Προφυλακισμένοι βρίσκονται, έτσι, από τον Ιούνιο του 2018, μετά την σύλληψή τους και ύστερα από το ανθρωποκυνηγητό που εξαπέλυσαν τα ΜΑΤ για τον εντοπισμό ατόμων που νωρίτερα είχαν επιτεθεί με μολότοφ στη διμοιρία που φυλάει τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ.
Το συγκεκριμένο βράδυ, με το κυνηγητό από τις δυνάμεις καταστολής σε εξέλιξη, πολλοί που βρίσκονταν στη πλατεία Εξαρχείων βρέθηκαν αιφνιδιασμένοι, παρακολουθώντας άτομα να τρέχουν και μια διμοιρία να κινείται προς το μέρος τους, με αποτέλεσμα κάποιοι να καταφύγουν σε διάφορα καταστήματα που ήταν ανοιχτά εκείνη την ώρα.
Σε ένα από αυτά, για κακή τους τύχη, άνθρωποι άσχετοι με τα επεισόδια έτρεξαν να προφυλαχθούν, καθώς η διμοιρία κατάφερε να τους εγκλωβίσει στο εσωτερικό του και αφού ο υπάλληλος που εργάζονταν την στιγμή εκείνη κατέβασε τα ηλεκτρονικά ρολά του καταστήματος, ενώ λίγο μετά η συγκεκριμένη διμοιρία τους συνέλαβε, οδηγώντας τους στη ΓΑΔΑ.
Από την στιγμή εκείνη και μετά στήνεται εναντίον των συγκεκριμένων συλληφθέντων άλλη μια κατασκευασμένη δικογραφία, με τη συνεργασία κατασταλτικών δυνάμεων και διωκτικών αρχών, με βαρύτατες κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα, ενώ την επόμενη και με σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και εισαγγελέα οι οχτώ από τους έντεκα συλληφθέντες κρίνονται προφυλακιστέοι, μιας και οι τρεις που αφέθηκαν ελεύθεροι ήταν ανήλικοι.
Χαρακτηριστικό για τον τρόπο που έδρασαν τα ΜΑΤ εκείνο το βράδυ είναι το γεγονός ότι συνελήφθη ακόμα και ο εργαζόμενος του καταστήματος στο οποίο κατέφυγαν οι συλληφθέντες.
Ταυτόχρονα, και ενώ όλοι οι αστυνομικοί της διμοιρίας που κατέθεσαν αναφέρουν ότι καταδίωκαν άτομα με κουκούλες και κράνη, δεν υπήρξαν ούτε βρέθηκαν τέτοια ευρήματα ή παρόμοια ενοχοποιητικά στοιχεία στο κατάστημα, ούτε πραγματοποιήθηκε κάποια εξειδικευμένη εργαστηριακή εξέταση ταυτοποίησης, ούτε καν η απαραίτητη εξατομικευμένη αναγνώριση των συλληφθέντων από τους άνδρες των ΜΑΤ, ενώ τέλος ο ίδιος ο καταστηματάρχης καταθέτει ότι δεν βρήκε ο ίδιος τίποτα επιλήψιμο, και παράλληλα σημειώνει ότι δεν προκλήθηκε από τους συλληφθέντες καμιά υλική ή άλλη ζημιά στο κατάστημα.
Το βούλευμα αναφέρει ότι το επιχείρημα των κατηγορουμένων ότι δεν βρέθηκαν κράνη και εκρηκτικά αντικρούεται από την κατάθεση του αστυνομικού. Η κατάθεση του αστυνομικού ωστόσο επιβεβαιώνει ακριβώς αυτήν την άποψη, αφού αναφέρεται ότι δεν έγινε έρευνα και δεν συντάχθηκε έκθεση έρευνας.
Το γεγονός ότι η αστυνομία θεωρεί πως είχαν το χρόνο να κρύψουν τα ενοχοποιητικά στοιχεία συνεπώς δεν χρειαζόταν έρευνα, προφανώς δεν συνιστά ουσιαστικό νομικό επιχείρημα, αλλά παραβίαση των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων να ζητήσουν μία δίκαιη δίκη που θα βασίζεται σε πραγματικά ενοχοποιητικά στοιχεία και όχι τις εικασίες των διωκτικών αρχών.
