του Σπύρου Απέργη, δικηγόρου, ειδικού στο προσφυγικό δίκαιο, τέως μέλους των Επιτροπών Προσφυγών
Οι απόψεις αυτές αντανακλούν τις αντίστοιχες απόψεις που κυριαρχούν και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και γι’ αυτό έχουν υιοθετηθεί πολιτικές αποτροπής των προσφύγων και των μεταναστών προς την Ευρώπη. Ωστόσο, τα ερευνητικά, επιστημονικά δεδομένα αποδομούν χαρακτηριστικά τις απόψεις της κυβέρνησης και των ευρωπαίων και καθιστούν μετέωρη και αναποτελεσματική την πολιτική αποτροπής, πέρα από τα βαθιά τραύματα που προκαλεί στο νομικό και πολιτικό πολιτισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο ερευνητής του Harvard, Danilo Mandic, μαζί με συναδέλφους στο Boston Consortium for Arab Region Studies (BCARS), δημιούργησε μια ερευνητική ομάδα σε πέντε χώρες του λεγόμενου «βαλκανικού διαδρόμου», από τον οποίο πέρασαν στην Ευρώπη πάνω από ένα εκατομμύριο μετανάστες την περίοδο 2014-2016. Διεξήγαγαν 150 συνεντεύξεις με Σύρους πρόσφυγες που μετακινήθηκαν μέσα από δίκτυα διακινητών και 75 συνεντεύξεις με ειδικούς σε πέντε χώρες (Ιορδανία, Τουρκία, Ελλάδα, Σερβία, Γερμανία). Συγκέντρωσαν στοιχεία από δεκάδες επίσημα, ανεπίσημα και ημιμόνιμα στρατόπεδα διαμονής μεταναστών, από αστικούς χώρους, συνοριακά περάσματα και αγροτικές εγκαταστάσεις[1]. Η μελέτη κατέληξε σε κάποια σημαντικά συμπεράσματα:
1) ο τρόπος με τον οποίο οι πρόσφυγες αντιλαμβάνονται τους διακινητές είναι σε πλήρη αντίθεση με το πώς τους αντιμετωπίζουν οι κυβερνήσεις, τα media και η κυρίαρχη κουλτούρα.Οι αξιωματούχοι τούς αντιλαμβάνονται ως στυγνούς εκμεταλλευτές και αδίστακτους εγκληματίες ωστόσο οι Σύροι πρόσφυγες τους βλέπουν ως οδηγούς και συμμάχους, ως πρόσωπα που τους βοηθούν να φύγουν.
Σύμφωνα με την έρευνα «οι διακινητές προσαρμόζονται στην αυξανόμενη καταστολή, εκθέτοντας τους πρόσφυγες σε πιο δαπανηρές, επικίνδυνες και θανατηφόρες διαδρομές»[2].
2) «Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι κυβερνήσεις, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλοι επίσημοι φορείς σχετιζόμενοι με τη μετανάστευση έχουν σοβαρό έλλειμμα εμπιστοσύνης στα μάτια των προσφύγων»[3].
3)Περαιτέρω η έρευνα ισχυρίζεται ότι τα περιστατικά κινδύνων για τη ζωή και την υγεία των προσφύγων και των μεταναστών, όπως οι βυθίσεις σκαφών, οι κρατήσεις, η κακομεταχείριση κλπ συμβαίνουν περισσότερο με υπεύθυνους τους κρατικούς αξιωματούχους των κρατών παρά από τους διακινητές.
Εξάλλου, σύμφωνα με παλιότερη έκθεση των Γιατρών Χωρίς Σύνορα[4] πάνω από το 60% των ιατρικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι κρατούμενοι μετανάστες, όπως λοιμώξεις του αναπνευστικού, μυοσκελετικοί πόνοι, διάρροια, εντερικές διαταραχές, ψυχολογικά προβλήματα και δερματικές παθήσεις προκαλούνται ή είναι άμεσα συνδεδεμένα με τις άθλιες συνθήκες μέσα στις οποίες κρατούνται. Αλλά και, πρόσφατα, τον Φεβρουάριο 2019 η Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (CPT) του Συμβουλίου της Ευρώπη δημοσίευσε σχετική έκθεσή της για την Ελλάδα, σύμφωνα με την οποία, οι συνθήκες διαμονής στη Μόρια ήτα φτωχές και το Φυλάκιο Έβρου πολύ κακές και πρόσθεσε ότι η κράτηση προσώπων για αρκετές εβδομάδες ή μήνες σε τέτοιες άθλιες συνθήκες μπορεί εύκολα να θεωρηθεί ότι αποτελεί απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση[5].
