Αν κανείς έχει την υπομονή, είτε από επαγγελματική διαστροφή είτε από σκέτη διαστροφή, να διατρέξει τα δημοσιεύματα της Καθημερινής για τα Εξάρχεια, θα συναντήσει συχνές αναφορές στη “θεωρία του σπασμένου παραθύρου” (Δείτε εδώ, εδώ, εδώ και εδώ). Σας αντιγράφω μερικά από τα αποσπάσματα από τα σχετικά άρθρα των πιο αγαπημένων μας αρθρογράφων της Καθημερινής, για να πάρετε μία γεύση από το τι είναι αυτό που ζητούν.

σταδιακή και «φυσιολογική» περικύκλωση των ευαίσθητων περιοχών από έναν κλοιό κανονικότητας, που ολοένα θα σφίγγει. Με τους όρους της θεωρίας του Γουίλσον, θα λέγαμε ότι το κράτος θα αρχίσει να διορθώνει τα σπασμένα παράθυρα.

Στέφανος Κασσιμάτης

περιγράφεται γλαφυρά πώς τα πρώτα σημάδια εγκατάλειψης ενός μέρους του δημόσιου χώρου οδηγούν σε ακόμη μεγαλύτερη παραβατικότητα, σε κοινωνική απομόνωση των κατοίκων που νιώθουν ανασφαλείς και, τελικώς, τη συνολική εγκατάλειψη ολόκληρων περιοχών σε συμμορίες και παραβατικούς.

Η συμβουλή τους –που υλοποιήθηκε με θεαματικά καλά αποτελέσματα από τον δήμαρχο της Νέας Υόρκης Ρούντολφ Τζουλιάνι– είναι μία: ουδεμία υποχώρηση στην παραβατικότητα, όπως γίνεται σήμερα στην Αθήνα, αλλά η πολιτική της μηδενικής ανοχής.

Πάσχος Μανδραβέλης

Αξίζει τον κόπο να δούμε τι όντως συνέβη. Το 1982 δημοσιεύεται ένα άρθρο στο περιοδικό Atlantic για τη θεωρία του σπασμένου παραθύρου. Η θεωρία αυτή πρεσβεύει ότι όταν κάνεις επισκευάσει νωρίς ένα σπασμένο παράθυρο, τότε προωθεί μία κουλτούρα πειθάρχησης στον νομό η οποία σταδιακά αποθαρρύνει όχι μόνο τη χαμηλή παραβατικότητα, αλλά και την εγκληματικότητα. Δηλαδή υπήρξε μία δημοφιλής αρχικά εγκληματολογική θεωρία που πρέσβευε ότι το να συλλαμβάνεις κάποιον γιατί κατούρησε στο δρόμο βοηθάει στο να καταπολεμήσεις την ένοπλη βία, τους βιασμούς και τις απαγωγές. Eνώ η θεωρία αυτή αναφέρεται συχνά ως αμφιλεγόμενη είτε ακόμη και ως θεωρία που απέφερε πάρα πολύ θετικά αποτελέσματα -όπως ισχυρίζεται ο Μανδραβέλης- η αλήθεια δεν είναι αυτή.

Για την ακρίβεια μπορούμε να έχουμε μία πολύ ξεκάθαρη εικόνα του τι συμβαίνει όταν πας να την εφαρμόσεις, διότι όπως γίνεται στις χώρες που οι κοινωνικές θεωρίες είναι εφαρμοσμένες, οι εμπνευστές της υπήρξαν σύμβουλοι της αστυνομίας και μάλιστα σε περιπτώσεις με τεράστια συμβολική αξία για την ιδεολογική κυριαρχία της αστυνομίας, όπως είναι η περίπτωση του “δόγματος της μηδενικής ανοχής” στην περίπτωση της Νέας Υόρκης του Τζουλιάνι. Ο ίδιος ο Kelling, συντάκτης του αρχικού άρθρου στο Atlantic, ήταν σύμβουλος της αστυνομίας, όχι μόνο εκεί, αλλά και στη Βοστώνη και το Λος Άντζελες.

