Την ώρα που πλήθος μέσων ενημέρωσης καλλιεργεί νοσηρό κλίμα «απειλών» και «κινδύνων» για το επερχόμενο συλλαλητήριο, η συλλογικότητα του Ρουβίκωνα παίρνει θέση, διαμηνύοντας πως την ημέρα της συγκέντρωσης θα βρεθεί στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα, πάλαι ποτέ «κάστρο του φασισμού», καθώς και στο πλευρό των συντρόφων του στεκιού Δίστομο, δηλώνοντας πως δεν θα επιτρέψουν να επαναληφθούν επιθέσεις όπως αυτή που δέχθηκε η κατάληψη της Libertatia στη Θεσσαλονίκη, την οποία μάλιστα τονίζουν πως δεν καταδίκασαν όσοι όψιμα αγωνιούν για την ερχόμενη Κυριακή.
«Εμείς ως Ρουβίκωνας επιλέξαμε την Κυριακή 4/2 να υπερασπιστούμε το στέκι Δίστομο και την αντιφασιστική πλατεία του Άγιου Παντελεήμονα. Ξέρουμε πόσο ενοχλεί τον φασισμό η απώλεια του “κάστρου” που με τόση χαρά του αναγνώριζαν οι καθεστωτικοί παράγοντες, από πολιτικούς ως ΜΜΕ. Την “μέρα της δόξας” για την ακροδεξιά εμείς αυτό το καρφί στο μάτι της που λέγεται Άγιος Παντελεήμονας θα το σπρώξουμε ακόμα βαθύτερα» τονίζουν σε κείμενό τους στον ιστότοπο indymedia, ενώ προειδοποιούν πως ανάλογες επιθέσεις με αυτές της Θεσσαλονίκης δεν θα μείνουν αναπάντητες.
Ακόμη, τονίζουν πως η μεγάλη πλειοψηφία όσων συμμετείχαν στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης «δεν ήταν ούτε φασίστες, ούτε ναζί, ούτε καν εθνικιστές», καλούν ωστόσο άπαντες να απαντήσουν στα ερωτήματα «ποιοι συμμετέχουν» και «ποιοι έχουν το πάνω χέρι» προτού αποφασίσουν να συμμετάσχουν στην μεθαυριανή εκδήλωση.
Διαβάστε ολόκληρη την ανακοίνωση του Ρουβίκωνα:
Όταν λέμε ότι τα «εθνικά ζητήματα» είναι το όπιο του λαού εννοούμε ακριβώς αυτό: μετά από τόσα χρόνια μνημονίων, φτώχειας, κατάργησης θεμελιωδών κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων, αυτό που κατέβασε κόσμο στο δρόμο είναι μια ξαναζεσταμένη σούπα από την δεκαετία του 90, το αν θα υπάρχει ή όχι ο όρος «Μακεδονία» σε ένα γειτονικό κράτος.
Όσοι έχουν την κατάλληλη ηλικία θυμούνται τι έγινε στις αρχές της δεκαετίας των 90ς με το περίφημο Μακεδονικό. Πως, απλά και μόνο για να παίξουν το εκλογικό παιχνίδι στις επερχόμενες εκλογές, τα δύο τότε μεγάλα κόμματα ΠΑΣΟΚ και ΝΔ δημιούργησαν αυτή την επικίνδυνη φούσκα. Σε ένα περιβάλλον τότε που τα πρώην σοσιαλιστικά γειτονικά κράτη ήταν υπό διάλυση και ορδές εξαθλιωμένων μεταναστών πέρναγαν τα χιονισμένα βουνά των συνόρων, τότε ακριβώς ήταν που και μια άλλη φούσκα, αυτή της «ισχυρής Ελλάδας», της «Αμερικής των Βαλκανίων» ξεκίναγε την τρελή πορεία της έως το σκάσιμο με τα μνημόνια. Σε αυτή τη συνθήκη φυτεύτηκε ο σπόρος ενός νέου εθνικιστικού πολιτικού περιεχομένου. Βαλκανικοί λαοί άρχισαν πάλι το τραγούδι για ιστορικές κληρονομιές και αλύτρωτες πατρίδες, καραγκιοζιλίκια ένθεν και ένθεν με περικεφαλαίες, αγάλματα του Μεγαλέξανδρου και αυτοκέφαλες ορθόδοξες εκκλησίες να ξεμαλλιάζονται, η χρυσή ευκαιρία για το εθνικιστικό τσίρκο να βρει ένα θεματικό πάτημα στις μάζες αφού η ιδέα ανάκτησης της Κωνσταντινούπολης μάλλον δεν άγγιζε και πολλούς.
