Ο Γ. Στουρνάρας υποστηρίζει ότι «οι μαρτυρίες είναι απολύτως ψευδείς. Ουδέποτε έλαβα ως υπουργός Οικονομικών οποιαδήποτε απόφαση που να ωφέλησε άμεσα ή έμμεσα την Novartis. Προκαλώ τον οποιονδήποτε να προσκομίσει στοιχεία περί του αντιθέτου».
Αναφέρει ότι η σύζυγός του έχει «διαφανή επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία ξεκίνησε πολλά χρόνια πριν εγώ γίνω υπουργός», προσθέτοντας «όλες οι δραστηριότητες της εταιρείας της γίνονται με νόμιμα παραστατικά και τιμολόγια, τα δε εισοδήματά της συμπεριλαμβάνονται στις φορολογικές μας δηλώσεις και στο πόθεν έσχες που καταθέτω εγώ».
Ο Γ. Στουρνάρας σημειώνει επίσης ότι «ουδέν μεμπτόν βρέθηκε» από τον έλεγχο που διενεργήθηκε σε όλο το αρχείο της εταιρείας της συζύγου του μετά «την εισβολή της Οικονομικής Αστυνομίας στα γραφεία της τον Σεπτέμβριο 2016»,
Χαρακτηρίζει «γελοία, αισχρά και συκοφαντικά», τα «περί δήθεν δωροδοκίας μου που αναφέρουν οι μάρτυρες», τονίζοντας ότι «θα αντιμετωπιστούν στα δικαστήρια» και προσθέτοντας «σύμφωνα με την εκτίμησή μου οι μάρτυρες τελούν κατά πάσα πιθανότητα υπό καθεστώς εκβίασης κα τους έχει ζητηθεί να πουν αυτές τις αναίσχυντες συκοφαντίες».
«Δεν πτοούμαι από τις επιθέσεις, θα συνεχίσω να κάνω τη δουλειά μου ως διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως πρέπει. Νιώθω όμως ντροπή και αηδία για τις μεθοδεύσεις αυτές που καταλύουν το κράτος δικαίου, σπιλώνουν χαρακτήρες και καταρρακώνουν το κύρος της χώρας στο εξωτερικό» καταλήγει στο άρθρο του ο κ. Στουρνάρας.
Σημειώνεται, ότι από την πλευρά του ο υπουργός Εσωτερικών, Πάνος Σκουρλέτης, σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ1 και ερωτηθείς για την αποστροφή του κ. Στουρνάρα περί «εκβιαζόμενων μαρτύρων» είπε ότι ο κ. Στουρνάρας πρέπει να το αποδείξει αυτό.