Την ώρα που το κοινό εμβολιαστικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σημειώνει τη μία αποτυχία μετά την άλλη, με τις φαρμακευτικές εταιρείες να μην μπορούν να καλύψουν τη ζήτηση και επομένως ο εμβολιασμός των πολιτών της ΕΕ να προχωρά με ρυθμούς χελώνας, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, υπόσχεται επιστροφή στην κανονικότητα το καλοκαίρι αν παραδοθούν εγκαίρως τα εμβόλια.
Πιο συγκεκριμένα, μιλώντας στη σύνοδο του World Economic Forum, ο Κ. Μητσοτάκης απαντώντας σε ερώτηση για το πότε θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα, σημείωσε ότι αυτό εξαρτάται από την πορεία των εμβολιασμών, ενώ ανέφερε μάλιστα και τη συμφωνία μεταξύ ΕΕ και φαρμακευτικών ως «success story». Παρ’ όλα αυτά υπογράμμισε ότι οι παραδόσεις πρέπει να εξασφαλιστεί πως θα πραγματοποιηθούν πιο γρήγορα και να μην υπάρξουν καθυστερήσεις, καθώς από τις παραδόσεις εξαρτάται άμεσα ο ρυθμός των εμβολιασμών. Σε περίπτωση που τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα «θα μπορούμε να επιστρέψουμε σε μια κάποια κανονικότητα στα τέλη της άνοιξης ή στις αρχές του καλοκαιριού», είπε ο Κ. Μητσοτάκης.
Σε κάθε περίπτωση υποστήριξε ότι «η απόφαση της ΕΕ ν’ αγοράσει κεντρικά τα εμβόλια και να τα διανείμει ανάλογα με τον πληθυσμό των κρατών-μελών της, ήταν πράξη αλληλεγγύης», σημείωσε όμως ότι πρέπει η Ευρώπη πράγματι να κάνει πιο γρήγορα ως προς τις εγκρίσεις και τις παραδόσεις, και έκανε ειδική αναφορά στην αδειοδότηση του εμβολίου της AstraZeneca. Ταυτόχρονα υπογράμμισε ότι με την κεντρική συμφωνία η ΕΕ εξασφάλισε τουλάχιστον την ισότιμη πρόσβαση των πολιτών της στα εμβόλια και ότι κάποιες χώρες – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα – δεν μειονεκτούν απέναντι στις ισχυρές. «Μπορούμε να συνεργαστούμε καλύτερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο ΠΟΥ έχει ένα κρίσιμο ρόλο», είπε.
«Οι ειδικοί είναι αυτοί που μας λένε τι να κάνουμε»
Αναφορικά με τα όσα διδαχθήκαμε από την πανδημία ο πρωθυπουργός ισχυρίστηκε ότι «μάθαμε ότι πρέπει ν’ ακούμε τους ειδικούς και τους επιστήμονες και να παίρνουμε νωρίς αποφάσεις».
Επίσης υποστήριξε ότι καταφέραμε στην Ελλάδα «να χειριστούμε καλά το πρώτο κύμα, ενώ, με το δεύτερο κύμα το Νοέμβριο, προχωρήσαμε σ’ ένα αυστηρό lockdown που “πόνεσε” οικονομικά, αλλά ήταν αυτό που έπρεπε να γίνει για να μην εξαπλωθεί ο ιός», είπε.
Υπενθυμίζεται ωστόσο ότι τόσο το υγειονομικό προσωπικό της χώρας όσο και η αντιπολίτευση έκαναν λόγο για τραγικές ελλείψεις και εγκληματική διαχείριση της πανδημίας, ενώ υπενθυμίζεται και η δήλωση του υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνι Γεωργιάδη ο οποίος είχε παραδεχτεί ότι παρά τις παραινέσεις λοιμωξιολόγων, που πρότειναν την επιβολή lockdown στη Θεσσαλονίκη, η κυβέρνηση δεν προχώρησε στη λήψη μέτρων, επιτρέποντας τους εορτασμούς της γιορτής του Αγίου Δημητρίου. Η Θεσσαλονίκη αμέσως μετά μπήκε σε καθεστώς lockdown πριν από την υπόλοιπη Ελλάδα, με ιδιαίτερα μεγάλη επιδημιολογική επιβάρυνση.
Κατά την τοποθέτησή του ο πρωθυπουργός ανέφερε ακόμη ότι οι ειδικοί και η κυβέρνηση είπαν στους Έλληνες έγκαιρα τι είναι αυτό που πρέπει να κάνουν κι εκείνοι το ακολούθησαν, πειθαρχώντας στα μέτρα και ότι η συμπεριφορά αυτή πρέπει να διατηρηθεί έως ότου να εμβολιαστεί ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού. «Οι ειδικοί είναι αυτοί που μας λένε τι πρέπει να κάνουμε», είπε ο Κ. Μητσοτάκης, χαρακτηρίζοντας ως πολύ σημαντικό το γεγονός ότι ελήφθησαν νωρίς οι κρίσιμες αποφάσεις, πράγμα το οποίο σύμφωνα με τον ίδιο βοήθησε στο να υπάρξει χρόνος για τη θωράκιση και ενίσχυση του συστήματος υγείας.
