του Κώστα Λαπαβίτσα
Τα παραδείγματα είναι πλήθος. Το βρετανικό δημοψήφισμα του 2016 ήταν κεραυνός που έδειξε ότι τα λαϊκά στρώματα της Βρετανίας θέλουν την έξοδο από την ΕΕ και μπορούν να την επιβάλλουν εκλογικά. Το κύριο αίτημα ήταν η ανάκτηση του εθνικού ελέγχου, ιδιαίτερα απέναντι στην ελεύθερη διακίνηση της εργασίας, όπως αυτή προωθείται εντός της ΕΕ.
Η εκλογή Μακρόν στη Γαλλία το 2017, με την ήττα της ακροδεξιάς Λε Πεν, φάνηκε να αντιστρέφει τα πράγματα, αλλά το θαύμα κράτησε ελάχιστα. Οι μεγαλόστομες διακηρύξεις του νέου προέδρου για περισσότερη ευρωπαϊκή ενοποίηση έχουν βρει ελάχιστη ανταπόκριση εκεί που μετράει, δηλαδή στη Γερμανία. Στις γερμανικές εκλογές του 2017 ο μεγάλος κερδισμένος ήταν η άκρα Δεξιά, που δεν είναι μεν ανοιχτά κατά της ΕΕ, αλλά απορρίπτει τα ιδεολογήματα περί ενοποίησης και επιδιώκει τον έλεγχο της μετανάστευσης.
Αντίστοιχος ήταν και ο εκλογικός θρίαμβος του Όρμπαν στην Ουγγαρία το 2018, αλλά και η όλο και μεγαλύτερη απόσταση της πολωνικής κυβέρνησης Κατσίνσκι από τις Βρυξέλλες. Στην ανατολική Ευρώπη διογκώνεται η λαϊκή αντίδραση προς την ιδεολογία που συνοδεύει τις πολιτικές της ΕΕ, με έμφαση στον κοινωνικό φιλελευθερισμό και τα προσωπικά δικαιώματα. Οι μετανάστες έγιναν το αλεξικέραυνο της αντίδρασης, με απαίτηση εθνικού ελέγχου, παρά το γεγονός ότι οι μεταναστευτικές εισροές είναι πολύ μικρές.
Ο πραγματικός καταλύτης όμως ήταν οι ιταλικές εκλογές του 2018. Το πολιτικό σύστημα μιας χώρας που εδώ και δεκαετίες ήταν πυλώνας του ευρωπαϊσμού κατέρρευσε ολοκληρωτικά. Οι νέες κυρίαρχες δυνάμεις, το Κόμμα των Πέντε Αστέρων και η Λέγκα του Βορρά, είναι εκτός του ιταλικού κατεστημένου και στηρίχτηκαν στη λαϊκή ψήφο. Χαρακτηρίζονται από διαφορετικούς βαθμούς ευρωσκεπτικισμού και προβάλλουν έντονα τα ιταλικά συμφέροντα, απορρίπτοντας ανοιχτά τη δημοσιονομική πολιτική της ΕΕ με τη συνεχή λιτότητα. Η Λέγκα κρατάει ανοιχτά στάση κατά των μεταναστών. Και οι δύο είναι τελείως αδοκίμαστες στη πράξη, αλλά ο σεισμός που προκάλεσαν είναι αναντίρρητος.
Η τυφλή αντίδραση κατά του νεοφιλελευθερισμού
Το κοινό στοιχείο αυτών των εξελίξεων δεν είναι ο «λαϊκισμός» και οι άλλοι παραπλανητικοί χαρακτηρισμοί που ασμένως έχουν υιοθετήσει τα ΜΜΕ. Αυτό που συμβαίνει είναι η λαϊκή απόρριψη του επίπλαστου διεθνισμού της Ευρώπης που δημιούργησε το Μάαστριχτ. Πηγάζει από την τεράστια κοινωνική ανατροπή που έφερε ο νεοφιλελευθερισμός της ΕΕ τις τελευταίες δεκαετίες, με τη συνεχή πίεση στη εργασία, την εκτόξευση των ανισοτήτων και την εύνοια προς το μεγάλο κεφάλαιο. Διογκώνεται από την υποχώρηση της δημοκρατίας και την απομείωση της λαϊκής κυριαρχίας που έφερε η αλλαγή της κοινωνικής ισορροπίας υπέρ του κεφαλαίου.
