Του Κωνσταντίνου Πουλή
Αντιλαμβάνομαι πλήρως την ικανοποίηση που νιώθει κανείς μπροστά στο θέαμα του γιαουρτωμένου Πάγκαλου. Να βλέπεις τους πρωταθλητές του θράσους σα βρεγμένες γάτες δεν μπορεί παρά να προκαλεί μια χαιρέκακη ηδονή, κατανοητή. Οι δηλώσεις Πάγκαλου στα Καλύβια, με το γιαούρτι για παράσημο στο πέτο, ήταν μια τέτοια στιγμή. Αλλά φοβάμαι ότι τόση χαρά πια, δημιουργεί την ανησυχία ότι έχουμε να κάνουμε με γιαουρτιστές που μίσησαν τον πολιτικό τους πάτρωνα γιατί τους πρόδωσε και ψάχνουν να παραδοθούν τώρα σε κάποιον άλλον (έχει ο μπαξές, από αναγεννημένους πολιτικούς των κομματικών διαφθορείων). Αυτό που με φοβίζει είναι πως ο άνθρωπος που γιαουρτώνει αισθάνεται μίσος για τον επιφανή πολιτικό, διότι νιώθει πως τον έχει προδώσει το ίνδαλμά του. Εδώ ξεκινά το πρόβλημα. Το πάθος του δείχνει πως έχει τον ψυχισμό του πληγωμένου οπαδού, γι’ αυτό και αποκαλεί «προδότη» τον στόχο του. Φοβάμαι δηλαδή ότι δεν πρόκειται για πράξη που διακρίνεται για το θάρρος της απέναντι στην εξουσία, αλλά για πράξη περιφρόνησης μιας ατιμασμένης εξουσίας, προκειμένου να γαντζωθούμε ήσυχα στην επόμενη. Όπως έχει ειπωθεί, οι άνθρωποι στήνουν ικριώματα όχι ως τιμωρία για την τυραννία, αλλά ως ποινή για τη βιολογική αδυναμία. Το μίσος για τα πρόσωπα, τελικά, στρέφεται υπέρ του συστήματος, που θα βρίσκει πάντα να αντικαταστήσει τα μπουμπούκια της πολιτικής διαχείρισης με καινούργια, τάχαμου άφθαρτα ή αναγεννημένα. Είναι καίρια γι’ αυτό η επιμονή του Πανούση να βλέπουμε στο πρόσωπο του Ραγκούση τον Τσοχατζόπουλο του αύριο.
Το πρόβλημα με τα γιαούρτια δεν είναι ηθικό. Δεν με ενδιαφέρει το σοκαρισμένο κοινό της Καθημερινής και του Protagon.gr που ενοχλείται για την παραβίαση των κανόνων της ευπρέπειας, έχουμε σοβαρότερες έγνοιες. Εξάλλου, με λίγο γιαουρτάκι κανείς δεν χτύπησε. Κι αυτό παρότι είναι μόνιμη λαθροχειρία αυτών που κατακρίνουν τα γιαουρτώματα να καταφεύγουν σε αυτό που στη φιλοσοφία λέγεται «επιχείρημα της ολισθηρής πλαγιάς» (Slippery slope argument): αφού δεχόμαστε το γιαούρτωμα, τότε θα δεχτούμε και το χτύπημα, άρα γιατί όχι και τον πυροβολισμό; Πρόκειται βεβαίως για λογική ζαβολιά, διότι όταν αναλαμβάνουμε την ευθύνη μιας πράξης δεν σημαίνει ότι δεχόμαστε και όλες τις πιθανές προεκτάσεις της. Στο Βυζάντιο υπάρχει διάκριση μεταξύ της διαπόμπευσης και του λυντσαρίσματος. Η διαπόμπευση μπορεί να λαμβάνει π.χ. τη μορφή της επάλειψης με σβουνιές, της γύμνωσης ή του ανάποδου καθίσματος σε γάιδαρο, που συνιστά παρωδία της θριαμβευτικής πομπής του αυτοκράτορα, κ.ο.κ. Είναι ποινή που στοχεύει στον εξευτελισμό, αλλά δεν οδηγεί στον θάνατο, όπως συμβαίνει στην περίπτωση που παραδίδονται για λυντσάρισμα στον όχλο Βούλγαροι αιχμάλωτοι από τον Κωνσταντίνο τον Ε΄, για να διασπαραχθούν. Συνεπώς, δεν συμμερίζομαι το επιχείρημα ότι τα γιαουρτώματα είναι πράξη βάρβαρη, που προσβάλλει τη δημοκρατία, και τα ρέστα. Απλώς δεν μου φτάνει.
