Την ίδια ώρα, ο πρίγκιπας Σαλμάν μπιν Χάμαντ αλ Χαλίφα δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι η ακύρωση του αγώνα της Φόρμουλα 1 «θα ενδυνάμωνε τους εξτρεμιστές».

Μιλώντας σε ξένους δημοσιογράφους από το σιρκουί του Σαχίρ και ενώπιον του Μπέρνι Εκλεστόουν, διαχειριστή των εμπορικών δικαιωμάτων της Φόρμουλα 1, ο αλ Χαλίφα ξεκαθάρισε ότι οι εκκλήσεις για την ακύρωση του αγώνα δεν θα εισακουστούν.

«Πιστεύω ότι η ακύρωση του αγώνα απλώς θα ενδυναμώσει τους εξτρεμιστές», είπε χαρακτηριστικά.

Η κυβέρνηση του Μπαχρέιν επιθυμεί να εκμεταλλευτεί το Γκραν Πριν για να δείξει ότι η ζωή έχει επανέλθει στους κανονικούς της ρυθμούς μετά τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που συγκλόνισαν πέρυσι τη χώρα, στο πλαίσιο της Αραβικής Άνοιξης, και τις οποίες κατέστειλαν οι αρχές με τη βοήθεια στρατευμάτων από τις χώρες του Κόλπου.

«Για όσους από εμάς προσπαθούμε να βρούμε τη λύση σε αυτό το πολιτικό πρόβλημα, η διεξαγωγή του αγώνα μάς επιτρέπει να χτίσουμε γέφυρες μεταξύ των κοινοτήτων, να κάνουμε τους ανθρώπους να συνεργαστούν. Είναι μια θετική ιδέα, όχι μια ιδέα που διχάζει», υπογράμμισε ο πρίγκιπας.

Στο μεταξύ συνεχίζονται οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις σε αρκετά σιιτικά χωριά γύρω από την πρωτεύουσα, αλλά μακριά από το χώρο που θα διεξαχθεί ο αγώνας της Φόρμουλα 1.

Δύο από τα τέσσερα μέλη της ομάδας Force India, που επέβαιναν σε ένα όχημα και κατευθύνονταν από το σιρκουί προς το ξενοδοχείο τους στη Μανάμα, ζήτησαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, καθώς, όταν βρέθηκαν κοντά σε ένα σημείο όπου συγκρούονταν διαδηλωτές με την αστυνομία, μια βόμβα μολότοφ έπεσε κοντά στο όχημα τους.

«Ένας αριθμός ταραχοποιών και βανδάλων συνελήφθησαν επειδή έπαιρναν μέρος σε παράνομες διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες, έκλειναν τους δρόμους και έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή των πολιτών, καθώς τους επιτίθεντο με πέτρες, βόμβες μολότοφ και λοστούς», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Υπηρεσία Πληροφοριών του Μπαχρέιν.

Αργότερα σήμερα κόμματα της αντιπολίτευσης υπό την ηγεσία του σιιτικού κοινοβουλευτικού κόμματος αλ Ουέφακ σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν πορεία σε μια σιιτική περιοχή έξω από τη Μανάμα ζητώντας δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.

Εξάλλου τους 70 έφτασε ο αριθμός των νεκρών από τις ταραχές που συνεχίζονται στη χώρα από την 1η Ιουνίου 2011, μετά την άρση της κατάσταση έκτακτης ανάγκης που είχε επιβληθεί επί τρεις μήνες για την καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων μία ημέρα μετά την άφιξη των στρατευμάτων από τις χώρες του Κόλπου, σύμφωνα τους ακτιβιστές.

Όπως προσθέτουν οι ίδιοι πολλοί υπέκυψαν εξαιτίας της εκτεταμένης χρήση δακρυγόνων. Η κυβέρνηση από την πλευρά της αμφισβητεί τα αίτια θανάτου των διαδηλωτών και τους κατηγορεί ότι είναι δολιοφθορείς που προσπαθούν να βλάψουν την αστυνομία.

Οι ακτιβιστές πάντως κατηγορούν τις δυνάμεις καταστολής της αστυνομίας ότι προσπαθούν να περιορίσουν τους σιίτες στα χωριά τους και να τους αποτρέψουν να συγκεντρωθούν σε κεντρικές οδικές αρτηρίες.

Σύμφωνα με τους ίδιους, περίπου 95 διοργανωτές των διαδηλώσεων έχουν συλληφθεί σε νυχτερινές εφόδους στη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας, ενώ 54 άνθρωποι έχουν τραυματιστεί στις συγκρούσεις με την αστυνομία, η οποία χρησιμοποίησε δακρυγόνα και σκάγια.

Η αστυνομία αρνείται να δημοσιοποιήσει τον αριθμό των συλληφθέντων και των τραυματιών.

Το Μπαχρέιν, ένα βασίλειο στο οποίο πλειοψηφούν οι σιίτες αλλά κυβερνά μια σουνιτική δυναστεία, έδρα του Πέμπτου Στόλου του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ, κατέστειλε βίαια τις αντικυβερνητικές κινητοποιήσεις-οι οποίες είχαν αρχίσει το Φεβρουάριο του 2011-με τη βοήθεια άλλων μοναρχιών του Κόλπου.

Πάνω από 1.000 άνθρωποι φυλακίστηκαν, ορισμένοι εκ των οποίων βασανίστηκαν μέχρι θανάτου, ενώ τουλάχιστον 35 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους μέσα σε ένα μήνα, τον Φεβρουάριο. Τον Νοέμβριο μία επιτροπή έρευνας που συνέστησε η μοναρχία έκρινε ότι έγινε χρήση «υπέρμετρης και αδικαιολόγητης βίας».