Ο Γιονούς Μουχαμαντί κατάγεται από το Αφγανιστάν. Κατάφερε να φτάσει στην Ελλάδα πριν από 18 χρόνια αφού δραπέτευσε από τις φυλακές των Ταλιμπάν. Η γυναίκα του ήταν τότε 6 μηνών έγκυος και δεν μπόρεσε να τον ακολουθήσει. Το 2004 έλαβε πολιτικό άσυλο και πέρσι, μετά από 17 χρόνια στην Ελλάδα, πολιτογραφήθηκε Έλληνας ώστε να μπορεί σήμερα να είναι υποψήφιος ευρωβουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.
Υπήρξε ιδρυτής της Αφγανικής Κοινότητας και πρόεδρος του Ελληνικού Φόρουμ Προσφύγων. Ο Γιονούς Μουχαμαντί έχει δηλώσει μέσα σε κοινοβουλευτική επιτροπή ότι εφόσον το αίτημά του για οικογενειακή επανένωση με τη γυναίκα του απορρίφθηκε, αναγκάστηκε να πληρώσει για να την φέρει στην Ελλάδα γιατί η ζωή της βρισκόταν σε κίνδυνο. Το 2006 βραβεύτηκε από τη διεθνή οργάνωση Human Rights Watch για την ακτιβιστική του δράση για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ειδικότερα των δικαιωμάτων των προσφύγων και των μεταναστών.
Μετά από σχεδόν 20 χρόνια ζωής και εργασίας στην Ελλάδα, είναι η πρώτη φορά που ο Γιονούς Μουχαμαντί έχει δικαίωμα να ψηφίσει αλλά και να ψηφιστεί. Στην πατρίδα του, το Αφγανιστάν, σπούδαζε ιατρική και ως φοιτητής στο πανεπιστήμιο αγωνιζόταν για τα δικαιώματα κάτι που τον οδήγησε πολλές φορές στη φυλακή. Αυτή η πολιτική δράση είναι που του έλειψε και αποφάσισε να συμμετάσχει στο ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ. Όταν του έγινε η πρόταση, δεν απάντησε αμέσως θετικά. Ζήτησε χρόνο ώστε να το συζητήσει με κοινότητες προσφύγων και μεταναστών και να ακούσει τις αντιδράσεις τους. Δεν ήθελε να αποτελέσει ένα «διακοσμητικό στοιχείο» ή ένα άλλοθι πολιτικών αστοχιών. Με το βλέμμα στραμμένο στις κακές συνθήκες των προσφυγικών καμπ αλλά και το κρίσιμο ζήτημα της ένταξης, ο κ. Μουχαμαντί δηλώνει ότι η ένταξη δεν θα επιτευχθεί ποτέ όσο η τοπική αυτοδιοίκηση δεν αναλαμβάνει έναν κομβικό ρόλο και όσο οι πρόσφυγες ζουν σε καμπ χωρίς να συγχρωτίζονται με τους ντόπιους και χωρίς να έχουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία.
Συνομιλήσαμε με τον Γιονούς Μουχαμαντί στο πλαίσιο των προεκλογικών συνεντεύξεων του TPP με υποψηφίους/-ες.
Ραδιοφωνική συνέντευξη στην Τζένη Τσιροπούλου και τον Κωνσταντίνο Πουλή
Κύριε Μουχαμαντί, καλησπέρα σας.
Καλησπέρα και ευχαριστώ για την πρόσκληση, για το βήμα που μου δίνετε. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω εύκολη πρόσβαση στα Μέσα.
Ναι, το διάβασα και στη σελίδα σας στο Facebook όπου γράφετε χαρακτηριστικά ότι υπήρξε ενδιαφέρον από διεθνή Μέσα, όπως BBC και Al Jazeera, αλλά καθόλου από τα ελληνικά για την υποψηφιότητά σας.
Ναι, πράγματι. Μετά το BBC είχα πρόσκληση από την Αυστρία, τη Γαλλία, την Ελβετία και την Αμερική, αλλά στην Αθήνα, σε μεγάλο κανάλι, δεν έχω μιλήσει καθόλου. Κανείς δεν με έχει πάρει τηλέφωνο.
