του Κωνσταντίνου Πουλή
Μία από τις ενδιαφέρουσες συζητήσεις με ανθρώπους πιο πολιτικούς από μένα αφορά την τάση μου να ανακατεύω το ηθικό στοιχείο στις πολιτικές μου κρίσεις. Η παραίτηση είναι ωραία περίπτωση για μελέτη. Στο ένα της άκρο έχουμε τη λεγόμενη “ευθιξία”. Μια κατ’ εξοχήν ηθική αρετή, όπου μάλιστα θεωρείται ότι έχουμε να κάνουμε με κάποιον που είναι πολύ ευαίσθητος, περισσότερο απ’ όσο θα περιμέναμε ή θα απαιτούσαμε. Στο άλλο άκρο έχουμε μια πολιτική διαδικασία: ασκείται πίεση, εμπράκτως, μεταφράζεται σε πολιτικό κόστος, και ο πρωθυπουργός αναγκάζεται να κόψει ένα κεφάλι, προκειμένου να συνεχίσει αλώβητο το πολιτικό του σχέδιο κάνοντας μια επικοινωνιακή παραχώρηση (βλ. περίπτωση Φίλη). Αν κοπούν πολλά τέτοια κεφαλάκια, βεβαίως, μπορεί το ζήτημα να μην είναι πια μόνο επικοινωνιακό.
Θα έλεγα ωστόσο ότι ενώ εμένα προσωπικά με ενδιαφέρει να μη με θεωρούν γαϊδούρι (αυτό δεν αποκλείει καθόλου το ενδεχόμενο να με θεωρούν ή και να είμαι όντως γαϊδούρι), πολιτικά το βρίσκω αδιάφορο αν κανείς έχει ή δεν έχει τσίπα. Νιώθω μια δυσφορία απέναντι στην ηθικολογία στην πολιτική, κυρίως διότι πιστεύω ότι είναι αδιέξοδη όσο και πομπώδης. Για ό,τι θέλουμε να κάνει ένας πολιτικός, πρέπει να τον υποχρεώνουμε πολιτικά. Τα υπόλοιπα μπορούμε να τα πούμε ως παράπονα στη μάνα του αν είναι γειτόνισσα, στον ίδιο αν είναι παιδικός μας φίλος, ή σε κανέναν αν συζητάμε πολιτικά.
Θυμάστε το τρομερό κίνημα “παραιτηθείτε”; Ξέρετε γιατί είναι κωμικό; Γιατί δεν υπήρξε ποτέ κίνημα. Τα ίδια επιχειρήματα θα είχαν άλλο νόημα και βαρύτητα αν απλώς τα πίστευαν περισσότεροι. Ήταν όμως μια κωμική φούσκα διότι κανένα ελικόπτερο δεν φαίνεται στον ορίζοντα για να παραλάβει την κυβέρνησή μας και κανείς δεν είναι στον δρόμο για να την πιέσει.
Η αλήθεια είναι ότι στατιστικά είναι πολύ πιο πιθανό να καταστραφεί μια πολιτική καριέρα λόγω ενός σεξουαλικού σκανδάλου, παρά μιας ουσιαστικής αποτυχίας κατά την άσκηση των καθηκόντων. Τα σεξουαλικά σκάνδαλα καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος στη δημόσια ζωή, διότι για κάποιον μυστηριώδη πλην παμπάλαιο λόγο η κοινή γνώμη ταυτίζει την ηθική ενός προσώπου με τη σεξουαλική του συμπεριφορά. Έτσι, το να λες ψέμματα για τα Όπλα Μαζικής Καταστροφής στοιχίζει πολιτικά λιγότερο από το να χύνεις στο φουστανάκι της Μόνικας Λουίνσκι και να κάνεις μετά το κορόιδο. Ο Όουτεν, π.χ., δεν μπορούσε παρά να παραιτηθεί όταν ξέσπασε το σεξουαλικό σκάνδαλο με τον επί πληρωμή νεαρό, ιδίως όταν εκτός από τα ψώνια προστέθηκε και κοπρολαγνεία. Τα αμαρτήματα είναι σοκαριστικά από μηντιακή άποψη, αλλά από πολιτική άποψη δεν είναι και τα χειρότερα που μπορεί να σου τύχουν. Με αυτό το σκεπτικό, παραίτηση στο ΔΝΤ δεν είχαμε για το σφάλμα στον πολλαπλασιαστή, αλλά για σεξουαλική επίθεση.
