Σε συνέντευξη που παραχώρησε στη Deutsche Welle o Γκ. Γκας τόνισε πως κατά το διάστημα Μαρτίου – Μάιου, δηλαδή κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας, αναβλήθηκαν 1,7 εκατομμύρια θεραπείες σε σύνολο 20 εκατομμυρίων, που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο στα γερμανικά νοσοκομεία.
«Πλέον παρακολουθούμε από εβδομάδα σε εβδομάδα πώς εξελίσσεται η κατάσταση στα νοσοκομεία, προσπαθώντας να κρατήσουμε όσο τον δυνατόν καλύτερα τη σειρά προτεραιότητας στη βασική μέριμνα. Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες γνωρίζουμε ήδη πόσες θεραπείες ανεστάλησαν από τον Μάρτιο ως τον Μάιο. Τις περισσότερες φορές βλέπουμε ότι οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία και οι υπεύθυνοι γιατροί πήραν σωστές αποφάσεις. Αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξαν παράπονα από ασθενείς για κακή επικοινωνία λόγω αναβολών προγραμματισμένων θεραπειών. Ειδικά όμως σε ασθενείς πχ. με καρκίνο η αναβολή μιας θεραπείας ακόμη και επ‘ αόριστον είναι φυσικά μια κατάσταση που προκαλεί φόβους».
Υπογράμμισε ότι αυτό που προβληματίζει τους γιατρούς στη Γερμανία, δεν είναι τόσο οι αναβολές που έγιναν σε μη οξείες περιπτώσεις και κατόπιν επικοινωνίας των ασθενών με τους θεράποντες ιατρούς αλλά πολύ περισσότερο τα επείγοντα περιστατικά, όπως πιθανά εγκεφαλικά, που δεν έφτασαν ποτέ στο νοσοκομείο από φόβο μόλυνσης από τον κορονοϊό ή έλλειψης κρεβατιών.
Ωστόσο, θέλησε να καθησυχάσει την κοινή γνώμη, λέγοντας πως το σύστημα υγείας της Γερμανίας προετοιμάζεται για «Λειτουργούμε με υψηλές προδιαγραφές προστασίας από λοιμώξεις και δεν είμαστε τόσο υπερφορτωμένοι για το άμεσο μέλλον ώστε να μην μπορούμε να αναλάβουμε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης. Είναι σημαντικό να το καταλάβει αυτό ο κόσμος. Θέλουμε να στείλουμε αυτό το μήνυμα για τα γερμανικά νοσοκομεία».
Στο δημοσίευμα σημειώνεται πως η Ένωση Γερμανικών Νοσοκομείων έχει εκφράσει ήδη ανησυχίες για τον φετινό χειμώνα και την κατάσταση στα γερμανικά νοσοκομεία για νέες καθυστερήσεις ενόψει ενός δεύτερου κύματος πανδημίας.
«Το δεύτερο κύμα πανδημίας πλησιάζει και πρέπει να δράσουμε σταδιακά, ώστε αυτή τη φορά να μην παραμεληθούν και οι ασθενείς που χρειάζονται βασική μέριμνα πέραν του κορονοϊού. Πρέπει να συνεχίσουμε να τους παρέχουμε τις ιατρικά απαραίτητες θεραπείες. Αυτό δεν συνέβη τον Μάρτιο, τον Απρίλιο, τον Μάιο. Θα πρέπει να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γκας.
Ερωτηθείς για το πώς κρίνει τους χειρισμούς της γερμανικής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της πανδημίας, ο Γκας δήλωσε ότι το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στη Γερμανία άντεξε τη δοκιμασία, καθώς οι αρμόδιες αρχές συνεργάστηκαν όπως έπρεπε.
«Θα έλεγα ρητά ότι το ομοσπονδιακό σύστημα υγείας έχει αποδείξει την αξία του. Αυτό που βιώσαμε ήταν μια καλή συνεργασία με τα υπουργεία, τις υγειονομικές αρχές των κρατιδίων, τα τοπικά νοσοκομεία. Οι κλινικές ελέγχου πυρετού και τα κέντρα τεστ κορονοϊού λειτούργησαν πολύ γρήγορα. Όπως γρήγορα αποφασίσαμε πού θα πηγαίνουν τα περιστατικά κορονοϊού. Πώς θα γίνεται η θεραπεία. Έτσι όλα αυτά τα δίκτυα απέδειξαν την αξία τους».