Long story, short: Το tvxs.gr δημοσίευσε την είδηση: «Κρατική διαφήμιση και στο jenny.gr, της συζύγου του υπ. Υγείας». Η είδηση αναδημοσιεύτηκε από αρκετές ιστοσελίδες, και σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως στα κοινωνικά δίκτυα, προκαλώντας τις αντιδράσεις πολιτών, καθώς πράγματι, το να λαμβάνει η ιστοσελίδα της συζύγου του υπουργού Υγείας χρήματα της διαφημιστικής καμπάνιας οργανισμών του υπουργείου αποτελεί σκάνδαλο. Ώρες αργότερα, ήρθε η διπλή απάντηση από την Τζ. Μπαλατσινού αλλά και από την ιστοσελίδα, χωρίς ωστόσο να φωτίζονται όλες οι πλευρές της υπόθεσης.
Αρχικά, η ιδιοκτήτρια εταιρεία koolworks A.E. απάντησε τόσο πως «η κυρία Τζένη Μπαλατσινού ουδεμία μετοχική σχέση έχει με την υποφαινόμενη εταιρεία», όσο και πως «η τοποθέτηση διαφημιστικού περιεχομένου (web banner) για την καμπάνια “Μένουμε Σπίτι” του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας έγινε δωρεάν στα πλαίσια στήριξης της συνολικής προσπάθειας για τον περιορισμό του αντικτύπου του COVID-19». Στη συνέχεια, η παρουσιάστρια και πρώην μοντέλο υποστήριξε πως η ομώνυμη ιστοσελίδα δεν της ανήκει εδώ και έναν χρόνο, επιχειρώντας να μετατρέψει το ζήτημα σε μία πολύ βολική «κόντρα» με τον ευρωβουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Στέλιο Κούλογλου, με πλήθος προθύμων ΜΜΕ και δημοσιολογούντων να την ακολουθούν. Και φυσικά, του εκπροσώπου Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, Νίκου Ρωμανού, που μάλλον πιστεύει πως ο δημόσιος διάλογος εξαντλείται στα πρωινάδικα.
«Είδαμε μια απίστευτη επίθεση στη σύζυγο του υπουργού Υγείας, είδαμε ένα fake news που έλεγε ότι δήθεν πήρε κονδύλια, από αυτά τα γνωστά για τα οποία μας χτυπάνε ότι δήθεν κάνουμε δωράκια σε ΜΜΕ για τον κορονοϊό».
Αφήνοντας κατά μέρος τις αναφορές του εκπροσώπου που σπάνια χαρακτηρίζονται από σοβαρότητα και δύσκολα η παραπάνω θα μπορούσε να θεωρηθεί εξαίρεση, οι όποιες απαντήσεις τελικά δόθηκαν μάλλον δημιουργούν περισσότερα ερωτήματα από όσα απαντούν.
Ερωτήματα που σταχυολογεί επαρκώς το δημοσίευμα του info-war.gr, που αποκαλύπτει πως «η εταιρεία koolworks Α.Ε. ιδρύθηκε το 2012, με πρόεδρο και διευθύνουσα σύμβουλο την Πολυξένη Μπαλατσινού του Βασιλείου και της Σοφίας», θέση την οποία σύμφωνα με το opencorporates.com κατέχει τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο του 2020. Παράλληλα, το όνομα της Τζένης Μπαλατσινού φιγουράρει στη σελίδα των συντελεστών της ιστοσελίδας ως «Chief Creative Director». Παράλληλα, η ιστοσελίδα την ανέφερε στη σελίδα της στο facebook ως «CEO» μέχρι πριν από λίγες ώρες, ενώ και η ίδια η Τζ. Μπαλατσινού συνεχίζει να αναφέρει την ιστοσελίδα στον λογαριασμό της στα κοινωνικά δίκτυα.
