του Θάνου Καμήλαλη
Αυτήν την στιγμή, ο ορισμός του βιασμού στην ελληνική νομοθεσία προϋποθέτει την ύπαρξη «σωματικής βίας» ή την «απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου». Ο ορισμός αυτός, όπως ζητούν διεθνείς οργανισμοί (ΟΗΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης), ανθρωπιστικές οργανώσεις και φορείς που ασχολούνται με τα δικαιώματα των γυναικών, είναι προβληματικός, καθώς, όσο παρά το στερεότυπα, ένας βιασμός δεν προϋποθέτει πάντα τη σωματική βία.
«Έχουμε πάρα πολλά θύματα τα οποία μπορεί να παγώσουν και να μην αντισταθούν. Δεν έχουμε πάντα αυτό που λέμε στην εγκληματολογία το “ιδανικό θύμα” απέναντί μας, το οποίο, όπως φανταζόμαστε, θα αντισταθεί στον δράστη, θα χτυπήσει τον δράστη κι αυτός θα την χτυπήσει, για να μπορέσει να κάνει συνουσία. Υπάρχουν πάρα πολλές υποθέσεις στις οποίες τα θύματα αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να αντισταθούν επί της ουσίας και παγώνουν από τον τρόμο» αναφέρει στο TPP η Χαρά Χιόνη, δικηγόρος στο Κέντρο Γυναικείων Ερευνών «Διοτίμα», που παρέχει μια σειρά από ολοκληρωμένες υπηρεσίες με στόχο τη στήριξη και ενδυνάμωση γυναικών ή ομάδων γυναικών. Η άποψη αυτή έχει κυρίως τεκμηριωθεί από τις επαφές ανθρωπιστικών οργανώσεων με θύματα βιασμού, αλλά επίσης, μολονότι οι επιστημονικές έρευνες γύρω από το θέματα δεν είναι πολλές, επιβεβαιώνουν αυτήν την άποψη.
Η Διεθνής Αμνηστία έχει αναφέρει μία κλινική μελέτη στη Σουηδία, το 2017, που πραγματοποιήθηκε στην Κλινική Έκτακτης Ανάγκης για θύματα βιασμού στην Στοκχόλμη, όπου διαπιστώθηκε ότι το 69,8% των γυναικών των 298 γυναικών που επέζησαν από βιασμούς παρέλυσαν σε κάποιον σημαντικό βαθμό κατά τη διάρκεια της επίθεσης, ενώ το 47,7% βίωσε ακραία παράλυση. Οι γυναίκες μάλιστα που είχαν βιώσει ξανά κάποιου είδους σεξουαλική επίθεση, αποδείχτηκε ότι είχαν διπλάσια πιθανότητα να παραλύσουν κατά τη διάρκεια του βιασμού τους. Ερευνα του 2015, επίσης, έδειξε ότι το 52% των φοιτητριών που είχαν πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας, είχαν βιώσει αυτού του είδους την παράλυση.
Παράλληλα, παρά το γεγονός ότι ο ορισμός στον Ποινικό Κώδικα χαρακτηρίζεται ως αναχρονιστικός και απαρχαιωμένος, υπάρχουν ήδη περιπτώσεις που η πραγματικότητα ανάγκασε τα δικαστήρια να κάνουν από μόνα τους βήματα μπροστά. Ο Άρειος Πάγος συγκεκριμένα, έχει κρίνει δύο φορές (εδώ και εδώ) ότι δεν απαιτείται αντίσταση του θύματος κατά τον βιασμό του. Πρόκειται ωστόσο για μεμονωμένες περιπτώσεις και μάλιστα για βιασμούς κατ'εξακολούθηση ανήλικης από συγγενικό της πρόσωπο. «Η νομολογία τα τελευταία χρόνια δέχεται ότι υπάρχει βιασμός και όταν το θύμα εξαιτίας του φόβου των συνεπειών ή της μεγάλης σωματικής διαφοράς με τον δράστη ή όταν έχουμε περισσότερους από έναν δράστες, το θύμα μπορεί να μην αντισταθεί και αυτό δεν χρησιμοποιείται εναντίον του θύματος. Αυτό όμως δεν επαρκεί, γιατί μιλάμε για αποφάσεις για συγκεκριμένες περιπτώσεις, ενώ αν είχαμε έναν ξεκάθαρο ορισμό του βιασμού με βάση την απουσία συναίνεσης ή έστω με αναφορά στη συναίνεση, αυτό θα ήταν πιο προστατευτικό για τα θύματα» εξηγεί η Χαρά Χιόνη.