Ωστόσο απέναντι στην ωραιοποιημένη κατάσταση που επιχείρησε να παρουσιάσει ο πρωθυπουργός, στέκονται οι τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό και υλικοτεχνικη υποδομή, που ανέδειξε πλήθος καταγγελιών αλλά και το γεγονός ότι εξαιτίας των ελλείψεων η κυβέρνηση εφάρμοσε σχέδιο αεροδιακομιδών, προκειμένου να διακομίζονται ασθενείς από περιοχές που δεν υπάρχει διαθεσιμότητα σε ΜΕΘ σε νοσοκομεία μεγάλων αστικών κέντρων.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε επιπλέον και στο πιστοποιητικό εμβολιασμού το οποίο βρήκε «κλειστές πόρτες» από χώρες της ΕΕ όπως η Γαλλία και η Γερμανία. Όπως είπε με το συγκεκριμένο έγγραφο «θέλουμε οι επισκέπτες στην Ελλάδα να έρθουν με ασφάλεια το καλοκαίρι», ενώ έκανε αναφορά σε πολύ σημαντικό θέμα που αφορά εν τέλει ολόκληρη την Ευρώπη.
Σε ό,τι αφορά το άνοιγμα των καταστημάτων, σχολίασε ότι η επιδημιολογική κατάσταση συνεχίζει να παρακολουθείται στενά, αλλά η απόφαση ήταν απαραίτητη για να λειτουργήσει η οικονομία, η οποία στηρίχθηκε όλο αυτό το διάστημα με «ενέσεις» από το κράτος. «Τηρούμε τους βασικούς κανόνες κι είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.
«Ναι μεν, αλλά» και από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο
Στους εμβολιασμούς αναφέρθηκε τη Δευτέρα και ο εκπρόσωπος Τύπου της κυβέρνησης Χρήστος Ταραντίλης ο οποίος έκανε λόγο για «ξεκάθαρη στρατηγική» υποστηρίζοντας ότι η επιχείρηση «Ελευθερία» για τον εμβολιασμό «προχωρά σύμφωνα με την προτεραιοποίηση της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών».
Μάλιστα υπογράμμισε ότι «ο μηχανισμός λειτουργεί αποτελεσματικά. Από την Παρασκευή άνοιξαν τα ραντεβού για τις ηλικίες 80 έως 84 ετών και η ανταπόκριση κινείται σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα. Από τις 27 Δεκεμβρίου έχουν πραγματοποιηθεί περίπου 160.000 εμβολιασμοί.
Τάχθηκε όμως στην ίδια λογική του «ναι μεν, αλλά» με αυτή που εξέφρασε και ο πρωθυπουργός αργότερα, λέγοντας πως «είμαστε έτοιμοι – όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός το Σάββατο κατά την επίσκεψή του στο Κέντρο Υγείας στα Καμίνια – να κάνουμε πολλά περισσότερα εμβόλια, πλην όμως ο αριθμός των εμβολιασμών εξαρτάται από τις παραδόσεις εμβολίων που γίνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο», είπε.
«Πλαστή εικόνα» μιας πανδημίας «υπό έλεγχο»
Αξίζει να σημειωθεί ότι την ίδια ώρα, με ανακοίνωσή της η αξιωματική αντιπολίτευση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για μια ωραιοποιημένη εκδοχή της πραγματικότητας από την κυβέρνηση.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στην ανακοίνωσή του, «τον τελευταίο καιρό η κυβέρνηση παρουσιάζει μια πλαστή εικόνα ότι η πανδημία είναι υπό έλεγχο και ότι η εμβολιαστική εκστρατεία διεξάγεται ομαλά».
Ωστόσο αναφέρει ότι, «τα πρόσφατα κρούσματα, όμως, στα Γηροκομεία Βόλου (33) και Αμαρουσίου (40) μέσα σε δύο μέρες δείχνουν ότι δεν δικαιολογείται ο κυβερνητικός εφησυχασμός και καμία χαλάρωση, ειδικά όταν αφορούν ηλικιωμένους, οι οποίοι ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου», σημειώνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και προσθέτει, «δυστυχώς η ίδια η πραγματικότητα διαψεύδει με τον πλέον τραγικό τρόπο την κυβέρνηση και την επίπλαστη εικόνα που θέλει να επικοινωνήσει».