«Εάν είχε κατ΄ ελάχιστον λειτουργήσει το σύστημα Πολιτικής Προστασίας και είχε ενεργοποιηθεί ένας μηχανισμός ενημέρωσης-προειδοποίησης των κατοίκων των περιοχών που απειλούνταν, εκείνοι θα είχαν το χρόνο να απομακρυνθούν πριν πλησιάσει η φωτιά ή ο καπνός και το θερμικό, ακόμη και με ίδια μέσα και όχι απόλυτα οργανωμένα ή να λάβουν μέτρα αυτοπροστασίας έγκαιρα και έτσι να αποτραπούν οι τραγικές συνέπειες για τη ζωή τους» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στο εισαγγελικό πόρισμα για την τραγωδία στο Μάτι, που αριθμεί περί τις 293 σελίδες.
 
Σημειώνεται πως με βάση το πόρισμα των εισαγγελέων, την Τρίτη ασκήθηκαν ποινικές διώξεις σε βάρος 20 προσώπων, μεταξύ των οποίων η περιφερειάρχης Ρένα Δούρου, ο δήμαρχος Μαραθώνα Ηλίας Ψινάκης, ο δήμαρχος Ραφήνας Ευάγγελος Μπουρνούς, ο πρώην γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας Ιωάννης Καπάκης, στελεχών της Πολιτικής Προστασίας, της ΕΛ.ΑΣ., της Πυροσβεστικής καθώς ο 65χρονος που ευθύνεται για την έναρξη της φωτιάς στο Νταού Πεντέλης.
 
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, οι εισαγγελείς που απ’ την επομένη της πολύνεκρης πυρκαγιάς ερεύνησαν κάθε πτυχή της υπόθεσης, καταλογίζουν σε όλες τις συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς, καθώς και στην τοπική αυτοδιοίκηση, πλήρη ασυνεννοησία και αδυναμία συντονισμού που κόστισε την ζωή 100 ανθρώπων. Συγκεκριμένα, αφού καταγράφεται λεπτομερώς όλο το νομικό πλαίσιο που διέπει την λειτουργία κάθε συναρμόδιας υπηρεσίας σε περιπτώσεις πυρκαγιάς, διαπιστώνεται πως στην «επί χάρτου» εφαρμογή της νομοθεσίας όλα λειτούργησαν ομαλότατα, πλην όμως στην πράξη ουσιαστικά τίποτα δεν λειτούργησε κατά τα προβλεπόμενα, και η όλη διαχείριση έγινε σπασμωδικά, χωρίς κανέναν συντονισμό.
 

Ανεπαρκής μηχανισμός της Πολιτικής Προστασίας

 
«Προέκυψε ότι ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας αποδείχθηκε τελικά και του εκ του αποτελέσματος από το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την λήξη της προηγούμενης αντιπυρικής περιόδου και μέχρι την έναρξη της επόμενης, δεν κατόρθωσε όπως επιβαλλόταν εκ του νόμου και της αποστολής του αλλά και των σχετικών εγκυκλίων της ΓΓΠΠ, να είναι στην πράξη και όχι επί χάρτου κατάλληλα και έγκαιρα προετοιμασμένος και επαρκώς επιχειρησιακά οργανωμένος και να βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένης ετοιμότητας, όταν οι συνθήκες το απαίτησαν όπως στην προκειμένη περίπτωση που ο δείκτης πυρκαγιάς είναι υψηλός κατηγορία 4, προκειμένου να αντιμετωπίσει και γενικά να διαχειριστεί ταυτόχρονα και μάλιστα στην ίδια ή έστω σε άλλη περιφέρεια δύο μεγάλες καταστροφές λόγω δασικών πυρκαγιών και με την έκταση και την ένταση σαν αυτές που εκδηλώθηκαν, στην Κινέττα και το ΝΤΑΟΥ Πεντέλης» αναφέρεται ενδεικτικά.
 
