του Θάνου Καμήλαλη
Σε συνέντευξη του στον ΣΚΑΙ, ο γραμματέας της ΝΔ υποστήριξε επανειλημμένα ότι:
«Υπάρχει ο φόβος και διάχυτη η πληροφόρηση ότι -δεν νομίζω ότι θα γίνουν συντονισμένες ενέργειες από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ- αλλά υπάρχει διαχυτη πληροφόρηση ότι κάποιοι είναι αποφασισμένοι, αν τα καταφέρουν, αν τους επιτρέψουμε να αλλοιώσουν τα εκλογικά αποτελέσματα. Η ΝΔ θα είναι εκεί με εκλογικούς αντιπροσώπους για να διασφαλιστεί ότι η ψήφος των Ελλήνων θα αποτυπωθεί στη κάλπη»
Παρά το γεγονός ότι δεν συνόδευσε την εξαιρετικά σοβαρή του καταγγελία με περισσότερες λεπτομέρειες, ο Αυγενάκης συνέχισε, απαντώντας στο αίτημα των δημοσιογράφων για διευκρινίσεις:
«Υπάρχει διάχυτη η πληροφόρηση -επαναλαμβάνω δεν έχουμε, ούτε πιστεύουμε ότι υπάρχει συντονισμένη ενέργεια από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ- αλλά υπάρχει η διάθεση από ορισμένους, που κινούνται σε αυτό τον χώρο, να αλλοιώσουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Αυτό δεν θα επιτραπεί»
Ο Αυγενάκης δεν είναι ένα τυχαίο στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας. Είναι ο γραμματέας του κόμματος και ένας άνθρωπος πολύ κοντά στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η τοποθέτησή του και η θεωρία που εξέφρασε επομένως, ειδικά όταν επιμένει σε αυτές, έχουν μια κάποια βαρύτητα.
Η τοποθέτησή του αυτή επίσης, δεν είναι γελοία ή άνευ σημασίας, είναι αντιδημοκρατική. Ένα κορυφαίο στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης βγήκε σε τηλεοπτικό κανάλι καταγγέλλοντας «διάχυτη πληροφόρηση» για προσπάθεια να αλλοιωθούν τα εκλογικά αποτελέσματα. Με αυτόν τον τρόπο, ο Αυγενάκης επιτέθηκε στην κορυφαία διαδικασία της αστικής δημοκρατίας, αλλά χωρίς να έχει έστω ένα στοιχείο για να δικαιολογήσει τον σοβαρότατο ισχυρισμό του. Το μόνο που ήθελε ήταν να αφήσει ένα σενάριο να αιωρείται στον δημόσιο διάλογο, για πάσα χρήση. Όλο και κάποιοι άλλωστε, που γοητεύονται από θεωρίες συνωμοσίες ή πιστεύουν στο αφήγημα περί «Σταλινομαδούρων» που μας κυβερνάνε, θα το πιστέψουν.
Η Νέα Δημοκρατία, που ακόμα δεν έχει βγάλει μία ανακοίνωση για να τοποθετηθεί σχετικά, αν θέλει να επιδείξει την στοιχειώδη σοβαρότητα, έχει δύο επιλογές: Ή να μεταφέρει τους «φόβους και την «διάχυτη πληροφόρηση» του Γραμματέα της στον Εισαγγελέα, ή να τον αδειάσει, ξεκάθαρα και χωρίς περιστροφές (δεδομένης της βαρύτητας του ατοπήματος, η αποπομπή θα ήταν η καλύτερη λύση). Υπάρχει εξάλλου το «Τμήμα Προστασίας του Κράτους και του Δημοκρατικού Πολιτεύματος» της Ασφάλειας, το οποίο μέχρι στιγμής ασχολείται με διώξεις μελών του κινήματος ενάντια στους πλειστηριασμούς. Αν η ΝΔ τα πιστεύει όντως αυτά που λέει, μπορεί να δώσει στο Τμήμα αυτό μία πιο σοβαρή δουλειά να κάνει.
Οποιαδήποτε άλλη αντιμετωπίση του θέματος από την αξιωματική αντιπολίτευση απλώς δηλητηριάζει κι άλλο την συζήτηση, τη διαδικασία, αλλά και την αποδοχή των αποτελεσμάτων από το εκλογικό σώμα. Αφήνει επίσης παράθυρο να χρησιμοποιηθεί, έστω και με υπονοούμενα, η θεωρία της «νοθείας» από στελέχη της ΝΔ στη συνέχεια, μετά τις Ευρωεκλογές και πριν τις εθνικές εκλογές, αν τα αποτελέσματα των πρώτων δεν ανταποκριθούν στις προσδοκίες τους. Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που στέλεχος της ΝΔ αφήνει υπόνοιες για πιθανή «αλλοίωση» αποτελέσματος.
Τον Ιανουάριο, ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης αυτός που είχε εκφράσει πρώτους ανάλογους φόβους, βασισμένος σε σενάριαπου «ακούγονται και γράφονται». Όλα αυτά φυσικά, από μία παράταξη που προέρχεται από την ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που πρωταγωνίστησε στις εκλογές που «ψήφισαν ακόμα και τα δέντρα», σύμφωνα με τον Γεώργιο Παπανδρέου, το 1961. Από μία παράταξη που κατά τη Μεταπολίτευση, είχε δεχθεί αδιαμαρτύρητα τις ήττες της, ακόμα και αυτήν του Κώστα Καραμανλή το 2000 που κοιμήθηκε πρωθυπουργός και ξύπνησε δεύτερος, αλλά τώρα βλέπει νοθείες προκαταβολικά.
Αν τελικά η σκέψη της ΝΔ είναι να έχει ένα ακόμα προκαταβολικό άλλοθι στην φαρέτρα της πάντως, την πρόλαβαν άλλοι. Την ίδια τακτική, με φόβους και υπόνοιες και μολονότι τελικά δεν τους χρειάστηκε ποτέ, έχουν ακολουθήσει ο Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016 αλλά και νεοφασίστας πρόεδρος της Βραζιλίας, Ζαϊχ Μπολσονάρου, μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών. Σίγουρα οι παραπάνω δεν είναι και η καλύτερη παρέα για το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως αυτό αυτοπροσδιορίζεται.
Σίγουρα επίσης, η αναφορά και μόνο ενός κορυφαίου στελέχους της αντιπολίτευσης σε «αλλοίωση αποτελέσματος» συνιστά επίθεση στην εκλογική διαδικασία, από αυτά που βλέπουμε συνήθως σε χώρες που χαρακτηρίζονται «τριτοκοσμικές». Στη γλώσσα της Νέας Δημοκρατίας, αυτά τα βλέπουμε σε «Βενεζουέλες». Θέλει η σκέφτεται η αξιωματική αντιπολίτευση να ρίξει τόσο χαμηλά το επίπεδο της αντιπαράθεσης και να πρέπει να συζητάμε για το αδιάβλητο των εκλογών στη χώρα; Στην τελική, μήπως είναι η Νέα Δημοκρατία αυτή που, μέσα από το αφήγημα των «Σταλινομαδούρων» κλέβει μία μικρή δόση από τα γεγονότα της Βενεζουέλας και την διαμάχη για την ποιότητα των εκλογών της, προσπαθώντας να εισάγει αυτή τη συζήτηση, έστω και στο περιθώριο, στην Ελλάδα;