Σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, ο Έτινγκερ ξεκαθάρισε πως η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ την άνοιξη του 2019 δεν επηρεάζει στο ελάχιστο τις οικονομικές της υποχρεώσεις απέναντι στην Ένωση, καθώς θα πρέπει «να συνεχίσει τις πληρωμές των υποχρεώσεων της προς τις Βρυξέλλες τουλάχιστον μέχρι και το 2020».

Υπογράμμισε πως το Λονδίνο έχει την υποχρέωση να τηρήσει τις μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις που έχει αναλάβει και οι οποίες αφορούν τη χρηματοδοτική στήριξη διάφορων ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Ερωτηθείς για τις συνέπειες του Brexit δήλωσε πως η Γερμανία θα κληθεί να αντιμετωπίσει ένα πρόσθετο «βάρος» δισεκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου να καλυφθεί η «τρύπα» στον ετήσιο προϋπολογισμό της ΕΕ, η οποία ανέρχεται σε 10 – 12 δισ. ευρώ.

Σχετικά με τον τρόπο που μπορεί να καλυφθεί η τρύπα αυτή, υποστήριξε ότι το κενό μπορεί να καλυφθεί από δημοσιονομικές περικοπές και αύξηση των συνεισφορών των χωρών – μελών, ενώ μπορούν να εξοικονομηθούν χρήματα και  από την κατάργηση των εκπτώσεων που είχε διαπραγματευτεί τα προηγούμενα χρόνια με διάφορα κράτη – μέλη. «Αυτό θα φέρει σημαντική διοικητική απλούστευση και θα θέσει τέλος στα παζάρια που συνοδεύουν τις διαπραγματεύσεις προϋπολογισμών», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Η Μέι δε διατίθετε να πληρώσει για το Brexit

Πηγή της Ντάουνινγκ Στριτ διαψεύδει την Telegraph, η οποία θέλει την Τερέζα Μέι May να είναι διατεθειμένη να πληρώσει 40 δισ. ευρώ για το Brexit.
 
Σύμφωνα με την Guardian η πηγή αυτή, μάλιστα, χαρακτήρισε τη φημολογία για το νούμερο αυτό ως «ανακριβή υπόθεση» διαψεύδοντας ότι ένα τέτοιο αντίτιμο για το «διαζύγιο» με την ΕΕ θα γινόταν αποδεκτό είτε από την κυβέρνηση είτε από τους υπερασπιστές του Brexit.
 
Όπως ανέφεραν οι κυβερνητικές πηγές στην Telegraph, η Βρετανία θα είναι διατεθειμένη να καταβάλει έως και 40 δισεκατομμύρια ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι η ΕΕ θα συμφωνήσει να διαπραγματευτεί τον οικονομικό διακανονισμό μέσα στο πλαίσιο μιας γενικότερης συμφωνίας για τις μελλοντικές σχέσεις μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ και συγκεκριμένα των εμπορικών σχέσεων.