Κι όλα αυτά θα ήταν ίσως γραφικά αν δεν συνέβαιναν σε ένα περιβάλλον πολεμικών ανακατατάξεων στα Βαλκάνια που δεν έχουν χάσει την δυναμική τους ακόμα και σήμερα: Μεγάλες Αλβανίες, μεγάλες Βουλγαρίες, Νεοοθωμανισμός, σύνορα με την Σερβία. Τα Βαλκάνια όμως δεν σκοτώνονται ποτέ από μόνα τους. Και εκεί είναι η απάντηση στο γιατί μας σερβίρεται πάλι αυτή η σούπα. ΗΠΑ και Ρωσία δίνουν μάχη ιμπεριαλιστικής επιρροής στη Βαλκανική. Το ΝΑΤΟ που ακόμα έχει το πρώτο χέρι, δεν μπορεί να εξαρτά τους γεωπολιτικούς του σχεδιασμούς από το αν θα συμφωνήσουν Έλληνες και Σλαβομακεδόνες για τις ονομασίες των οικοπέδων. Καμία υπερδύναμη δεν εξάρτησε ποτέ τα συμφέροντα της από τέτοιες λεπτομέρειες. Θέλει λύση άμεσα.
Τόσο ο Σύριζα όσο και ΝΔ, τόσο το δεξιό VMRO όσο και το «Σοσιαλιστικό κόμμα Μακεδονίας» δεν μπορούν, δεν θα μπορούσαν ποτέ να αγνοήσουν την απαίτηση του σημερινού «Μεγάλου Αλεξάνδρου», των ΗΠΑ. Ο δικομματισμός όμως δεν παίζει μόνος του, και οι σπόροι που φυτεύτηκαν το 90 φύτρωσαν ξανά εκτός δικομματικής γλάστρας. Το μακεδονικό στην Ελλάδα παράγει πολιτικό κεφάλαιο. Και το κεφάλαιο κάποιος το καρπώνεται. Με ιδιαίτερη ετοιμότητα μια σειρά ακροδεξιών παραγοντίσκων απευθύνθηκαν στον εθνικό κορμό διαβλέποντας μια πρωτοφανή ευκαιρία από παραγοντίσκοι να γίνουν μεγαλοπαράγοντες. Γρήγορα η Χρυσή Αυγή και άλλοι φασίστες που μυρίστηκαν αίμα έτρεξαν από πίσω. Τελευταία τα δύο μεγάλα κόμματα πλασαρίστηκαν όσο καλύτερα μπορούσαν. Ο Σύριζα θέλοντας να εισπράξει την φρίκη ενός αστικού μεσαίου χώρου από την ακροδεξιά ασχήμια, η δεξιά για να τσιμεντώσει την κυριαρχία της στο δεξιό φάσμα αντιπαλεύοντας ή διαπραγματευόμενη με τους άλλους παράγοντες. Μια μάχη επιρροής, αυτό είναι που συμβαίνει πίσω από τα νέα επεισόδια του Μακεδονικού. Επιρροής υπερδυνάμεων και επιρροής «βλαχοδημάρχων». Ένα ενδοεξουσιαστικό παιχνίδι μεγάλων και μικρών εξουσιαστών Σε αυτό το παιχνίδι γίνονται ντεκόρ όλοι όσοι πηγαίνουν στα συλλαλητήρια.
Το συλλαλητήριο της Θεσ/νίκης αν και μια σκιά από το αντίστοιχο πριν δεκαετίες για το ίδιο θέμα ήταν ιδιαίτερα μαζικό. Συγκέντρωσε όλο το πατριωτικό φάσμα, κομμάτια από κάθε τμήμα αυτού που λέγεται εθνικός κορμός. Ασφαλώς και η μεγάλη πλειοψηφία όσων συμμετείχαν δεν ήταν ούτε φασίστες, ούτε ναζί, ούτε καν εθνικιστές, αν τουλάχιστον θέλουμε να διατηρήσουμε την διακριτότητα των εννοιών στον πολιτικό διάλογο. Σε τέτοια γεγονότα όμως το ένα ερώτημα είναι «Ποιοι συμμετέχουν» και το άλλο «ποιοι έχουν το πάνω χέρι». Στο συλλαλητήριο αυτό, όπως και σε αυτό της Κυριακής 4/2, το πάνω χέρι, αυτό που λέμε πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία, το έχει η άκρα δεξιά. Από την οργάνωση, τα συνθήματα, τις συμπληρωματικές ατζέντες, λίγες χιλιάδες ακροδεξιών που ξέρουν τι θέλουν ηγεμονεύουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλων και αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό. Στα «εθνικά ζητήματα» υπάρχουν πάντα οι στρατηγοί και το κρέας για τα κανόνια. Ακόμα κι αν πρόκειται για επικοινωνιακές φούσκες.
Η ακροδεξιά ηγεμονία εκφράστηκε και με υλικούς όρους: συμμορίες ακροδεξιών, από διάφορα μαγαζιά και ηγέτες-παραγοντίσκους, ξεχύθηκαν στη θεσ/νίκη. Μια καμένη κατάληψη ήταν η κορωνίδα των επιθέσεών τους ενάντια σε ένα κόσμο που βγήκε στον δρόμο γιατί δεν έχει ξεχάσει την ιστορία του ίδιου του τόπου που ζει. Ενός τόπου βαμμένου με το αίμα των λαών για ιστορικές κληρονομιές, μεγαλοϊδεατισμούς και τα σχέδια κρατών και υπερδυνάμεων. Ενός τόπου που ξέρει τι σημαίνει πόλεμος, προσφυγιά, εθνοκάθαρση. Ο εμπρησμός της «λιμπερτάτια» ήταν μια ακόμα φασιστική μαχαιριά στην κοινωνική βάση.