Οι ίδιοι αστυνομικοί, μάλιστα, παραδέχονται πως κατά την διάρκεια της καταδίωξης κάποια από τα άτομα που τους επιτέθηκαν διέφυγαν σε διάφορα στενά γύρω από τον τόπο της επίθεσης.
Δήλωση της δικηγόρου
Η Άννυ Παπαρρούσου, συνήγορος δύο εκ των κατηγορουμένων, μιλώντας στο ΤΡΡ σημειώνει:
«Η συνεχιζόμενη κράτηση των νεαρών που συνελήφθησαν στις 15 Ιουνίου 2018 με κακουργηματικές κατηγορίες στην πλατεία Εξαρχείων λόγω επεισοδίων που έλαβαν χώρα στην ευρύτερη περιοχή χωρίς προσωποποιημένες ενδείξεις, λόγω της καταφυγής τους και μόνο σε κατάστημα της πλατείας το οποίο ήταν ανοιχτό εκείνη την ώρα για να προφυλαχτούν από την επέλαση των αστυνομικών δυνάμεων, καταδεικνύει την πολιτική διάσταση των δικαστικών κρίσεων σε σχέση με την υπόθεση, παρά την ανυπαρξία προσωποποιημένων στοιχείων και ευρημάτων για τον καθένα από τους κατηγορούμενους, όπως επιβάλλεται σύμφωνα με τους δικονομικούς κανόνες.
Η άσκηση πολιτικής μέσω των δικαστικών κρίσεων και αποφάσεων παραμένει απαράδεκτη σε νομικό επίπεδο και οδηγεί σε αντισυνταγματικές μεθοδεύσεις και σε αλλοίωση της ποινικής διαδικασίας, πάντα σε βάρος των κατηγορουμένων.
Οχτώ νέοι άνθρωποι παραμένουν έγκλειστοι στις φυλακές “προς παραδειγματισμό” χωρίς κανείς να τους αναγνωρίζει, χωρίς ευρήματα, χωρίς σοβαρές ενδείξεις.Η παρατεταμένη προσωρινή τους κράτηση με συνέπειες δυσανάλογες για τους ίδιους και τις οικογένειές τους, αποτελεί καταφανή παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και της δίκαιης δίκης σύμφωνα με το παρόν δικαιικό σύστημα».
Είναι προφανές πως στην πραγματικότητα δεν τηρείται ο νόμος τουλάχιστον για τις προϋποθέσεις και, όπως τις θέτει, για την προφυλάκιση των οχτώ κατηγορουμένων. Πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι δεν θα έπρεπε εξαρχής να κρατηθούν.
Το Συμβούλιο Πρωτόδικων με την απόφαση συνέχισης αυτής της κράτησης ουσιαστικά επικυρώνει μια πολύ στρεβλή κατ’ εξαίρεση ρύθμιση ενώ διατηρεί μια κατάσταση η οποία δεν συμβαδίζει με τα νόμιμα δεδομένα και τις προϋποθέσεις για την προσωρινή κράτησή τους.
Οι δικαστικές αρχές για άλλη μια φορά σε μια τιμωρητική επίδειξη δύναμης εναντίον των οχτώ συλληφθέντων αποσκοπούν εκ νέου να βρεθούν τα Εξάρχεια στη δίνη ενός κυκλώνα στοχοποίησης και ενοχοποίησης με τη γνωστή μέθοδο περιθωριοποίησης ή δαιμονοποίησης από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, κάθε ελεύθερης έκφρασης, μεμονωμένης ή εντός ενός κοινωνικού πλαισίου, με διακριτά ταξικά χαρακτηριστικά.
Το θύμα που βολεύει, αυτή τη φορά βρέθηκε στο πρόσωπο των οχτώ παιδιών, με την ασυδοσία και την αυθαιρεσία των διωκτικών αρχών να κλείνει το μάτι στους δικαστικούς λειτουργούς προκειμένου να υπάρξει απάντηση μέσα από το δόγμα «Νόμος και Τάξη» για όσα κατά καιρούς συμβαίνουν στο δήθεν άβατο των Εξαρχείων καθώς επιχειρούν να επιβληθεί προκαταβολικά άλλη μία παραδειγματική τιμωρία.
