« “Ακολουθήστε τα χρήματα”, λέει το εναλλακτικό ειδησεογραφικό portal  The Press Project,  το οποίο ιδρύθηκε το 2010 στην Αθήνα  και έχει πλέον καθιερωθεί ως ανεξάρτητο μέσο. “Η καχυποψία στην κοινωνία είναι δικαιολογημένη. Οι ολιγάρχες πληρώνουν τις ειδήσεις και ελέγχουν το περιεχόμενό τους.”» αναφέρει η γερμανική εφημερίδα, που υποστηρίζει επίσης ότι:

«Το The Press Project στην Αθήνα, που καλύπτει όλη την ελληνική ειδησεογραφία, υπάρχει σύμφωνα με το μότο τους “από μία σοβαρή ανάγκη για ανεξάρτητη ενημέρωση”. Η σελίδα χρηματοδοτείται από δωρεές, αυστηρά όχι από τράπεζες, μεγάλες επιχειρήσεις ή το κράτος. Τα κριτήρια αυτού του αποκλεισμού πείθουν τους αναγνώστες» 

Ολόκληρο το άρθρο της Die Zeit.:

Ένα από τα συνθήματα που βρίσκεται συχνά στο ρεπερτόριο των διαδηλώσεων στην Ελλάδα είναι το “Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι”. Το σύνθημα δεν είναι καινούριο, ήδη στα χρόνια προ της οικονομικής κρίσης ήταν καθιερωμένο στους αριστερούς χώρους διαμαρτυρίας. Από τότε, όμως, που η χώρα βρίσκεται υπό καθεστώς κηδεμονίας από την ΕΕ, οι δημοσιογράφοι, ειδικά των παραδοσιακών Μέσων, εμφανίζονται ως τα ανήθικα τσιράκια των αυστηρών δανειστών. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας υποσχέθηκε κατά την ανάληψη των καθηκόντων του να προχωρήσει σε κάθαρση των Μέσων από την διαπλοκή και την κακοδιαχείριση, δύο χρόνια αργότερα όμως δεν έχει επιτευχθεί σχεδόν τίποτα.

Σε όλον τον πλανήτη, συμπεριλαμβανομένης και της Γερμανίας, αυξάνεται η δυσπιστία απέναντι στα ΜΜΕ. Ειδικά όμως στην Ελλάδα η φήμη των Μέσων έχει υποστεί μεγάλο πλήγμα. Αυτό αποτυπώθηκε στην φετινή Έκθεση για τα ΜΜΕ του Ινστιτούτου Reuters της Οξφόρδης, στην οποία ερευνήθηκαν 36 χώρες: οι Έλληνες εμπιστεύονται τα ΜΜΕ το λιγότερο από όλους. Σχεδόν 60% αποφεύγουν ενεργά τις ειδήσεις, σχεδόν τόσοι όσοι και στην Τουρκία. Σύμφωνα με την έκθεση, το υψηλό ποσοστό αποφυγής μπορεί να αναχθεί στην πολιτική και οικονομική αναταραχή. Στην κατάταξη σχετικά με την ελευθερία του Τύπου από τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα έχει πέσει η Ελλάδα στην κατηγορία των “ευδιάκριτων προβλημάτων”.

Η τηλεοπτική δημοσιογράφος Άννα Ποδαρά δουλεύει εδώ και χρόνια σε διάφορους σταθμούς και διδάσκει σε Σχολή Δημοσιογραφίας. Υποστηρίζει ότι η δυσπιστία έναντι των Μέσων δεν είναι καινούργια αλλά εμφανίζεται ενισχυμένη στις μέρες μας. “Η κοινωνία θεωρεί τους δημοσιογράφους μέρος του συστήματος εξουσίας” μας εξηγεί η Ποδαρά. “Έχουν στενούς δεσμούς με το πολιτικό σύστημα”. Αυτό ακριβώς το σύστημα είναι που κατηγορείται για τη σημερινή κατάσταση

