Μετά τη δημοσίευση του άρθρου μας, για το νέο Έγκλημα των ΗΠΑ, η αναγνώστρια μας και φίλη, Σοφία Ηλία, που ζει στο Πόρτλαντ του Ορεγκον εδώ και χρόνια, μας έστειλε μια σειρά πληροφορίες, πολύ σημαντικές, που δείχνουν όχι μόνο το ταξικό/ κοινωνικό χάσμα στις ΗΠΑ, αλλά και τον τρόπο που η Επιδημία του Κορονοϊού πλήττει το πιο αδύναμο και το φτωχότερο τμήμα του πληθυσμού.
Οι παρατηρήσεις της Σοφίας σε εισαγωγικά και με πλάγια γράμματα (italics) , οι δικές μας προσθήκες ως απλό κείμενο. Σε εισαγωγικά, χωρίς πλάγια γράμματα, οι μεταφράσεις από σχετικά άρθρα. Ολες οι αγκύλες της υπογράφουσας, όλοι οι δεσμοί (links) οδηγούν σε θέματα που επιβεβαιώνουν όσες πληροφορίες δημοσιεύονται εδώ.
«Ήθελα απλώς να προσθέσω, μιας κι είμαι ακόμα στο Πόρτλαντ, ότι η Αμερική είναι επικίνδυνη και με έναν άλλο τρόπο αυτόν τον καιρό. Η αντιμετώπιση της πανδημίας εδώ είναι αστεία κι αυτός ο χαρακτηρισμός είναι μάλλον ήπιος. Το γεγονός ότι η Αμερική, μια χώρα 330 εκατομμυρίων, οδεύει προς μια πανωλεθρία λόγω άθλιας αντιμετώπισης [της επιδημίας εκ] του ιού, θα έχει αρνητικές συνέπειες για όλη την υφήλιο. Αλλά είναι επίσης μια πορεία αυτοκαταστροφής. Ο ίδιος ο πληθυσμός της κινδυνεύει [και κυρίως οι φτωχότεροι και οι γυναίκες]. Δεν ξέρω πώς μπορούν να καταλάβουν εδώ τις παγκόσμιες συνέπειες, όταν έτσι κι αλλιώς τα μέτρα που επιβάλλουν σε άλλες χώρες, ισχύουν και για τους ίδιους σε ένα βαθμό. ΤΙΝΑ».
«Προφανώς θα γνωρίζεις την κατάσταση με την απόρριψη του τεστ του ΠΟΥ από το CDC, στη συνέχεια την έκδοση ελαττωματικών τεστ, μετά την αδυναμία έκδοσης επαρκούς αριθμού τεστ, το οποίο και συνεχίζεται ως αυτή τη στιγμή. Οι ΗΠΑ αδυνατούν ως κι αυτή τη στιγμή να παράξουν τον ικανό αριθμό τεστ που χρειάζεται η χώρα».
Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο του The Atlantic, όχι μόνο δεν υπήρχε επάρκεια για τεστ, αλλά, για περισσότερο από μια εβδομάδα δεν υπήρχε και πρόθεση: «οι γιατροί έλεγαν ότι δεν μπορούν να εξετάσουν κανέναν για κορονοϊό», ακόμη και αν το ήθελαν. Στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας, ασθενείς κατήγγειλαν, από τις πρώτες μέρες εντοπισμού της νόσου στη χώρα, ότι το Τμήμα Υγείας της πολιτείας αρνούνταν τεστ σε όποιον δεν ήταν σε κρίσιμη κατάσταση. Λόγω κόστους και αδιαφορίας των πολιτειακών αρχών.
«Ως αποτέλεσμα, τεστ χορηγούνται σε ελάχιστες περιπτώσεις, κυρίως αν έχεις έρθει σε επαφή με κάποιο γνωστό περιστατικό ή έχεις ταξιδέψει σε χώρες που θεωρούνται ότι έχουν θιγεί σε μεγάλο βαθμό. Ακόμα και τότε, σε κάποιες πολιτείες, δε χορηγούν τεστ, εκτός κι αν είσαι σε κρίσιμη κατάσταση».
Η χθεσινή The Guardian, δημοσιεύει άρθρο με μαρτυρίες από την πολιτεία του Τενεσί, όπου οι γιατροί αρνήθηκαν να κάνουν το τεστ, παρ’ ότι «ο γιατρός της εντατικής θεωρούσε συνετό να γίνει το τεστ, και γνώριζε τον αυξημένο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια», αν άφηναν δύο υπόπτους ως κρούσματα να φύγουν από το νοσοκομείο «το μήνυμα από το πολιτειακό τμήμα υγείας ήταν απλό: δεν γίνονται τεστ εκτός αν κάποιος κινδυνεύει να πεθάνει από τον κορονοϊό».
