Όπως αναφέρει το ΑΠΕ, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και τα κρατίδια συμφώνησαν την Τετάρτη σε μέτρα δραστικού περιορισμού των επαφών, τα οποία θα τεθούν σε ισχύ στις 2 Νοεμβρίου και για το υπόλοιπο του μήνα.
Σε δύο εβδομάδες η κατάσταση θα αξιολογηθεί εκ νέου και τα μέτρα, εφόσον χρειάζεται, θα προσαρμοστούν κατάλληλα.
Παράλληλα, η Γαλλία θα μπει εκ νέου σε πανεθνικό λοκντάουν, από αυτήν την εβδομάδα, και τουλάχιστον μέχρι την 1η Δεκεμβρίου, σε μια προσπάθεια να περιορίσει την επιδημία COVID-19 που κινδυνεύει να βγει εκτός ελέγχου, δήλωσε σήμερα ο πρόεδρος της χώρας Εμανουέλ Μακρόν, κατά τη διάρκεια τηλεοπτικού διαγγέλματος προς το έθνος.
Σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν στη Γερμανία, σε δημόσιους χώρους επιτρέπεται να συναντώνται το πολύ δέκα άτομα και μόνο από έως δύο νοικοκυριά, ενώ η πολιτεία ζητά να αποφεύγονται τα «μη αναγκαία ταξίδια» στο εξωτερικό. Αντίστοιχα, θα απαγορεύεται η διανυκτέρευση τουριστών από το εξωτερικό, εκτός από έκτακτες περιπτώσεις. Την ερχόμενη Δευτέρα θα κλείσουν εστιατόρια, μπαρ και κλαμπ, ενώ το φαγητό θα μπορεί να πωλείται σε πακέτο. Κλειστά θα παραμείνουν ακόμη γυμναστήρια, κολυμβητήρια και κέντρα αισθητικής, με εξαίρεση τα κομμωτήρια, τα οποία θα συνεχίσουν να λειτουργούν. Ανοιχτά θα παραμείνουν τα σχολεία και οι παιδικοί σταθμοί, τα ιατρεία και τα κέντρα φυσιοθεραπείας, καθώς και οι επιχειρήσεις λιανικού και χονδρικού εμπορίου – με την τήρηση αυστηρών κανόνων υγιεινής. Στα σούπερ μάρκετ θα προβλέπεται ανώτατος αριθμός πελατών οι οποίοι θα επιτρέπεται να βρίσκονται ταυτόχρονα στο κατάστημα. Ο επαγγελματικός αθλητισμός θα παραμείνει σε λειτουργία, οι αγώνες ωστόσο θα διεξάγονται χωρίς θεατές, αλλά ο ερασιτεχνικός αθλητισμός αναστέλλει τη λειτουργία του, καθώς κλείνουν αθλητικοί σύλλογοι και κέντρα προπόνησης. Σε εξωτερικούς χώρους θα επιτρέπεται μόνο η άθληση κατά μόνας. Διοργανώσεις οι οποίες περιλαμβάνονται σε αυτές της ψυχαγωγίας και του ελεύθερου χρόνου ακυρώνονται – κλείνουν θέατρα, κινηματογράφοι, συναυλιακοί χώροι, όπερες και εκθέσεις, αλλά και καζίνο, κέντρα στοιχήματος και οίκοι ανοχής. Εκκλησίες και άλλοι χώροι λατρείας θα παραμείνουν ανοιχτοί, τηρώντας τους κανόνες προστασίας που ήδη προβλέπονται.
Ειδική μέριμνα θα πρέπει να ληφθεί, αποφάσισε η πολιτεία, για την προστασία ιδιαίτερα ευπαθών ομάδων, όπως οι ασθενείς και οι ηλικιωμένοι, με τα «γρήγορα τεστ» να διενεργούνται κατά προτεραιότητα σε οίκους ευγηρίας, νοσοκομεία και κέντρα αποκατάστασης, προκειμένου να μην υπάρξει κοινωνική απομόνωση των συγκεκριμένων ατόμων.
Σε ό,τι αφορά την έκτακτη βοήθεια που θα καταβάλει η πολιτεία για την απώλεια εισοδήματος, σύμφωνα με το περιοδικό Der Spiegel, οι επιχειρήσεις που απασχολούν έως και 50 εργαζόμενους, θα λάβουν έως και 75% του τζίρου τους του Νοεμβρίου του 2019, ενώ επιχειρήσεις με περισσότερους εργαζόμενους θα λάβουν αποζημίωση για το 70%. Συνολικά, η οικονομική βοήθεια θα φθάσει τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ ζητείται από τους εργοδότες να διευκολύνουν την τηλε-εργασία των υπαλλήλων τους.
Όπως αναφέρεται στο έγγραφο επί του οποίου συμφώνησαν ομοσπονδία και κρατίδια, «η κατάσταση είναι και πάλι πολύ σοβαρή και έχουμε μπροστά μας τέσσερις δύσκολους χειμερινούς μήνες», αλλά «υπάρχει η ελπίδα, εάν βγούμε καλά από τον χειμώνα, να ξεπεράσουμε σταδιακά την πανδημία το επόμενο έτος και να ανακάμψουμε οικονομικά». Αιτία των μέτρων που αποφασίστηκαν, διευκρινίζεται στο έγγραφο, είναι αφενός η ραγδαία αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων και αφετέρου το γεγονός ότι περίπου το 75% των κρουσμάτων παραμένει άγνωστης προέλευσης.
Το πρωί της Τετάρτης το Ινστιτούτο «Ρόμπερτ Κοχ» ανακοίνωσε 14.964 νέα κρούσματα για το τελευταίο 24ωρο και η κυρία Μέρκελ, σύμφωνα με πληροφορίες του Spiegel, ανέφερε κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης ότι, εάν δεν υπάρξει τάση μείωσης, σε μια εβδομάδα τα κρούσματα θα έχουν φθάσει τα 28.000 ημερησίως.
Για τον έλεγχο της τήρησης των μέτρων, ο υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ εισηγήθηκε ένα ενισχυμένο σύστημα παρακολούθησης από αστυνομικούς με πολιτικά, κυρίως σε περιοχές με υψηλό αριθμό κρουσμάτων και σε μεγάλες πόλεις. Εξίσου εντατικά θα ελέγχονται και όσοι φθάνουν στη Γερμανία από «περιοχές κινδύνου», με παρακολούθηση της περιοχής των συνόρων και για όσους εισέρχονται στη χώρα οδικώς.