Σύμφωνα με ένα από τα επιχειρήματα υπέρ του γιαουρτώματος, πρόκειται για συμβολικό εξευτελισμό, μια που γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι πραγματική τιμωρία δεν θα υπάρξει. Το νόημα λοιπόν της πράξης είναι ότι «μπορεί να έχεις εξαγοράσει τη δικαιοσύνη, να έχεις νοθεύσει το εκλογικό σύστημα, να έχεις εκμαυλίσει ψηφοφόρους και να έχεις λαδώσει τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, με τελικό αποτέλεσμα τη μαζική εξαθλίωση φτωχών ανθρώπων, αλλά να ξέρεις πως θα αντιμετωπίζεις την περιφρόνησή μου!». Με το σκεπτικό αυτό διαφωνώ και πάλι διότι δεν μου φτάνει. Με λίγα λόγια, ας μη σπαταλάμε τα γιαούρτια μας, πεινάει ο κόσμος. Η εχθρότητα προς τους πολιτικούς που με τόση ανεμελιά ακκίζονται την ώρα που διαλύουν τη χώρα, γνωρίζοντας εδώ και καιρό τι ακριβώς έκαναν, βήμα-βήμα, είναι θετική. Καλώς χαρήκαμε με τα γιαούρτια ώς τώρα. Είναι καιρός όμως να περάσουμε στο επόμενο βήμα.
Αν εννοούμε στα σοβαρά ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν θέση στη σημερινή συνθήκη, ας προχωρήσουμε ασκώντας αληθινή πολιτική και αφήνοντάς τους στην άκρη. Εμένα τέτοια πρόσωπα με ενδιαφέρουν μόνο όταν πρόκειται να πάει κανείς φυλακή. Τα ψυχολογικά δράματα των χωρισμένων μού έχουν δείξει ένα πράγμα: όταν ο φίλος μου βρίζει με πολύ πάθος την πρώην αγαπημένη του, δεν την έχει ξεπεράσει. Αν την έχει ξεπεράσει, το καταλαβαίνεις εύκολα γιατί ασχολείται με κάτι άλλο. Στην προκειμένη περίπτωση έχω μία πρόταση: φυλακή. Φτάνει με τα γιαουρτάκια. Τα γιαούρτια είναι μέσο πίεσης χαριτωμένο και ανώδυνο. Φυλακή. Και, για όσους δεν έχουν διαπράξει ποινικά αδικήματα, πολιτική λήθη, μαύρο και πάλι μαύρο. Θα βρούμε σίγουρα και άλλον τρόπο να ασκήσουμε πολιτική, χωρίς τη Φώφη Γεννηματά.
Του Κωνσταντίνου Πουλή
Αντιλαμβάνομαι πλήρως την ικανοποίηση που νιώθει κανείς μπροστά στο θέαμα του γιαουρτωμένου Πάγκαλου. Να βλέπεις τους πρωταθλητές του θράσους σα βρεγμένες γάτες δεν μπορεί παρά να προκαλεί μια χαιρέκακη ηδονή, κατανοητή. Οι δηλώσεις Πάγκαλου στα Καλύβια, με το γιαούρτι για παράσημο στο πέτο, ήταν μια τέτοια στιγμή. Αλλά φοβάμαι ότι τόση χαρά πια, δημιουργεί την ανησυχία ότι έχουμε να κάνουμε με γιαουρτιστές που μίσησαν τον πολιτικό τους πάτρωνα γιατί τους πρόδωσε και ψάχνουν να παραδοθούν τώρα σε κάποιον άλλον (έχει ο μπαξές, από αναγεννημένους πολιτικούς των κομματικών διαφθορείων). Αυτό που με φοβίζει είναι πως ο άνθρωπος που γιαουρτώνει αισθάνεται μίσος για τον επιφανή πολιτικό, διότι νιώθει πως τον έχει προδώσει το ίνδαλμά του. Εδώ ξεκινά το πρόβλημα. Το πάθος του δείχνει πως έχει τον ψυχισμό του πληγωμένου οπαδού, γι’ αυτό και αποκαλεί «προδότη» τον στόχο του. Φοβάμαι δηλαδή ότι δεν πρόκειται για πράξη που διακρίνεται για το θάρρος της απέναντι στην εξουσία, αλλά για πράξη περιφρόνησης μιας ατιμασμένης εξουσίας, προκειμένου να γαντζωθούμε ήσυχα στην επόμενη. Όπως έχει ειπωθεί, οι άνθρωποι στήνουν ικριώματα όχι ως τιμωρία για την τυραννία, αλλά ως ποινή για τη βιολογική αδυναμία. Το μίσος για τα πρόσωπα, τελικά, στρέφεται υπέρ του συστήματος, που θα βρίσκει πάντα να αντικαταστήσει τα μπουμπούκια της πολιτικής διαχείρισης με καινούργια, τάχαμου άφθαρτα ή αναγεννημένα. Είναι καίρια γι’ αυτό η επιμονή του Πανούση να βλέπουμε στο πρόσωπο του Ραγκούση τον Τσοχατζόπουλο του αύριο.
