Όπως αναφέρουν πληροφορίες του «Έθνους», στο Μισθοδικείο κατατέθηκαν δύο ομαδικές αγωγές δικαστών της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, με τις οποίες ζητούν να επανέλθει η φοροαπαλλαγή του 25% επί του ακαθάριστου ετήσιου εισοδήματός τους, η οποία καταργήθηκε το 2017 με το νόμο 4472, τόσο ως προς τους βουλευτές, όσο και ως προς τους δικαστές.
Το ζήτημα φοροαπαλλαγής είχε κριθεί ενώπιον του Μισθοδικείου το 2013, όταν με αγωγές τους οι Δικαστικές Ενώσεις διεκδίκησαν την φοροαπαλλαγή που λάμβαναν και οι βουλευτές, με το Δικαστήριο να τους δικαιώνει με την υπ΄ αριθμ. 89/2013 απόφασή του.
Στο σκεπτικό αναφερόταν ότι το Σύνταγμα καθιερώνει ευθέως την αρχή της διακρίσεως των τριών λειτουργιών (νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής), τις οποίες θεωρεί ισοδύναμες και ισότιμες και επαναλάμβανε παλαιότερες αποφάσεις του, σύμφωνα με τις οποίες οι αποδοχές των τριών αυτών εξουσιών πρέπει να είναι στο ίδιο ύψος και να έχουν την ίδια φορολογική μεταχείριση, ανεξάρτητα εάν αυτή είναι ιδιαίτερη.
Μετά την κατάργηση της φοροαπαλλαγής το 2017, το βασικό επιχείρημα των δικαστών που προσέφυγαν ξανά στο Μισθοδικείο, είναι ότι η διατύπωση της νομοθετικής διάταξης για την κατάργηση της φοροαπαλλαγής αναφέρεται μόνο σε βουλευτές και όχι σε δικαστές, αφού αναφέρεται ότι «η φοροαπαλλαγή παρέχεται για την κάλυψη των δαπανών παραστάσεως, κινήσεως και επικοινωνιών των βουλευτών».