Εμπνευσμένη από αυτήν την θεωρία η αστυνομία ξόδεψε πόρους προκειμένου να παταχθεί το γκράφιτι στους τοίχους (ο Bratton έκανε ενθουσιώσεις ανακοινώσεις στα ΜΜΕ σχετικά), η κατανάλωση αλκοόλ στο δρόμο, κι άλλα τέτοια σοκαριστικά εγκλήματα. Όπως έλεγα πρόκειται για μία χώρα όπου οι κοινωνιολόγοι (αν δεν κάνω λάθος είμαστε τρεις εδώ στο πάνελ) καλούνται να αποδείξουν τη χρησιμότητά τους μετρώντας τις συνέπειες της εφαρμογής των θεωριών τους. Στην περίπτωση αυτής της εγκληματολογικής θεωρίας έχουμε τη λεπτομερή 84σέλιδη έκθεση του αστυνομικού τμήματος της Νέας Υόρκης, που περιγράφει τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής. Μέσα στην έκθεση αυτή, που υπογράφει η εγκληματολογική ομάδα ανάλυσης των δεδομένων του αστυνομικού τμήματος της Νέας Υόρκης, αναφέρεται ρητά ότι δεν διαπιστώνεται εμπειρικά συσχέτιση μεταξύ της καταπολέμησης της χαμηλής έντασης παραβατικότητας και της εγκληματικότητας. Η έκθεση συνεχίζει -και αυτό προτείνω να το κορνιζάρουμε στα γραφεία της Καθημερινής και μετά σε όλα τα αστυνομικά τμήματα- λέγοντας ότι με αυτό το δεδομένο, θα ήταν σώφρον η αστυνομία να κάνει καλύτερη διαχείριση των οικονομικών της πόρων και να μην προσπαθεί να κυνηγάει αυτούς που κάνουν γκράφιτι στους τοίχους.

Ένας από τους εγκληματολόγους λοιπόν που σχολιάζει τη θεωρία αυτή, η οποία έχει δεχθεί συντριπτική επιστημονική κριτική στη συνέχεια, λέει ότι το βρώμικο μυστικό των εμπνευστών της θεωρίας είναι ότι γνώριζαν πάρα πολύ καλά ότι είναι από αναποτελεσματική, και γι’ αυτό και ήδη μετά το πρώτο εξάμηνο της εφαρμογής της σταμάτησαν να χρησιμοποιούν αστυνομικούς πόρους προκειμένου να συλλαμβάνουν πιτσιρικάδες που έκαναν γκράφιτι, παρότι οι 11 αστυνομικοί που είχαν αναλάβει την εφαρμογή αυτής της πολιτικής είχαν κάνει 500 (!) συλλήψεις την προηγούμενη χρονιά, για παραβιάσεις σχετικά με το γκράφιτι. Αυτό παρότι είχαμε 1,8 εκατομμύρια επιχειρήσεις της αστυνομίας μεταξύ 2010-15, που στόχευαν στη δημόσια ούρηση, τη δημόσια κατανάλωση αλκοόλ, την κατοχή μαριχουάνας κλπ. σε αυτό το πνεύμα. Εξάλλου η έννοια της “ανομίας” γνωρίζουμε καλά ότι, επειδή δεν ταυτίζεται με την εγκληματικότητα, είναι ακόμη περισσότερο εκτεθειμένη στις πολιτικές προκαταλήψεις του προσωπικού, με αποτέλεσμα να στοχεύει συχνότερα καλλιτέχνες του δρόμου, όσο προσποιείται ότι επιδίδεται στη μάχη κατά του εγκλήματος.

Παρότι η ιστορία που σας λέω είναι αμερικανικής εμπνεύσεως, και επειδή ακριβώς οι ΗΠΑ αποτελούν τον φάρο που φωτίζει τον πλανήτη μας και απλώνει το φως του και το σκοτάδι του στα πέρατα της γης, νομίζω ότι είναι πάρα πολύ εύκολο να αντιληφθεί αμέσως την σύνδεση με την ιδεολογική και αστυνομική επιχείρηση που παρακολουθούμε να βρίσκεται σε εξέλιξη τον τελευταίο καιρό.