«Μετά βέβαια πάμε στο επόμενο θέμα που είναι η τιμή του τεστ. Η τιμή του τεστ διαφέρει από πολιτεία σε πολιτεία, αλλά είναι περίπου $1300 [1160 ευρώ]. Αυτό είναι για τους μη ασφαλισμένους, αλλά και για τους ασφαλισμένους σε χαμηλές κλίμακες ασφάλισης, δηλαδή για την πλειοψηφία του κόσμου. Χτες, μετά από πίεση μιας πολύ ωραίας Αμερικάνας, της Katie Porter, επιτέλους ήρθε η δέσμευση ότι η χορήγηση του τεστ κι η θεραπεία θα καλύπτονται από το κράτος. Βέβαια αυτό ισχύει για τους Αμερικανούς πολίτες. Για όλα τα εκατομμύρια των υπολοίπων (σε μια κατηγορία των οποίων είμαι κι εγώ με την αδεια προσωρινής παραμονής μου) δεν έχω ακούσει κάτι. Πάντως έστω κι έτσι, μέχρι να εφαρμοστεί αυτό κι όλον τον καιρό μέχρι τώρα, ο κόσμος δεν πηγαίνει καν για βοήθεια, εκτός κι αν πεθαίνει. Nα σου πω ότι πρόσφατα χρειάστηκε να πάω στα επείγοντα και με το καλημέρα, πριν δω οποιονδήποτε, απλά περνώντας την είσοδο, με χρέωσαν $1300. Ο τελικός λογαριασμός έφτασε τα $5000 [περίπου 4.500 ευρώ].»
Οι ΗΠΑ, υπό τον Τραμπ, εμφανίστηκαν τελείως απροετοίμαστες για την αντιμετώπιση της Επιδημίας, όπως καταγράφει η ίδια τους η επιστημονική κοινότητα. Και το κυριότερο πρόβλημα είναι ότι «ποτέ δεν επενδύσαμε σε ένα σύστημα υγείας που θα μπορεί να εντοπίσει και αντιμετωπίσει έγκαιρα ασθένειες που εκδηλώνονται σε μεγάλη κλίμακα […] και έτσι, τόσο οι επαγγελματίες του χώρου της Υγείας όσο και οι πληθυσμοί που υπηρετούν, δεν έχουν την πρέπουσα υποστήριξη. Η κυβέρνηση Τραμπ εργάστηκε για τη διάλυση των προγραμμάτων υγείας και περιέκοψε τη χρηματοδότηση των παγκόσμιων προγραμμάτων υγείας, που αν υπήρχαν θα μας έφερναν σε καλύτερη θέση από αυτή που βρισκόμαστε σήμερα». Οπως έγραψε ο Μάικ Ντέηβις, «σε ένα χρόνο θα κοιτάμε με θαυμασμό αυτά που έκανε η Κίνα για να περιορίσει την επιδημία, και θα θυμόμαστε έντρομοι την ανικανότητα των ΗΠΑ», μια ανικανότητα που μετριέται με ζωές.
Και, βεβαίως, ο κορονοϊός δεν είναι η μόνη Επιδημία που πλήττει τους φτωχούς των ΗΠΑ. Από τον Οκτώβριο έχουν πεθάνει 52.000 άνθρωποι από γρίπη. Μόνο το 2017 η χώρα είχε 70.237 θανάτους από οπιοειδή. Επτά χιλιάδες είναι τα θύματα της ελεύθερης διακίνησης όπλων από τις αρχές του χρόνου…
Ομως, η πολιτική μιας κυβέρνησης έναντι μιας υγειονομικής απειλής πρώτου βαθμού, είναι σημαντική. Και η κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη αποδείξει ότι είναι ανίκανη να ξεφύγει από τις δεξιές αγκυλώσεις της, ειδικά για ομάδες πληθυσμού ευπαθείς, στο περιθώριο της κοινωνίας. Οταν η Ινδιάνα αντιμετώπισε ένα μεγάλο κύμα αύξησης των κρουσμάτων ΗΙV, που οφείλονταν στη χρήση της ίδιας βελόνας μεταξύ των χρηστών οπιοειδών, και οι υγειονομικές αρχές της πολιτείας πρότειναν τη διανομή δωρεάν αποστειρωμένων βελονών, ο τότε κυβερνήτης και σήμερα αντιπρόεδρος, Μάικ Πενς, αρνήθηκε και δεν υπέγραψε την εντολή διότι «ήταν θέμα ηθικής τάξεως». Ως αποτέλεσμα, ο αριθμός των κρουσμάτων εκτοξεύτηκε, και μόνον τότε, καιρό μετά και απέναντι στη ραγδαία αύξηση, ο Πενς υποχώρησε. Ανάλογη φαίνεται ότι είναι η αντιμετώπιση και της σημερινής απειλής, από τον πρόεδρο του κυρίου αντιπροέδρου.