Αν αυτή η πρακτική εξακολουθήσει να γίνεται αποδεκτή -συναινώντας με παρόμοιες αποφάσεις- από εισαγγελείς, δικαστές ή από συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές, τότε το επόμενο θύμα αυθαιρεσίας, στο όνομα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, μπορεί να είναι ο καθένας που θα κάνει μια βόλτα ή θα πίνει μια μπίρα οπουδήποτε, και στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα θα επιβάλλεται η ίδια μεταχείριση με τον ίδιο συγκεκριμένο τρόπο σε αντίστοιχα περιστατικά ή ανάλογες περιπτώσεις.
Ανάμεσα στους οχτώ προφυλακισμένους είναι και ο 19χρονος Θ.Κ., που βρέθηκε εκείνο το βράδυ μαζί με έναν φίλο του στην πλατεία Εξαρχείων, όταν ξαφνικά είδε κάποιους να τρέχουν και τη διμοιρία να κινείται προς το μέρος του, καταδιώκοντάς τους.
Αιφνιδιασμένος μαζί με άλλα άτομα κατέφυγαν στο συγκεκριμένο κατάστημα ελπίζοντας να προστατευθούν, χωρίς να πιστεύουν ότι η κίνησή τους αυτή θα τους οδηγούσε στις φυλακές δίχως ουσιαστική αιτία, πέραν της επιθυμίας τους να απολαύσουν μια μπίρα εκείνο το καλοκαιριάτικο βράδυ.
Η περιπέτεια αυτή καθώς και η συνεχιζόμενη επ’ αόριστον προφυλάκισή του- μετά την τελευταία απόρριψη αποφυλάκισής- μαζί με τους υπόλοιπους επτά φερόμενους δράστες, οδήγησε τους γονείς του και συγκεκριμένα τη μητέρα του, κυρία Ρούτση Ρομπέρτα σε μια επιστολή – κραυγή απόγνωσης και διαμαρτυρίας- για την άδικη κράτηση του γιου της, απευθυνόμενη προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο, τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, τον Πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση και τον Υπουργό Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου.
Συνέντευξη με τη μητέρα ενός εκ των κατηγορουμένων
Το ΤΡΡ συνομίλησε με την κυρία Ρούτση Ρομπέρτα η οποία, ακόμα εμφανώς ταραγμένη και σοκαρισμένη, μας είπε:
Εκείνο το βράδυ, ο γιος μου και κάποιοι φίλοι του έφυγαν για μια βόλτα στο Γκάζι. Εκ των υστερών μάθαμε πως το παιδί μαζί με έναν φίλο του κατέληξαν από εκεί για μια μπύρα στα Εξάρχεια. Γνωρίζαμε ότι ήταν έξω, δεν είναι από τα παιδιά που δεν λένε τι κάνουν και που πάνε. Μιλάμε για ένα παιδί που μεγάλωνε σε ένα πολύ ευχάριστο περιβάλλον μέσα σε μια πολύ αγαπημένη οικογένεια, με αξιόλογους γονείς, και δεν ντρέπομαι να το πω αυτό, με αρχές.
Από εκεί και πέρα, περιμέναμε να έρθει στο σπίτι. Ακούγαμε στις ειδήσεις ότι γίνονταν ένας ντόρος, πως έπιασαν κάποιους στα Εξάρχεια ύστερα από κάποια επεισόδια χωρίς όμως να ξέρουμε ότι το παιδί μας μπορεί να ήταν εκεί στη περιοχή.
Στο μεταξύ τον αναζητούσαμε, μιας και δεν απαντούσε στο τηλέφωνό του, σε όλα τα νοσοκομεία, ώσπου καταλήξαμε να μάθουμε ότι είναι κρατούμενος στη ΓΑΔΑ.Μάθαμε τις κατηγορίες, επικοινωνήσαμε με την κυρία Άννυ Παπαρρούσου που ανέλαβε την υπεράσπιση του και παρουσιάσαμε στην ανακρίτρια όλα τα απαραίτητα έγγραφα και ιατρικές γνωματεύσεις από δημόσιο νοσοκομείο που αποδεικνύουν πως το παιδί εξαιτίας των προβλημάτων υγείας που είχε δεν θα μπορούσε να κάνει οποιαδήποτε βίαιη πράξη.
