Του Γιώργου Ρήγα
Ήταν κάπου στις αρχές της νέας χιλιετίας όταν ερχόμενος στην Αθήνα αντίκρισα σε ένα τοίχο κοντά στον σταθμό υπεραστικών λεωφορείων ένα σύνθημα τόσο παράξενο και ακραίο που θα μου ήταν αδύνατο να ξεχάσω. Το συνοδευόμενο από ένα μαύρο αστέρι κάλεσμα έγραφε «ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΡΑ». Ένα σύνθημα τόσο σουρεαλιστικό που τα επόμενα χρόνια όχι μόνο θα ξεθώριαζε, αλλά και ελάχιστοι θα αναπαρήγαγαν. Αυτό που πραγματικά μου έκανε εντύπωση ήταν ότι εκείνη την περίοδο μια ομάδα νέων θα έμπαινε στον κόπο να γράψει αυτά τα λόγια σε ένα τοίχο που αντίκριζαν χιλιάδες ζευγάρια μάτια καθημερινά. Αναρωτήθηκα πολλές φορές γιατί να αφιερώσουν χρόνο για κάτι τέτοιο. Η προφανής απάντηση είναι πως το έκαναν γιατί κάπου μέσα τους πίστευαν πως έτσι θα αποκάλυπταν στην κοινωνία τη μαγική λύση από τα αδιέξοδα της. Και αυτό μας θυμίζει την τραγική αλήθεια ότι οι πόλεμοι, και δη οι εμφύλιοι, δεν θα συνέβαιναν ποτέ αν σε συγκεκριμένες συγκυρίες, κρίσιμες μάζες της κοινωνίας δεν ένιωθαν πως δεν έχουν άλλη επιλογή από την καταφυγή στα όπλα. Και για την κοινωνία της χώρας των Κέδρων, στη σκιά του σημερινού πρωτοφανούς αδιεξόδου, η διολίσθηση σε εμφύλια σύγκρουση, καίτοι δεν αποτελεί νομοτέλεια, είναι πια ένα ισχυρό ενδεχόμενο.
Ο Λίβανος είναι μια σύνθετη υπόθεση. Θα μπορούσαμε κάλλιστα να το περιγράψουμε ως το προϊόν μιας παλιάς ιμπεριαλιστικής αμαρτίας. Μετά το τέλος του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η περιοχή δόθηκε στους Γάλλους που γρήγορα φρόντισαν να την αποκόψουν από τη Συρία λόγω της εκεί υψηλής συγκέντρωσης χριστιανικών πληθυσμών. Έτσι όταν τελικά οι Γάλλοι έφυγαν άφησαν πίσω ένα πολυθρησκευτικό κράτος όπου η εξουσία μοιραζόταν ανάμεσα στις διαφορετικές κοινότητες. Ενδεικτικά στον Λίβανο ο Πρόεδρος είναι υποχρεωτικά Μαρωνίτης Χριστιανός, ο Πρωθυπουργός Σουνίτης Μουσουλμάνος και ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου Σιίτης Μουσουλμάνος. Ο ερχομός των Παλαιστίνιων μετά τη Νάκμπα το 1948 περιέπλεξε τα πράγματα και στα μέσα της δεκαετίας του ’70 η κοινωνία του Λιβάνου βρέθηκε ενώπιον μιας κατάστασης που οδήγησε σε εμφύλιο πόλεμο. Ακολούθησε μια πολύχρονη και πολυσύνθετη σύγκρουση που τελείωσε με μια συμφωνία που πρακτικά ενίσχυσε το μοντέλο διοίκησης βάσει κοινοτικής και θρησκευτικής καταγωγής. Το αποτέλεσμα ήταν η εξουσία στη χώρα να μοιράζεται μεταξύ των ελίτ της κάθε κοινότητας τα μέλη της οποίας φρόντιζαν να περνάν τα προνόμια τους, εν είδει, κληρονομιάς στα παιδιά τους.