Και για όσους προσβληθούν που τους λέμε πρακτικά μαριονέτες του φασισμού μέσα σε αυτά τα συλλαλητήρια, ας μας απαντήσουν: ποιοί από όσους συμμετέχουν σε αυτά καταδίκασαν χωρίς αστερίσκους τις φασιστικές επιθέσεις; Ποιοι διαχώρισαν καθαρά την θέση τους; Ακόμα και το αστικό κόμμα της ΝΔ, που τόσο νοιάζεται για την «βία και ανομία» δεν βρήκε μισή κουβέντα να πει. Όσοι πάτε στα συλλαλητήρια αφήστε τις αυταπάτες σας στο σπίτι και πάρτε τη σφουγγαρίστρα.
Από εκεί και πέρα δικαίωμα είναι οποιουδήποτε να συγκεντρωθεί και να ζητήσει ότι θέλει για το πως θα ονομάζεται το δικό του ή το οποιοδήποτε κράτος. Δικαίωμα είναι κι αυτών που δεν πατάνε την μπανανόφλουδα να συγκεντρωθούν και να καταγγείλουν και μια ακροδεξιά ηγεμονία, και ένα πολιτικό παιχνίδι παραγόντων, και ένα εθνικιστικό πολιτικό περιεχόμενο.
Το πρόβλημα αρχίζει έξω από το συλλαλητήριο αλλά είναι προϊόν του. Η ακροδεξιά ηγεμονία ξέρει το ίδιο καλά με εμάς πόσο φούσκα είναι όλο αυτό. Γιαυτό και θα εκμεταλλευτεί στο έπακρο την ευκαιρία να δείξει μια σκιά πολλαπλάσια από το μπόι της. Θα βγει να λύσει λογαριασμούς, να εκδικηθεί για ήττες, να πάρει πίσω τα χαμένα της, να δημιουργήσει ένα δικό της momentum. Αυτό έκανε στην Θεσ/νίκη, αυτό θέλει να κάνει και στην Αθήνα.
Απέναντί της στις 4/2 θα βρει τον κόσμο του αγώνα: είτε με τη μορφή της συγκέντρωσης στα Προπύλαια, είτε με περιφρουρήσεις ελεύθερων χώρων, είτε ως επαγρύπνηση. Το τι θα διαλέξει ο καθένας/μια είναι υπόθεση του/της, σημασία έχει να διαλέξει κάτι. Εκείνη την μέρα, την Κυριακή 4 Φλεβάρη όλος ο κόσμος του αγώνα, αναρχικοί, κομμουνιστές, αριστεροί… όλοι οι αντιφασίστες όπως κι αν προσδιορίζονται δεν μπορούν να κάτσουν σπίτι τους επιτρέποντας στην ακροδεξιά να προσπαθήσει να ξαναπατήσει πόδι στο πεζοδρόμιο, να σύρει πίσω της χιλιάδες ανενόχλητη.
Εμείς ως Ρουβίκωνας επιλέξαμε την Κυριακή 4/2 να υπερασπιστούμε το στέκι Δίστομο και την αντιφασιστική πλατεία του Άγιου Παντελεήμονα. Ξέρουμε πόσο ενοχλεί τον φασισμό η απώλεια του «κάστρου» που με τόση χαρά του αναγνώριζαν οι καθεστωτικοί παράγοντες, από πολιτικούς ως ΜΜΕ. Την «μέρα της δόξας» για την ακροδεξιά εμείς αυτό το καρφί στο μάτι της που λέγεται Άγιος Παντελεήμονας θα το σπρώξουμε ακόμα βαθύτερα. Σύσσωμη η συλλογικότητά μας όσο και αποφασισμένη θα σταθεί δίπλα στους συντρόφους του Διστόμου και καλεί όποιον και όποιαν θεωρεί ως κυρίαρχη την ανάγκη ανοιχτής προστασίας ενός από τα νικηφόρα μέτωπα του αντιφασιστικού αγώνα της προηγούμενης περιόδου, να έρθει και να στηρίξει. Πρέπει όμως να ξέρει ότι η παρουσία εκεί έχει έναν σκοπό: αν οι φασίστες έρθουν θα πολεμήσουμε. Όσο μακριά κι αν χρειαστεί να φτάσουμε. Ούτε κομπάζουμε, ούτε λέμε απειλές στον αέρα. Θα κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε, θα κάνουμε τα πάντα. Κι εκτός από το να το ξέρουν αυτό όσοι/ες θέλουν να στηρίξουν συμβουλεύουμε τον φασισμό να το λάβει υπόψη του κι αυτός: αν δεν θέλετε να ματώσετε σοβαρά φασίστες, καλύτερα ξεχάστε την ιδέα του Άγιου Παντελεήμονα. Ξεχάστε την ιδέα να πατήσετε πόδι σε απελευθερωμένους χώρους, σε καταλήψεις, στέκια, σε αντιφασιστικά εδάφη.