Συνεπώς, είναι πιθανό τέτοιες πολιτικές γενικευμένης κράτησης να οδηγήσουν σε προβλήματα δημόσιας υγείας τόσο για τους κρατουμένους, όσο και για τους εργαζόμενους σε τέτοια κέντρα, όπως έχει συστηματικά συμβεί κατά το παρελθόν ενώ μπορεί να εκθέσουν σε απάνθρωπες συνθήκες κράτησης τους αλλοδαπούς και να οδηγήσουν την Ελλάδα σε νέες, διεθνείς, δικαστικές καταδίκες.
Παράλληλα, το παρελθόν της Ελλάδας ως προς τις δεκάδες καταδίκες που έχει δεχθεί για άθλιες συνθήκες κράτησης και για απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση των κρατουμένων είναι ιδιαίτερα αρνητικό και η ελληνική διοίκηση, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων έχει επιδείξει αδιαφορία και απροθυμία να βελτιώσει αυτές τις συνθήκες, όπως φαίνεται από τις παρατιθέμενες καταδίκες που έχει συγκεντρώσει η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του ανθρώπου σε σχετικό δελτίο της[6].Η κυβέρνηση δεν έχει εξηγήσει πώς θα αποφύγει νέες καταδίκες και πώς θα εξασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες κράτησης, σύμφωνες με τα διεθνή πρότυπα.Εξάλλου, η γενικευμένη κράτηση αιτούντων διεθνή προστασία είναι αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο. Η γενίκευση αυτή καθίσταται ακόμα πιο αδικαιολόγητη και επικίνδυνη καθώς, όπως έχω σημειώσει και αλλού[7], «το 73,9% των αιτούντων διεθνή προστασία [που εισέρχονται από τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου] αναγνωρίζονται δικαιούχοι διεθνούς προστασίας με υψηλά ποσοστά αναγνώρισης (άνω του 69%)», Μάλιστα με νεώτερα στοιχεία[8], το ποσοστό των αιτούντων με τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά ανέρχεται σήμερα γύρω στο 78% αφού έχουν αυξηθεί κάπως ξανά οι Σύριοι που εισέρχονται παράτυπα. Συνεπώς, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε νομικά ούτε ηθικά η γενικευμένη κράτηση ανθρώπων, πέραν κάποιου, σύντομου εύλογου χρόνου για την ταυτοποίηση και την καταγραφή τους, οι οποίοι έχουν υψηλές πιθανότητες να λάβουν διεθνή προστασία και αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των παράτυπα εισερχομένων αλλοδαπών στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου.
Ως προς την ενίσχυση της φύλαξης των θαλάσσιων συνόρων θα πρέπει να τονιστεί ότι, στο πλαίσιο των διεθνών συνθηκών για την υποδοχή μεταναστών και προσφύγων, η Ελλάδα και οι λοιπές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν αναλάβει συγκεκριμένες διεθνείς υποχρεώσεις που αφορούν συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επισύρουν τη διεθνή ευθύνη των κρατών σε περίπτωση παραβίασής τους (άρθρο 3 Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου – ΕΣΔΑ[9], άρθρο 7 Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα,[10] άρθρα 2 και 16 της Σύμβασης του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων[11] κλπ).
Σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της, η Ελλάδα έχει υποχρέωση διάσωσης ανθρώπων στη θάλασσα. Η υποχρέωση αυτή βρίσκει πεδίο εφαρμογής σε όλες τις θαλάσσιες ζώνες –από την αιγιαλίτιδα ζώνη- μέχρι και την ανοιχτή θάλασσα.[12] Επιπλέον, η υποχρέωση διάσωσης δεν υφίσταται μόνο όταν ένα σκάφος εκπέμπει σήμα κινδύνου αλλά καλύπτει και τις περιπτώσεις εκείνες που σκάφη «συναντούν» τυχαία λέμβους ή άτομα στη θάλασσα που βρίσκονται σε κίνδυνο ζωής.[13] Η υποχρέωση διάσωσης υφίσταται ακόμη και στην περίπτωση που οι ίδιοι οι αλλοδαποί έχουν προκαλέσει τον κίνδυνο ζωής είτε πηδώντας στη θάλασσα είτε προκαλώντας βλάβη στις λέμβους που χρησιμοποιούν, σύμφωνα με καταγγελίες των ελληνικών λιμενικών αρχών, προκειμένου να τύχουν της βοήθειας τους. Επίσης, τέτοιου είδους πρακτικές από πλευράς αλλοδαπών δε μπορούν και δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως ενδεχόμενη δικαιολογία για μείωση ή «χαλάρωση» των επιχειρήσεων διάσωσης.[14] Τέλος, τονίζεται ότι η αρχή της μη επαναπροώθησης των αλλοδαπών[15] είναι μία κάθετη αρχή προστασίας στην οποία δεν επιτρέπονται επιφυλάξεις εκ μέρους των κρατών που την υπογράφουν και την επικυρώνουν στο εσωτερικό τους δίκαιο. Η αρχή αυτή θεωρείται κανόνας εθιμικού διεθνούς δικαίου με δεσμευτικό χαρακτήρα για όλα τα κράτη.
Περαιτέρω, τα πλοία του ΝΑΤΟ και της FRONTEX στο Αιγαίο, σε περίπτωση επαναπροώθησης προσφύγων και μεταναστών στην Τουρκία, ασκούν δικαιοδοσία με την έννοια που ορίζει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, άλλες διεθνείς συμβάσεις ή διεθνή όργανα του ΟΗΕ, όπως το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ[16], καθώς και η Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων[17] – ανεξάρτητα από τα ύδατα, τα οποία λαμβάνει χώρα η δράση τους, είτε εθνικά (ελληνικά, τουρκικά), είτε διεθνή. Επομένως έχουν ανάλογες ευθύνες μη επαναπροώθησης των προσφύγων και παροχής πρόσβασής τους σε διαδικασίες παραμονής τους στη χώρα προορισμού τους.
Συνοψίζοντας, η αναγγελθείσα πολιτική τη κυβέρνησης για τη γενίκευση της κράτησης και της ενίσχυσης των συνόρων είναι αλυσιτελής καθώς δεν αναμένεται να ανακόψει ουσιαστικά και σε βάθος χρόνου τις ροές προσφύγων και μεταναστών στην Ελλάδα και επικίνδυνη γιατί ενδέχεται να εκτεθούν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες σε συνθήκες κράτησης που απάδουν των διεθνών προτύπων και να οδηγήσουν σε νέες διεθνείς, δικαστικές καταδίκες την Ελλάδα ενώ υπάρχουν υψηλές πιθανότητες να αυξηθούν οι θάνατοι αλλοδαπών στο Αιγαίο από πιθανές, παράνομες, βεβαίως, επιχειρήσεις αποτροπής πλεούμενων παράτυπων αλλοδαπών από κρατικών σκάφη ή/και σκάφη του ΝΑΤΟ και της FRONTEX.
[1] Η σχετική μελέτη δημοσιεύθηκε στο Forced Migration Policy https://forcedmigrationforum.com/2017/10/08/syrian-refugee-smuggling-2014-6/ στις 8/10/2017 και αναδημοσιεύθηκε στα ελληνικά στο http://pass-world.gr/oi-prosfyges-fobountai-perissotero-to-kratos-apo-tin-ekmetalleusi-twn-diakinitwn/
[2] Βλ, την υποσημείωση 1.
[3] Βλ. την υποσημείωση 1.