Με βάση τα λεγόμενα της συζύγου του υπουργού και της εταιρείας, η ίδια δεν έχει πλέον μετοχική σχέση με την εταιρεία, που οδηγεί στο ερώτημα πότε και ποιος ανέλαβε τις θέσεις του προέδρου και του διευθύνοντος συμβούλου που μέχρι πρότινος κατείχε η Τζ. Μπαλατσινού. Το τελευταίο φαίνεται να απαντάται από τα έγγραφα της καταχώρησης στοιχείων της εταιρείας στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, στα οποία από τον Αύγουστο του 2019 εμφανίζεται ως Πρόεδρος και Διευθύνοντας Σύμβουλος ένας ιδιωτικός υπάλληλος ονόματι Παναγιώτης Γεωργόπουλος, καθώς και δύο ακόμα ιδιωτικοί υπάλληλοι ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας
Στο τέλος της ημέρας όμως, η απάντηση της εταιρείας για την «δωρεάν» ανάρτηση του banner μιας καμπάνιας που κοστίζει 11 εκατ. ευρώ δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί αρκετή, όση καλή πίστη και να επιδείξει κανείς. Εξηγούμαι, θεωρώ πως η εταιρεία λέει αλήθεια, δεν έχω κανένα λόγο να την αμφισβητήσω. Είναι όμως δυνατόν για την ενημέρωση πολιτών και δημοσιογράφων για το ποιοι συμμετέχουν σε μία καμπάνια εκατομμυρίων ευρώ αφιλοκερδώς και ποιοι επ’ αμοιβή -και πόση- να επαφίεται σε ανακοινώσεις εταιρειών και αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα; Και πως θα μάθουμε για τις υπόλοιπες;
Στην πραγματικότητα, η συζήτηση αυτή δεν τελειώνει με τα παραπάνω. Τουναντίον, αποτελεί απλώς μια καλή αφορμή που μας οδηγεί με ορμή στο μείζον. Που δεν είναι άλλο από την αδιαφάνεια με την οποία η κυβέρνηση επέλεξε να μοιράσει ποσά εκατομμυρίων σε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης εν μέσω μίας πανδημίας.
Το «φιλότιμο» των 11 εκατομμυρίων
Όπως είναι γνωστό από την ίδρυσή του, το ThePressProject δεν δέχεται διαφήμιση από τράπεζες και πολυεθνικές, ούτε από κρατικούς φορείς και ΔΕΚΟ. Συνεπώς, εύλογα θα μπορούσε κάποιος να πει: «Και τι σας νοιάζει εσάς που πάνε τα 11 εκατ. ευρώ της διαφημιστικής καμπάνιας για την πανδημία του κορονοϊού;». Μία τέτοια ερώτηση θα είχε βάση εάν η συζήτηση παρέμενε στα επίπεδα καφενειακού τύπου, όπως επιθυμεί η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ που λαμβάνουν μέρος της πίτας. Το ζήτημα όμως δεν είναι το κουτσομπολιό που καλλιεργείται, αλλά ερωτήματα που αφορούν το σύνολο των πολιτών για τον τρόπο με τον οποίο διατίθεται κρατικό χρήμα σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Εξ αρχής, η απόφαση της κυβέρνησης να μοιράσει ποσό 11 εκατ. ευρώ σε μέσα ενημέρωσης για «υπηρεσίες επικοινωνίας» για «εκστρατεία στο πλαίσιο της προστασίας της δημόσιας υγείας και των μέτρων για την αποτροπή της διασποράς του κορονοϊού COVID- 19» προκάλεσε πλήθος ερωτημάτων:
- Γιατί η κυβέρνηση αποφάσισε να μοιράσει τόσα χρήματα για τη μετάδοση μίας καμπάνιας ενημέρωσης για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, ενώ η νομοθεσία της επιτρέπει να επιβάλλει τη μετάδοσή της δωρεάν από τα ΜΜΕ;
- Ποια ανάγκη επέβαλε την απευθείας ανάθεση στην διαφημιστική εταιρεία Initiative την καμπάνια, χωρίς προηγουμένως να δεχθεί προσφορές από άλλες εταιρείες;
- Είναι τα 300.000 και πλέον ευρώ -που προκύπτουν από την κυβερνητική απόφαση ως αμοιβή της εταιρείας- η καλύτερη προσφορά στην αγορά;
- Ποια ακριβώς «καμπάνια» ανέθεσε στην εταιρεία η κυβέρνηση, δεδομένου πως είναι γνωστό από τις πρώτες ημέρες της κρίσης πως το λογότυπο της καμπάνιας δημιουργήθηκε από μία ιστοσελίδα (Freepik) που παρέχει ελεύθερα γραφικά, φωτογραφίες, εικονίδια και άλλα εργαλεία, με κόστος ελάχιστα ευρώ;
Τα παραπάνω ερωτήματα προκύπτουν εύλογα και έχουν κατατεθεί από αρκετά μέσα ενημέρωσης, χωρίς να δοθούν ουσιαστικές απαντήσεις. Η μόνη απάντηση που δόθηκε, ήταν αυτή του κυβερνητικού εκπροσώπου, Στέλιου Πέτσα, που δικαιολόγησε τη διάθεση ενός τέτοιου ποσού για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα ως απαραίτητη, διότι «η υπεύθυνη, έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση» των πολιτών «δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στο φιλότιμο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και των εργαζομένων σε αυτά».
Από την απάντηση του εκπροσώπου της κυβέρνησης, προκύπτει πως η κυβέρνηση προχώρησε σε μία τέτοια απόφαση με σκοπό την ενημέρωση των πολιτών για τον κορονοϊό, ενώ ταυτόχρονα δεν ήθελε να πλήξει τα έσοδα των ΜΜΕ που θα μεταδώσουν τα ενημερωτικά μηνύματα για την πανδημία. Αναφορικά λοιπόν με την «υπεύθυνη, έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση», το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Με ποια κριτήρια δόθηκαν τα χρήματα στα ΜΜΕ; Με τι κριτήρια, δηλαδή, επελέγησαν ιστοσελίδες με ισχνή έως ανύπαρκτη επισκεψιμότητα και αμφιβόλου προέλευσης για να μεταφέρουν το μήνυμα της πολιτείας προς τους πολίτες;
Διαβάζοντας το εξαιρετικά ενδιαφέρον ρεπορτάζ του documentonews.gr, που παραθέτει στοιχεία για την επισκεψιμότητα των ιστοσελίδων που φιλοξενούν τα επίμαχα banners της καμπάνιας, συναντάει κανείς ιστοσελίδες όπως το ikivotos.gr, το businessenergy.gr, το axianews.gr, το dimarxos.gr και το platform.gr, οι οποίες βρίσκονται πολύ κάτω από τη θέση 10.000 σε επισκεψιμότητα της Alexa, ενώ η ιστοσελίδα iatro.gr φέρεται να βρίσκεται στη θέση 21.180. Παράλληλα, στο ίδιο δημοσίευμα αναφέρονται ιστοσελίδες όπως το usay.gr, το virus.com.gr, το insuranceworld.gr, το banks.com.gr, το healthmag.gr, το childit.gr και άλλα που πλασάρονται κάτω από τις 1.000 πρώτες θέσεις σε επισκεψιμότητα στην Ελλάδα, μεταξύ 1.200ης και 7.403ής θέσης.