Να μην περιμένουμε μια «Αγέλη των Λύκων»
Συνολικά στην Ευρώπη, μόνο 8 από τις 31 χώρες έχουν αλλάξει μέχρι στιγμή τον ορισμό που δίνουν στον βιασμό, αναφέροντας ξεκάθαρα την απουσία συναίνεσης. Ωστόσο, μολονότι με αργούς ρυθμούς, όλο και περισσότερες χώρες εναρμονίζονται με τα διεθνή πρότυπα, ή έστω εκφράζουν πρόθεση να το κάνουν, συνήθως μετά από πολύχρονο αγώνα φεμινιστικών κινημάτων και διεθνών ανθρωπιστικών οργανώσεων.
«Το ισχύον πλαίσιο, με την απειλή βίας ή τον σπουδαίο κίνδυνο σημαίνει ότι υπάρχει μια σειρά από ξεκάθαρες περιπτώσεις βιασμών, που δεν μπορούν να διωχθούν νομικά ως τέτοιο. Αυτό είναι κάτι που το έχουμε δει να συμβαίνει και στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες.» λέει στο TPP η Ειρήνη Γαϊτάνου, Υπεύθυνη Εκστρατιών της Διεθνούς Αμνηστίας.
Σε κάποιες χώρες, που έχουν ή είχαν το ίδιο πλαίσιο με την Ελλάδα οι αντιδράσεις πυροδοτήθηκαν μετά από κραυγαλέες περιπτώσεις βιασμού, που όμως δεν κρίθηκαν ως τέτοιες στα δικαστήρια. Στη Σουηδία, το 2013 η κοινωνία συγκλονίστηκε από την απόφαση ενός δικαστηρίου να αθωώσει τρεις άνδρες, που κατηγορούνταν ότι βίασαν ένα 15χρονο κορίτσι, χρησιμοποιώντας ένα μπουκάλι κρασί και προκαλώντας της αιμορραγία. Το δικαστήριο που εκδίκασε σε πρώτο βαθμό την υπόθεση έκρινε ότι «oι άνθρωποι που εμπλέκονται σε σεξουαλικές δραστηριότητες κάνουν πράγματα φυσικά και αυθόρμητα ο ένας στο σώμα του άλλου, χωρίς να ζητούν συναίνεση» και ότι η άρνηση του θύματος να ανοίξει τα πόδια του δεν ήταν άρνηση, αλλά «συστολή». Η αποκάλυψη της υπόθεσης προκάλεσε τεράστιες αντιδράσεις στη χώρα (οι δράστες καταδικάστηκαν σε δεύτερο βαθμό), οδηγώντας στη δημιουργία του κινήματος «Fatta» («κατάλαβέ το», στα σουηδικά), με στόχο να αναγνωριστεί στη νομοθεσία ότι το σεξ χωρίς συναίνεση είναι βιασμός και να εμπεδωθεί στην κοινωνία η προϋπόθεση της συναίνεσης για την σεξουαλική επαφή.
Ακόμα πιο χαρακτηριστική είναι μία περίπτωση βιασμού στην Ισπανία, που επίσης παρόμοιο ορισμό με την Ελλάδα. Στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου, ένα περιφερειακό δικαστήριο της Ναβάρα απάλλαξε από την κατηγορία του βιασμού πέντε άνδρες, που αυτοαποκαλούνταν «Η Αγέλη των Λύκων», οι οποίοι είχαν βιάσει ομαδικά μία 18χρονη και μάλιστα ανέβασαν το βίντεο με το έγκλημά τους στο διαδίκτυο. Επειδή το δικαστήριο έκρινε ότι δεν έγινε χρήση βίας, τα μέλη της «Αγέλης» καταδικάστηκαν μόνο για σεξουαλική ασέλγεια, αδίκημα με ποινή πολύ μικρότερη από τον βιασμό και μάλιστα αφέθηκαν ελεύθεροι, μετά από προφυλάκιση δύο ετών. Η υπόθεση προκάλεσε διαδοχικές κινητοποιήσεις σε πολλές πόλεις στην Ισπανία, με κεντρικό σύνθημα «είναι βιασμός, όχι κακοποίηση».
