του Σπύρου Γιανναρά
Και δεν εννοώ μονάχα εκείνους τους ταγμένους στην φιλανθρωπία, που υπηρετούν την ανάγκη των άλλων, αλλά εκείνους τους οραματιστές του απολύτου, που παλεύουν για τους αναρίθμητα πολλούς κι όχι για την εφήμερη μονάχα ανάγκη των μετρημένων και μετρήσιμων. Τους ταγμένους στην φιλανθρωπία και στην προσφορά, τους θαυμάζω και σέβομαι. Το όραμα όμως του απολύτου είναι άλλης, κοσμολογικής, τολμώ να πω, τάξης.
Ο φίλος και συνεργάτης Κώστας Εφήμερος είχε όραμα. Απολύτου. Ίσως επειδή είχε και μια δαμόκλειο σπάθη να επικρέμεται πάνω από το κεφάλι του. Άλλοι, οι περισσότεροι, η αγελαία πλειοψηφία, αν είχαν τέτοιο πρόβλημα καρδιάς δεν θα έπαιζαν τη ζωή τους κορώνα γράμματα υπηρετώντας το όραμά τους. Θα έψαχναν κι αυτοί την βολή και το βόλεμά τους σε μια αναπαυτική γωνία ή καρέκλα. Και θα άφηναν τους άλλους να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους και να κόψουν το λαιμό τους.
Ο Κώστας άλλαξε το όνομά του, περιγελώντας την ειμαρμένη στα μούτρα και κυνήγησε το όραμά του με όλη τη δύναμη της ψυχής του. Ο Κώστας Εφήμερος ήταν από τους πιο θαρραλέους, καθαρούς και ζωντανούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει στη ζωή μου. Εξαιρετικός σύζυγος, πατέρας, κουμπάρος, φίλος, δημοσιογράφος, οδηγός, μάγειρας. Ένας παθιασμένος άνθρωπος με πραγματικό μεράκι κι έρωτα για τη δημοσιογραφία.
Όταν όλοι οι άνθρωποι του χώρου, κλαίγονταν και γκρίνιαζαν για το ανατριχιαστικά χαμηλό επίπεδο της διαπλεκόμενης ελληνικής δημοσιογραφίας (πλην ελαχίστων δακτυλοδεικτούμενων εξαιρέσεων), αποδεχόμενοι μοιρολατρικά την υπάρχουσα κατάσταση, ξεπουλώντας ενίοτε τον εαυτό τους έναντι πινακίων φακής, ο Κώστας έβαλε σκοπό της ζωής του να στήσει στα πόδια του ένα ανεξάρτητο κι άμεμπτο δημοσιογραφικό μέσο.
Το The Press Project. Πάλευε νυχθημερόν για να το καταστήσει βιώσιμο, χωρίς να καταφύγει στην εύκολη, μα καταδικαστική για τη δημοσιογραφία, εξάρτηση από τις τράπεζες ή άλλα μεγάλα κεφάλαια. Και πολεμήθηκε απηνώς και χυδαία για αυτό. Λοιδορήθηκε και συκοφαντήθηκε. Ακόμα κι από απλούς συναδέλφους και συνεργάτες που ήταν έτοιμοι να θυσιάσουν τα πάντα – ακόμα και το πιο πολύτιμο αγαθό όλων, την αξιοπρέπειά τους – για μια πενιχρή μίσθαρνη εργασία.
Ο Κώστας έβλεπε τη δημοσιογραφία ως λειτούργημα, ως αγώνα για την κοινωνική ελευθερία. Όχι μέσα από τη στενά ωφελιμιστική αντίληψη της μισθωτής εργασίας ως δουλειάς/δουλείας για την εξασφάλιση της επιβίωσης. Ως ρίσκο με τίμημα αυτή ακριβώς την επιβίωση. Γι’ αυτό και διακινδύνευσε τον ίδιο του ακριβώς τον βίο.
Είθε το θάρρος και το όραμά του, να αποτελέσουν μέτρο για τα δικά μας οράματα. Κώστα, ο Θεός να σε αναπαύσει. Σε ευχαριστώ για όλα όσα μας προσέφερες ως δημοσιογράφος, ως φίλος, ως άνθρωπος. Σε ευχαριστώ για το νοιάξιμο και την έγνοια για την ζωή και την πορεία αυτού του τόπου. Συγχώρα με που δεν είχα τίποτα άλλο να σου προσφέρω, ο λιπόψυχος, πέρα από τα αχαμνά μου κείμενα. Καλή Ανάσταση.