Έχει μια σοβαρή εξάρθρωση ώμου (σ.σ. πάσχει από αλλοίωση Hill Sachs της κεφαλής του βραχίονα του δεξιού ώμου με αποτέλεσμα πολύ συχνές εξαρθρώσεις, μια εκ των οποίων υπέστη και στην Αυλώνα, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί σε νοσοκομείο ώστε να μπει στη θέση ο ώμος του από ορθοπεδικό γιατρό) που τον ταλαιπωρεί πάνω από δυο χρόνια και τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τον αθλητισμό.
Δυστυχώς, δεν έλαβαν ή δεν ήθελαν να λάβουν υπ’ όψιν τους τίποτα και η απάντηση που πήραμε ήταν «όλοι μέσα», χωρίς να υπάρχουν ευρήματα, με μια γενική κατηγορία σε μια ολόκληρη ομάδα παιδιών που τους κυνήγησαν και τους εγκλώβισαν σε ένα κατάστημα.Τα υπόλοιπα είναι νομικά θέματα και δεν μπορώ να σας τα εξηγήσω.
Ξέρω μόνο να σας πω ότι εξαιτίας της φυλακής το παιδί μου δεν πάει σχολείο γιατί στις φυλακές της Αυλώνας υπάρχει μόνο Γενικό Λύκειο και θα έπρεπε, ενώ θα τελείωνε την τρίτη τάξη Τεχνικού Λυκείου φέτος, να ξεκινούσε μια τάξη παρακάτω.
Από τις 15 Ιουνίου που προφυλακίστηκε, να σας πω την αλήθεια, δεν πιστεύαμε πως δεν θα συνέχιζε το σχολείο του στη νέα χρονιά ως ελεύθερος πάλι. Να σας πω, επίσης, ότι δεν ήταν ένα παιδί που συμμετείχε πολιτικοποιημένα κάπου. Όχι ότι θα μας ενοχλούσε σαν δημοκρατική και προοδευτική οικογένεια που είμαστε, αλλά και ούτε θα το θεωρούσαμε κάτι κακό ή θα ήταν αίτια για να τον συλλάβουν. Ήταν ένας καθαρός αθλητής. Η περιγραφή που μου έκανε το παιδί, από τα πρώτα επισκεπτήρια στις φυλακές, για εκείνο το βράδυ είναι όπως θα σας την περιγράψω.Ήταν με έναν φίλο του, με τον οποίον έχει μεγαλώσει εδώ στη γειτονιά μας. Η απόσταση του σπιτιού μας από τα Εξάρχεια δεν είναι ούτε δυο χιλιόμετρα. Ήταν στην ουσία διπλά στο σπίτι του. Μπήκαν μέσα στο κατάστημα στα Εξάρχεια, πήραν από μια μπύρα και κάθισαν στο πεζοδρόμιο.
Είδαν ξαφνικά από τη πλατεία κάποιο κόσμο να τρέχει και από πίσω μια διμοιρία ΜΑΤ να τους καταδιώκει. Βλέποντας τα ΜΑΤ με τον φίλο του συνεννοήθηκαν να μπουν μέσα στο κατάστημα λέγοντας μεταξύ τους, όπως μου είπε, «ας μπούμε μέσα μη μας πάρει και εμάς η μπάλα». Μπαίνοντας στο μαγαζί, στο οποίο υπήρχαν και άλλοι άνθρωποι μέσα, μπήκαν και κάποια παιδιά που έτρεχαν τρομαγμένα και αυτά να βρουν προστασία.
Όταν τον ρώτησα γιατί μπήκε μέσα ο ίδιος, μου απάντησε, «Μαμά ξέρεις τι είναι να βλέπεις μια διμοιρία ΜΑΤ να τρέχει και ξαφνικά να τους βλέπεις μπροστά σου; Τρομάξαμε και μπήκαμε μέσα, αν το ξέραμε τι θα μας συμβεί θα τρέχαμε να φύγουμε και εμείς, όπως έφυγαν και άλλοι από τη παρέα έξω από το κατάστημα». Έτσι τα ΜΑΤ τους εγκλώβισαν και από εκείνη την ώρα είναι όλοι τους κρατούμενοι.
Τον επισκέπτομαι τρεις φόρες την εβδομάδα στα επισκεπτήρια των φυλακών αλλά μη ρωτάς πως τα βγάζω πέρα και ποιοι με βοηθάν για να φτάσω εκεί. Είμαι άνεργη αυτή τη στιγμή, ο άντρας μου είναι καρκινοπαθής και έχω επιστρατεύσει όλο μου το σόι να με βοηθάει.