Στη Φινλανδία όπως ανέφερε πρόσφατα και το Αθηναϊκό Πρακτορείο, το 2017, δικαστήριο έκρινε έναν άνδρα ένοχο για σεξουαλική επίθεση — όχι για τον βιασμό — σε βάρος ενός κοριτσιού δέκα ετών, διότι το παιδί δεν πρόβαλε αντίρρηση και δεν μπόρεσε να αποδειχθεί η άσκηση βίας. Η απόφαση προκάλεσε κατακραυγή στη χώρα και σύμφωνα με τον Independent, 57.000 πολίτες της χώρας υπέγραψαν αίτηση για να αναθεωρηθεί η σχετική νομοθεσία. Λίγες μέρες πριν παραιτηθεί, η κεντροδεξιά κυβέρνηση της χώρας είχε υποσχεθεί ότι «η νομοθεσία θα γίνει πιο σαφής απ' ό,τι είναι σήμερα, θα εκσυγχρονιστεί, εν μέρει με την ενίσχυση του κριτηρίου της συναίνεσης από νομική σκοπιά» σύμφωνα με την υπουργό Δικαιοσύνης.
Στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει ακόμα ένα τέτοιο περιστατικό και η κοντινότερη στα παραπάνω υπόθεση είναι αυτή της Ελένη Τοπαλούδη, της φοιτήτριας από τη Ρόδο που όπως καταγγέλλεται βιάστηκε ομαδικά και δολοφονήθηκε. Βλέποντας όμως τις περιπτώσεις και το πώς το ισχύον πλαίσιο στρώνει το έδαφος για μια προκλητική δικαστική απόφαση το μήνυμα είναι να μην περιμένουμε και στην Ελλάδα μια περίπτωση «Αγέλης των Λύκων», για να κινητοποιηθούν οι Αρχές και η κοινωνία.
Τι είναι συναίνεση
Η αναφορά στην προϋπόθεση της συναίνεσης για την σεξουαλική επαφή αντιμετωπίζεται συχνά με επικριτικά και ειρωνικά σχόλια (θα πρέπει να υπογράφουμε υπεύθυνη δήλωση), ή ακόμα και κραυγές περί «ποινικοποίησης του σεξ». Οι αντιλήψεις αυτές υπάρχουν ακόμα, συνολικά στην Ευρώπη, σε ανησυχητικά μεγάλο ποσοστό. Μία έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2016, μπορεί το 96% των Ευρωπαίων να πιστεύει ότι η βία κατά των γυναικών είναι απαράδεκτη, αλλά το 22% θεωρεί ότι οι γυναίκες εφευρίσκουν ή υπερβάλλουν σε καταγγελίες για βιασμό και πάνω από ένας στους τέσσερις (27%) πιστεύει ότι η σεξουαλική επαφή χωρίς συναίνεση μπορεί να είναι δικαιολογημένη σε κάποιες περιπτώσεις.
Η Διεθνής Αμνηστία το εξηγεί με πολύ απλό τρόπο: «Για να κάνετε σεξ, πρέπει να ξέρετε ότι το άτομο που επιθυμείτε να κάνετε σεξ θέλει να κάνει σεξ μαζί σας» και προσθέτει έναν γενικό κανόνα. Σε περίπτωση αμφιβολίας, ρωτήστε. Εάν εξακολουθεί να υπάρχει αμφιβολία, σταματήστε». Όταν έγινε η αλλαγή του ορισμού στη Σουηδία, ο πρωθυπουργός, Στέφαν Λόβφεν, τόνισε: «Θα έπρεπε να είναι προφανές. Το σεξ πρέπει να είναι συναινετικό. Αν δεν είναι συναινετικό, τότε είναι παράνομο. Αν δεν είστε σίγουροι, τότε να απέχετε».