Η πολιτική είναι ένα δύσκολο σπορ και έχουμε δει ότι οι πολιτικοί συχνά λαμβάνουν αποφάσεις που διαψεύδουν τις προεκλογικές τους υποσχέσεις αλλά και τις προσδοκίες των ανθρώπων που τους πίστεψαν και τους ψήφισαν. Εσείς με αυτό το ακτιβιστικό background, γιατί αποφασίσατε να μπείτε στην πολιτική αρένα;
Κοιτάξτε, και αυτή η απόφασή μου είναι μέρος της ακτιβιστικής μου δράσης. Γιατί πάντα, ως ακτιβιστής καθώς και στο Φόρουμ που δουλεύω τόσα χρόνια με τις κοινότητες, μία από τις πολύ σημαντικές δράσεις που κάνουμε, είναι για τα πολιτικά δικαιώματα και την πολιτική συμμετοχή των μεταναστών και προσφύγων. Πιστεύω ακράδαντα ότι αν δεν έχεις πολιτική συμμετοχή και πολιτικά δικαιώματα, δεν είσαι ίσος πολίτης και δεν έχεις ίσα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα ψήφου, το εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Η περίπτωσή μου δεν είναι η πρώτη πάντως. Είχαν κατέβει σε προηγούμενες εκλογές κι άλλα μέλη του Φόρουμ, από διάφορες μεταναστευτικές κοινότητες, ως υποψήφιοι σε προοδευτικούς χώρους. Χάρηκα πάρα πολύ που μου προτάθηκε και μένα και δεν μπορούσα ν' αφήσω αυτή την ευκαιρία.
Εγώ δεν είχα δικαίωμα ψήφου ούτε το δικαίωμα του εκλέγεσθαι. Όταν διεκδικείς τα δικαιώματά σου και τα δικαιώματα των άλλων, και αγωνίζεσαι για την ισότητα, όλα αυτά είναι πολιτικά. Στην Ελλάδα, η εμπλοκή στην πολιτική έχει έναν αρνητικό αντίκτυπο λόγω όλων αυτών που έχουν γίνει από τα πολιτικά, και ιδιαίτερα τα παραδοσιακά, κόμματα. Παρόλα αυτά, εγώ είμαι πολύ περήφανος για την πολιτική δράση που είχα από μικρή ηλικία, από το πανεπιστήμιο στο Αφγανιστάν.
Στο Αφγανιστάν αγωνιζόμουν για τα δικαιώματά μας και για αυτό κατέληξα πολλές φορές στη φυλακή. Νιώθω πολύ περήφανος και μου έχει λείψει ειλικρινά η πολιτική δράση, παρ' όλο που με οδήγησε να περάσω τη μισή ζωή μου στη φυλακή.
Είναι ένας τρόπος αυτός για τα κόμματα να καλύπτουν ελλείψεις και λάθη που έχουν διαπράξει σε συγκεκριμένα πεδία; Δηλαδή, για παράδειγμα, έγιναν λάθη στη διαχείριση του προσφυγικού και τώρα μπαίνουν στα ψηφοδέλτια άνθρωποι που είναι πρόσφυγες ή μετανάστες ως ένα άλλοθι.
Αυτό συνέβαινε. Οι προηγούμενες υποψηφιότητες από τους συναδέλφους μου, από τις κοινότητες μεταναστών-προσφύγων, είχαν ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα. Είμαστε πολύ απογοητευμένοι που ήμασταν σαν διακοσμητικό στοιχείο ενός ψηφοδελτίου. Εγώ όταν μου έγινε η πρόταση, δεν είπα αμέσως “ναι”. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να το συζητήσω με τις κοινότητες, αλλά και με φίλους Έλληνες, και να το ζυγίσουμε πολύ καλά. Τους απάντησα έπειτα, ότι δεν θα ήθελα ποτέ το όνομά μου να είναι ένα διακοσμητικό στοιχείο. Εννοείται ότι η υποψηφιότητά μου έχει έναν συμβολικό ρόλο λόγω του προσφυγικού μου background, αλλά θέλω να είναι και ουσιαστική.
