητα: αυτό που συνέβη ήταν η εκτεταμένη εφαρμογή σειράς επιστημονικο-τεχνικών μέτρων για να αντιμετωπιστεί ο υποσιτισμός: εντατικοποίηση καλλιεργειών και άρδευσης, εκτεταμένη αποψίλωση δασών, ευρεία χρήση φυτοφαρμάκων και χημικών λιπασμάτων. Αργότερα θα έρχονταν και οι επενδύσεις σε γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες. Αυτή ήταν η συνταγή για να λυθούν τα προβλήματα του καπιταλισμού με τον τρόπο του και προς όφελός του.

Το 1948, ο νέο-μαλθουσιανός δημογράφος Frank Notestein στελνόταν στην Κίνα, όπου το Ίδρυμα Rockefeller είχε οικονομικά συμφέροντα. Επιστρέφοντας, υποστήριζε ότι για την Κινέζικη Επανάσταση έφταιγε ο υπερπληθυσμός. Αντί για αγροτική μεταρρύθμιση, λοιπόν, αντί δηλαδή για μια κοινωνική-πολιτική λύση, στην Κίνα θα μπορούσαμε απλά να ελέγξουμε τις γεννήσεις με μια πολιτική και επιστημονικο-τεχνική λύση.

Χάρη στα Ιδρύματα Rockefeller και Ford, οι ιδέες και οι πρακτικές αυτές έφτασαν στην Ινδία (1956), που θεωρήθηκε ότι «βρίσκεται πιασμένη ανάμεση στη μαλθουσιανή παγίδα και τον κομμουνισμό». Και αποκεί κατέληγαν στη Γκάνα, τη Γουινέα και το Μαλάουι, τη δεκαετία του 2000[4].

Στην Ευρώπη, ήταν το μακρινό 1972 που η «Λέσχη της Ρώμης», μια ιδιωτική οργάνωση τεχνοκρατών, επιχειρηματιών και πολιτικών, εξέδιδε την έκθεση «Τα όρια της ανάπτυξης», επιτιθέμενη στην «απεριόριστη μεγέθυνση». Η Λέσχη ζητούσε «μια ελεγχόμενη τακτική μετάβαση από την ανάπτυξη προς την παγκόσμια ισορροπία». Δίκαια, όμως, οι μεν χώρες του Νότου την επέκριναν γιατί υποστήριζε την οικονομική ανάπτυξη σε βάρος τους, μια μερίδα επιστημόνων, δε, πρόσθετε ότι οι ιδέες της Λέσχης ήταν οι ιδέες του Μάλθους: και πάλι το θέμα ήταν οι «τάσεις αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού».

Ελιτίστικη οικολογία ή οικοσοσιαλισμός

Η «Πράσινη Επανάσταση» χτες, η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση και ο «πράσινος καπιταλισμός» σήμερα, είναι «επαναστάσεις» για να μην αλλάξει τίποτα – ακριβώς τη στιγμή που ο καπιταλισμός δημιουργεί περιβαλλοντικές και γεωπολιτικές κρίσεις που διαπλέκονται και δημιουργούν εκρηκτικές ανισότητες. Ο Γάλλος φιλόσοφος Μπρούνο Λατούρ έχει δίκιο: «συμπεριφερόμαστε όλοι ως κλιματο-ησυχαστές με το να ελπίζουμε ότι, χωρίς να κάνουμε τίποτα, όλα θα πάνε καλά εντέλει»[5]. Αλλά, εκτός από την μερίδα των καπιταλιστικών ελίτ που εκπροσωπεί ο Τραμπ (και για την οποία δεν υφίσταται καν ζήτημα κλιματικής κρίσης…), υπάρχει και μια άλλη μερίδα που ανησυχεί. Αλλά ο τρόπος της δεν είναι καθόλου ο δικός μας: αυτό που την ενδιαφέρει είναι να κατοχυρώσει χώρους οικολογικής ασφάλειας για τους ήδη εξασφαλισμένους: οι φτωχοί ας κόψουν το κεφάλι τους. Δεν είναι τυχαίο: τα πρώτα κινήματα περιβαλλοντικής δικαιοσύνης ξεκίνησαν στις ΗΠΑ τις δεκαετίες ‘60 και ’70 από τους Μαύρους, ως κινήματα διαμαρτυρίας για τον εγκλωβισμό τους σε άθλιες παραγκουπόλεις από το αμερικανικό εσωτερικό Απαρτχάιντ.