Το πρόβλημα με τα γιαούρτια δεν είναι ηθικό. Δεν με ενδιαφέρει το σοκαρισμένο κοινό της Καθημερινής και του Protagon.gr που ενοχλείται για την παραβίαση των κανόνων της ευπρέπειας, έχουμε σοβαρότερες έγνοιες. Εξάλλου, με λίγο γιαουρτάκι κανείς δεν χτύπησε. Κι αυτό παρότι είναι μόνιμη λαθροχειρία αυτών που κατακρίνουν τα γιαουρτώματα να καταφεύγουν σε αυτό που στη φιλοσοφία λέγεται «επιχείρημα της ολισθηρής πλαγιάς» (Slippery slope argument): αφού δεχόμαστε το γιαούρτωμα, τότε θα δεχτούμε και το χτύπημα, άρα γιατί όχι και τον πυροβολισμό; Πρόκειται βεβαίως για λογική ζαβολιά, διότι όταν αναλαμβάνουμε την ευθύνη μιας πράξης δεν σημαίνει ότι δεχόμαστε και όλες τις πιθανές προεκτάσεις της. Στο Βυζάντιο υπάρχει διάκριση μεταξύ της διαπόμπευσης και του λυντσαρίσματος. Η διαπόμπευση μπορεί να λαμβάνει π.χ. τη μορφή της επάλειψης με σβουνιές, της γύμνωσης ή του ανάποδου καθίσματος σε γάιδαρο, που συνιστά παρωδία της θριαμβευτικής πομπής του αυτοκράτορα, κ.ο.κ. Είναι ποινή που στοχεύει στον εξευτελισμό, αλλά δεν οδηγεί στον θάνατο, όπως συμβαίνει στην περίπτωση που παραδίδονται για λυντσάρισμα στον όχλο Βούλγαροι αιχμάλωτοι από τον Κωνσταντίνο τον Ε΄, για να διασπαραχθούν. Συνεπώς, δεν συμμερίζομαι το επιχείρημα ότι τα γιαουρτώματα είναι πράξη βάρβαρη, που προσβάλλει τη δημοκρατία, και τα ρέστα. Απλώς δεν μου φτάνει.
Σύμφωνα με ένα από τα επιχειρήματα υπέρ του γιαουρτώματος, πρόκειται για συμβολικό εξευτελισμό, μια που γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι πραγματική τιμωρία δεν θα υπάρξει. Το νόημα λοιπόν της πράξης είναι ότι «μπορεί να έχεις εξαγοράσει τη δικαιοσύνη, να έχεις νοθεύσει το εκλογικό σύστημα, να έχεις εκμαυλίσει ψηφοφόρους και να έχεις λαδώσει τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, με τελικό αποτέλεσμα τη μαζική εξαθλίωση φτωχών ανθρώπων, αλλά να ξέρεις πως θα αντιμετωπίζεις την περιφρόνησή μου!». Με το σκεπτικό αυτό διαφωνώ και πάλι διότι δεν μου φτάνει. Με λίγα λόγια, ας μη σπαταλάμε τα γιαούρτια μας, πεινάει ο κόσμος. Η εχθρότητα προς τους πολιτικούς που με τόση ανεμελιά ακκίζονται την ώρα που διαλύουν τη χώρα, γνωρίζοντας εδώ και καιρό τι ακριβώς έκαναν, βήμα-βήμα, είναι θετική. Καλώς χαρήκαμε με τα γιαούρτια ώς τώρα. Είναι καιρός όμως να περάσουμε στο επόμενο βήμα.
Αν εννοούμε στα σοβαρά ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν θέση στη σημερινή συνθήκη, ας προχωρήσουμε ασκώντας αληθινή πολιτική και αφήνοντάς τους στην άκρη. Εμένα τέτοια πρόσωπα με ενδιαφέρουν μόνο όταν πρόκειται να πάει κανείς φυλακή. Τα ψυχολογικά δράματα των χωρισμένων μού έχουν δείξει ένα πράγμα: όταν ο φίλος μου βρίζει με πολύ πάθος την πρώην αγαπημένη του, δεν την έχει ξεπεράσει. Αν την έχει ξεπεράσει, το καταλαβαίνεις εύκολα γιατί ασχολείται με κάτι άλλο. Στην προκειμένη περίπτωση έχω μία πρόταση: φυλακή. Φτάνει με τα γιαουρτάκια. Τα γιαούρτια είναι μέσο πίεσης χαριτωμένο και ανώδυνο. Φυλακή. Και, για όσους δεν έχουν διαπράξει ποινικά αδικήματα, πολιτική λήθη, μαύρο και πάλι μαύρο. Θα βρούμε σίγουρα και άλλον τρόπο να ασκήσουμε πολιτική, χωρίς τη Φώφη Γεννηματά.