Ακόμα πιο απλό και επεξηγηματικό είναι το παρακάτω βίντεο, που παρομοιάζει την σεξουαλική συναίνεση με μία… πρόσκληση για τσάι:
Το άλλο ευρέως διαδεδομένο αντεπιχείρημα είναι η υπόθεση ότι ένας πιο χαλαρός ορισμός του βιασμού θα οδηγήσει σε περισσότερες ψευδείς καταγγελίες από γυναίκες εναντίον ανδρών, λόγω προσωπικών διαφορών και συμφερόντων. Απαντώντας σε αυτούς τους ισχυρισμούς, οι οργανώσεις σημειώνουν ότι οι ψευδείς καταγγελίες δεν έχουν να κάνουν με την συναίνεση ή όχι, αλλά με τη φύση του εγκλήματος, που είναι γενικά δύσκολο να αποδειχθεί. «Αυτό το επιχείρημα δεν έχει να κάνει με την έλλειψη συναίνεσης, είναι γενικό το βιασμό, είναι γενικό στα εγκλήματα τα οποία δύσκολα αποδεικνύονται. Περιπτώσεις ψευδών καταγγελιών έχουμε και τώρα και η Δικαιοσύνη μέχρι στιγμής το λύνει με πολύ καλό τρόπο. Η όλη εμπλοκή με το σύστημα δεν είναι απλή και οι άνθρωποι που μπαίνουν σε αυτή τη διαδικασία έχουν περάσει πολύ δύσκολα» απαντάει η δικηγόρος του Κέντρου Διοτίμα.
Η υπόθεση ότι με την αναφορά σε συναίνεση θα αυξηθούν οι ψευδείς καταγγελίες παραγνωρίζει μια σειρά από παράγοντες:
- Αν ο υποτιθέμενος στόχος είναι να πάθει ο φερόμενος ως δράστης επικοινωνιακή ζημιά, αυτό μπορεί να γίνει και τώρα. Με δεδομένο ότι το θύμα θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι το έγκλημα έγινε πριν από μεγάλο διάστημα, μία αλλαγή του ορισμού δεν θα φέρει κάποια αρνητική συνέπεια σε επικοινωνιακό επίπεδο, ακόμα κι αν δεχτεί κανείς ότι τα περιστατικά αυτά είναι ένα υπολογίσιμο μέγεθος, μπροστά στο σίγουρα πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα των βιασμών που δεν καταγγέλλονται.
- Η διαδικασία για να καταγγελθεί και να διωχθεί ένας βιασμός δεν είναι απλή και περιλαμβάνει εξετάσεις και διαδοχικές καταθέσεις στις αρμόδιες αρχές, με λεπτομέρειες για τις πράξεις και τα εγκλήματα που καταγγέλλονται. Το φερόμενο ως θύμα συνεχίζει να έχει το βάρος της απόδειξης των καταγγελιών της και τα όργανα της Δικαιοσύνης συνεχίζουν να εξετάζουν κάθε τέτοια υπόθεση κατά περίπτωση (μια ματιά στις αποφάσεις του Αρείου Πάγου παραπάνω δείχνει το πώς εξετάζεται η κάθε λεπτομέρεια στις υποθέσεις).
- Το κοινωνικό στίγμα που κυνηγάει ένα θύμα βιασμού.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η λύση δεν είναι ένας αναχρονιστικός ορισμός, αλλά να αποδίδεται Δικαιοσύνη με γρήγορους ρυθμούς. «Θα πρέπει αυτές οι υποθέσεις να λύνονται πιο γρήγορα από τη δικαιοσύνη. Και γιατί τα στοιχεία με την πάροδο του χρόνου αλλοιώνονται και γιατί είναι ψυχοφθόρο για το θύμα, που πιστεύει ότι δεν θα βρει δικαίωση αλλά και γιατί μπορεί ο φερόμενος ως δράστης, που φυσικά έχει το τεκμήριο της αθωότητας, να είναι όντως αθώος, αλλά αντιμετωπίζει ένα στίγμα.» επισημαίνει η κ.Χιόνη.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης κάνει τον ορισμό χειρότερο
Στην Ελλάδα εκτιμάται κατά καιρούς ότι έχουμε περίπου 4.500 – 5.000 χιλιάδες περιστατικά βιασμών κάθε χρόνο. Μόνο 150 περίπου όμως υποθέσεις φτάνουν τελικά στο δικαστήριο, σύμφωνα με έρευνα της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας στα τέλη του 2016. «Υπάρχουν πάρα πολλά αφανή θύματα βιασμών, ειδικά σε περιπτώσεις που ο δράστης είναι γνωστός στο θύμα. Υπάρχει επίσης μια δυσπιστία των αρχών, ειδικά σε περιπτώσεις που ο δράστης είναι σύντροφος, ή πρώην σύντροφος, υπάρχουν προβλήματα μεγάλα εδώ» εξηγεί το Κέντρο «Διοτίμα».