Η δική μας ανησυχία είναι η δική τους. Είναι των ιθαγενών που τσάκισε η «ανάπτυξη». Είναι της Γκρέτας και των κινημάτων περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, που ζητούν «να αλλάξει το σύστημα, όχι το κλίμα». Είναι των ανέστιων: στην «οικο-»λογία αυτό που παίζεται πρώτα είναι αν θα έχουν σπίτι οι φτωχοί: οι πλούσιοι, λέει ο Λατούρ, δεν νοιάζονται για το «κοινό» σπίτι. Το Νοέμβρη του 2020, τα κινήματα αυτά θα συναντηθούν στη Γλασκώβη: εκεί θα γίνει φέτος η ετήσια σύνοδος του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή. Είναι λοιπόν ένα στοίχημα, το διεθνές κίνημα να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει τα εθνικά: η Γκρέτα να βαδίσει στην ίδια διαδήλωση με τη Λόλα – τα κινήματα ενάντια στις εξορύξεις στη Χαλκιδική και στην Ήπειρο μαζί με τα «Κίτρινα Γιλέκα», που ζητούν να μην πληρώσουν την ενεργειακή μετάβαση οι φτωχοί· οι Ισπανοί που κατέκλυσαν φέτος στη Μαδρίτη, μαζί με τους αλληλέγγυους στους κλιματικούς πρόσφυγες. Η οικοσοσιαλιστική εναλλακτική χρειάζεται δύναμη για να επιβληθεί. Ιδέες καλές έχει ήδη:

Η οικολογική μετάβαση προϋποθέτει μια συνολική αποανάπτυξη της υλικής παραγωγής και των μεταφορών. Όμως η «αποανάπτυξη» δεν αποτελεί πρόγραμμα, γιατί η συνολική ανάγκη «αποανάπτυξης» γενικά δεν λύνει τίποτα: δεδομένης της ανάπτυξης κάθε χώρας, υπάρχουν τομείς που πρέπει να καταργηθούν, άλλοι να μειωθούν και άλλοι να αναπτυχθούν. Οι εκκλήσεις για «χειραφέτηση του μυαλού μας» είναι κενές φόρμουλες στο μέτρο που δεν διατυπώνουν με συγκεκριμένο τρόπο πώς μπορεί να συναρθρωθεί η μείωση της συνολικής υλικής παραγωγής με την ικανοποίηση του συνόλου των ανεκπλήρωτων κοινωνικών αναγκών, ποιοι τομείς πρέπει να αναπτυχθούν για να ικανοποιηθούν αυτές, πώς να προσανατολιστούν οι επενδύσεις προς αυτούς τους τομείς, πώς να υπάρξει εγγύηση (ή όχι) της απασχόλησης με σεβασμό ενός «ορίου» των περιβαλλοντικών και, πιο συγκεκριμένα, κλιματικών συνθηκών[6].

Ιδέες έχουμε. Είναι η στιγμή που οι ιδέες χρειάζονται οργάνωση.

[1] Το κείμενο με το σχετικό χρονοδιάγραμμα εδώ.

[2] Τάμρα Γκίλμπερτσον και Τζοάνα Καμπέλο, «Μήπως θα πρέπει να χρηματιστικοποιήσουμε τον πλανήτη για να τον σώσουμε;», στο: Συλλογικό, Κλίμα. Σταματήστε τώρα το έγκλημα! (μτφρ.: Βασίλης Παπακριβόπουλος), Angelus Novus 2017, σ. 199-216.

[3] Για μια συζήτηση: Τζον Μπέλαμι Φόστερ, Οικολογία και καπιταλισμός (μτφρ.: Αφροδίτη Θεοδωρακάκου), Μεταίχμιο 2003.

[4] Για την Πράσινη Επανάσταση και τη σχέση με τις ιδέες του Μάλθους: Ross, E. B. (1998), “Malthusianism, Counterrevolution, and the Green Revolution”, Organization & Environment, 11(4), pp. 446–450· Marie-Monique Robin, The World According to Monsanto: Pollution, Corruption, and the Control of the World’s Food Supply, The New Press 2010, p. 308· Τζον Μπέλαμι Φόστερ, ό.π., σ. 306-310· Vandana Shiva, The Violence of the Green Revolution, Zed Books 1993· Mark Dowie, American Foundations. An investigative story, MIT Press 2001· Anne-Emmanuelle Birn, Marriage of Convenience. Rockefeller International Health and Revolutionary Mexico, University of Rochester Press 2006.

[5] Bruno Latour, Πού θα προσγειωθούμε. Δοκίμιο προσανατολισμού στο νέο κλιματικό καθεστώς (μτφρ.: Άγγελος Μουταφίδης), Πόλις 2019, σ. 16.

[6] Περιοδικό Τέσσερα/4η Διεθνής, Για τον οικοσοσιαλισμό, Έκδοση του Περιοδικού «Τέσσερα» 2019.