Και η αλήθεια είναι πως αυτό που βλέπω τώρα είναι το εξής: Όχι μόνο είμαι στο ψηφοδέλτιο, αλλά επειδή δεν έχω γραφείο, δεν έχω επιτελείο, δεν έχω λεφτά ούτε για να εκτυπώσω κάρτες, και αν δεν δουλεύω όλο τον μήνα στο τέλος του μήνα δεν θα έχω να φάω, βλέπω μία αλληλεγγύη, μία στήριξη πραγματική από τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Οι άνθρωποι είναι κοντά μου. Μου έχουν δώσει κι ένα γραφείο. Είναι δίπλα μου και με βοηθάνε. Είμαι ίσος με τους άλλους, έχω τα ίδια δικαιώματα με τους άλλους και πραγματικά δεν μπορώ να εκφράσω αυτό το συναίσθημα ικανοποίησης που νιώθω. Αυτή η αποδοχή από τον κόσμο είναι κάτι που δεν μπορούσα να το φανταστώ.
Αναφέρεστε σε ανθρώπους που είναι υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ ή ανθρώπους που γνωρίζουν εσάς μέσα από τη δράση σας;
Όταν πρωτοήρθα εδώ [στον ΣΥΡΙΖΑ], μου είπαν ότι δεν είχαν πολύ κόσμο που θα μπορούσε να είναι πάντα μαζί μου και να με βοηθάει. Δίπλα μου είναι μία κυρία που ήταν δύο χρόνια εθελόντρια στους πρόσφυγες στο Ελληνικό. Είναι δίπλα μου κάθε μέρα και με βοηθάει στην ατζέντα, δηλαδή πού να πάω, στις συνομιλίες μου με άλλους υποψηφίους, με το οργανωτικό του κόμματος, κλπ. Αυτή η κυρία δεν είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ αλλά είναι κάποια που θέλει να βοηθήσει.
Είχα πάει στην Καβάλα και μία κυρία ήρθε στη συζήτηση και μου είπε: «Δεν έχω ψηφίσει ποτέ ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επειδή παρακολουθώ τη δράση σου, έχω εκτυπώσει την κάρτα σου από το Facebook σου και την μοιράζω λέγοντας ότι αυτόν τον άνθρωπο πρέπει να τον ψηφίσετε». Για μένα μετράει πάρα πολύ αυτό και πιστεύω ότι μετράει και για τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάθε πολιτικό χώρο θα έπρεπε να έχει σημασία το να τους ψηφίζει ο κόσμος με πολιτικά κριτήρια και όχι μόνο στενά κομματικά. Η μεγαλύτερη στήριξη έρχεται από τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά είναι και πολλοί άνθρωποι που δεν τους έχουν ψηφίσει ποτέ και τώρα ψηφίζουν εμένα.
Βεβαίως και θα θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει έναν άνθρωπο ο οποίος συμβολίζει όλα αυτά που συμβολίζετε εσείς και που προσελκύει ψηφοφόρους οι οποίοι δεν είναι κανονικά ψηφοφόροι του. Το ερώτημα είναι, και το ρωτώ με κάθε σεβασμό προς τη δική σας διαδρομή, αν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να εκπροσωπήσει τους μετανάστες και τους πρόσφυγες με την πολιτική που ασκεί.
Δεν ήμουν ποτέ ΣΥΡΙΖΑ ούτε τώρα είμαι γραμμένος. Όταν πήρα την υπηκοότητα με προσέγγισαν κι άλλα κόμματα. Επέλεξα τον ΣΥΡΙΖΑ επειδή ξέρω ότι μέσα σ' αυτόν τον χώρο μπορώ να εκφράσω τις ιδέες και τις θέσεις μου στο ακέραιο. Είμαι στη συμβουλευτική επιτροπή του ευρωπαϊκού οργανισμού για τα δικαιώματα των Ευρωπαίων πολιτών, εκπροσωπώντας διάφορους φορείς από την Ελλάδα – όχι μόνο μετανάστες – και βλέπω τη συμπεριφορά των Ευρωπαίων πολιτών απέναντι στην Ελλάδα κι ακούω όσα λέγονται στην Ευρώπη για τη μετανάστευση και την προσφυγιά. Εννοείται ότι τα προσφυγικά ζητήματα δεν λύθηκαν και δεν είναι ευχάριστα.