Παρά την σκληρή πραγματικότητα, τη φρίκη τέτοιων εγκλημάτων, τη διεθνή εμπειρία, τα καλέσματα των οργανώσεων και την ανάγκη να γίνει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να αποδίδεται δικαιοσύνη σε αυτό το έγκλημα, το υπουργείο Δικαιοσύνης φαίνεται ότι έχει αποφασίσει να κάνει το αντίθετο, σε μια κίνηση που μοιάζει ακατανόητη και αδικαιολόγητη.
Την Τετάρτη, το Υπουργείο έβγαλε στη δημόσια διαβούλευση το σχέδιό του για την αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα. Σε αυτό, το άρθρο 336 με τον ορισμό του βιασμού τροποποιείται προς το χειρότερο. Όχι μόνο δεν αναφέρει καθόλου την ανάγκη συναίνεσης ως προϋπόθεση, αλλά επιχειρεί να αλλάξει την προϋπόθεση της γενικής «απειλής σπουδαίου και άμεσου κινδύνου» σε «σωματική βία ή με απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας».
Όπως σημειώνει η Διεθνής Αμνηστία σε ανακοίνωση – καταγγελία της «με αυτόν τον τρόπο, οριοθετείται ακόμη περισσότερο η έννοια της απειλής (ως αποκλειστικά σωματικής), και κλείνει οποιοδήποτε περιθώριο διαφορετικής ερμηνείας». Η προϋπόθεση της σωματική βίας είναι εξαιρετικά προβληματική, καθώς τα διεθνή πρότυπα προβλέπουν ότι η βία δεν είναι μόνο σωματική. Μπορεί να είναι οικονομική (η οικονομική εξάρτηση π.χ. της συζύγου από τον σύζυγο), ψυχολογική. H Διεθνής Αμνηστία υποστηρίζει ότι το σχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης σημαίνει οπισθοδρόμηση για τα δικαιώματα των γυναικών.
«O περιορισμός δεν έχει καμία δικαιολογητική βάση ούτε με σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα , ούτε λαμβάνοντας υπόψιν την ευρωπαϊκή κατεύθυνση. Είναι αδικαιολόγητος και ακατανόητος, καθώς δεν μπορούμε να φανταστούμε με ποια στοιχεία και με ποια αιτολογία γίνεται πιο αυστηρό το πλαίσιο», σημειώνει η δικηγόρος του Κέντρου «Διοτίμα».
Το πρώτο παράδοξο επίσης είναι ότι μόλις πριν λίγους μήνες, τον Μάρτιο του 2018, η ελληνική Βουλή επικύρωσε τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, ή αλλιώς τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών, ένα νομικό κείμενο που θεωρείται το «το πιο άρτιο και πληρέστερο που υπάρχει», από τις οργανώσεις που ασχολούνται με αυτά τα ζήτηματα. Όπως είχε σημειώσει το TPP και τότε, η Σύμβαση προβλέπει μεταξύ πολλών άλλων και την αλλαγή του ορισμού του βιασμού, με μόνο κριτήριο την «απουσία συναίνεσης». Τότε, η κυβέρνηση προχώρησε σωστά σε όλες τις αλλαγές, εκτός του άρθρου 336.