Περιγράφοντας την ανεπάρκεια του μηχανισμού της Πολιτικής Προστασίας, αλλά και του συντονισμού μεταξύ των φορέων, το πόρισμα εντοπίζει σοβαρά λάθη και αδυναμία αντιμετώπισης στην κατάσταση, εκτός της Πολιτικής Προστασίας, στην πυροσβεστική, στην αστυνομία, την περιφέρεια Αττικής, καθώς και στους δήμους Μαραθώνα και Ραφήνας. Στο πόρισμα, οι ευθύνες κάθε οργάνου επιμερίζονται και εξηγούνται λεπτομερώς με ειδικά κεφάλαια για κάθε συνυπαίτιο, όπως για την πυροσβεστική, την ΕΛΑΣ, την πολιτική προστασία, την Περιφέρεια Αττικής, τους δήμους, το λιμεναρχείο Ραφήνας.
 

Κανένα σχέδιο διάσωσης

 
Σύμφωνα με απόσπασμα του πορίσματος που μεταφέρει η Εφημερίδα των Συντακτών, περιγράφεται η «έλλειψη σχεδίου διάσωσης ανθρώπων», που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 100 ανθρώπων και τον τραυματισμό τουλάχιστον 31. Κατά το πόρισμα των εισαγγελέων, «το Πυροσβεστικό Σώμα λαμβάνοντας κλήσεις στο 199 – ΣΕΚΥΠΣ από πολίτες, οι οποίοι ανέφεραν σοβαρά και κρίσιμα περιστατικά σχετικά με ανθρώπους, που κινδύνευαν για τη ζωή τους από την εξελισσόμενη πυρκαγιά στους οικισμούς του Νέου Βουτζά, Μάτι και Κόκκινο Λιμανάκι, στις περισσότερες περιπτώσεις αντί να προωθηθούν πυροσβεστικές δυνάμεις στις συγκεκριμένες διευθύνσεις των κινδυνευόντων ατόμων για τη διάσωση τους, δεν προέβη στην προσπάθεια διάσωσης ατόμων από πυρκαγιά, αλλά διαβίβασε τα περιστατικά αυτά στις αναρμόδιες αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες αφενός δεν είχαν σχετική αρμοδιότητα αφετέρου δε διέθεταν γνώσεις και μέσα να προβούν σε διάσωση ατόμων από πυρκαγιά».
 
Αξίζει ακόμη να σημειωθεί πως, σύμφωνα με τους εισαγγελίας, ευθύνες για την οργανωμένη απομάκρυνση πολιτών βαραίνει τόσο τους κατά τόπους δημάρχους, όσο και «σε εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή  που μπορεί να επηρεάσει πάνω από ένα δήμο», η απόφαση λαμβάνεται από το αρμόδιο Περιφερειάρχη «ο οποίος μπορεί να εξουσιοδοτήσει σχετικώς τον οικείο αντιπεριφερειάρχη».
 
Στο πόρισμα επισημαίνεται ότι στο Μάτι με τις συνθήκες που υπήρχαν γύρω στις 18.30 μμ, δεν μπορεί να τεθεί ζήτημα για δράση οργανωμένης απομάκρυνσης πολιτών, καθώς η υλοποίηση του μέτρου «θα είχε τραγικά αποτελέσματα πολύ μεγαλύτερα από αυτά που επήλθαν». Ωστόσο, όπως τονίζεται, εάν είχε ληφθεί η απόφαση γύρω στις 17.00 μμ, οπότε υπήρξε ενημέρωση από ελικόπτερο επιτήρησης ότι η φωτιά στο Νταού Πεντέλης είναι γύρω από σπίτια και ότι κινείται ανατολικά και θα απειλήσει σπίτια, οι πιθανότητες οργανωμένης απομάκρυνσης θα ήταν «εξαιρετικά θετικές».
 

Θανατηφόρα γραφειοκρατία

 
Οι εισαγγελείς επισημαίνουν σοβαρότατες παραλείψεις όσον αφορά την καλή οργάνωση σε επίπεδο πρόληψης τέτοιων κρίσιμων φαινομένων, ωστόσο εκείνο που φαίνεται να θεωρούν πως έπαιξε καθοριστικό ρόλο για την τραγική εξέλιξη της φωτιάς, είναι η απόλυτη έλλειψη επικοινωνίας, όχι μόνον μεταξύ συναρμόδιων υπηρεσιών αλλά και εντός κάθε υπηρεσίας. Μάλιστα, όπως υπογραμμίζεται, η όλη διαχείριση των μέσων αντιμετώπισης της πυρκαγιάς «κυριαρχείται από τη μη επιβεβαίωση της πραγματικής εκτέλεσης των ενεργειών ή επιχειρησιακών σχεδίων όχι μόνο από τους αξιωματικούς του πυροσβεστικού σώματος, αλλά από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς», περιγράφοντας ένα αλαλούμ, όπου οι αρμόδιοι αρκούνται μόνο στο να δοθεί η εντολή, χωρίς να ελέγχει κάποιος εάν αυτή εκτελείται και πότε.
 