Ιστοσελίδες που με βάση την επισκεψιμότητα και την απήχησή τους φέρνουν στο νου και του πλέον καλοπροαίρετου παρατηρητή την ένοχη υπόθεση του ΚΕΕΛΠΝΟ και της χρηματοδότησης ιστοσελίδων όπως velonakaiklosti.gr, όταν ο… πρόγονος του ΕΟΔΥ μοίραζε χρήματα με τη σέσουλα. Με βάση ποια κριτήρια αποφασίστηκε πως τα εν λόγω μέσα συμβάλλουν στην υπεύθυνη, έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση των πολιτών;
Με το δεύτερο σημείο του κυβερνητικού εκπροσώπου -αυτό για το «φιλότιμο» των ΜΜΕ και των εργαζόμενων σε αυτά- είναι να γελά κανείς, κατά κύριο λόγο πικρά. Από τη μία, τα ΜΜΕ δεν έχουν πάψει να δέχονται διαφημίσεις, και ειδικά από κρατικούς φορείς, ενώ η καραντίνα αυξάνει τηλεθέαση και αναγνωστικό κοινό. Ειδικά τα τηλεοπτικά κανάλια έχουν έναν ακόμα λόγο να μην… διαμαρτύρονται για εκμετάλλευση της φιλοτιμίας τους, αφού μόλις πριν λίγες ημέρες έγινε γνωστό πως απαλλάσσονται από την καταβολή συνολικά 21 εκατ. ευρώ για το 2020, ποσό που αναλογεί στην ετήσια δόση για τις τηλεοπτικές άδειες. Σε κάθε περίπτωση, η εφαρμογή της νομοθεσίας δεν επαφίεται ποτέ στο φιλότιμο, ούτε των πολιτών, ούτε των εταιρειών. Θα ήταν στο χέρι της κυβέρνησης να επιβάλει την μετάδοση μηνυμάτων για την ενημέρωση των πολιτών για την πανδημία.
Από την άλλη, ανεξάρτητα από τα χρήματα με τα οποία η κυβέρνηση ταΐζει τα μίντια, οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να έρχονται αντιμέτωποι με ένα ζοφερό περιβάλλον. Με ιστοσελίδες – σκιές και εργαζόμενους αδήλωτους και ανασφάλιστους, με εφημερίδες να εκμεταλλεύονται τις έκτακτες ρυθμίσεις της κυβέρνησης στις εργασιακές σχέσεις και να θέτουν σε αναστολή εκατοντάδες εργαζόμενους, ενώ το ίδιο φέρεται να έχει κάνει μέχρι τώρα τουλάχιστον τρία τηλεοπτικά κανάλια, αρκετές εφημερίδες και πλήθος ιστοσελίδων. Μόνο ως εμπαιγμός μπορεί λοιπόν να εκληφθεί η αναφορά στο «φιλότιμο» των εργαζόμενων στα ΜΜΕ, το οποίο αποτελεί διαχρονικά την κινητήριο δύναμη για την εκμετάλλευση των περισσότερων εξ αυτών από καναλάρχες και εκδότες.
Αλλά ακόμα και εάν τελικά δεχθούμε όλα τα παραπάνω, η κυβέρνηση δίνει τα χρήματα για να σταθούν όρθια τα μέσα ενημέρωσης και να μην έχουν απώλειες από τη μετάδοση των ενημερωτικών μηνυμάτων, να εξασφαλίσουν τους μισθούς των εργαζόμενων και να γίνει η δουλειά «σωστά και επαγγελματικά». Για ποιον λόγο επέλεξε μία κατάφωρα αδιαφανή διαδικασία για να το κάνει, την ώρα που ακόμα και οι τραπεζίτες είναι υποχρεωμένοι εκ του νόμου να ενημερώνουν το κοινό ποια μέσα χρηματοδοτούν και με τι ποσά; Γιατί δεν ανέλαβε να μοιράσει το κρατικό χρήμα η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης, με διαφανείς διαδικασίες, γνωστοποιημένα κριτήρια και ενημέρωση των πολιτών; Μέχρι πότε θα είναι ανεκτό ένα ενημερωτικό τοπίο με κρατικό χρήμα και σκοτεινές δοσοληψίες;
Και επιτέλους, δουλειά των μέσων ενημέρωσης είναι να ελέγχουν την εξουσία. Τέτοιου είδους διαδικασίες απλώς εξασφαλίζουν ότι θα την ευγνωμονούν.