Την απώλεια εμπιστοσύνης την ακολουθεί η κριτική στα media

Οι περισσότεροι μεγάλοι όμιλοι ΜΜΕ στην Ελλάδα ανήκουν σε ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες. Παράλληλα με τη βασική τους επιχειρηματική δραστηριότητα, είναι ιδιοκτήτες κάποιου ομίλου ΜΜΕ, συχνά και μιας ποδοσφαιρικής ομάδας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα σε αυτά τα τρία πεδία είναι ο εφοπλιστής Ευάγγελος Μαρινάκης, ο εφοπλιστής Γιάννης Αλαφούζος και ο καπνοβιομήχανος Ιβάν Σαββίδης, ο οποίος μόλις αγόρασε και αυτός ένα ιδιωτικό κανάλι. Η κατηγορία εναντίον τους είναι: Οι μεγαλοεπιχειρηματίες χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ τους προκειμένου να χειραγωγήσουν την πολιτική σκηνή προς το συμφέρον τους και να αποκτήσουν προνόμια. “Ακολουθήστε τα χρήματα”, λέει το εναλλακτικό ειδησιογραφικό portal  The Press Project,  το οποίο ιδρύθηκε το 2010 στην Αθήνα  και έχει πλέον καθιερωθεί ως ανεξάρτητο μέσο. “Η καχυποψία στην κοινωνία είναι δικαιολογημένη. Οι ολιγάρχες πληρώνουν τις ειδήσεις και ελέγχουν το περιεχόμενό τους.”

Πράγματι, ιδιοκτήτες ΜΜΕ όπως ο εφοπλιστής Μαρινάκης έχουν εμπλακεί σε σκάνδαλα. Ταυτόχρονα είναι και ιδιοκτήτης του Ολυμπιακού Πειραιά, της Bayern Μονάχου της Ελλάδας. Εναντίον του Μαρινάκη έχουν υπάρξει διώξεις, μεταξύ άλλων ήταν ύποπτος για εμπλοκή σε υπόθεση με παράνομα στοιχήματα. Με την αγορά του ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού Mega και των εφημερίδων ΤΑ ΝΕΑ και ΤΟ ΒΗΜΑ που βρίσκονταν στο χείλος της χρεωκοπίας, άλλαξε και ο χαρακτήρας των μέχρι πρότινος φιλελεύθερων μέσων:  τα ΝΕΑ συνδέουν νοσηρά την τωρινή κυβέρνηση με τον Σταλινισμό.

“Εγκαταλείψτε τον κλάδο ή πάρτε πρωτοβουλία”

Το 2015 εμφανίστηκαν για πρώτη φορά οι Ολιγάρχες στην ατζέντα της νεοεκλεγείσας κυβέρνησης του Σύριζα του Αλέξη Τσίπρα: οι οχτώ ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί πανελλαδικής εμβέλειας, δεν είχαν αδειοδοτηθεί ποτέ οριστικά. Οι προσωρινές άδειες ευνοούσαν τη διαπλοκή των συμφερόντων μεταξύ Πολιτικής και Οικονομίας, διαπλοκή που δεν έβλεπε το φως της δημοσιότητας. Αυτό θα έληγε το 2016 με την δημοπράτηση μακροχρόνιων αδειών, που θα έφερναν μεγάλα ποσά στα δημόσια ταμεία και θα μείωναν τον αριθμό των σταθμών σε τέσσερις.

Αλλά το Συμβούλιο της Επικρατείας στην Αθήνα χαρακτήρισε εκ των υστέρων αντισυνταγματική τη δημοπρασία. Έτσι απέτυχε η πρώτη απόπειρα λήψης μέτρων κατά της διαπλοκής. Οι σταθμοί συνεχίζουν να εξαρτώνται οικονομικά από τους ιδιοκτήτες τους κι έτσι παραμένουν αναξιόπιστοι για το ελληνικό κοινό.

Τα τελευταία χρόνια έχει ενταθεί η ανάγκη για ανάληψη πρωτοβουλιών. Η Daily Thess, ένα ενημερωτικό portal από τη Θεσσαλονίκη είναι ένα πρόσφατο τέτοιο πρότζεκτ. “Η Κρίση μάς υποχρέωσε να ακολουθήσουμε αυτόν τον δρόμο” μας λέει ο εκδότης Βασίλης Κυριακούλης. Σκέφτηκε “είτε θα εγκαταλείψω τον κλάδο είτε θα ιδρύσω αυτή την Πρωτοβουλία”. Ο Κυριακούλης ήταν για είκοσι χρόνια συντάκτης του “Αγγελιοφόρου” στη Θεσσαλονίκη, μέχρι που η τοπική εφημερίδα χρεοκόπησε.

Για μια καλή και ελεύθερη δημοσιογραφία λείπουν χρόνος και χρήμα

Οπωσδήποτε η υψηλή ανεργία (50%) είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στον κλάδο των ΜΜΕ. Εν τω μεταξύ, στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας δεν υπάρχει σχεδόν καμία εφημερίδα. Το παραδοσιακό φύλλο της “Μακεδονίας” παλεύει για την επιβίωση με τιράζ 800 αντιτύπων. Η online εφημερίδα Daily Thess δεν τα βγάζει ακόμα πέρα, καλύπτει όμως ένα -ιδιαίτερα τοπικό- κενό ενημέρωσης.