Στην περιοδεία μου, το πρώτο που κάνω είναι να πάω στα κέντρα φιλοξενίας για να δω τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Είναι πολύ δύσκολη η κατάσταση και δεν το αρνείται αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έκανε αστοχίες και δρούσε κάποιες φορές με καθυστέρηση, όμως κι οι ίδιοι λένε ότι υπάρχουν πραγματικά περιθώρια βελτίωσης.
Για μένα μετράει πάρα πολύ η πολιτική βούληση από την κυβέρνηση αλλά για να είμαστε ειλικρινείς και να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι, χρειάζεται μία πανευρωπαϊκή αντιμετώπιση και αυτό το φωνάζει και η κυβέρνηση. Η Ελλάδα μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι το ζήτημα δεν είναι και ελληνικό. Έχει ευθύνη η ελληνική κυβέρνηση όπως έχει και η κοινωνία. Όλοι έχουν ευθύνη απέναντι στο μεταναστευτικό-προσφυγικό, αλλά είναι κάτι που πρέπει ν' αντιμετωπιστεί ευρωπαϊκά.
Δυστυχώς – και αυτός είναι ένας λόγος που κατεβαίνω στις εκλογές- σε ευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχει πολύ μεγάλη κρίση. Υπάρχει κρίση πολιτικών ευθυνών και κρίση στην αλληλεγγύη, κι αν δεν βρεθούν λύσεις σ' αυτά, τότε έχουμε πρόβλημα. Η ίδια κρίση υπάρχει γενικά σε όλα τα [ευρωπαϊκά] ζητήματα, όχι μόνο στο μεταναστευτικό-προσφυγικό ζήτημα.
Όποιος έχει βρεθεί στη Μόρια και γενικότερα στο πεδίο γνωρίζει ότι οι συνθήκες είναι πάρα πολύ άσχημες, και από το 2015 έως το 2019 σήμερα, δεν θα έλεγε κανείς ότι έχουν βελτιωθεί αισθητά. Εσείς μάλιστα έχετε πει ότι το “refugees welcome” δεν πρέπει στην ουσία να είναι “refugees welpass”, δηλαδή “καλώς ήρθατε” και “καλώς να φύγετε”. Αν εκλεγείτε, πείτε μας δύο προτάσεις για τα hot spots και για την ένταξη τις οποίες θα διεκδικήσετε στην Ευρωβουλή. Και η ένταξη είναι και ένα όπλο ενάντια στην ακροδεξιά. Γιατί όσο αφήνουμε τα πράγματα να παραπαίουν τόσο δίνουμε χώρο στις ακροδεξιές φωνές.
Αν θέλουμε να δούμε βαθιά, πρέπει πρώτα απ’ όλα να σκεφτούμε τις αιτίες της προσφυγιάς και της μετανάστευσης. Εκεί είναι το μεγάλο πρόβλημα που εγώ ασκώ κριτική. Ακόμα και αριστερά κόμματα στην Ευρώπη δεν έχουν κάνει αυτά που πρέπει για την αιτία της προσφυγιάς, δηλαδή για τους πολέμους. Η αλληλεγγύη που υπήρξε είναι σημαντική και χρειάζεται αλλά η κοινωνία πρέπει – όπως οι μαθητές αντιστέκονται σήμερα για την κλιματική αλλαγή – να αντισταθεί και να φωνάξει για τις αιτίες της προσφυγιάς. Αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα.
Και πέρα από τους πολέμους, η μετανάστευση συμβαίνει και λόγω φτώχειας η οποία δημιουργείται στην Αφρική και σε άλλες χώρες, καθώς και λόγω κλιματικής αλλαγής. Σιγά-σιγά θα έχουμε και εσωτερική μετανάστευση στην Ευρώπη και η μεγαλύτερη προσφυγιά θα οφείλεται στην κλιματική αλλαγή και σε δεύτερο βαθμό θα φταίει ο πόλεμος.