«Η πυροσβεστική δεν είχε πραγματική εικόνα της κατάστασης»

 
Ακόμη, κατά το πόρισμα «επιβεβαιώνεται η απόλυτη έλλειψη οργάνωσης και συντονισμού των πυροσβεστικών δυνάμεων, οι οποίες φαίνεται να λειτουργούσαν εντελώς συμπτωματικά και χωρίς κάποιο έστω στοιχειώδη σχεδιασμό για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης πυρκαγιάς. Μάλιστα είναι τέτοιος βαρύτητας και βαθμού η έλλειψη οργάνωσης, που ακόμη κι αν Δεν υπήρχε η συγκεκριμένη πυρκαγιά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που αναλύθηκαν προηγούμενα και την κατέστησαν στην εξέλιξη της καταστροφική, είναι βέβαιο, ότι ίδια κατάσταση θα επικρατούσε και σε πιο απλά συμβάντα».
 
«Από τις απομαγνητοφωνήσεις των ενσύρματων επικοινωνιών του 199- ΣΕΚΥΠΣ, προκύπτει ότι το ΕΣΚΕ και γενικότερα τα επιχειρησιακά στελέχη του πυροσβεστικού σώματος δεν είχαν πραγματική εικόνα για τις συνθήκες της πυρκαγιάς, ήτοι ακριβή τόπο εκδήλωσης, μέτωπα, εξέλιξη, εξάπλωση της, δυνάμεις που επιχειρούσαν, συνεργασίες με άλλους εμπλεκόμενους φορείς, με συνέπεια να καθίσταται αδύνατη η επίτευξη συντονισμού των δυνάμεων με σκοπό την αποτροπή των τραγικών συνεπειών αυτής, ήτοι την κατάσβεση της και την διάσωση των κινδυνευόντων ανθρώπων, που αποτελεί το σκοπό δράσης του πυροσβεστικού σώματος και της γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας».
 

«Χωρίς σήμα» η επικοινωνία

 
«Κυρίαρχο ρόλο στην δημιουργία σύγχυσης και συνακόλουθα συμβολή στην έλλειψη συντονισμού των πυροσβεστικών δυνάμεων, αλλά και των λοιπών εμπλεκόμενων φορέων, έπαιξε η ύπαρξη και λειτουργία πολλών παράλληλα χρησιμοποιούμενων συστημάτων επικοινωνίας μεταξύ των αξιωματικών του πυροσβεστικού σώματος και των στελεχών των άλλων φορέων. Ειδικότερα, προέκυψε, ότι η επικοινωνία γινόταν Α )με τη χρήση κινητών τηλεφώνων, υπηρεσιακών η προσωπικών, Β) με τη χρήση ασύρματων, Γ )με τη χρήση ενσύρματων γραμμών».
 

Κομβικές παραλείψεις της αστυνομίας

 
«Σε επίπεδο διεύθυνσης, συντονισμού και οργάνωσης, ήδη από την προηγούμενη μέρα είχαν ενημερωθεί και τεθεί σε ετοιμότητα όλες οι διευθύνσεις της ΓΑΔΑ, προκειμένου η καθεμία ξεχωριστά, ανάλογα πάντα με την αρμοδιότητα και το αντικείμενο της, να είναι σε θέση να ενεργήσει τάχιστα και κατάλληλα σε περίπτωση άμεσης κινητοποίησης. Επίσης κατά την πρωινή σύσκεψη των επιτελικών στελεχών του ΑΕΑ επισημάνθηκε γνωστοποίηση του ως άνω εγγράφου και αναφερομένης κατάστασης και ζητήθηκε η ετοιμότητα των επιμέρους υπηρεσιών σύμφωνα με τα επιχειρησιακά σχέδια. Όμως όπως προέκυψε η ως άνω κατάσταση ετοιμότητας ήταν μόνο σε επίπεδο προβλέψεων και εγγράφων, χωρίς στην πραγματικότητα να εκτελεστεί, ήτοι και πάλι διαπιστώνεται η τυπική μόνο συμμόρφωση στις νομοθετικές προβλέψεις- επιταγές με την έκδοση των σχετικών εγγράφων χωρίς όμως να υλοποιούνται οι εντολές και παραπέρα να ελέγχεται η υλοποίηση τους» αναφέρεται σχετικά με τις ευθύνες της αστυνομίας, η οποίες συντέλεσαν εξίσου στην καταστροφή.
 
