Στο αίτημα παρατίθεται μια ευρεία νομολογία, υπογραμμίζοντας πως, με βάση την ευρωπαϊκή νομολογία, κατά την εταιρεία, διατάξεις του ν.4530 παραβιάζουν ευθέως τον ελεύθερο ανταγωνισμό και κρίνονται ως εμπόδια για την τεχνολογική ανάπτυξη, με αποτέλεσμα ο καταναλωτής να στερείται φθηνότερες τιμές και καλύτερες υπηρεσίες μετακινήσεων στην πόλη.

Η Βeat ως εταιρεία της «Κοινωνίας της Πληροφορίας»

Αυτή η κατεύθυνση, σύμφωνα με την Βeat, είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με αυτές, οι εταιρείες που ακολουθούν το μοντέλο της BEAT είναι εταιρίες της «Κοινωνίας της Πληροφορίας» και όχι εταιρίες μεταφορικού έργου, και κατά συνέπεια δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται από την ελληνική νομοθεσία ως τέτοιες.

«Επιπλέον, με τις διατάξεις του ν. Σπίρτζη προέκυψε de facto κατάτμηση της επιδιωκόμενης Ενιαίας Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Αγοράς και παρεμπόδιση της τεχνολογικής καινοτομίας, γεγονός που δε συνάδει με τα πλάνα στήριξης του εγχώριου τεχνολογικού οικοσυστήματος startup από την κυβέρνηση» τονίζει η εταιρεία και σημειώνει πως η ψήφιση της εν λόγω διάταξης είχε προκαλέσει αντιδράσεις στη Βουλή το 2018, με την τότε αντιπολίτευση να ζητά την απόσυρσή της.   H Beat αναφέρει πως η προσφυγή στην Επιτροπή Ανταγωνισμού έρχεται σε μια περίοδο που η αγορά των μετακινήσεων δέχθηκε βαρύ πλήγμα λόγω της πανδημίας, με τη μείωση της ζήτησης να αγγίζει έως και το 80%. Η νέα πραγματικότητα λόγω κορωνοϊού έχει καταστήσει τη μετακίνηση με ταξί αναγκαία στην καθημερινότητα.