Δεν έχω καμία αμφιβολία ερχόμενος σε αυτό το πάνελ ότι μεταξύ μας θα μπορούσαμε πολύ γρήγορα να συμφωνήσουμε ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν έχει αφήσει τίποτε όρθιο από τα ζητήματα στα οποία πόνταρε προεκλογικά. Δεν μπορεί να μιλήσει για το Μακεδονικό, γιατί το μόνο που την απασχολεί αυτή τη στιγμή είναι η πιστή τήρηση της συμφωνίας των Πρεσπών. Δεν μπορεί να μιλήσει για το Μάτι, διότι όταν βρέθηκε σε διεθνές περιβάλλον ο πρωθυπουργός αναγκάστηκε να μιλήσει και εκείνος για την κλιματική αλλαγή, και δεν μπορεί να μιλήσει για τα πλεονάσματα και τη μείωση των φόρων διότι αυτό έχει παραπεμφθεί στο μέλλον από την Κομισιόν, με τις συνήθεις αδύνατες προϋποθέσεις που γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά στα χρόνια της κρίσης.

Αυτό σημαίνει ότι η μοναδική διαχωριστική γραμμή που θα μπορούσε να βρει η Νέα Δημοκρατία προκειμένου να εξακολουθήσει να δικαιολογεί την ύπαρξη της πολιτικά, την ώρα που στην οικονομία η πολιτική της είναι ένα μείγμα εξυπηρέτησης της τρόικας και των ολιγαρχών, είναι να πουλήσει στο τηλεοπτικό της κοινό τάξη και ασφάλεια. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αυτό είναι περίπου μία κοινή αφετηρία από την οποία όλοι μας ξεκινάμε την ανάλυση μας.

Αυτό που θα με ενδιέφερε να κάνω είναι να δω πώς λειτουργούν αυτά τα ιδεολογικά εργαλεία αν τα αντιμετωπίσει κανείς στην καλύτερη δυνατή εκδοχή τους, δηλαδή όχι στην εκλαΐκευση τους από τις σελίδες της μάχιμης συστημικής δημοσιογραφίας της Καθημερινής, αλλά από τα ίδια άρθρα και τα έργα των εμπνευστών αυτής της θεωρίας. Το συμπέρασμα, όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ, και νομίζω όμως ότι δεν είμαι ο μόνος σε αυτό, είναι ότι τα Εξάρχεια είναι ένας τόπος μυθικός. Όχι με την έννοια ότι είναι παραμυθένιος, αλλά με την έννοια ότι είναι ένα μέρος το οποίο έχει επινοηθεί στη φαντασία ενός παράξενου εγκεφάλου και στην συνέχεια αναλαμβάνουν τα Μέσα Ενημέρωσης να κατασκευάσουν αυτό που σκέφτηκε εκείνος ο εγκέφαλος.

Τα Εξάρχεια δεν είναι μία πραγματική περιοχή, περισσότερο από όσο είναι η Ατλαντίδα ή η Νεφελοκοκκυγία. Είναι ένας τόπος δηλαδή που τον έχουν σκεφτεί στο μυαλό τους μπάτσοι και κανάλια, που περιέχει ΚΕΠ του Ρουβίκωνα και ιπτάμενους αναρχικούς, δεν μπορεί να πατήσει εκεί πέρα η αστυνομία και ο μόνος που καταφέρνει με ηρωικές προσπάθειες να βρεθεί έστω και για λίγο εκεί προκειμένου να ξεκινήσει τη μάχη εναντίον της ανομίας είναι ο ήρωας-αλεξιπτωτιστής της Βουλής, ο Θάνος Πλεύρης. Αυτή είναι μία τοποθεσία επινοημένη, η οποία όμως, όπως όλες οι επινοήσεις, κατακτά μία θέση στο μυαλό των ανθρώπων και μάλιστα μερικές φορές ακόμη και ανθρώπων οι οποίοι έχουν πατήσει και το πόδι τους στα Εξάρχεια, αλλά προφανώς πολύ περισσότερο σε εκείνους που δεν έχουν πατήσει ποτέ.