Αυτά είναι τα μεγάλα προβλήματα και πιστεύω ότι η ατζέντα στην Ευρώπη πρέπει να στραφεί προς την αντιμετώπιση αυτών των μεγάλων προβλημάτων. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, οι ανισότητες που δημιουργούν, η απόσταση μεταξύ των κέντρων λήψης αποφάσεων και των πολιτών η οποία μεγαλώνει – ιδιαίτερα όσον αφορά τους μειονοτικούς πληθυσμούς -, όλα αυτά είναι βούτυρο στο ψωμί της ακροδεξιάς.
Και το ζήτημα της ένταξης για τους ανθρώπους που μένουν ήδη εδώ;
Η ένταξη δεν είναι κάτι μονόπλευρο, δηλαδή ας πάρουμε τη μετανάστευση να την εντάξουμε στην κοινωνία σαν να είναι ένα πράγμα, μια ένεση που θα κάνουμε και τελειώσαμε. Χρειάζεται ένα στρατηγικό πλάνο με στόχο. Πολλά στρατηγικά πλάνα υπήρχαν, αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκαν. Ήταν ελλειμματικά και έμειναν στα χαρτιά. Το τελευταίο στρατηγικό πλάνο που έφερε η κυβέρνηση και για το οποίο είχαμε θετικά σχόλια από διάφορες οργανώσεις, είναι πάρα πολύ καλό αλλά δεν πρέπει να μείνει κι αυτό στα χαρτιά. Πρέπει να εφαρμοστεί.
Έπειτα είναι και οι πρόσφυγες οι ίδιοι και η κοινωνία: πρέπει να γίνουν δράσεις ευαισθητοποίησης και στους μεν και στους δε και κυρίως να μην ξεχάσουμε τον σημαντικό ρόλο της Αυτοδιοίκησης. Πρέπει σιγά-σιγά να αποκεντρωθεί το ζήτημα της ένταξης. Να φύγει θεσμικά από την κυβέρνηση και να πάει στις τοπικές αυτοδιοικήσεις, όπως γίνεται και σε άλλες χώρες. Αν δεν γίνουν όλα αυτά, πιστεύω ότι θα υπάρχει πρόβλημα.
Αυτή τη στιγμή, το μεγαλύτερο πρόβλημα στα κέντρα δεν είναι οι συνθήκες αλλά η απόγνωση των ανθρώπων. Είναι η απελπισία τους όταν αναρωτιούνται τι θα γίνει αύριο. Είναι η αβεβαιότητα για το τι θα γίνει με τα παιδιά τους. Δεν μπορεί να γίνει ένταξη στα κέντρα φιλοξενίας. Δεν είναι λύση τα κέντρα φιλοξενίας.
Η ένταξη αφορά όλα τα φάσματα – κοινωνικά, πολιτισμικά, πολιτικά – και χρειάζεται η συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων μερών: της κοινωνίας των πολιτών, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των ντόπιων και της κοινότητας των προσφύγων. Αυτό δεν έχει γίνει ποτέ στην Ελλάδα. Δεν παίρνουμε στα σοβαρά τις κοινότητες μεταναστών-προσφύγων ενώ αυτό είναι το κλειδί για την ένταξη. Δεν μπορούμε να εντάξουμε τους μετανάστες-πρόσφυγες χωρίς να τους βάλουμε να συμμετέχουν στις αποφάσεις. Όχι μόνο να τους ενημερώνουμε. Πρέπει να έχουν πρόσβαση. Εγώ πάντα λέω ότι αυτό που θέλω να κάνω είναι να εκπροσωπήσω την κοινωνία από τα κάτω στα κέντρα λήψης αποφάσεων εκεί. Κι όχι μόνο εγώ αλλά όλοι οι συνυποψήφιοί μου είτε προέρχονται από τους Ρομά, από την LGBT κοινότητα ή από τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Αυτή είναι η αποστολή μας στην Ευρωβουλή.
Η φωτογραφία είναι του Nick Paleologos / SOOC.