Μοιραία το ενδιαφέρον για την πολιτική, τόσο από τους πολίτες, όσο και από τους πολιτικούς με την εξασφαλισμένη καριέρα, χάθηκε με την διαφθορά και τις πελατειακές σχέσεις να γίνονται ο κανόνας. Αλλά αυτό το μοντέλο δεν θα μπορούσε να είναι μακροπρόθεσμα λειτουργικό και με το ξέσπασμα της συριακής κρίσης και την συνακόλουθη εισροή Σύρων προσφύγων (σ.σ. ο ΟΗΕ τον Ιανουάριο του 2020 είχε καταγράψει σχεδόν 900,000 Σύρους πρόσφυγες στον Λίβανο) οι πρώτες ουσιαστικές ρωγμές άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους.
Συνακόλουθα, μετά από μια σειρά μικρότερων κρίσεων, είδαμε πέρσι τις μαζικές διαδηλώσεις που ζήταγαν, και σωστά, το λογαριασμό από την πολιτική εξουσία. Οι διαδηλωτές απαίτησαν τις παραιτήσεις των κυβερνόντων και την ανατροπή του αποτυχημένου συστήματος διακυβέρνησης. Οι παραιτήσεις ήρθαν, αλλά στο βαθμό που οι διαδηλωτές δεν ανέδειξαν ηγετικές προσωπικότητες και δεν παρουσίασαν εναλλακτικές προτάσεις το σύστημα που ξόρκιζαν διαιωνίστηκε με το μανδύα μιας ακόμα δυσλειτουργικής κυβέρνησης. Στην πορεία, και λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, το κρατικό νόμισμα έχασε 80% της αξίας του και η ανεργία εκτινάχθηκε στο 30%. Και ήταν σε αυτό το σκηνικό οικονομικής και πολιτικής αποσύνθεσης που έλαβε χώρα η έκρηξη στο λιμάνι στις 4 Αυγούστου. Μιας έκρηξης που όχι μόνο προκάλεσε μια εκατόμβη νεκρών και στέρησε από τη χώρα μια εκ των πιο βασικών υποδομών της, αλλά και άφησε άστεγους περίπου 300,000 ανθρώπους δηλαδή το 12% των κατοίκων της πρωτεύουσας.
Πριν προλάβει να κατακάτσει η σκόνη από την φοβερή έκρηξη άρχιζαν να κυκλοφορούν οι πρώτες θεωρίες συνομωσίας για το ποιος βρίσκεται πίσω από την υποτιθέμενη δολιοφθορά. Οι διάφορες θεωρίες πέραν των συνήθως απλοϊκών γεωπολιτικών αναλύσεων στηρίζονται σε δύο δεδομένα, ένα ότι νιτρική αμμωνία βρίσκεται αποθηκευμένη σε πολλά μέρη του κόσμου χωρίς να εκρήγνυται από μόνη της, και δύο ότι η Βηρυττός είναι γεμάτη πράκτορες. Πράγματι λόγω της διαχρονικής πολιτικής αστάθειας η πρωτεύουσα του Λιβάνου έχει γίνει μια Disneyland για τις μυστικές υπηρεσίες και το οργανωμένο έγκλημα. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο πολύ δύσκολα κάποιοι πράκτορες θα έκαναν κάτι τόσο σοβαρό χωρίς να το αντιληφθούν-καταγράψουν οι «συνάδελφοι» τους. Επιπλέον, μπορεί η νιτρική αμμωνία να μην είναι ιδιαίτερα εύφλεκτη αλλά όταν δεν τηρούνται τα πρωτόκολλα ασφαλείας οι πιθανότητες για την κακιά στιγμή αυξάνονται.
Φυσικά και ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος και φυσικά έχουν υπάρξει αληθινές συνομωσίες στην Ιστορία, αλλά αυτές έχουν την κακή συνήθεια να αφήνουν ίχνη. Με άλλα λόγια αν έχει υπάρξει ανθρώπινη παρέμβαση αργά ή γρήγορα θα αποκαλυφθεί. Όσο για τις υπόνοιες του Λιβανέζου Προέδρου Αούν περί ξένης ανάμειξης μάλλον αυτές εξυπηρετούν και εντάσσονται στην ευρύτερη προσπάθεια απόσεισης ευθυνών από το πολιτικό κατεστημένο.
