του Θάνου Καμήλαλη
«Καταρχάς αυτή η πρωτοβουλία δεν ήταν δική μου πρωτοβουλία. Εγώ ήμουν απλώς προσκεκλημένος. Η πρωτοβουλία λήφθηκε από τον Σύλλογο Φοιτητών Νομικής με σχετική απόφαση Γενικής Συνέλευσης, η οποία πάρθηκε μετά από πρόταση που κάνανε οι φοιτητές της Πανσπουδαστικής της σχολής της Νομικής. Εμένα απλώς με προσκαλέσαν να συμμετάσχω σ’ αυτήν την διάλεξη» δηλώνει ο κ.Νταφόπουλος στο ΤhePressProject. H διάλεξη, με τίτλο «Εισαγωγή στο Ποινικό Δίκαιο & στη Θεωρία της Ποινής» πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της καμπάνις Φοιτητικών Συλλόγων «1 χρόνος κλειστά Πανεπιστήμια – Ως εδώ» και με το αίτημα «να γίνουμε φοιτητές ξανά».
«Όπως γνωρίζουμε τα Πανεπιστήμια αυτή τη στιγμή είναι κλειστά, λόγω των μέτρων για τον κορονοϊό. Αυτό το οποίο επί της ουσίας δημιουργείται σαν πρόβλημα σ’ αυτήν την περίπτωση, είναι ότι παρ’ ότι τα μαθήματα, οι διαλέξεις που γίνονται εξ αποστάσεως με τηλεκπαίδευση, ως ένα βαθμό υποκαθιστούν το κενό που υπάρχει, δημιουργούν και αρκετά προβλήματα. Τα προβλήματα αυτά έχουν να κάνουν πρωτίστως με πρακτικά μαθήματα, στις σχολές που έχουμε εργαστήρια ή και με την πρακτική σε όσους φοιτητές θέλουν να κάνουν, αλλά ακόμα και σε σχολές όπως η δική μας της Νομικής, που έχουν περισσότερο θεωρητικό αντικείμενο, είναι κατανοητό ότι τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει πλήρως την διά ζώσης διδασκαλία, το ζωντανό μάθημα και το εκπαιδευτικό έργο που αυτή παράγει» προσθέτει ο κ.Νταφόπουλος και συνεχίζει:
«Στους περιορισμούς που υπάρχουν, πρέπει να βάλουμε και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν διάφοροι φοιτητές λόγω οικονομικών δυνατοτήτων. Δηλαδή κάποιος μπορεί να μην έχει υπολογιστή, ή στο σπίτι του να μην έχουν αρκετούς υπολογιστές για να παρακολουθεί. Οι περιορισμοί ως ένα βαθμό δικαιολογούνταν, ειδικά στην πρώτη φάση της πανδημίας λόγω της ανάγκης ακριβώς να περιοριστούμε για να προστατευτεί η δημόσια υγεία.
Το πρόβλημα που δημιουργείται κατά τη γνώμη μου και κατά τη γνώμη των φοιτητών που με κάλεσαν, ενώ ότι ενώ όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι και τμήματα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής ανοιγοκλείνουν θα λέγαμε σε συνάρτηση με την επιδημιολογική κατάσταση που κάθε φορά επικρατεί, το παράδοξο που παρατηρείται είναι ότι ειδικά για τα Πανεπιστήμια, εδώ και έναν χρόνο είναι διαρκώς κλειστά και τα μαθήματα γίνονται με τηλεκπαίδευση.
Αυτό ως ένα βαθμό δικαιολογούνταν και για οικονομικούς λόγους επειδή υποτίθεται δεν υπάρχουν αρκετοί χώροι και υποδομές για να στεγάσουν. Ωστόσο, όταν βλέπουν και οι φοιτητές ότι κονδύλια υπάρχουν, αλλά κατευθύνονται αλλού, όπως πρόσφατα για την ίδρυση της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, σ’ αυτό το οποίο οδηγούνται κατ’ αποτέλεσμα είναι ότι επί της ουσίας υπάρχει δυνατότητα να γίνονται μαθήματα δια ζώσης, τηρώντας πάντα όλα τα μέτρα προστασίας, όλα τα μέτρα ασφάλειας, αλλά δεν υπάρχει η πολιτική βούληση για να γίνει αυτό».
«Αντιλαμβάνομαι» αναφέρει, «ότι μπαίνει ένας αστερίσκος στο γεγονός ότι ειδικά στην φάση που διανύουμε, η κατάσταση με την επιδημία είναι πιο επιβαρυμένη σε σχέση με άλλες περιπτώσεις. Παρόλα αυτά αν θέλουμε να δούμε την γενική εικόνα νομίζω ότι το πρόβλημα είναι ότι σε φάσεις που η εικόνα – η περίφημη καμπύλη – ήταν σε καλύτερη κατάσταση τα Πανεπιστήμια μένανε κλειστά. Το παράδοξο εδώ πέρα είναι επίσης ότι μένουν κλειστά τα Πανεπιστήμια, ενώ την ίδια στιγμή βλέπουμε για άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης ίσα ίσα υπάρχει μεγαλύτερη αγωνία να ανοίξουν. Κάτι το οποίο μπορεί να κάνει κάποιον να υποψιαστεί ότι τελικά το ζήτημα δεν είναι το κοινωνικό αγαθό της δημόσιας Παιδείας σε κάθε περίπτωση, αλλά στα μεν δημοτικά και γυμνάσια ας πούμε που υπάρχει η ανάγκη κάποιος να φυλάει τα παιδιά και να μην παίρνουν άδειες ειδικού σκοπού οι γονείς έχουμε μια αγωνία παραπάνω να τ’ ανοίξουμε, ενώ στα Πανεπιστήμια τέτοια ανάγκη δεν φαίνεται να υπάρχει. Ίσα-ίσα φαίνεται ότι υπάρχει η πρόθεση υποβάθμισής τους θα έλεγε κάποιος, γιατί μπορεί ενδεχομένως να συμφέρει και ανταγωνιστικές συμφέροντα. Επομένως, η αγωνία περνάει μόνο στα χέρια των φοιτητών».
