Η σημερινή μέρα είναι μέρα μνήμης για την καταστροφή που πέρασε, για τις θυσίες του ελληνικού λαού, που τώρα πια πιάνουν τόπο, αλλά και η απαρχή ενός νέου αγώνα, τονίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. «Σε αυτή τη νέα πορεία θα φανεί ποιοι θα επιλέξουν, τελικά, την πρόοδο ή τη συντήρηση, τη δημοκρατία ή την ακροδεξιά ρητορεία, την κοινωνική ανόρθωση ή την παλινόρθωση όσων μας οδήγησαν στην κοινωνική καταστροφή» καταλήγει.

«Τα χρόνια της καταστροφής του κοινωνικού ιστού, της ανεργίας, της μετανάστευσης της νεολαίας, της ραγδαίας φτωχοποίησης ενός μεγάλου μέρους του κόσμου της εργασίας, της απώλειας του ΑΕΠ της χώρας σε επίπεδα εμπόλεμων περιόδων, της εξαθλίωσης μισθωτών, συνταξιούχων, του κλεισίματος καταστημάτων, επιχειρήσεων, της απώλειας οποιασδήποτε προοπτικής για το μέλλον» αναφέρει το γραφείο Τύπου του κόμματος και προσθέται ότι «δεν ξεχνάμε ούτε πώς βρεθήκαμε στο Καστελόριζο, ποιοι μας οδήγησαν στο γκρεμό, ούτε τον ακραίο και απάνθρωπο νεοφιλελευθερισμό, τα αντικοινωνικά μέτρα, τη διάλυση του κράτους πρόνοιας, αλλά και την καταστολή κάθε φωνής που δεν πίστευε ότι «τα μνημόνια είναι ευλογία», ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, που αγωνίστηκε ενάντια στον αυταρχισμό, την περιστολή κοινωνικών, πολιτικών και εργασιακών δικαιωμάτων».

Στη συνέχεια το κυβερνών κόμμα επιτίθεται  σε Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, που «αφού πρώτα έστησαν επί δεκαετίες ένα πελατειακό κράτος, κατέστησαν τη διαφθορά ενδημικό φαινόμενο, υπηρέτησαν πιστά άνομα επιχειρηματικά συμφέροντα, άφησαν πίσω τους ένα δημόσιο τομέα αποδυναμωμένο, εχθρικό προς τους πολίτες και το δημόσιο συμφέρον, έφτασαν στο σημείο, στα χρόνια των μνημονίων, να κατηγορούν τον ελληνικό λαό για τη χρεωκοπία, υπακούοντας, ταυτόχρονα, σε κάθε επαχθές μέτρο που ερχόταν εισαγόμενο από το εξωτερικό, χωρίς την παραμικρή υπόνοια διαπραγμάτευση».

Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση οι πολίτες «γύρισαν την πλάτη σε όσους τους έφεραν στο χείλος του γκρεμού, έκλεισαν τα αυτιά τους στην συστηματική προπαγάνδα των κομμάτων του πάλαι ποτέ δικομματισμού, των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών που είχαν ως προμετωπίδα τους το «βάστα Σόιμπλε».