Το δεύτερο παράδοξο είναι ότι μόλις πριν λίγες εβδομάδες, 54 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τον Σπύρο Δανέλλη κατάθεσαν ερώτηση στη Βουλή, ζητώντας τον «ορισμό του βιασμού με βάση τη μη συναίνεση και όχι μόνο τη βία». Οι βουλευτές αναφέρονται στα στοιχεία, τα καλέσματα διεθνών οργανισμών, την άποψη της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων και στο γεγογνός ότι «το όχι στην Ελλάδα δεν είναι αρκετό για να αρνηθεί μια γυναίκα να συνευρεθεί σεξουαλικά με κάποιον –τουλάχιστον όχι από νομικής άποψης». Όπως κααλήγουν: «Ερωτάται ο κ. Υπουργός: Προτίθεται να αναθεωρήσει το άρθρο 336 του ελληνικού Ποινικού Κώδικα, έτσι ώστε ο βιασμός να ορίζεται και με βάση την απουσία συναίνεσης στη σεξουαλική πράξη, χωρίς φυσικά να παραβλέπονται οι αναγκαίες δικαιοκρατικές εγγυήσεις;»
«Σε κάθε περίπτωση, ο μόνος ορισμός του βιασμού που μπορεί να γίνει αποδεκτός είναι αυτός που θα συνδέεται με την απουσία συναίνεσης. Η Διεθνής Αμνηστία, μετά από αναλυτική έρευνα και στα πλαίσια της εκστρατείας και όλου του υλικού που έχει δημοσιοποιήσει, έχει θεμελιώσει συγκεκριμένα τους λόγους για τους οποίους ένας τέτοιος ορισμός είναι απαραίτητος, έχει αναδείξει τις συγκεκριμένες δεσμεύσεις της Ελλάδας ως προς την υιοθέτησή του, ενώ έχει παράσχει αναλυτικές πληροφορίες για το ισχύον καθεστώς σε μια σειρά χωρών, και ειδικά αυτών που έχουν υιοθετήσει σχετικούς ορισμούς με βάση τη συναίνεση» αναφέρει επίσης η Διεθνής Αμνηστία στην καταγγελία της και προσθέτει επίσης ότι:
«Στα πλαίσια της εκστρατείας μας, θα θέσουμε στη δημόσια διαβούλευση με συγκεκριμένο τρόπο και με βάση τις θέσεις μας, το αίτημα της τροποποίησης του άρθρου 336, και της υιοθέτησης ενός ορισμού του βιασμού με βάση την απουσία συναίνεσης. Οι γυναικείες οργανώσεις και συλλογικότητες, καθώς και οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μπορούμε και πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να κινητοποιηθούμε, με αίτημα την τροποποίηση του ορισμού του βιασμού. Καλούμε το Υπουργείο Δικαιοσύνης να τοποθετηθεί συγκεκριμένα και να αναλάβει πρωτοβουλία για αυτή την τόσο απαραίτητη νομοθετική αλλαγή.»
Η ανάγκη για να μην αλλάξει ο ορισμός του βιασμού προς το χειρότερο, όπως σχεδιάζει το υπουργείο Δικαιοσύνης, αλλά προς το καλύτερο, όπως ζητούν οι οργανώσεις, έχει πρακτική και συμβολική σημασία. «Για εμάς είναι προφανές ότι το νομικό πλαίσιο δεν θα λύσει τα πάντα. Ο βιασμός είναι ένα ζήτημα που το υπερβαίνει αυτό, έχει να κάνει με συνειδήσεις, αντιλήψεις, ιδεολογίες, στερεότυπα κλπ. Όμως το νομικό πλαίσιο πρέπει να βάλει ένα όριο, θα οδηγήσει σε διώξεις περισσότερων βιασμών και κυρίως θα δώσει ένα μήνυμα ότι δεν μπορούν αυτά τα εγκλήματα να μένουν ατιμώρητα», τονίζει η Ειρήνη Γαϊτάνου στο TPP.
Η δημόσια διαβούλευση ολοκληρώνεται στις 27 Μαρτίου. Η Διεθνής Αμνηστία διεξάγει διαδικτυακή εκστρατεία με συλλογή υπογραφών για έναν ορισμό του βιασμού με βάση τη συναίνεση.
Το TPP στηρίζει την εκστρατεία και μπορείτε να συμμετέχετε με ένα κλικ εδώ.