«Αιωρείται μια ατμόσφαιρα πάνω από τόσες ιαπωνικές εταιρείες ότι είναι λάθος και ντροπή να παραιτηθεί κανείς. Ότι είναι σαν να εγκαταλείπεις τον εργοδότη ή ότι θα σου φωνάξει», δηλώνει ο Οκαζάκι, ένας από τους δύο ιδρυτές της εταιρείας.
«Πάρα πολλοί άνθρωποι καταπιέζονται σε δουλειές τις οποίες απεχθάνονται. Ε λοιπόν, αυτό το έκαναν μέχρι να εμφανιστεί η εταιρεία μας». Εργαζόμενοι μιλούν για ιστορίες απλήρωτης εργασίας, προσβολών και πλήξης, αλλά δεν έχουν το κουράγιο να μιλήσουν στο αφεντικό τους και να παραιτηθούν. Πρόκειται κατά το μεγαλύτερο ποσοστό για άντρες 20-30 ετών, που θα ζητούν να παραιτηθούν αν γίνεται κι από την αμέσως επόμενη μέρα.
Η εταιρεία Exit εμφανίζεται καλύπτοντας ακριβώς αυτό το κενό. Οι δύο ιδιοκτήτες της εταιρείας χειρίζονται περίπου 300 παραιτήσεις τον μήνα αυτή τη στιγμή, από ανθρώπους που εργάζονται μέχρι και δεκαετίες στην ίδια εταιρεία. Η γυναίκα που πουλούσε ασφάλειες, που βαρέθηκε να της φωνάζουν όταν δεν μπορούσε να πιάσει τους στόχους της εταιρείας. Ο σχεδιαστής που εργάζεται 160 ώρες απλήρωτης υπερωρίας τον μήνα. Η αγωνία για να δηλώσουν την παραίτηση τους είναι τόσο μεγάλη που τους κάνει να σκέφτονται ακόμη και την αυτοκτονία. Αντί αντιτίμου 50.000 γεν (400 ευρώ), η Exit τηλεφωνεί στον εργοδότη και αναλαμβάνει την παραίτηση δι’ αντιπροσώπου. Σε κάποιες περιπτώσεις ο εργοδότης μπορεί να ζητήσει να μιλήσει με τον ίδιο τον υπάλληλο προκειμένου να δεχθούν την παραίτησή του.
Υπήρξε πελάτης της Exit ο οποίος ήθελε να παραιτηθεί επί 10 χρόνια, υπέφερε στη δουλειά του όπως αναφέρει, αλλά δεν είχε το θάρρος να τα καταφέρει. Όταν η Exit ανέλαβε αυτή τη διαδικασία, τους αποκαλούσε όλους εκεί μέσα «Μεσσία», λέει η εταιρεία.
Ο επιχειρηματικός κόσμος στην Ιαπωνία αντιμετωπίζει πιέσεις προκειμένου να αναθεωρήσει τις εργασιακές πρακτικές, μετά την αυτοκτονία μιας κοπέλας 24 ετών, εργαζόμενης στον διαφημιστικό κολοσσό Dentsu Inc. Ο θάνατός της θεωρήθηκε από την επιθεώρηση εργασίας ως «karōshi», δηλαδή θάνατος από υπερβολική εργασία.
Υπάρχουν περίπου 30 τέτοιες εταιρείες στην Ιαπωνία, οι υπηρεσίες των οποίων γίνονται όλο και πιο απαραίτητες καθώς αλλάζει το εργασιακό τοπίο. Ο Niino, ένας από τους δύο ιδιοκτήτες της Exit, εξηγεί ότι μία υπηρεσία που δεν προσφέρει η εταιρεία είναι να ενημερώνει τους γονείς του εργαζόμενου για την παραίτησή του. Αυτό είναι συχνά εξίσου δύσκολο με το να ενημερώσει κανείς το αφεντικό του. Όπως αναφέρουν οι Financial Times, ο ίδιος κάτι θα ξέρει: Πρέπει να βρει το κουράγιο να πει και στη δική του μητέρα ότι δεν εργάζεται πια στην τράπεζα.
Η λύση της παραίτησης δι’ αντιπροσώπου είναι κάπως ανορθόδοξη, αλλά το φαινόμενο είναι διεθνές και αγγίζει και πιο οικεία εργασιακά περιβάλλοντα. Στις ΗΠΑ το US Federal Reserve Bank Beige Book, που αποτελεί μια έκθεση για τις εργασιακές συνθήκες, αναφέρει και το φαινόμενο του «ghosting», δηλαδή εργαζομένων που κάποια στιγμή απλώς εξαφανίζονται, σταματούν να πηγαίνουν στη δουλειά χωρίς καμία ειδοποίηση και μετά δεν απαντούν σε καμία προσπάθεια επικοινωνίας εκ μέρους της εργοδότριας εταιρείας. Όπως αναφέρεται στο σχετικό ρεπορτάζ του BBC, «Είχα συναδέλφους που μόλις τέλειωνε η ετήσια αξιολόγηση, δεν επέστρεφαν ποτέ στη δουλειά, γιατί είχαν απορριφθεί από την ομάδα. Βλέπεις πόσο αδίστακτος μπορεί να είναι ένας εργοδότης και έτσι ως εργαζόμενος σκέφτεσαι: “δεν χρειάζεται να έρθω αύριο”».
Το φαινόμενο παρουσιάζεται ως μια εκδοχή του job-hopping, δηλαδή μιας τάσης να αλλάζει ο εργαζόμενος δουλειά αναζητώντας καλύτερη τύχη, αλλά αυτό δεν είναι ακριβώς το ίδιο με τις περιπτώσεις που ο εργαζόμενος απλώς δεν αντέχει άλλο, ακόμη κι αν δεν έχει μπροστά του μια ξεκάθαρη και ασφαλή εργασιακή προοπτική. Σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας της Ιαπωνίας, το 2017 πέντε εκατομμύρια εργαζόμενοι βρήκαν δουλειά μέσα στον επόμενο χρόνο από την παραίτησή τους. Από αυτούς, το 36,2% βρήκε δουλειά με υψηλότερες απολαβές.