Την ώρα που πραγματοποιούνταν η διάλεξη, στον χώρο του Πανεπιστημίου, γύρω από την Πρυτανεία αλλά και σε διάφορες εισόδους, είχε εγκατασταθεί η αστυνομία, για απροσδιόριστο λόγο, καθώς ο χώρος της Πρυτανείας είχε εκκενωθεί μετά τη βίαιη επέμβαση για επικοινωνιακό σόου σε κατάληψη που είχε γνωστοποιηθεί (και στον Πρύτανη) ότι επρόκειτο να λήξει 5 ώρες αργότερα. Την ίδια ώρα περίπου επίσης, από το βήμα της Βουλής ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, προσπαθούσε να καλλιεργήσει εντυπώσεις γύρω από την κατάληψη, υποστηρίζοντας ότι ήταν μονάχα «για τον Κουφοντίνα», παραλείποντας ότι στα αιτήματα των φοιτητών είναι οι ανοιχτές σχολές και η κατάργηση του νόμου Κεραμέως – Χρυσοχοϊδη με την Πανεπιστημιακή Αστυνομία και τη μείωση των εισακτέων κατά περίπου 25% την επόμενη χρονιά. Ο νόμος δηλαδή, που θα δώσει περίπου 50 εκατ. ευρώ για «ασφάλεια» στα ΑΕΙ, την ώρα που η επιχορήγήσή τους το 2020 ήταν συνολικά 91 εκατ.
«Το ΑΠΘ βρίσκεται υπό αστυνομική κατάλήψη, υπό συνεχή αστυνομική πολιορκία, με φοιτητές και καθηγητές σε έξωση» κατήγγειλαν καθηγητές και καθηγήτριες της «Συσπείρωσης Πανεπιστημιακών» που παραχώρησαν συνέντευξη Τύπου την Παρασκευή απέναντι από το ΑΠΘ.
«Υπήρχε παρουσία αστυνομίας, όχι κοντά μας. Υπήρχε κυρίως μπροστά από την Πρυτανεία, αλλά ευτυχώς τουλάχιστον για το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, δεν υπήρχε κάποια παρέμβαση στην δράση που κάναμε» σχολιάζει σχετικά ο κ.Νταφόπουλος, σημειώνοντας ωστόσο ότι για να παρακολουθήσει κάποιος/α τη διάλεξη έπρεπε να μπει από συγκεκριμένη είσοδο του Πανεπιστημίου, ώστε να αποφύγει έλεγχο από τις ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις.
«Θα ήθελα να σχολιάσω και κάτι όπως μου το μετέφεραν φοιτητές, και συμφωνώ μαζί τους. Θέλουν με κάποιον τρόπο να διεκδικήσουνε να ανοίξουνε οι σχολές, πάντα με σεβασμό στα μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας. Το πρόβλημα που δημιουργείται είναι ότι έτσι όπως έχει δημιουργηθεί η κατάστασ , αισθάνονται ότι δεν υπάρχουν μέσα στον καιρό της πανδημίας για να διεκδικήσουν αυτό που θέλουν χωρίς επί της ουσίας η κυβέρνηση να καταστήσει τον κάθε αγώνα τους παράνομο. Και αν αυτό σε έναν βαθμό για κάποιους ακούγεται λογικό για πράγματα τα οποία τους ξενίζουν, όπως είναι καταλήψεις, διαδηλώσεις… για μένα τουλάχιστον είναι τραγικό το γεγονός ότι φτάνουμε στο σημείο να είμαστε έξω από τον χώρο των πανεπιστημίων και να ανησυχούμε, να φοβόμαστε, να σκεπτόμαστε, αν θα μπορέσουμε να μπούμε στον χώρο του Πανεπιστημίου, για το καθ’ αυτό αντικείμενό μας, έστω σε συμβολικό επίπεδο, που είναι δηλαδή η παράδοση μίας διάλεξης» προσθέτει.
Έστω κι έτσι, σε μία κατάσταση μεγάλης έντασης με κυβερνητική ευθύνη και με την αστυνομία να έχει καταλάβει τον χώρο, δίνοντας μία δυστοπική εικόνα «μέλλοντος», φοιτητές και φοιτήτριες του πρώτου έτους της Νομικής, που βρέθηκαν μαζί με συναδέρφους τους μεγαλύτερων ετών στα γρασίδια της Φιλοσοφικής, κατάφεραν να παρακολουθήσουν από κοντά μία διάλεξη, για πολύ εισαγωγικά ζητήματα του Ποινικού Δικαίου και της θεωρίας της ποινής. «Είναι ένα ζήτημα το γεγονός, ότι έχει περάσει ένας χρόνος κι ακόμη οι πρωτοετείς φοιτητές και φοιτήτριες δεν έχουν αντιληφθεί πλήρως τη φοιτητική τους ιδιότητα, η ως έναν βαθμό συνδέεται και με τον χώρο. Όπως συνδέεται και με την κοινωνική επαφή με τους υπόλοιπους φοιτητές, πάντα με το γεγονός ότι πρέπει βέβαια να σεβόμαστε τα υγειονομικά μέτρα» σχολιάζει ο υποψήφιος Διδάκτορας της Νομικής