Πηγή από την παράταξη των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο δήλωσε στο The Intercept ότι η διοίκηση χρησιμοποιεί αυτό το μέτρο για να ξεμπλοκάρει πάνω από 20 προτεινόμενες πωλήσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, πολλές από τις οποίες δεν θα εγκρίνονταν αν τίθονταν προς ψήφιση στη Γερουσία.
Σύμφωνα με το Νόμο για τον Έλεγχο των Εξαγωγών Όπλων του 1976, το Υπουργείο Εξωτερικών οφείλει να ενημερώσει το Κογκρέσο 30 μέρες πριν από την ολοκλήρωση μιας αγοραπωλησίας. Μέσα σε αυτό το διάστημα διεξάγεται μια ψηφοφορία και αποφασίζεται αν θα εγκριθεί η εξαγωγή όπλων. Ωστόσο, η σχεδόν άγνωστη αυτή διάταξη, που επικαλέστηκε η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, δίνει τη δυνατότητα στον πρόεδρο να πιστοποιήσει μια έκτακτη ανάγκη και να κρίνει την άμεση πώληση ως απαραίτητη «για την εθνική ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών».
Ο γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ, επικεφαλής των Δημοκρατικών στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσων της Γερουσίας, δήλωσε την Παρασκευή ότι η διοίκηση, όταν ενημέρωσε το Κογκρέσο για τα σχέδια τους «περιέγραψε την επί σειρά ετών κακή συμπεριφορά των Ιρανικών κυβερνήσεων, χωρίς όμως να ταυτοποιήσει ποια είναι η έκτακτη ανάγκη που αντιμετωπίζουμε σήμερα».
Εδώ και 4 χρόνια, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν εμπλακεί σε μια στρατιωτική επέμβαση στην Υεμένη, με στόχο την αποκατάσταση του πρώην προέδρου Αμπντού Ραμπού Μανσούρ Χαντί στην εξουσία. Οι βομβαρδισμοί, οι οποίοι πραγματοποιούνται με τη συνδρομή των Ηνωμένων Πολιτειών, έχουν δεχτεί σφοδρή κριτική καθώς έχουν επανειλημμένα οδηγήσει στην καταστροφή μη στρατιωτικών υποδομών, όπως κατοικίες, αγορές, εργοστάσια, σταθμούς ύδρευσης, σχολεία και νοσοκομεία.
Η Επιτροπή της Γερουσίας είχε παλαιότερα σταματήσει μια αγοραπωλησία βομβών ακριβείας (precision-guided bombs) αξίας 2 δισ. δολαρίων, επικαλούμενη ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Άλλοι πρόεδροι, που κατά το παρελθόν είχαν επικαλεστεί την ίδια διάταξη, είχαν αποδείξει επιτυχώς τη χρονική κρισιμότητα της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης και την αναγκαιότητα παράκαμψης του Κογκρέσου. Το 1990 για παράδειγμα, και μία ημέρα μετά την εισβολή του Σαντάμ Χουσεϊν στο Κουβέιτ, ο τότε πρόεδρος Τζορτζ Μπους επικαλέσθηκε τη διάταξη για να μεταφέρει τανκς M60 και αεροσκάφη F-15 στη Σαουδική Αραβία για να διασφαλίσει τα νοτιοανατολικά σύνορα.
Ο Κρις Μέρφι, γερουσιαστής των δημοκρατικών από την πολιτεία του Κονέκτικατ, είχε προειδοποιήσει προ ημερών ότι ο πρόεδρος Τραμπ θα επιχειρήσει να παρακάμψει το Κογκρέσο, χρησιμοποιώντας τη διάταξη ως παραθυράκι, καθώς γνωρίζει ότι δεν μπορεί να πουλήσει όπλα στη Σαουδική Αραβία με διαφορετικό τρόπο.
«Δεν υπάρχει καμία νέα ‘έκτακτη ανάγκη’, που θα αιτιολογούσε την πώληση βομβών στην Σαουδική Αραβία για να τις χρησιμοποιήσουν στην Υεμένη, μια ενέργεια που θα εντείνει την ανθρωπιστική κρίση στη χώρα», δήλωσε ο Μέρφι την Παρασκευή.
Η κίνηση αυτή έχει θορυβήσει υπέρμαχους για τον έλεγχο όπλων, που υποστηρίζουν τον περιορισμό των πωλήσεων προς τη Σαουδική Αραβία, ιδιαίτερα μετά τη δολοφονία του Σαουδάραβα αντιφρονούντα και δημοσιογράφου στη Washington Post, Τζαμάλ Κασόγκι, ο οποίος δολοφονήθηκε πριν από ένα χρόνο στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Τζεφ Άμπραμσον, ανώτερο στέλεχος στην Ένωση Ελέγχου Όπλων (Arms Control Association), δήλωσε στο The Intercept ότι το Κογκρέσο πρέπει να έχει πλήρη έλεγχο στην αγοραπωλησία όπλων.
«Δεν είναι τυχαίο ότι το εμπόριο όπλων περνάει από μια διαδικασία στην οποία είναι υποχρεωτική η συμμετοχή του Κογκρέσου», επισήμανε ο Άμπραμσον. «Είναι εξαιρετικά επισφαλές εμπόριο γιατί πρόκειται για θανάσιμα υλικά. Είναι απαραίτητο λοιπόν να υπάρχει ένας μηχανισμός ελέγχου και ισορροπιών».