«Μέχρι και χτες το βράδυ, σχολεία που είχαν περιστατικά στο Όρεγκον, παρέμεναν ανοιχτά, με το επιχείρημα ότι: Education for our children is very important to us, Η Εκπαίδευση των Παιδιών μας είναι πολύ σημαντική για μας – σχόλιο που φυσικά σηκώνει γέλιο σε πολλά επίπεδα. Φυσικά αυτό δεν βγάζει νόημα, οπότε το μόνο που μπορώ να συμπεράνω είναι ότι, ουσιαστικά, αν κλείσουν τα σχολεία, δεν ξέρουν τι να κάνουν με τους εργαζόμενους γονείς.».
Εδώ, τουλάχιστον μια ακόμη παράμετρος έχει βγει στη δημοσιότητα, όταν ανακοινώθηκε η αντίστοιχη απόφαση στο Σαν Φρανσίσκο – για να ανακληθεί μια μέρα μετά-, μια από τις περιοχές με το μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων στις ΗΠΑ. Ο λόγος να μείνουν ανοικτά τα δημόσια σχολεία, ήταν διότι πολλά παιδιά σιτίζονται αποκλειστικά εκεί: τα σχολικά τους γεύματα είναι τα μόνα γεύματα της ημέρας.
«Αυτό σε μια Αμερική που σύμφωνα με το Federal Reserve, το 47% των Αμερικανών δεν θα είχαν τα 400 δολάρια [περίπου 350 ευρώ] αν τα χρειάζονταν για μια ανάγκη άμεσα. Σε μια Αμερική που ο κατώτατος μισθός είναι γελοίος και πού οι άδειες για ασθένεια είναι σχεδόν ανύπαρκτες και συχνά άνευ αποδοχών. Χτες το βράδυ ανακοινώθηκε ότι τα σχολεία στο Όρεγκον θα κλείσουν τελικά, αν και σήμερα περπατούσα ανάμεσα σε πλήθος παιδιών που είχε μόλις σχολάσει».
«Αυτή τη στιγμή είναι άγνωστο πόσο κυκλοφορεί ο ιός με τόσα λίγα τεστ που γίνονται. Η πιθανή κατάρρευση που έρχεται, θα επηρεάσει τον υπόλοιπο κόσμο ποικιλοτρόπως – οικονομικά, διπλωματικά, ψυχολογικά, ό,τι θες, αλλά κι ως εστία μόλυνσης. Προς το παρόν φαντάζομαι ότι τα στοιχεία που δίνει η Αμερική δυσκολεύουν τις καταμετρήσεις που προσπαθεί να κάνει ο ΠΟΥ. Τους φαντάζομαι να κρατάνε διπλά βιβλία κρυφά, μην τους καταλάβει ο Τραμπ και θυμώσει.».
Προ τετραετίας, με την εκλογή Τραμπ, και πάλι το Ατλάντικ, προέβλεπε ότι σε περίπτωση επιδημίας, οι πολιτικές που προωθούσε η νέα κυβέρνηση θα αποδεικνύονταν όχι μόνο αναποτελεσματικές, αλλά και επικίνδυνες, ειδικά καθώς «σε περίπτωση επιδημίας, ο Τραμπ είναι πιθανότερο να κάνει του κεφαλιού του παρά να ακούσει τουε ειδικούς. Και θα προωθήσει τις απόψεις του και στα 17 εκατομμύρια ακολούθων του στο twitter… Ομως, οι πανδημίες είναι προφανώς πολυεθνικά και πολύπλευρα προβλήματα. Απαιτούν συνεργασία και συντονισμό μεταξύ κρατών. Οι ιοί είναι παγκόσμιες απειλές κατά της ανθρωπότητας. Είναι πρόβλημα όλων μας, και, με κάποιο τρόπο, μια απειλή που μας ενώνει». Η άρνηση των ΗΠΑ, υπό την κυβέρνηση Τραμπ, από τη μια να δουν την απειλή ως παγκόσμια και από την άλλη να θωρακίσουν τα ασθενέστερα τμήματα του ίδιου τους του πληθυσμού, μόνο να επιτείνει το παγκόσμιο πρόβλημα μπορεί.