Η αρχή της Ατομικής Υπουργικής Ευθύνης ορίζει πως ο υπουργός θα πρέπει να αναλαμβάνει την ευθύνη για τις πράξεις και παραλείψεις του υπουργείου του, ακόμη και αν ο ίδιος δεν είχε άμεση γνώση. Έτσι παραιτήθηκε ο Thomas Dugdale για την υπόθεση του Crichel Down, μιας έκτασης που δεν επεστράφη στους ιδιοκτήτες της όπως είχε οριστεί από το κράτος. Ποιο είναι το σκεπτικό μιας τέτοιας χειρονομίας και απαίτησης; Ότι ο υπουργός θα πρέπει να ελέγχει τους υφισταμένους του και τη λειτουργία του υπουργείου του. Όλοι ξέρουν ότι αυτό είναι πρακτικώς αδύνατο και γι’ αυτό στη Μεγάλη Βρετανία έχουν γίνει κινήσεις για την τροποποίηση αυτής της αρχής. Το βαθύτερο ερώτημα όμως είναι γιατί να εγκαταλείψει κανείς την καρέκλα του.
Διαπιστώνεται ότι είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις των πολιτικών που μπόρεσαν να επανέλθουν στην πολιτική σκηνή μετά από μια παραίτηση για λόγους αρχής. Το κόλπο είναι δοκιμασμένο: δεν παραιτούμαστε, δεν ζητούμε συγγνώμη. (Εξαίρεση αποτελεί ο Σάββας Τσιτουρίδης, που έχει το προνόμιο να έχει παραιτηθεί δύο (2!) φορές για λόγους ευθιξίας, σε απόσταση τριών ετών.)
Όσο δεν υπάρχει ούτε κοινωνία που να πιέζει ούτε συνείδηση που να υποφέρει, ούτε ντροπή ούτε ενοχή, το υπουργιλίκι διατηρείται μέχρι νεωτέρας, ανεξαρτήτως συμφορών και ικανότητος. Η έλλειψη ευθιξίας είναι ένας απολιτίκ τρόπος για να περιγράψουμε το ουσιαστικό πρόβλημα της περιόδου που διανύουμε. Το ζήτημα είναι, όπως έλεγε ο Ρένος Αποστολίδης σε συνθήκες πολύ πιο δραματικές, “πόσο απαίσια αντέχουμε… πόσο αμείλικτα γερό είναι το τομάρι μας”. Αντέχουμε την ασχήμια ασχημαίνοντας. Ανεχόμαστε την αναίδεια όσο γινόμαστε πιο αναιδείς. Η κολοσσιαία, γιγάντια, πασοκική αταραξία του Κουρουμπλή μπροστά στην ευθύνη δεν πρέπει να εκπλήσσει. Όσο ο Κουρουμπλής διαψεύδεται και συνεχίζει απτόητος, μας καλεί να κάνουμε μπάνιο στον Σαρωνικό και βγάζει γλώσσα λέγοντας ότι τα έκανε όλα καλά, κατά βάθος θα πρέπει να βλέπουμε μόνο ένα πράγμα: τον καθρέφτη μας. Εμείς τον κρατάμε στη θέση του. Εκείνος είναι ένας πασόκος που ψηφίζει μνημόνια και φτύνει στα μούτρα τη νοημοσύνη του κόσμου που τον ακούει. Εμείς είμαστε αυτοί που ανέχονται έναν πασόκο που ψηφίζει μνημόνια και φτύνει στα μούτρα τη νοημοσύνη του κόσμου που τον ακούει.