Μετά την χθεσινή συνάντηση με τους κοινωνικούς εταίρους ο Ιταλός πρωθυπουργός αποφάσισε να παρουσιάσει την μεταρρύθμισή του στο κοινοβούλιο, το οποίο και θα πρέπει να δώσει το τελικό «πράσινο φως».
 
Οι σημαντικότερες αλλαγές αφορούν την ενίσχυση της εργασίας αορίστου χρόνου (με πιο ευνοϊκές, για τους εργοδότες, καταβολές ενσήμων, σε σχέση με τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου), την υποχρέωση πρόσληψης ενός ποσοστού των «δόκιμων» εργαζομένων και την «κοινωνική ασφάλιση για την εργασία» που θα ισχύσει σε πέντε χρόνια και θα προβλέπει την καταβολή 1.119 ευρώ το μήνα στους εργαζόμενους που χάνουν την δουλειά τους.
 
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έχουν δουλέψει κανείς τουλάχιστον 52 εβδομάδες την τελευταία διετία πριν να λάβει το ποσό αυτό. Η καταβολή του ποσού αυτού θα επεκτείνεται στους δεκαοκτώ μήνες για τους απολυμένους εργαζόμενους άνω των πενήντα πέντε ετών.
 
Οπως είχε διαφανεί από χθες, δεν επετεύχθη τελικώς συμφωνία για την αλλαγή του λεγόμενου «άρθρου 18» που ως τώρα προέβλεπε την δυνατότητα απόλυσης μόνο λόγω «βάσιμης αιτίας» για τις επιχειρήσεις «με πάνω από δεκαπέντε εργαζόμενους».
 
Η υπουργός Εργασίας Έλσα Φορνέρο, στην τελική πρόταση της κυβέρνησης, κατέστησε σαφές ότι η επαναπρόσληψη των εργαζομένων στο μέλλον θα είναι υποχρεωτική μόνον όταν η απόλυση οφείλεται σε διακρίσεις. Όταν η αιτία συνδέεται με οικονομικές δυσκολίες τις επιχείρησης θα επιλέγεται η οδός της αποζημίωσης (θα καταβάλλονται από 15 μέχρι 27 μισθοί), ενώ για τις περιπτώσεις των απολύσεων εξαιτίας πειθαρχικών κυρώσεων, θα αποφαίνεται ο δικαστής για το αν θα πρέπει να προτιμηθεί η επαναπρόσληψη ή η αποζημίωση. Η ισχύς του νόμου αυτού, παράλληλα, θα επεκταθεί και στις επιχειρήσεις με λιγότερους από δεκαπέντε υπαλλήλους.
 
Τα συνδικάτα Cils και Uil συμφωνούν με τα κύρια σημεία της μεταρρύθμισης, όμως η μεγαλύτερη συνδικαλιστική οργάνωση της χώρας, η Cgil, συνεχίζει να εκφράζει την αντίθεσή της και αφήνει να διαρρεύσει ότι «πρόκειται να οργανωθούν μαζικές κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας».
 
«Με τον τρόπο αυτό θα αυξηθούν οι απολύσεις, διότι το άρθρο 18, έως τώρα, είχε οπωσδήποτε καταφέρει να περιορίσει τις πιο ακραίες διαθέσεις των εργοδοτών», επιμένουν οι υπεύθυνοι του κεντροαριστερού συνδικάτου.
 
Η ένωση Βιομηχάνων Confindustria, αντιθέτως, κρίνει θετικά το σύνολο των μέτρων, έστω και αν η επικεφαλής της, Έμμα Μαρτσεγκάλια, θεωρεί ότι «θα έπρεπε να βελτιωθούν κάποια επιμέρους σημεία».
 
Λόγω της διάστασης απόψεων η κυβέρνηση αποφάσισε να μην προχωρήσει στην υπογραφή συμφωνίας, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Αύριο θα συγκληθεί μια τελευταία συνάντηση, στο υπουργείο εργασίας, «για την λεπτομερή καταγραφή των τελικών, διαφόρων απόψεων» και στην συνέχεια, η μεταρρύθμιση θα σταλεί, προς έγκριση, στην βουλή και στην γερουσία της Ρώμης.
 
Σύμφωνα με τους αναλυτές η κυβέρνηση του Μάριο Μόντι διαθέτει την αναγκαία πλειοψηφία για την έγκριση της μεταρρύθμισης του εργασιακού. Θα πρέπει, όμως, να εκτιμηθεί και το μέγεθος της κοινωνικής αντίδρασης που θα προκαλέσουν οι κινητοποιήσεις και οι διαδηλώσεις του συνδικάτου Cgil και οι ευρύτερες εσωτερικές διαφορές και εντάσεις στους κόλπους της μεγαλύτερης πολιτικής δύναμης της ιταλικής κεντροαριστεράς, στο Δημοκρατικό Κόμμα.
 
Ο γραμματέας του, Πιερλουίτζι Μπερσάνι, ο οποίος δεν θέλει να χάσει την απευθείας επαφή με το συνδικάτο που συνδέεται άμεσα με τον πολιτικό του χώρο, χαρακτήρισε «λανθασμένη», την μέθοδο που ακολούθησε ο Μόντι, «διότι ο στόχος του κοινωνικού διαλόγου ήταν η γενικότερη συναίνεση και όχι ο αποκλεισμός», όπως είπε.
 
Οι Δημοκρατικοί, πρόκειται, πιθανότατα, να ζητήσουν κάποιες αλλαγές στο κοινοβούλιο, αν και, μέρος του κόμματος (οι ριζοσπάστες βουλευτές και η πτέρυγα καθολικής, μετριοπαθούς προέλευσης) κρίνει με σχετική «επιείκεια» την μεταρρύθμιση αυτή της κυβέρνησης τεχνοκρατών.