Η αντίδραση έχει τρία πολύ σημαντικά πολιτικά χαρακτηριστικά:
Το πρώτο είναι ότι φέρει τον αέρα του «καινούργιου» και φαίνεται να μιλάει για την εποχή που ζούμε, αλλά και για το μέλλον. Ξαφνικά η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία του Μάαστριχτ δείχνει μπαγιάτικη και ξεπερασμένη, όπως και φυσικά είναι. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού στα ΜΜΕ, που έχουν συνηθίσει να εμφανίζονται με τον μανδύα του «σύγχρονου», καταφέρονται σχεδόν υστερικά εναντίον των «λαϊκιστών».
Το δεύτερο είναι ότι η αντίδραση χαρακτηρίζεται από αναλυτική σύγχυση και είναι συχνά τυφλή. Για παράδειγμα, η ανοιχτή στήριξη προς τον «ιδιωτικό τομέα» και η κριτική στάση προς το δημόσιο συνυπάρχουν με την απόρριψη του καπιταλισμού και της λιτότητας.
Το τρίτο και σημαντικότερο είναι ότι η αντίδραση κυριαρχείται από τη σκληρή, ή και την άκρα, Δεξιά και άρα παίρνει συντηρητικό και συχνά σκοταδιστικό χαρακτήρα, ιδίως προς τους μετανάστες. Οι χειρότερες πολιτικές δυνάμεις στην ιστορία της Ευρώπης έχουν ξαναβγεί στο προσκήνιο.
Η αναζήτηση της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας
Η διόγκωση του εθνικού ρεύματος απειλεί την ίδια την υπόσταση της ΕΕ γιατί προκαλείται από την ΕΕ. Συγκεκριμένα, όσο περισσότερο σκλήραινε το νεοφιλελεύθερο μοντέλο στην ΕΕ, ιδίως στα χρόνια της κρίσης της Ευρωζώνης, τόσο περισσότερο υποχωρούσε η δημοκρατία και κυριαρχούσαν οι τεχνοκράτες. Η οικονομική ζωή της Ευρώπης αποπολιτικοποιήθηκε και κυριαρχήθηκε από «ειδικούς», που επέβαλαν την «επιστημονική λογική» ότι κι αν ψήφιζαν τα εκλογικά σώματα. Η δημοκρατία υπάρχει στους τύπους, αλλά όχι στην ουσία.
Για τα πληβειακά στρώματα της Ευρώπης η εξέλιξη αυτή έφερε απώλεια της λαϊκής κυριαρχίας, την οποία αντιλαμβάνονται ως αδυναμία να επηρεάσουν τους όρους της ζωής τους. Η δημοκρατία και η λαϊκή κυριαρχία είναι αξεδιάλυτα συνδεδεμένες για τους πληβείους. Το αποτέλεσμα ήταν η πλήρης απαξίωση των πολιτικών συστημάτων, που φαίνονται να σέρνονται πίσω από τις Βρυξέλλες και να υπηρετούν το μεγάλο κεφάλαιο. Στην Ιταλία η απαξίωση έλαβε καθολική μορφή.