[4] Δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο 2011 στη διεύθυνση https://msf.gr/magazine/oi-athlies-synthikes-sta-kentra-kratisis-ypeythynes-gia-63-ton-problimaton-ygeias-ton
[5] Βλ. ενδεικτική αναφορά στη διεύθυνση https://www.kathimerini.gr/1010700/gallery/epikairothta/ellada/ek8esh-toy-symvoylioy-ths-eyrwphs-yperplh8ysmos-kai-kakometaxeirish-metanastwn-sthn-ellada
[6] Δημοσιεύεται τον Φεβρουάριο 2017 στη διεύθυνση https://www.echr.coe.int/Documents/FS_Migrants_detention_ELL.pdf
[7] Στο άρθρο μου στις 12/10/2019 στη διεύθυνση https://thepressproject.gr/ine-prosfyges-i-metanastes-i-paratypi-allodapi-pou-erchonte-stin-ellada-kritiki-sta-metra-tis-kyvernisis-gia-to-asylo-tin-ypodochi-ke-tin-kratisi-paratypon-metanaston-etounton-diethni-prostasia/
[8] https://data2.unhcr.org/en/situations/mediterranean/location/5179 με ημερομηνία πρόσβασης 23/11/2019
[9] Κυρώθηκε με το ΝΔ 53/1974, ΦΕΚ Α΄ 256.
[10] Κυρώθηκε με το Ν. 2462/1997, ΦΕΚ Α΄ 25.
[11] Κυρώθηκε με το Ν. 1782/1988, ΦΕΚ Α΄ 116.
[12] Βλ. Έκθεση Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) «Η κατάσταση των αλλοδαπών που εισέρχονται στην ελληνική επικράτεια και η πρακτική των λιμενικών αρχών», 2008, διαθέσιμη στη διεύθυνση http://nchr.gr/images/pdf/apofaseis/prosfuges_metanastes/katastasi_allodapon_aegean_2008.pdf ,σελ 5-6 με ειδικότερη βιβλιογραφία: S. N. Nandan and S. Rosenne, United Nations Convention on the Law of the Sea, 1982: A Commentary, Vol III (Martinus Nijhoff Publishers, The Hague 1995) 177.
[13] Έκθεση ΕΕΔΑ,όπου πιο πάνω, βλ. υποσημείωση 12-ειδικότερη βιβλιογραφία, βλ M. Pallis, “Obligations of States towards Asylum Seekers at Sea: Interactions and Conflicts between Legal Regimes” (2002) 14 International Journal of Refugee Law 329, 338.
[14] Έκθεση ΕΕΔΑ, όπου πιο πάνω βλ. υποσημείωση 12-ειδικότερη αναφορά, βλ. και R. P. Schaffer, “The Singular Plight of Sea-Born Refugees” (1978-1980) 8 Australian Yearbook of International Law 213, 221.
[15] Η αρχή της μη επαναπροώθησης αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της διεθνούς προστασίας των προσφύγων. Αποτυπώνεται στο άρθρο 33 της Σύμβασης της Γενεύης (1951) που δεσμεύει επίσης τα κράτη, τα οποία είναι συμβαλλόμενα μέρη στο Πρωτόκολλο του 1967. Η απαγόρευση της επαναπροώθησης σε κίνδυνο δίωξης εφαρμόζεται σε κάθε μορφή αναγκαστικής απομάκρυνσης, συμπεριλαμβανομένων της απέλασης, της απομάκρυνσης, της έκδοσης, των άτυπων ή «εξαιρετικών» μεταγωγών καθώς και στην περίπτωση της άρνησης εισόδου στα σύνορα. Εφαρμόζεται όχι μόνο στις περιπτώσεις επιστροφής στη χώρα καταγωγής ή, στην περίπτωση των ανιθαγενών, στη χώρα προηγούμενης συνήθους διαμονής, αλλά σε οποιονδήποτε τόπο όπου ο ενδιαφερόμενος δικαιολογημένα φοβάται ότι απειλείται η ζωή του ή η ελευθερία του για έναν ή περισσότερους από τους λόγους που ορίζει η Σύμβαση του 1951 ή από όπου κινδυνεύει να επαναπροωθηθεί σε παρόμοιο κίνδυνο. Για περισσότερα σχετικά με την αρχή αυτή βλ. P. Weis, The Refugee Convention, 1951: The Travaux Préparatoires Analysed with a Commentary by Dr. Paul Weis, Cambridge University Press,Cambridge (1995), p. 341.