«Επομένως ο μη αποκλεισμός της εισόδου των οχημάτων στο Μάτι από κάθετες οδούς, που διασταυρώνονταν με την λεωφόρο Μαραθώνος καθ' όλη τη διάρκεια από την εκδήλωση της πυρκαγιάς στην Νταού Πεντέλης, την εξάπλωση της στον οικισμό του Νέου Βουτζά και στη συνέχεια στο Μάτι αποτέλεσε κομβική παράλειψη των αρμοδίων αξιωματικών της ελληνικής αστυνομίας. Επίσης δεν υπήρχε επαρκής αριθμός αστυνομικών οργάνων κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, δηλαδή πριν περάσει το μέτωπο της πυρκαγιάς σε κάποιο σημείο την λεωφόρο Μαραθώνος, ώρα 18.20 μμ, και κατευθυνθεί προς το Μάτι, προκειμένου να βοηθήσει στην εκτροπή των μεταφορικών μέσων (αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας), και την οδήγηση τους προς ασφαλή από την πυρκαγιά περιοχή. Όπως προέκυψε η αποστολή περισσότερων δυνάμεων προκειμένου να παράσχουν συνδρομή ήταν αρμοδιότητα του γενικού αστυνομικού διευθυντή της ελληνικής αστυνομίας» αναφέρεται ακόμη στο πόρισμα, ενώ γίνεται αναφορά και στις ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού.
 
«Η έλλειψη σε αριθμό ανδρών και μέσων κατά την εξέλιξη της πυρκαγιάς έτσι ώστε να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα κυκλοφοριακής διαχείρισης στην περιοχή, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι επιχειρησιακά ήταν δόκιμη η ως άνω διευθέτηση με το συγκεκριμένο τρόπο και χρόνο, οφείλεται στην μη θέση σε πραγματική ετοιμότητα των αστυνομικών δυνάμεων, καθώς οι υπεύθυνοι αξιωματικοί της ελληνικής αστυνομίας αρκέστηκαν στην γραμματική διατύπωση των εντολών, οι οποίες δεν προέκυψε ότι εκτελέστηκαν-υλοποιήθηκαν σε πραγματικό επίπεδο. Περαιτέρω επειδή οι εκτροπές έγιναν και σε σημεία του εσωτερικού οδικού δικτύου στο Μάτι δημιουργήθηκε ξαφνικά μπλοκάρισμα στα οχήματα, που κινούνταν ήδη εκεί, καθώς ξαφνικά η διακοπή της κίνησης δημιούργησε συμφόρηση εσωτερικά στην περιοχή και έτσι δεν μπορούσαν να απεγκλωβιστούν τα οχήματα και να διαφύγουν από την περιοχή. Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω ήταν τελικά να εισέλθει μεγάλος αριθμός οχήματος στο Μάτι πλέον αυτών που ήδη υπήρχαν εκεί και κινούνταν ή ήταν σταθμευμένα και κινήθηκαν στη συνέχεια, όταν οι κάτοικοι άρχισαν να κινούνται πανικόβλητοι για να απομακρυνθούν από την περιοχή. Έτσι η κίνηση των οχημάτων γινόταν άτακτα με συνέπεια να δημιουργηθεί συμφόρηση στους στενούς δρόμους και τελικά να εγκλωβιστούν».
 