Το λαϊκό στοιχείο της Ευρώπης αναζητά τη λαϊκή κυριαρχία και τις δημοκρατικές πρακτικές που θα την εγγυηθούν. Καμία σοβαρή μελέτη δεν δείχνει ξαφνική έκρηξη ρατσισμού, ομοφοβίας, συντηρητισμού, οπισθοδρομικότητας, κλπ, κλπ, για τα οποία γράφουν κατά κόρον οι υστερικοί ευρωπαϊστές των ΜΜΕ. Αυτό που επιδιώκουν τα εργατικά και λαϊκά στρώματα της Ευρώπης είναι να αποσείσουν την αίσθηση της αδυναμίας στην οικονομική και κοινωνική ζωή, της ανασφάλειας που δημιουργεί η κακή απασχόληση, η χαμηλή ανάπτυξη και η μισθολογική πίεση. Αντιδρούν επίσης στην αποξένωσή τους από την πολιτική ζωή. Καταλαβαίνουν ενστικτωδώς ότι το γραφειοκρατικό τέρας των Βρυξελλών είναι εγγυητής της υποχώρησης της δημοκρατίας, της απομείωσης της λαϊκής κυριαρχίας και της υπεράσπισης των συμφερόντων του κεφαλαίου εγχωρίως και διεθνώς. Γι’ αυτό στρέφονται κατά της ΕΕ.
Η τραγωδία της ευρωπαϊκής Αριστεράς
Σε παλιότερες εποχές η λαϊκή και εργατική αντίδραση θα είχε κοιτάξει προς την Αριστερά ζητώντας ιδέες, οργάνωση και ηγεσία. Η τραγωδία της ευρωπαϊκής Αριστεράς είναι ότι σε μεγάλο βαθμό έχει αποκοπεί από το φυσικό της πεδίο, δηλαδή τους εργάτες, τους φτωχούς και τους πληβείους της Ευρώπης. Καταλυτικό ρόλο έχει παίξει η αποδοχή της ΕΕ ως μιας δήθεν προοδευτικής ένωσης με διεθνιστικό χαρακτήρα που, υποτίθεται, ότι χτυπάει τον σοβινισμό και προάγει την αλληλεγγύη ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς λαούς. Μεγάλα κομμάτια της Αριστεράς έχουν βρεθεί στη λάθος πλευρά της διαχωριστικής γραμμής, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στην άκρα Δεξιά για να χύσει το δηλητήριό της.
Το μέλλον της Ευρώπης θα εξαρτηθεί από το αν η Αριστερά κατορθώσει να συνδεθεί και πάλι με τα εργατικά και λαϊκά στρώματα, δίνοντας φωνή στο ρεύμα που ζητάει λαϊκή κυριαρχία και δημοκρατία. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο επιδιώκοντας την κοινωνική ανατροπή σε εθνικό επίπεδο. Ο πραγματικός διεθνισμός δεν είναι αυτός της ΕΕ, που εκφράζει το κεφάλαιο και το επιθετικό κυνήγι του κέρδους. Δεν είναι η διακίνηση εργατών χωρίς προστασία και η πληρωμή βουλγάρικων μισθών σε Βούλγαρους εργάτες για αγροτική εργασία στο Νόρφολκ και το Λίνκολνσαϊρ της Αγγλίας. Ο πραγματικός διεθνισμός ξεκινάει πάντα από το εθνικό, στο οποίο δίνει εργατικό και λαϊκό χαρακτήρα. Προστατεύει κάθε μορφή εργασίας και επιβάλλει μέτρα. Γι’ αυτό βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση και με τον ακροδεξιό σοβινισμό.
Δεν θα αποκτήσει πραγματικά ριζοσπαστικό λόγο η ευρωπαϊκή Αριστερά αν δεν απορρίψει την ΟΝΕ και την ΕΕ. Η Ευρώπη δεν χρειάζεται ούτε κοινό νόμισμα, ούτε το νεοφιλελευθερισμό της ΕΕ. Όποιος μάλιστα νομίζει ότι μπορεί από τα μέσα να μεταρρυθμίσει το θηρίο των Βρυξελλών, απλώς δεν έχει καταλάβει με τι έχει να κάνει. Η ΕΕ κλυδωνίζεται γιατί είναι η ίδια ένα αρρωστημένο κατασκεύασμα. Μόνο αν δώσει φωνή η Αριστερά στη λαϊκή αντίδραση θα αποφευχθούν τα χειρότερα για την Ευρώπη