Και το The Press Project στην Αθήνα, που καλύπτει όλη την ελληνική ειδησεογραφία, υπάρχει σύμφωνα με το μότο τους “από μία σοβαρή ανάγκη για ανεξάρτητη ενημέρωση”. Η σελίδα χρηματοδοτείται από δωρεές, αυστηρά όχι από τράπεζες, μεγάλες επιχειρήσεις ή το κράτος. Τα κριτήρια αυτού του αποκλεισμού πείθουν τους αναγνώστες. Μέχρι τώρα το portal αυτό μπορεί να καταβάλλει στους συντάκτες του εγκαίρως μισθό υψηλότερο του βασικού. Δεν είναι αυτονόητο: καθυστερήσεις τεσσάρων έως εννιά μηνών στην καταβολή των μισθών είναι ο κανόνας στον κλάδο.

Blogger ως εθελοντές πρωτοπόροι

Με την ελπίδα ενός σίγουρου εισόδηματος παραμένουν οι νέοι στο επάγγελμα σε μια επισφαλή κατάσταση. Εκτός από το ότι είναι δύσκολο να βρουν οποιαδήποτε δουλειά, ο μέσος μισθός για την online δημοσιογραφία είναι το εξωφρενικά μικρό ποσό των 300 ευρώ. Η Άννα Ποδαρά, η τηλεοπτική δημοσιογράφος, αποδίδει τα αίτια αυτής της κατάστασης και στην υπερφορολόγηση που ξεκίνησε και συνεχίζει να αυξάνεται με την κρίση.  “Δεν είναι ασυνήθιστο να δουλεύεις χωρίς να είσαι δηλωμένος στην εφορία.” Οι εργοδότες ασκούν πίεση. “Ή θα έρθεις να δουλέψεις μαύρα ή θα σου δώσω μόνο τα μισά γιατί οι φόροι συμπεριλαμβάνονται στον μισθό σου”, μας λέει.

Η συμπίεση των μισθών, ο αυξανόμενος αριθμός των ελεύθερων επαγγελματιών και τα αυξημένα φορολογικά βάρη για τους χαμηλόμισθους υποβοηθούν δομές που προσιδιάζουν σε μαύρη αγορά και υπονομεύουν το δημοκρατικό ζητούμενο της δημοσιογραφίας. Η Ποδαρά, η οποία δουλεύει στο χώρο εδώ και μία δεκαετία, γνωρίζει την διελκυστίνδα ανάμεσα στις οικονομικές ανάγκες και το επαγγελματικό ήθος. “Φυσικά λείπει ο χρόνος και τα χρήματα για μια καλή και ελεύθερη δημοσιογραφία”. Ωστόσο, δεν πρέπει να χαθεί η αξιοπιστία στην πληροφόρηση.

Ο σκεπτικισμός απέναντι στα παραδοσιακά ΜΜΕ δημιούργησε από νωρίς μία ισχυρή κοινότητα Blogger στην Ελλάδα. Αυτό ξεκίνησε πριν την εμφάνιση των νέων ειδησεογραφικών portal, ήδη πριν από την οικονομική κρίση. “Υπάρχουν πολλοί καλά ενημερωμένοι ειδικοί, που δημοσιογραφούν” λέει επίσης ο Κυριακούλης της Daily Thess. Ένας από τους εθελοντές πρωτοπόρους είναι ο Αστέρης Μασούρας, που συμμετείχε πρόσφατα στο συνέδριο Republica που ξεκίνησε από την Γερμανία και διοργανώθηκε για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη. Χαρακτηρίζει την κοινότητα ως ένα κίνημα, στο οποίο συνασπίζονται σε ακτιβιστικό και προσωπικό επίπεδο οι Bloggers. Ακόμα κι αυτοί οι bloggers δυσκολεύτηκαν στην Κρίση, πολλοί εγκατέλειψαν τη χώρα για οικονομικούς λόγους.

Ακόμα κι αν υπάρχουν μερικά πολλά υποσχόμενα νέα εγχειρήματα, η μιντιακή δημόσια σφαίρα στην Ελλάδα παραμένει σε βαθιά κρίση. Όπως άλλωστε και ολόκληρη η χώρα.