Κατά το πόρισμα, ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στο ότι «η κατάσταση με την κίνηση των οχημάτων επιβαρύνθηκε επιπλέον από την μη λήψη μέτρων από την αρμόδια λιμενική αρχή Ραφήνας, καθώς παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στην περιοχή, ήτοι η ύπαρξη φωτιάς, ορατή ήδη από την ώρα εκδήλωσης της, η πορεία της προς το Θαλάσσιο μέτωπο, η ύπαρξη πυκνού καπνού, ήταν αντιληπτή από τα στελέχη του λιμενικού σώματος, και αποτελούσε δίδαγμα κοινής πείρας ότι θα δημιουργούνταν προβλήματα από την άτακτη κίνηση των οχημάτων στην προσπάθειά τους να βρουν οδούς διαφυγής από την καιόμενη περιοχή, επέτρεψε τον λιμένισμό δύο επιβατηγών- οχηματαγωγών πλοίων στο λιμάνι της Ραφήνας και την αποβίβαση επιβατών και οχημάτων, τα οποία κινήθηκαν στη συνέχεια είτε επί της οδού Φλέμινγκ προς λεωφόρο Μαραθώνος και Αθήνα είτε επί της παραλιακής στο Μάτι προς Νέα Μάκρη. Αποτέλεσμα ήταν να επιβαρυνθεί επιπλέον η κυκλοφορία και να μειωθεί καταλυτικά η δυνατότητα διαφυγής των οχημάτων».
 

Οι ευθύνες Περιφέρειας Αττικής και Πολιτικής Προστασίας

 
Σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο  που διέπει τη γ.γ. Πολιτικής Προστασίας στο στόχος είναι ο συντονισμός, η καλύτερη δυνατή κινητοποίηση, η δυνατότητα πρόληψης και πρόγνωση. Από αυτό προκύπτει ότι οι αρμοδιότητες της Περιφέρειας Αττικής στα πλαίσια του σχεδίου Ξενοκράτης είναι οι ακόλουθες:
 
α. Προληπτικά έργα των Περιφερειών για τη μείωση του κινδύνου των δασικών πυρκαγιών καθώς και των συνεπειών τους, όπως η συμβολή στη βελτίωση και συντήρηση του βασικού οδικού δικτύου, η εκτέλεση προληπτικού καθαρισμού της βλάστησης, αποψίλωση και απομάκρυνση φυτικής βιομάζας από τις νησίδες, σύνταξη ή επικαιροποίηση των μνημονίων ενεργειών για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών από την εκδήλωση πυρκαγιών καθώς και την υποστήριξη του Πυροσβεστικού Σώματος. Επιπλέον,  είναι αρμόδια για την ενημέρωση του κοινού για τη λήψη μέτρων πρόληψης και αυτοπροστασίας.
 
Από την εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού προκύπτει ότι:
 
Όπως αναφέρεται στην διάταξη οι συμβάσεις που είχε υπογράψει η Περιφερειάρχης Ρένα Δούρου με ανάδοχες εταιρίες και αφορούσαν εργασίες συντήρησης και καθαρισμού δεν σχετίζονται στις περισσότερες περιπτώσεις με τις περιοχές που εκδηλώθηκε η φονική φωτιά.
 
Μάλιστα, μια κρίσιμη σύμβαση, σύμφωνα τους εισαγγελικούς λειτουργούς, έληξε σε χρόνο που απέχει τουλάχιστον 18 μήνες από το συμβάν. Επομένως, «ακόμη και αν αφορούσε τις κρίσιμες περιοχές και το αντικείμενο της σχετιζόταν με τις υποχρεώσεις που έπρεπε να τηρηθούν από την Περιφέρεια Αττικής η πάροδος τόσου χρόνου από την ολοκλήρωση της δεν μπορεί να στηρίξει  πραγματικά ισχυρισμό περί τήρησης της σχετικής υποχρέωσης».
 
Επίσης, η σύμβαση η οποία φέρεται κατά το χρόνο της πυρκαγιάς να  ήταν σε ισχύει δεν περιορίζεται συγκεκριμένα το αντικείμενο της ούτε ποιες περιοχές  αφορούσε.
 

Ενημέρωση κοινού

 
Όπως διαπιστώνεται στην εισαγγελική διάταξη πράγματι στην ιστοσελίδα της Περιφέρειας Αττικής υπάρχει ειδικά διαμορφωμένη θεματική ενότητα και υλικό για θέματα αυτοπροστασίας και πρόληψης από δασικές πυρκαγιές. Ωστόσο, όπως σημειώνεται «οι ως άνω αναρτήσεις πράγματι υπάρχουν όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτουν τις απαιτήσεις του νόμου και ότι συντελούν αποφασιστικά στην επίτευξη των σκοπών του καθώς δεν είναι προσιτές και μεγάλο αριθμό κοινωνικών ομάδων όπως είναι οι ηλικιωμένοι ή πρόσωπα με προβλήματα υγείας ή πρόσωπα χωρίς μόρφωση».
 