Χωρίς αμφιβολία το μεγάλο ερώτημα σχετίζεται με το μέλλον. Η άρχουσα τάξη αμυνομένη διατράνωσε με υποκριτική έπαρση ότι θα αποδοθεί δικαιοσύνη. Παράλληλα κήρυξε στρατιωτικό νόμο για δύο εβδομάδες ώστε να περιορίσει τις εκδηλώσεις λαϊκής οργής. Ο λαός του Λιβάνου έχει φαινομενικά τον πρώτο λόγο, αλλά αν δεν ενωθεί γύρω από εποικοδομητικές προτάσεις και πρόσωπα που να εμπνέουν τότε οι διαμαρτυρίες του θα είναι τουφεκιά στον αέρα. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα επιφέρουν πρόωρες εκλογές που βάσει της εμπειρίας των τελευταίων 30 χρόνων δεν θα αλλάξουν τίποτα.
Υπό αυτές τις συνθήκες η ξένη ανάμειξη με τον μανδύα παροχής βοήθειας αποκτά, όπως έδειξε η επίσκεψη Μακρόν, ξεχωριστή δυναμική. Οι δυτικές χώρες έχουν τα μέσα να προσφέρουν την τόσο απαραίτητη για το λαό του Λιβάνου οικονομική ανακούφιση. Φυσικά αυτή η βοήθεια δεν θα προσφερθεί δίχως ανταλλάγματα και τα τελευταία δεν θα αφορούν μόνο την πάταξη της διαφθοράς. Η αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού και οι μεταρρυθμίσεις θα γίνουν με τρόπο που θα αναβαθμίσει την επιρροή των χωρών που θα προσφέρουν βοήθεια στον Λίβανο. Το μεγάλο στοίχημα είναι πως θα προσεγγίσουν τον κίτρινο ελέφαντα στο δωμάτιο, ήτοι την Χεσμπολλάχ, την ένοπλη σιίτικη φιλοιρανική οργάνωση που αποτελεί κράτος εν κράτει στον Λίβανο και που είναι πιο ισχυρή από τις επίσημες ένοπλες δυνάμεις της χώρας.
Η σύγκρουση δεν είναι νομοτελειακή καθώς η Γαλλία, που πρωτοστατεί των διεθνών πρωτοβουλιών, έχει συμφέρον να αναζωογονηθεί η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν καθώς η Airbus έχει κλείσει συμβόλαια δισεκατομμυρίων με την Τεχεράνη. Αλλά σε κάθε περίπτωση η συνεννόηση θα είναι δύσκολη και στο πολύ ρεαλιστικό ενδεχόμενο κατά το οποίο οι διαπραγματεύσεις βαλτώσουν, τότε ο λαός του Λιβάνου θα βρεθεί σε δυσχερέστατη θέση. Σε μια θέση που οι φωνές για άμεσο ξεκαθάρισμα μέσω ενός εμφύλιου πόλεμου θα θυμίζουν τη μελωδία των σειρήνων.
Όπως έχει δείξει η κρίση στην Συρία οι ξένες δυνάμεις δεν επιθυμούν μια γενικευμένη σύγκρουση. Επιπλέον οι Λιβανέζοι, ιδιαίτερα αυτοί που έχουν ακόμα μνήμες από τον προηγούμενο εμφύλιο, ξέρουν ότι πρέπει να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους. Όμως η απόγνωση ποτέ δεν ήταν καλός σύμβουλος και σε τέτοιες καταστάσεις συνήθως αρκεί μια ασήμαντη αφορμή για να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου. Ο εφιάλτης του εμφυλίου είναι υπαρκτός και σοβαρός αλλά υπάρχει εναλλακτική. Αυτό που χρειάζεται, καίτοι δύσκολο, είναι ο λαός του Λιβάνου, και δη η νεολαία, να βγει μπροστά και να ολοκληρώσει αυτό που έκανε πέρσι. Να αξιώσει δηλαδή έναν άλλο τρόπο διακυβέρνησης βρίσκοντας παράλληλα τις ηγετικές μορφές που θα επικοινωνήσουν τα αιτήματα του.