Στο Eurogroup της 21 Ιουνίου επικεντρώνεται το ρεπορτάζ της γερμανικής Handelsblatt, και συγκεκριμένα στην ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και τη μεταμνημονιακή εποχή της χώρας μετά τις 20 Αυγούστου.
 
Συγκεκριμένα, η οικονομική εφημερίδα αναφέρεται σε «παζάρεμα μέχρι τέλους», ενώ σχετικά με τη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, τονίζει ότι ενδέχεται να ολοκληρωθεί με απογοητευτικό τρόπο για τον Έλληνα υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο», καθώς ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Ολαφ Σολτς, αντιτίθεται σε υπερβολικά εκτεταμένες παραχωρήσεις» αναφορικά με την ελάφρυνση του χρέους.
 
Σημειώνεται ότι ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών είχε τονίσει την ανάγκη να μην μετατεθεί μετά τις 21 Ιουνίου το ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, καθώς σε τέτοια περίπτωση δεν θα έχει πρόσβαση η Ελλάδα στις χρηματαγορές, ενώ αξιωματούχος της ΕΕ κάλεσε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να επικυρώσει την επικείμενη συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους.
 
Επιπλέον, η εφημερίδα υπογραμμίζει ότι βρίσκεται υπό διαβούλευση και η επιλογή της επέκτασης του χρόνου αποπληρωμής των δανείων του δεύτερου μνημονίου, για ένα διάστημα έως και 15 χρόνια. «Ωστόσο η Γερμανία πατάει φρένο και δεν είναι μόνη της σε αυτό εντός του Eurogroup, λένε Ευρωπαίοι διπλωμάτες», αναφέρει το ρεπορτάζ.
 
Προ ολίγων ημερών, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Βάλντις Ντομπρόβσκις, αναφέρθηκε στην επικείμενη συνεδρίαση, τονίζοντας ότι «το πρώτο είναι η ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης. Σημαίνει υιοθέτηση και εφαρμογή των προαπαιτούμενων. Η ψήφιση στη Βουλή ήταν ένα σημαντικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Δεύτερο είναι η συμφωνία των μέτρων για το χρέος ώστε να μειωθεί το κόστος εξυπηρέτησης για την Ελλάδα».

Επιπροσθέτως, ο Ντομπρόβσκις είχε υποστηρίξει ότι «από την πλευρά της Κομισιόν εμμένουμε σε ένα αξιόπιστο πακέτο επίσης μεσοπρόθεσμο εμπροσθοβαρών μέτρων ώστε να διασφαλίσουμε τη σταδιακή επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές. Τρίτον, η διευθέτηση θεμάτων για μετά το τέλος του προγράμματος, καθώς ορισμένα από τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του χρέους δεν θα συνδεθούν με τη δημοσιονομική πορεία μετά το τέλος του προγράμματος».

 
Και πρόσθεσε πως το Eurogroup έχει συζητήσει για βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, σημειώνοντας πως «τώρα δίνουμε έμφαση στη σύνθεση, η οποία περιλαμβάνει την επιμήκυνση των ωριμάνσεων των δανείων του EFSF, κάποια άλλα μέτρα τα οποία είναι σημαντικά για τα πρώτα έτη μετά το τέλος του προγράμματος ώστε η Ελλάδα να επιστρέψει σταδιακά στις αγορές».
 
Στη συνέχεια, η Handelsblatt κάνει λόγο για «μακρά νυχτερινή διάσκεψη» μεταξύ των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, σε περίπτωση που δεν προκύψει συμβιβασμός στο Euroworking Group. Ο πρόεδρος του Euroworking Group, είχε εκφράσει την αισιοδοξία του ότι θα υπάρξει «αξιόπιστη» λύση για την έξοδο της Ελλάδας από το μνημόνιο.
 
Τέλος, η εφημερίδα υπογραμμίζει τις κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης «προκειμένου να καταστήσει πολιτικά εφικτή την ελάφρυνση του χρέους», ενώ στη συνέχεια τονίζει ότι «ο Αλέξης Τσίπρας έφερε και πέρασε στο κοινοβούλιο το τελικό πακέτο μεταρρυθμίσεων. Και η επίλυση της μακροχρόνιας διαμάχης με τη Μακεδονία για την ονομασία ενδέχεται να βοηθήσει τον Τσίπρα. Ναι μεν όλοι οι εμπλεκόμενοι διαψεύδουν ότι υπάρχει κάποιος συσχετισμός. Όμως με τη συμφωνία στο ονοματολογικό, η οποία επιδοκιμάζεται ευρέως στη Δύση, ο Τσίπρας απέδειξε για άλλη μια φορά ότι είναι ρεαλιστής πολιτικός».
 

NYT: Ανησυχητική μάχη για την ανάκτηση της αξιοπιστίας στις αγορές

Οι New York Times, κάνουν λόγο για σχέδια των πιστωτών με σκοπό να διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα δεν θα αποτελέσει ποτέ πρόβλημα για την υπόλοιπη Ευρώπη. Συγκεκριμένα, η εφημερίδα αναφέρει ότι «οι αξιωματούχοι της ΕΈ αναμένεται να παρουσιάσουν ένα σχέδιο στις Βρυξέλλες την Πέμπτη για να βοηθήσουν τη χρεωμένη χώρα να σταθεί στα πόδια της μόλις βγει από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης τον Αύγουστο. Εξασφάλισαν την αναβίωση της Ελλάδας και προχωρούν στον τερματισμό του ελληνικού προγράμματος διάσωσης ως συμβολικό τέλος μιας καταστροφικής οικονομικής κρίσης».
 