Επιπλέον, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη συνεδρίαση του ΣΟΠΠ της Περιφέρειας Ανατολικής Αττικής, στις 26/4/2018, όπου με βάση τα πρακτικά της συνεδρίασης προκύπτει «ότι έγινε μια επιφανειακή παράθεση απόψεων των συμμετεχόντων έχοντας καθαρά υλικό χαρακτήρα χωρίς να γίνει καθορισμός συγκεκριμένων δράσεων κατά αντικειμενικό χρόνο  και υπόχρεο φορέα (…) ουσιαστικά δηλαδή είναι σαν να μην έγινε ή με άλλα λόγια και να μην γινόταν δεν θα υπήρχε κάτι σημαντικό να προστεθεί στο σύστημα πολιτικής προστασίας . Διαπιστώνεται, λοιπόν, μια ακόμα τυπική και γραφειοκρατική λειτουργία ενός σημαντικού οργάνου για την οργάνωση του ως άνω συστήματος».
 
Οι εισαγγελείς αναφέρουν ότι «η λήψη της απόφασης για την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών αποτελεί ευθύνη των κατά τόπους δημάρχων οι οποίοι έχουν τον συντονισμό του έργου πολιτικής προστασίας…» και διευκρινίζουν ότι «όταν η εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή μπορεί να επηρεάσει πάνω από ένα δήμο η απόφαση λαμβάνεται από το αρμόδιο Περιφερειάρχη ο οποίος μπορεί να εξουσιοδοτήσει σχετικώς τον οικείο αντιπεριφερειάρχη».
 
Επίσης , τονίζουν ότι «η λήψη της απόφασης βασίζεται στις εισηγήσεις των φορέων που κατά περίπτωση έχουν την ευθύνη περιορισμού των επιπτώσεων από την εξέλιξη της καταστροφής… δηλαδή το μέτρο αυτό εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που στις περιοχές που αναμένεται να πληγούν ο κίνδυνος παραμονής των πολιτών σε οικισμούς είναι μεγαλύτερος σε σχέση με τον κίνδυνο μετακίνησης…».
 
Οι εισαγγελικοί λειτουργοί επισημαίνουν ότι «μόνος αρμόδιος για την εισήγηση του μέτρου της οργανωμένης προληπτικής απομάκρυνσης των πολιτών είναι ο εκάστοτε επικεφαλής αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος».
 
Επισημαίνεται ωστόσο ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να τεθεί ζήτημα οργανωμένης απομάκρυνσης πολιτών.
 
«Εάν είχε ενεργοποιηθεί κάτ' ελάχιστον ένας… εκείνοι θα είχαν τον χρόνο να απομακρυνθούν πριν πλησιάσει η φωτιά η ο καπνός, και το θερμικό φορτίο ακόμη και με ίδια μέσα και όχι απόλυτα οργανωμένα ή να λάβουν μέτρα αυτοπροστασίας έγκαιρα και έτσι να αποτραπούν οι τραγικές συνέπειες για τη ζωή τους.
 
Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι οι αιτιάσεις που προβλήθηκαν περί δήθεν λανθασμένης ενημέρωσης της περιφέρειας από το ΚΕΠΠ και του ΕΣΚΕ δεν μπορούν να θεωρηθούν βάσιμες. Καθώς προβλέπεται ως αυτοτελής υποχρέωσης του περιφερειάρχη ή του αντιπεριφερειάρχη η περαιτέρω συλλογή των πληροφοριών σχετικά με την επικρατούσα κατάσταση και τις επηρεαζόμενες περιοχές εντός των διοικητικών ορίων της περιφέρειες σε επικοινωνία με τις υπηρεσίες του ΕΚΑΒ του πυροσβεστικού σώματος και της αστυνομίας, ουσιαστικά δηλαδή έπρεπε να αναζητηθούν περισσότερες πληροφορίες από την περιφέρεια σχετικά με την επικρατούσα κατάσταση στην περιοχή.