Μιλώντας στον ΣΚΑΙ, ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Νάσος Ηλιόπουλος, υποστήριξε ότι «η ελληνική οικονομία έχει καταγράψει την χειρότερη ύφεση στην ευρωζώνη και οι εργαζόμενοι τη δεύτερη μεγαλύτερη απώλεια εισοδήματος», για να σημειώσει ότι «αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίσει με την ίδια λογική, τότε το 2021 μπορεί να είναι ακόμη ένα έτος χρεοκοπίας για την Ελλάδα». «Ούτε ο ίδιος ο κ. Σταϊκούρας δεν πιστεύει στον προϋπολογισμό του, που μιλάει για δήθεν ανάπτυξη 4,5% το 2021, όταν κινδυνεύουμε με ύφεση πάνω από 10% μόλις το πρώτο τρίμηνο του έτους» ανέφερε, κατηγορώντας την κυβέρνηση πως «επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη και αντί να κάνει δημόσιες δαπάνες, στην κατεύθυνση που εξάλλου έδωσαν η ΕΚΤ και το ΔΝΤ, οδηγεί την οικονομία σε κατάρρευση».
Υποστήριξε πως «ο μόνος τρόπος για να μην βουλιάξουμε είναι να κάνει δαπάνες το κράτος», τονίζοντας τις προτάσεις που έχει καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: να στηριχτούν οι ασφαλιστικές εισφορές στις πληττόμενες επιχειρήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό, να υπάρξει ένα σχέδιο ρύθμισης του ιδιωτικού χρέους -αυτό μπορεί να περιλαμβάνει κούρεμα και ρύθμιση σε 120 δόσεις ενδεικτικά-, και η επιστρεπτέα προκαταβολή να γίνει στο σύνολό της μη επιστρεπτέα ενίσχυση, «όπως στην πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ». Σημείωσε ότι αυτό είναι το οικονομικά ορθολογικό και πως με αυτό τον τρόπο και το ίδιο το κράτος θα εισπράξει περισσότερα χρήματα. Υπενθύμισε ότι πρόταση του κόμματός του ήταν να δοθεί το δώρο των Χριστουγέννων προς τους εργαζομένους των πληττόμενων επιχειρήσεων στο σύνολό του από το κράτος, και όχι στη βάση των 534 ευρώ, εξηγώντας ότι τα χρήματα αυτά θα έπεφταν στην αγορά, «αλλά δυστυχώς η κυβέρνηση επέλεξε να μην το κάνει».
«Είναι βαθιά ανορθολογικό όταν η επιστημονική κοινότητα κατάφερε να βρει το εμβόλιο, να κινδυνεύουμε να θρηνούμε χιλιάδες ανθρώπινες ζωές γιατί η παραγωγή δεν προχωράει», σχολίασε σχετικά με το εμβόλιο. Αναφέρθηκε στις προτάσεις του Αλέξη Τσίπρα για αγορά της πατέντας του εμβολίου από την ΕΕ, επίταξη των ιδιωτικών κλινικών και μέτρα προστασίας της υγείας και της ασφάλειας στους εργασιακούς χώρους. Προσέθεσε ότι η ΝΔ «δεν έκανε τίποτα από όσα έπρεπε να κάνει και έχουμε καταλήξει να θρηνούμε πάνω από 4.600 συνανθρώπους μας σε δυόμιση μήνες»
Υπενθυμίζεται ότι η μετατροπή του συνόλου της επιστρεπτέας προκαταβολής σε μη επιστρεπτέα ενίσχυση, η ακύρωση του νέου Πτωχευτικού, η ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους με προβλέψεις και για διαγραφές αλλά και η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων για τη διατήρηση των θέσεων και σχέσεων εργασίας και για την περίοδο μετά την άρση του lockdown, είναι στις προτάσεις του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, όπως ανέφερε ο ίδιος σε ανάρτησή του τη Δευτέρα.
Τέσσερις προτάσεις από Τσίπρα για στήριξη επιχειρήσεων και εργαζομένων
«Τα χρέη έχουν γίνει ένα βάρος που απειλεί την επιβίωση των νοικοκυριών, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους», δήλωσε η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Έφη Αχτσιόγλου, στο «Ράδιο Θεσσαλονίκη 94,5», σημειώνοντας ότι «πρέπει να γίνει ρύθμιση οφειλών με κούρεμα οφειλής, όχι μόνο δόσεις αλλά και κούρεμα της οφειλής».
Η τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε την ανάγκη για «μεγαλύτερη και ουσιαστική» στήριξη των νοικοκυριών, των εργαζομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων «όχι με δάνεια αλλά με απευθείας επιχορήγηση». Ανέφερε ότι «δημοσιονομικά υπάρχουν οι δυνατότητες, με αξιοποίηση μέρους του «μαξιλαριού» ασφαλείας, αλλά και λόγω της πρωτοφανούς ρευστότητας από την ΕΚΤ και της αναστολής του συμφώνου σταθερότητας».
Η κ. Αχτσιόγλου είπε ότι «το μόνο εργαλείο που δόθηκε στις επιχειρήσεις ήταν η επιστρεπτέα προκαταβολή, η οποία είναι δάνειο», επισημαίνοντας πως «οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στραγγαλίζονται οικονομικά και ασφυκτιούν λόγω τω οφειλών τους». «Έχει σωρευθεί ένας πολύ μεγάλος όγκος χρεών με κίνδυνο να έχουμε μαζικά λουκέτα, ιδιαίτερα στην εστίαση», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι «μέσα στην πανδημία έχουν δημιουργηθεί τουλάχιστον 4 δισ. νέα χρέη προς το Δημόσιο, σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία».
Αναφερόμενη στη στάση των τραπεζών δήλωσε ότι «οι συστημικές τράπεζες έλαβαν μία άνευ προηγουμένου ρευστότητα από την ΕΚΤ, την οποία δεν διοχέτευσαν εκεί όπου υπήρχε ανάγκη, δηλαδή στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες κατά 60% είναι αποκλεισμένες από τον τραπεζικό δανεισμό, αλλά τη διοχέτευσαν σε πολύ συγκεκριμένο πελατολόγιο».