Όταν λοιπόν αυτή η εικόνα συγκρούεται με την πραγματικότητα, αντίθετα με ότι θα περίμενε κανείς, δεν συμβαίνει τίποτε. Όποιος νομίζει ότι υπάρχουν από τη μία μεριά οι ιδέες και από την άλλη τα πράγματα, και αρκεί να αντικρίσεις τα πράγματα για να αλλάξεις γνώμη για τις ιδέες, περίπου όπως ο συγγραφέας που επισκέπτεται τη Σοβιετική Ένωση και αλλάζει γνώμη την άλλη μέρα, νομίζω ότι πλανάται πλάνην οικτρά. H πραγματικότητα είναι κάτι πολύ σχετικό. Όπως ακριβώς συμβαίνει με το βλέμμα του ερωτευμένου και το αντικείμενο του πόθου του, αυτό που βλέπουμε μπροστά μας ως ένα βαθμό κατασκευάζεται από το μυαλό μας. Είναι ένα μείγμα αυτό που είδαμε με αυτό που σκεφτήκαμε. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε μπροστά στην ωμή προπαγάνδα των τηλεοπτικών καναλιών. Σημαίνει όμως ότι έχουμε και εμείς να αφηγηθούμε τις δικές μας ιστορίες, από τη δική μας οπτική γωνία και κυρίως να φτιάξουμε τις δικές μας ιστορίες, που είναι ακόμη πιο σημαντικό.

Σας είπα στην αρχή ότι εγώ δεν μένω πια στα Εξάρχεια. Ακούω όμως αυτές τις μέρες τις ιστορίες των ανθρώπων που τα παιδιά τους χωρίστηκαν από το σχολείο από τα προσφυγακια, εκεί που τα παιδιά τους έπαιζαν μαζί. Σε κάθε ξεχωριστή τέτοια περίπτωση αυτό που κάναμε και αυτό που είπαμε φτιάχνει τα Εξάρχεια που θα έχουν προκύψει από τις δικές μας καθημερινές πράξεις και ταυτοχρόνως και από τον λόγο, τις φωτογραφίες, τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία που θα παράγεται μαζί με αυτές τις πράξεις. Θέλω να πω ότι την ώρα που η απέναντι πλευρά κατασκευάζει μία εντελώς απίθανη ιστορία, χρειάζεται εμείς όχι να αντιπαραθέσουμε το ψέμα στο ψέμα, αλλά πρώτον να υποστηρίξουμε τις δράσεις αυτές που απηχούν τον δικό μας κώδικα αξιών και μαζί να βρούμε τα δικά μας κανάλια ενημέρωσης, επικοινωνίας και συνάντησης που δεν τα διαπερνά το παραμορφωτικό βλέμμα των καναλιών.

 

Το κείμενο βασίζεται στη ομιλία μου στην εκδήλωση Εξάρχεια-Η αλήθεια και άλλα ψέμματα, που πραγματοποιήθηκε στην πλατεία Εξαρχείων την περασμένη εβδομάδα. Συμμετείχαν οι Αργύρης Αργυριάδης [Μέλος των Αλληλέγγυων Λειτουργών Υγείας], Πάολα Ρεβενιώτη [κινηματογραφίστρια, εκδότρια, ποιήτρια, ακτιβίστρια,πρωτεργάτρια του κινήματος ΛΟΑΤΚΙ], Βασίλης Ρόγγας [Κοινωνιολόγος – Δημοσιογράφος], Κωνσταντίνος Πουλής [Συγγραφέας – Δημοσιογράφος στο thePressProject] Γιάννης Ανδρουλιδάκης [Δημοσιογράφος – Συγγραφέας],Άννα Νίνη [δημοσιογράφος – ακτιβίστρια]

ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ Σάββα Μιχαήλ Δημήτρη Παπαχρήστο Θεόφιλο Βανδώρο Θέκλα Τσελεπή και
Κατερίνα Μάτσα

Το βίντεο της παρουσίασης μπορείτε να το παρακολουθήσετε εδώ.