Ωστόσο, οι Times υπογραμμίζουν ότι παρά την επιτυχία της Ελλάδας, έχουν προκύψει προβλήματα σε άλλα μέρη της Ευρώπης, επισημαίνοντας πως «η Βρετανία προχωράει στην αποχώρησή της από την ΕΕ, οι ΗΠΑ έχουν ξεκινήσει εμπορικό πόλεμο, η εκλογή κυβέρνησης κατά της λιτότητας στην Ιταλία έχει αναβιώσει τους φόβους για το ευρώ και οι αγχωμένες χρηματοπιστωτικές αγορές αρχίζουν και πάλι να στοχεύουν στις πιο αδύναμες χώρες της νομισματικής ένωσης».
 
Αναφορικά με τον πρωθυπουργό της Ελλάδας, η εφημερίδα σημειώνει ότι «ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει εκπονήσει ένα σχέδιο ανάπτυξης και αρνείται την προσφορά προληπτικής πίστωσης, ενός δικτύου χρηματοοικονομικής ασφάλειας που θα επέβαλε νέους αυστηρούς όρους μετά από χρόνια λιτότητας. Οι πιστωτές θα προσπαθήσουν να επωφεληθούν από αυτή τη δυναμική και αναμένεται να ανακοινώσουν συμφωνία την Πέμπτη για να διευκολύνουν τους όρους αποπληρωμής του ελληνικού χρέους. Ο κ. Τσίπρας, ο οποίος ανέβηκε στην εξουσία, για να αναστρέψει την λιτότητα, αγωνίζεται να είναι ο ηγέτης που τελικά θα βγάλει την Ελλάδα από το τελευταίο πακέτο διάσωσης, το οποίο είχε συμφωνήσει το 2015».
 
Σχετικά με την οικονομία της χώρας και το χρέος, σημειώνεται ότι «αν και η Αθήνα δεν θα εξαρτάται πλέον επίσημα από τα χρήματα τρίτων, αντιμετωπίζει μια ανησυχητική μάχη για την ανάκτηση της αξιοπιστίας στις χρηματοπιστωτικές αγορές και την αποκατάσταση της ανάπτυξης. Το χρέος της Ελλάδας ανέρχεται στο 180% του ΑΕΠ – το μεγαλύτερο στην ευρωζώνη. Αν και η οικονομία αναπτύσσεται, έχει απολέσει το 1/4 του μεγέθους που είχε πριν από την κρίση. Παράλληλα, οι κυβερνήσεις, οι τράπεζες και τα θεσμικά όργανα στα οποία η Ελλάδα εξακολουθεί να χρωστάει υπέρογκα ποσά, προσπαθούν να πάρουν τα χρήματά τους πίσω».
 
Η εφημερίδα χαρακτηρίζει «αμφισβητήσιμα» τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, καθώς «η Γερμανία, ο επιτηρητής λιτότητας της Ευρώπης, συγκρούστηκε με το ΔΝΤ για το αν θα διευκολύνει την Ελλάδα. Το Ταμείο, ως προϋπόθεση για τη στήριξή του στη συνεχιζόμενη διαδικασία, θέλει να διασφαλίσει ότι το χρέος της Ελλάδας είναι βιώσιμο. Αλλά η προσέγγισή της διαφέρει από τη Γερμανία».
 
«Η Ελλάδα παραμένει αδύναμη, κάτι που γνωρίζουν η Ευρ. Επιτροπή και το ΔΝΤ και συνεπώς αναμένεται ότι θα απαιτήσουν από την Αθήνα να υποβληθεί σε πρόγραμμα επιτήρησης και να αναφέρει τέσσερις φορές το χρόνο τις οικονομικές της επιδόσεις», σύμφωνα με το δημοσίευμα.
 
Οι Times δηλώνουν ότι η Ελλάδα ήταν «η χειρότερη περίπτωση» από τις χώρες που συμμετείχαν σε προγράμματα διάσωσης, όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Κύπρος, ενώ μέτρα όπως οι περικοπές του προϋπολογισμού και οι αυξήσεις των φόρων «αποκατέστησαν» την εμπιστοσύνη των αγορών, αλλά «ενέτειναν την οικονομική ύφεση και την ανεργία». Για την πολιτική κρίση των τελευταίων μηνών στην Ιταλία, η εφημερίδα τονίζει ότι «με την Ιταλία να σχηματίζει μια νέα κυβέρνηση κατά του ευρώ τον περασμένο μήνα, οι επενδυτές τιμωρούσαν τις αποδόσεις των ομολόγων της Ελλάδας».
 
Τέλος, το δημοσίευμα καταλήγει ότι «για να κινηθεί εκ του ασφαλούς, η Ελλάδα δεν θα ξεκινήσει την πώληση ομολόγων μετά την έξοδο από τη διάσωση. Αντ' αυτού, η κυβέρνηση, η οποία έχει ως σύμβουλο την Rothschild & Company με έδρα το Παρίσι, θα επιλέξει να προχωρήσει σε έκδοση ομολόγων τα επόμενα δύο χρόνια, όταν οι συνθήκες της αγοράς θα είναι ευνοϊκές. Στο μεταξύ οι πιστωτές θα προχωρήσουν σε εκταμίευση μέχρι 18 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα, ώστε να βοηθήσουν τη χώρα να εξασφαλίσει την απαιτούμενη ρευστότητα».