[16] Υπόθεση Burgos κατά Ουρουγουάης (1980) της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (Sergio Euben Lopez Burgos v. Uruguay, Communication No. R.12/52, U.N. Doc. Supp. No. 40 (A/36/40) at 176 (1981),δημοσιευμένη στη διεύθυνση http://hrlibrary.umn.edu/undocs/session36/12-52.htm),η οποία αφορούσε ουρουγουανούς πρόσφυγες στους οποίους είχε δώσει άσυλο η Αργεντινή. Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Αργεντινή, οι ως άνω πρόσφυγες απάχθηκαν από τις μυστικές υπηρεσίες τις Ουρουγουάης, κρατήθηκαν στην Αργεντινή για δύο εβδομάδες, και μεταφέρθηκαν στην Ουρουγουάη, όπου και βασανίστηκαν. Το ζήτημα ήταν αν o Λ. Μπούργκος τελούσε υπό ουρουγουανή δικαιοδοσία κατά την αρχική σύλληψή του. Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ έκρινε ότι θα ήταν παράλογο να ερμηνευθεί το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα κατά τρόπο ώστε να μπορεί ένα κράτος να προβαίνει σε πράξεις τις οποίες δεν επιτρέπεται να διαπράττει στη δική του επικράτεια, αρκεί να τις κάνει στο έδαφος άλλου κράτους. Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων διατύπωσε έναν θεμελιώδη κανόνα: Ό,τι απαγορεύεται ένα κράτος να κάνει στην επικράτειά του, δεν επιτρέπεται να το κάνει κάπου αλλού. Για περισσότερα βλ. το άρθρο του καθηγητή του μεταναστευτικού δικαίου στο Vrije Universiteit του Άμστερνταμ, Thomas Spijkerboer «Γιατί η δράση του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο αντίκειται στο διεθνές δίκαιο» που δημοσιεύεται μεταφρασμένο στα ελληνικά στη διεύθυνση https://enthemata.wordpress.com/2016/02/28/nato-3/.
[17] Βλ. την λεγόμενη υπόθεση Marine 1 (P.K. et al. v. Spain, Communication No. 323/2007, U.N. Doc. CAT/C/41/D/323/2007 (2008),δημοσιευμένη στη διεύθυνση http://hrlibrary.umn.edu/cat/decisions/323-2007.html) που εξέτασε η Επιτροπή κατά των Βασανιστηρίων της σχετικής διεθνούς Σύμβασης και η οποία (υπόθεση) αφορούσε ένα εμπορικό πλοίο που μετέφερε 369 μετανάστες, το οποίο εξέπεμψε σήμα κινδύνου σε διεθνή ύδατα. Κατά τον καθηγητή Spijkerboer (βλ. υποσημείωση 16) «ένα ισπανικό σκάφος διάσωσης προσέγγισε το Marine Ι και το ρυμούλκησε στις ακτές της Μαυριτανίας. Μετά από ένα δεκαήμερο διαπραγματεύσεων, οι αρχές της Μαυριτανίας έδωσαν την άδεια να ρυμουλκηθεί το πλοίο σε ένα λιμάνι της χώρας. Οι μετανάστες συνελήφθησαν υπό την εποπτεία του ισπανικού πληρώματος. Οι περισσότεροι από αυτούς επέστρεψαν κατά ομάδες στη χώρα καταγωγής τους, ενώ ελάχιστοι έλαβαν άδεια παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. Οι καταγγελίες αφορούσαν τις συνθήκες κράτησης και την απέλαση στη χώρα καταγωγής τους. Ένα από τα επιχειρήματα που προέβαλαν οι ισπανικές αρχές ήταν ότι όλα αυτά συνέβησαν εκτός της ισπανικής επικράτειας. Η Επιτροπή κατά των Βασανιστηρίων υποστήριξε ότι ένα κράτος ασκεί δικαιοδοσία όταν έχει, άμεσα ή έμμεσα, συνολικά ή εν μέρει, de jure ή de facto, αποτελεσματικό έλεγχο. Η Επιτροπή έκρινε ότι η Ισπανία ασκούσε δικαιοδοσία από τη στιγμή που προέβη στη διάσωση του Marine I.»