Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, ο κ. Βούτσης επεσήμανε ότι με επίκεντρο τα προβλήματα που άφησε πίσω της η κρίση «γίνεται, από μια πλευρά, μια προσπάθεια αξιοποίησης και κεφαλαιοποίησης του φόβου».
«Αυτός ο φόβος, για το ακόμη δυσμενέστερο σενάριο, θα πρέπει να αρθεί, να αποδομηθεί, να αντικατασταθεί από ελπίδα, από προσδοκία, από μια διάθεση θετική, η οποία βεβαίως να εμπεδώνεται με προγράμματα, με πολιτικές, με παρεμβάσεις με κριτήρια τα οποία θα δίνουν μια νέα αισιοδοξία στην κοινωνία» τόνισε ο πρόεδρος της Βουλής και συνέχισε:
«Αντ' αυτού γίνεται μια συστηματική προσπάθεια πολιτικής κεφαλαιοποίησης του φόβου, της εσωστρέφειας, μιας εσωτερικής περαιτέρω αποσταθεροποίησης του κοινωνικού ιστού, μια προσπάθεια δηλαδή να πάμε ακόμη πιο πίσω ακόμη από ότι ήμασταν προ της κρίσης. Μια συστηματική, συντηρητική, αντιδραστική προσπάθεια για το παρόν και το μέλλον αυτής της κοινωνίας. Αυτή η σύγκρουση είναι παρούσα, τη βλέπουμε σε όλες της τις εκφάνσεις, τη βλέπετε και εσείς όπως έχει παραχθεί, τροφοδοτηθεί και πριμοδοτηθεί μέσα π.χ. από τη συμφωνία των Πρεσπών».
Ο κ. Βούτσης υπογράμμισε ότι αναδεικνύεται και η διαφορά αντίληψης μεταξύ δύο διαφορετικών πολιτικών προσεγγίσεων μέσα από αυτή τη διαδικασία και πρόσθεσε:
«Θα έλεγα, λοιπόν – συνέχισε ο κ. Βούτσης – ότι μερικά συνθήματα και κυρίως η εμμονή, από ορισμένες πλευρές, να υποθάλπουν, εάν και ευθέως δεν ενθαρρύνουν, τις κραυγές περί προδοσίας, έναντι της πραγματικότητας, ίσα – ίσα, ότι μια εκκρεμότητα λύνεται με τον καλύτερο τρόπο για τη χώρα μας και για την περιοχή, αυτές οι κραυγές αν ήταν μόνον βλακεία θα έλεγα πως είναι ανίκητη και πως, εντάξει, κάποια στιγμή και αυτοί θα σκεφτούν πως δεν ήταν έτσι. Δεν είναι απλό όμως το πράγμα. Διότι είναι βαθύτατα διχαστικές αυτές οι κραυγές και άκρως επικίνδυνες».
Ο πρόεδρος της Βουλής αναφέρθηκε ιδιαίτερα στις ευθύνες κομμάτων της αντιπολίτευσης, του «δημοκρατικού τόξου», τα οποία ενώ είχαν στο παρελθόν εκφραστεί υπέρ της ανάγκης για εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης με τη γειτονική χώρα, σήμερα για σκοπούς «εσωτερικής συνοχής» τους και για ψηφοθηρικούς λόγους, υιοθετούν μια στάση που «αφήνει χώρο» σε ακραίες αντιδράσεις και συμπεριφορές.
«Είναι εγκληματικό λάθος, ενόψει των ευρωεκλογών και ενόψει των βουλευτικών εκλογών, η συνέχιση της αφωνίας και η συνέχιση της υποκρισίας πάνω σε αυτό το ζήτημα. Διότι έχει αφεθεί πραγματικά χώρος του να λέγονται πράγματα τα οποία είναι πρωτοφανή, άκρως διχαστικά και επικίνδυνα».
Ο κ. Βούτσης εκτίμησε ότι η τάση αυτή θα γίνεται όλο και πιο μειοψηφική, όσο θα γίνονται κατανοητά τα «οφέλη» της συμφωνίας, «πλην όμως ο διχασμός δεν έρχεται πάντοτε, ούτε συνήθως από τις πλειοψηφίες, για αυτό θα παραμείνει», προειδοποιώντας για τα αποτελέσματα αυτών των στάσεων και πρόσθεσε:
«Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο, όπου δεν παράγονται απλά fake news, για τα οποία συζητά όλος ο κόσμος. Παράγεται μια fake πολιτική, ένα υποκατάστατο πολιτικής άκρως επικίνδυνο, δηλαδή μια πολιτική που στηρίζεται, υποστηρίζεται και αναπαράγει ψέματα, στοχοποιεί, δολοφονεί χαρακτήρες, αλλάζει ατζέντα».
Ο πρόεδρος της Βουλής έφερε, ως παράδειγμα, τι διαδίδεται – εν αναμονή και της εξέλιξης της υπόθεσης για τη Novartis και ενδεχομένως, όπως είπε, με πρόθεση «συμψηφισμού» – ότι η Βουλή δεν έχει δημοσιοποιήσει τα πόθεν έσχες των πολιτικών, ενώ αυτά είναι ήδη αναρτημένα στη «Διαύγεια». «Δεν είναι fake πολιτική, δεν είναι πια fake news…είναι ψέματα από την αρχή μέχρι τέλους» πρόσθεσε ο κ. Βούτσης.
Με αφορμή παρέμβαση που έγινε από μια γυναίκα, η οποία εξέφρασε αντιρρήσεις για τον τρόπο με τον οποίο ψηφίστηκε η Συμφωνία των Πρεσπών, ο κ. Βούτσης χαρακτήρισε «λάθος» από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης, ότι «παραμελήθηκε σοβαρά» τους προηγούμενους μήνες η προσπάθεια που γινόταν αναφορικά με τη Συμφωνία.
«Φτάσαμε, η Συμφωνία των Πρεσπών να δημοσιοποιηθεί, να δημοσιευτεί πέντε μέρες πριν την ψηφίσουμε στη Βουλή…. δεν είχε μοιραστεί στον κόσμο καν», τόνισε ο κ. Βούτσης, επισημαίνοντας ότι την ώρα που η κυβέρνηση δεχόταν πυρά, για μήνες, με «μη ακριβή» επιχειρήματα, «από την πλευρά, την κυβερνητική, υπήρξε στα όρια «του άκρα του τάφου σιωπή», για μερικούς μήνες» και πρόσθεσε: