Σύμφωνα με πληροφορίες του Εuractiv, η Κομισιόν προέβλεψε την Τετάρτη «ιστορική» ύφεση στην ΕΕ φέτος, με πτώση-ρεκόρ του ΑΕΠ κατά 7,7% στην ευρωζώνη και στη συνέχεια ανάκαμψη κατά 6,3% το 2021. Oι χώρες για τις οποίες η Κομισιόν αναμένει φέτος τη χειρότερη συρρίκνωση είναι κατά σειρά η Ελλάδα (-9,7%), η Ιταλία (-9,5%) και η Ισπανία (-9,4%), τρεις χώρες που εξαρτώνται ιδιαίτερα από τις τουριστικές δαπάνες.
Ο Ευρωπαίος επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, υπογράμμισε πως το κύμα της ύφεσης για το 2020 στην ΕΕ, αναμένεται να είναι το μεγαλύτερο που έχει υπάρξει από το παγκόσμιο κραχ του 1929. «Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε ένα οικονομικό σοκ που δεν έχει προηγούμενο μετά τη Μεγάλη Ύφεση (του 1929). Το βάθος της ύφεσης και η ισχύς της ανάκαμψης θα είναι διαφορετικά από χώρα σε χώρα, ανάλογα με την ταχύτητα με την οποία θα μπορέσουν να άρουν τα μέτρα περιορισμού, τη σημασία των υπηρεσιών –όπως του τουρισμού– σε κάθε οικονομία και τους οικονομικούς πόρους κάθε χώρας».
Η Κομισιόν προειδοποιεί πως η ελληνική οικονομία αναμένεται να πληγεί σοβαρά από την πανδημία και τα μέτρα που ελήφθησαν για τον περιορισμό της εξάπλωσής της το 2020. «Ο αντίκτυπος της κρίσης αναμένεται να είναι μεγάλος λόγω της σημασίας του τομέα φιλοξενίας στην Ελλάδα και του υψηλού μεριδίου πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες», αναφέρει σχετική ανακοίνωση.
Αμηχανία στο ΥΠΟΙΚ
Σημειώνεται ότι ελληνικό οικονομικό επιτελείο προέβλεπε ύφεση της τάξης του 7,9% στο «δυσμενές» σενάριο, ενώ το αισιόδοξο σενάριο έκανε λόγο για ύφεση -4,7% και έλλειμμα ύψους -1,9%. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει μιλήσει για δύο σενάρια, με το αισιόδοξο να εκτιμά την ύφεση στο 4%, ενώ το απαισιόδοξο να προβλέπει ύφεση το πολύ 8%. Αντίθετα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι αν υπάρξει και δεύτερο κύμα πανδημίας, η ύφεση μπορεί να φτάσει και το 13%. Προηγούμενες προβλέψεις του υπουργού Οικονομικών, Χρήστου Σταϊκούρα, έκαναν λόγο για ύφεση μεταξύ 5-10%.
Μετά την ανακοίνωση της Κομισιόν για ύφεση 9,7% το 2020, κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών ανέφεραν πως η Επιτροπή κάνει διαφορετικές προβλέψεις για τον χρόνο ανοίγματος της οικονομίας και λαμβάνει υπόψη μόνο μέρος των μέτρων που υλοποιούνται, ενώ παράλληλα δεν λαμβάνει υπόψη τη ρευστότητα με εγγυοδοτικά προγράμματα, ύψους 7 δισ. ευρώ.