Κίνδυνο νέας λιτότητας με περικοπές μισθών και αυξήσεις φόρων εγκυμονεί, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή, το αυξημένο –λόγω κορονοϊού– δημόσιο χρέος. Αυτά θα συμβούν στην περίπτωση που οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν δώσουν τον χρόνο και τα κονδύλια που χρειάζεται η Ελλάδα για να αναρρώσει από την κρίση, με αποτέλεσμα ο λογαριασμός του χρέους να πέσει και πάλι πάνω στους πολίτες.
«Η κατανομή αυτού του βάρους, είτε μεταξύ κοινωνικών ομάδων είτε μεταξύ γενεών, θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ανοιχτού και ειλικρινούς δημόσιου διαλόγου, ώστε να χαραχθεί μια κοινώς αποδεκτή δημοσιονομική στρατηγική για τα επόμενα χρόνια», αναφέρει χαρακτηριστικά ο επικεφαλής του Γραφείου Φ. Κουτεντάκης.
Με βάση το απαισιόδοξο σενάριο της χθεσινής έκθεσης για την πορεία της οικονομίας, το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αναρριχηθεί στο 192,7% του ΑΕΠ φέτος, όταν η εκτίμηση πριν από την πανδημία προέβλεπε υποχώρηση στο 175% του ΑΕΠ. Η έκθεση επαναλαμβάνει τη δυσμενέστερη εκδοχή για ύφεση 9,4% το 2020, δημοσιονομικό έλλειμμα 4,6% και απογείωση της ανεργίας στο 31,2% .
Η εξέλιξη του τελευταίου δείκτη έρχεται να επιβεβαιώσει το μπαράζ των νέων απολύσεων στο οποίο πρόκειται να επιδοθούν επιχειρήσεις διαφόρων κλάδων της οικονομίας, που κατέρρευσαν μέσα στην κρίση αλλά και τη σπουδή της κυβέρνησης να αναχαιτίσει αυτό το τσουνάμι μέσω της πρόωρης εφαρμογής του κοινοτικού προγράμματος SURE (σχετικές ανακοινώσεις θα κάνει σήμερα το απόγευμα ο πρωθυπουργός).
Στο ήπιο σενάριο της έκθεσης του Γραφείου η ανεργία θα ανέλθει στο 26%, δέκα μονάδες υψηλότερα από την πρόβλεψη για 16% φέτος, αν και η βουτιά στο ΑΕΠ θα είναι μικρότερη (δεν θα ξεπεράσει το 4,4%), ενώ ο προϋπολογισμός θα παρουσιάσει έλλειμμα 2,4% του ΑΕΠ. Στην τελική, όποια και αν είναι η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας, ο Φ. Κουτεντάκης επισημαίνει την ανάγκη λήψης ενός νέου πακέτου μέτρων στη βάση των αντοχών της οικονομίας για εργαζόμενους, επιχειρήσεις και επαγγελματίες.
«Οι οικονομικές παρεμβάσεις θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα προβλήματα που δημιούργησε η κρίση του κορονοϊού δεν θα οδηγήσουν σε μόνιμη υποβάθμιση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας. Δηλαδή, θα πρέπει να αποφευχθεί μια παρατεταμένη αύξηση της ανεργίας, μια συνεχιζόμενη κάμψη των επενδύσεων και μια νέα γενιά μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Η έκθεση αφιερώνει ολόκληρο κεφάλαιο στις φορολογικές οφειλές και χρέη των πολιτών. Επισημαίνεται ότι οι εισπράξεις από φόρους μειώθηκαν κατά 145,8 εκατ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του έτους σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, γεγονός το οποίο οφείλεται στα μέτρα διευκόλυνσης που εφαρμόστηκαν (παράταση στις προθεσμίες εξόφλησης φόρων και οφειλών). Χαρακτηριστικό είναι ότι τον Μάρτιο του 2020 οι εισπράξεις έναντι παλαιού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου παρουσιάζονται μειωμένες κατά 88,7 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους.
Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο που έχει ενταχθεί σε ρύθμιση διαμορφώθηκε κατά το πρώτο τρίμηνο του 2020 στο 6% (το οποίο αντιστοιχεί σε 6,3 δισ. ευρώ), δηλαδή στο ίδιο περίπου επίπεδο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, αλλά σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους (προσέγγιζε το 3,3% την 1/4/2019), γεγονός που οφείλεται στη ρύθμιση των 120 δόσεων.
Σχετικά με τον αριθμό των οφειλετών, στο τέλος του πρώτου τριμήνου του καταγράφεται αύξηση κατά 16.823 πρόσωπα (φυσικά και νομικά) σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019, με αποτέλεσμα οι οφειλέτες να φθάνουν πλέον τους 3.956.921. Ωστόσο, η αύξηση του αριθμού των οφειλετών παρατηρείται κυρίως στην κατηγορία με χρέη μικρότερα από 50 ευρώ. Συνολικά οι ληξιπρόθεσμες οφειλές συγκριτικά με το πρώτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους παρουσιάζουν αύξηση 1,5 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα, από 104,3 δισ. ευρώ που ήταν στο πρώτο τρίμηνο του περυσινού έτους έχουν διαμορφωθεί στα 105,8 δισ. ευρώ.
Αναλυτικά η έκθεση