Έχω ένα παιδί από τα καλύτερα που υπάρχουν και πρέπει να του συμπαρασταθώ και να τον υποστηρίξω, αλλιώς μέσα στη φυλακή είναι χαμένος από χέρι.
Ο ίδιος ο γιος μου λέει «ας βρεθεί εστω και ένας να έρθει εδώ να μου εξηγήσει και να μου πει τι έκανα και γιατί βρίσκομαι εδώ!» Ακόμα δεν έχει καταλάβει τι έγινε και γιατί βρίσκεται σε αυτή τη θέση. Μέχρι σήμερα δεν είχα δημοσιοποιήσει τίποτα γιατί δεν περίμενα ποτέ με μια τέτοια δικογραφία, ότι η απόφαση ανακρίτριας και εισαγγελέα θα είχε αυτό το αποτέλεσμα. Είμαι σίγουρη πως η δικαιοσύνη θα αθωώσει τον γιο μου και θέλω να γίνει η δίκη άμεσα όπως και εκείνος.
Από την άλλη πίστευα ότι τα Συμβούλια Πλημμελειοδικών που έγιναν, θα είχαν την ευαισθησία να ελέγξουν αυτά τα παιδιά, ποια είναι, τι είναι από που προέρχονται, είναι χωρίς οικογένειες, χωρίς διεύθυνση κατοικίας, δεν πάνε σχολείο, είναι στα αζήτητα και τους κλείνουμε φυλακή ή μήπως έτσι τα στέλνουν στα αζήτητα της κοινωνίας;
Μπορεί το δικό μου παιδί μου να έχει έμενα, τον πάτερα του και τους συγγενείς να σταθούμε όλοι δίπλα του, άλλα δεν αναρωτιέται κανείς τα υπόλοιπα παιδιά τι έχουν, τι θα συναντήσουν βγαίνοντας, τι θα αντιμετωπίσουν; Έχουν την δυνατότητα ή την ευκαιρία να ορθοποδήσουν μετά από αυτό που περνάνε τώρα;
Γιατί πρέπει αυτά τα παιδιά να τα πετάξουμε στον Καιάδα, ποιος είναι ο λόγος;
Τους θεωρούν τρομοκράτες; Ας βγει κάποιος να μας το πει επίσημα.
Δυστυχώς μέχρι σήμερα που σας μιλάω δεν έχω λάβει καμιά απάντηση από όσους απευθύνθηκα μέσω της επιστολής μου.Είμαι απογοητευμένη γιατί βιώνω την απογοήτευση που θα ένιωθε οποιαδήποτε μάνα βλέποντας το παιδί της σε κάθε επισκεπτήριο, και κάθε φορά που τον βλέπω έτσι μέσα στη φυλακή, όπως χάνει την πίστη του για τη δικαιοσύνη και τη δημοκρατία στη χώρα μας εξαιτίας της αδικίας που μας καταρρακώνει όλους»
Η περίπτωση του 19χρονου Θ.Κ., όπως και των υπολοίπων επτά προφυλακισμένων, επιβάλλει κοινωνική, πολιτική και νομική εγρήγορση, ώστε η συλλογική μας δημοκρατική ευθύνη να μη μετατραπεί σε συλλογική ενοχή κατασκευασμένων κατηγορητηρίων ακόμη μια φορά από αστυνομικές και δικαστικές αρχές. Η αναίτια θυματοποίηση αθώων ως προσφιλής μέθοδος εξόντωσης και παραδειγματισμού ως συστηματική επίδειξη ασυδοσίας και αυθαιρεσίας των διωκτικών αρχών δεν συνάδει με καμία αρχή δικαίου.
Τέλος, ανακριτικές ή εισαγγελικές προτάσεις που οδηγούν σε αναίτιες προφυλακίσεις ή δικαστικές αποφάσεις με δύο μετρά και δύο σταθμά που χρησιμοποιούνται ως απόδειξη της κατασταλτικής, υπερεξουσιαστικής κρατικής δύναμης, αγνοώντας επιδεικτικά την μη ύπαρξη αποδεικτικών στοιχείων ενοχής, ακυρώνουν ταυτόχρονα το αξιακό πλαίσιο του δικονομικού μας πολιτισμού και την κοινωνική αίσθηση δικαίου.